Το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν φημιζόταν ποτέ για την αθρόα παραγωγή ταλέντων. Και είναι κοινό μυστικό πως όσο περνούν τα χρόνια, το συνολικό επίπεδο κάθε άλλο παρά ανεβαίνει. Θα ήταν οξύμωρο βεβαίως να συνέβαινε κάτι τέτοιο αν αναλογιστούμε τα όσα γίνονται στην καθημερινότητά μας, με πιο πρόσφατη την παραίτηση ενός αθλητικού δικαστή που είχε την ατυχία να βρει σπασμένο το αυτοκίνητό του.
Ακόμα κι έτσι όμως, μέσα στις τόσες παθογένειές του, το ελληνικό ποδόσφαιρο σίγουρα είναι μεγαλύτερο μέγεθος από αυτό του Κοσόβου ή της Γεωργίας. Των ομάδων δηλαδή που έκοψαν βαθμούς στην εθνική, σε έναν όμιλο που ήταν κομμένος και ραμμένος στα μέτρα της ώστε να διεκδικήσει τη δεύτερη θέση ως το τελευταίο δευτερόλεπτο. Κανείς δεν θα ήταν τόσο αφελής ή τόσο ονειροπόλος ώστε να απαιτεί από την Ελλάδα να αποκλείσει την Ισπανία. Έστω αυτή την Ισπανία που έχασε στη Σουηδία, που απέτυχε να νικήσει τη δική μας ομάδα στην πρεμιέρα αλλά και που νίκησε ασθμαίνοντας κάμποσα ματς.
Τι ζητούσε κάποιος από τον προπονητή της εθνικής Ελλάδας μετά την κλήρωση των ομίλων; Να δείξει έστω ότι είναι πραγματικά ανώτερη από τους… κατώτερους. Δηλαδή, το Κόσοβο και τη Γεωργία. Δυστυχώς όμως, επτωχεύσαμεν. Για πολλοστή φορά εν καιρώ «εξυγίανσης». Η άλλοτε πρωταθλήτρια Ευρώπης έκλεισε τον όμιλο με μόλις δυο νίκες και η μία εξ αυτών ήταν απέναντι στη Σουηδία. Κατά τα λοιπά, δυο ισοπαλίες με τους Κοσοβάρους, άλλη μια με τη Γεωργία εντός και μια νίκη στην έδρα των Γεωργιανών σε ματς που ήταν κλειδωμένο και που δύσκολα θα το παίρναμε αν δεν μεσολαβούσε ένα παντελώς αψυχολόγητο πέναλτι.
Δεν έχουμε τους καλύτερους παίκτες του κόσμου. Ούτε καν. Σίγουρα όμως διαθέτουμε καλύτερους παίκτες από το Κόσοβο και τη Γεωργία και όχι κατώτερους από εκείνους της Σουηδίας. Σίγουρα είναι λίγοι σε αριθμό. Επειδή ακριβώς όμως είναι λίγοι, δεν υπάρχει πολυτέλεια να τους κάνουμε λιγότερους. Αυτό δηλαδή που έκανε ο Φαν’τ Σχιπ, δρώντας προφανώς με… άνωθεν εντολές, όταν καθάρισε Μανωλά και Παπασταθόπουλο (και τον Σιόβα αργότερα).
Στο ποδόσφαιρο δε χρειάζεται μονάχα το ταλέντο. Είναι απαραίτητες και οι προσωπικότητες. Παίκτες μπαρουτοκαπνισμένοι από μεγάλα ματς, που ξέρουν πώς είναι να υπάρχει αφόρητη πίεση για το αποτέλεσμα και που έμαθαν στην καριέρα τους να διαχειρίζονται επιτυχώς τα παραπάνω. Επί ημερών Φαν’τ Σχιπ, η εθνική ευνουχίστηκε από προσωπικότητες. Κι έτσι, ακόμα και στις περιπτώσεις που τύχαινε να εμφανίζεται ανταγωνιστική, πλήρωνε ακριβά αυτό το τεράστιο έλλειμμα. Την αδυναμία να κρατήσει τη νίκη στο Κόσοβο, την ανασφάλεια στα μετόπισθεν κόντρα στη Σουηδία, μετά από ένα απρόσμενα καλό πρώτο ημίχρονο. Και βέβαια, την αποψινή ανεπάρκεια.
Ο Γιώργος Μασούρας πέτυχε ένα θαυμάσιο γκολ, το ωραιότερο από τα λιγοστά που σκόραραν οι διεθνείς μας σε αυτά τα 8 ματς. Ίσως να δικαιούταν κι άλλο τέρμα η Ελλάδα απέναντι στο Κόσοβο. Το θέμα είναι ότι μόλις δέχτηκε την ισοφάριση, τα πάντα κατέρρευσαν. Η ψυχολογία πήγε στο πάτωμα και από θαύμα δεν ήρθε ένα ακόμα γκολ για τους Κοσοβάρους που ξεθάρρεψαν.
Οκτώ ματς, κόντρα στη χειρότερη Ισπανία της τελευταίας 15ετίας, μια μέτρια Σουηδία, το Κόσοβο και τη Γεωργία, δυο νίκες. Και η μια σχεδόν κατά λάθος όπως είπαμε, αφού εκείνο το βράδυ στο Μπατούμι η εθνική του Φαν’τ Σχιπ δεν βλεπόταν, ειδικά στο β’ μέρος. Οι άνθρωποι που αποφασίζουν(;) για τις τύχες του ελληνικού ποδοσφαίρου, θεωρούν ότι ο Ολλανδός έχει δώσει τόσο καλά δείγματα που πρέπει να παραμείνει. Ίσως να έχουν δίκιο. Το σίγουρο πως αυτά τα δείγματα δεν έχουν καμία σχέση με τον αγωνιστικό χώρο, το ποδόσφαιρο και τα αποτελέσματα. Αυτοί σίγουρα ξέρουν καλύτερα γιατί πρέπει να παραμείνει ο Ολλανδός. Ας τον ανανεώσουν άμεσα για να μη χάσουν το κελεπούρι…
ΔΙΑΙΤΗΤΗΣ: Κουλμπάκοφ (Λευκορωσία)
ΚΙΤΡΙΝΕΣ: Σάλα, Μουρίτσι
ΕΛΛΑΔΑ (Τζον Φαν΄τ Σχιπ): Βλαχοδήμος, Γούτας, Τζαβέλλας (80΄ Παυλίδης), Χατζηδιάκος, Τσιμίκας, Ανδρούτσος, Μπουχαλάκης, Μάνταλος, Πέλκας (80΄ Βρουσάι), Μασούρας (86΄ Λημνιός), Δουβίκας (66΄ Τζόλης).
ΚΟΣΟΒΟ (Πρίμοζ Γκλίχα): Μούριτς, Βοϊβόντα, Ραχμάνι, Φαζιλτζί, Αλίτι, Σάλα (70΄ Χαλίμι), Λοσάι (46΄ Ζεγκρόβα), Μπερίσα, Ιντρίσι (86΄ Καστράτι), Ράσιτσα (80΄ Σελιμάνι), Μουρίτσι.