Πολύ πιο σύνθετη από τον χρόνο μιας ή περισσότερων μειώσεων επιτοκίων θα είναι η απόφαση που θα πρέπει να πάρει η ΕΚΤ, για να αναστρέψει τη σημερινή περιοριστική νομισματική πολιτική που ξεκίνησε από τα μέσα του 2022, γεγονός που δικαιολογεί και τη διάσταση απόψεων για το θέμα.
Σε ό,τι αφορά το θέμα των επιτοκίων, το οποίο απασχολεί περισσότερο τις αγορές χρήματος και κεφαλαίου, η πρόεδρος της ΕΚΤ κ. Κριστίν Λαγκάρντ, έχει “δείξει” τον Ιούνιο ως πιθανό χρόνο έναρξη των μειώσεων υπό μια προϋπόθεση: αν υπάρχουν επαρκή στοιχεία ότι ο πληθωρισμός έχει σταθεροποιηθεί στην περιοχή του 2%. Ποτέ όμως δεν έχει υπαινιχθεί, έστω δημόσια, τις κινήσεις της από τη στιγμή που θα ξεκινήσει η διαδικασία.
Μέσα στην εβδομάδα ο Έλληνας Κεντρικός Τραπεζίτης, κ. Γιάννης Στουρνάρας, ξάφνιασε δίνοντας όλη τη διάσταση του θέματος. Μίλησε για 2+2 μειώσεις επιτοκίων μέσα στο 2024 με τα επιτόκια να υποχωρούν από το 4% στο 3%, στο τέλος του χρόνου. Θύμισε επίσης ότι εκτός από τα επιτόκια η ΕΚΤ θα περιορίσει τη ρευστότητα κατά 800 δισ. ευρώ μέσω TLTROs και PEPP/APP. Εμμέσως υπαινίχθηκε ότι η ρευστότητα αυτή είναι ήδη μοχλευμένη από τις αγορές σε ύψος που κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει σήμερα. Συνεπώς η απόσυρσή της θα πρέπει να αντισταθμιστεί ως έναν βαθμό με μια αξιόλογη μείωση επιτοκίων.
Άλλωστε, με τον πληθωρισμό να προσγειώνεται σταδιακά στο 2%, η διατήρηση σφικτής νομισματικής πολιτικής μπορεί να επιτείνει την επιβράδυνση της Ευρωζώνης ή/και να χτυπήσει τις τράπεζες, όπως συνέβη ήδη σε ΗΠΑ και Ελβετία. Ο διοικητής της ΤτΕ “ακύρωσε” το επιχείρημα της ΕΚΤ για την επίδραση των μισθολογικών αυξήσεων στον πληθωρισμό, ξεκαθαρίζοντας ότι οι αυξήσεις θα είναι μικρότερες από τον πληθωρισμό και δεν αναμένεται να επιδράσουν αρνητικά. Ο κ Στουρνάρας παρουσίασε μια θέση, τόσο αναλυτική και τεκμηριωμένη, όσο κανείς άλλος Κεντρικός Τραπεζίτης, προσπαθώντας να δώσει περισσότερα επιχειρήματα υπέρ της μείωσης από τη θέση της αναμονής που πρεσβεύουν τα “γεράκια” της ΕΚΤ.
Την ίδια ώρα ο Πορτογάλος Κεντρικός Τραπεζίτης κ. Μάριο Σεντένο, ο οποίος κατατάσσεται μαζί με τον κ. Στουρνάρα στα “περιστέρια” του συμβουλίου νομισματικής πολιτικής, τάχθηκε υπέρ της μείωσης των επιτοκίων, ως μέσο να ξεφύγει η Ευρωζώνη από μια ζώνη οικονομικής στασιμότητας. Τόνισε χαρακτηριστικά ότι “αν η νομισματική πολιτική παραμείνει περιοριστική για μεγάλο χρονικό διάστημα όχι μόνο θα μειώσει τον πληθωρισμό σε επίπεδα που είναι χαμηλότερα από τα επιθυμητά, αλλά επίσης μπορεί να προκαλέσει μια οικονομική επιβράδυνση μεγαλύτερη από την προγραμματισμένη”.
Η BIS
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν οι πιο συντηρητικοί οι οποίοι θέλουν πρώτα να διασφαλιστεί η υποχώρηση του πληθωρισμού σε χαμηλά επίπεδα πριν η ΕΚΤ προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων της. Ο Γενικός Διευθυντής της Διεθνούς Τράπεζας διακανονισμών (BIS) Αγκουστίν Κάρστενς τόνισε από τη Φρανκφούρτη: “Οι κεντρικές τράπεζες δεν θα πρέπει να κηρύξουν πρόωρα τη νίκη κατά του πληθωρισμού”, στέλνοντας και ένα μήνυμα και στη Fed που συνεδριάζει μέσα στην εβδομάδα, όπως και οι κεντρικές τράπεζες της Αγγλίας και της Ελβετίας. “Είμαστε κοντά σε μια ομαλή προσγείωση”, τόνισε το υψηλόβαθμο στέλεχος της BIS, για να προσθέσει ότι αυτή η ομαλή προσγείωση δεν είναι ακόμη εγγυημένη, αφού “υπάρχουν ακόμη πολλά εμπόδια στον δρόμο”.
Παρόμοιες είναι οι θέσεις των πιο “σκληρών” της ΕΚΤ, όπως ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης κ. Γιοακίμ Νάγκελ και ο Ολλανδός ομόλογός του Γκλάας Κνοτ, οι οποίοι θεωρούν ότι θα πρέπει να υπάρξει ακόμη και ένα 6μηνο σταθεροποίησης του πληθωρισμού στο 2%, πριν αρχίσει η μείωση των επιτοκίων.
Τάσος Δασόπουλος
Πηγή capital.gr