Γράφει ο Γιάννης Νάκος
Follow@Nakos_Ioannis
Συνεχίζεται η περίοδος έντονης αβεβαιότητας στο Αιγαίο μεταξύ της Ελληνικής και Τούρκικης κυβέρνησης κατά την διάρκεια των τελευταίων 24ώρων. Κατά την διάρκεια των προηγούμενων ημερών είχαμε ένα μπαράζ προκλήσεων και παραβιάσεων από την Τουρκία τόσο στο FIR όσο και στο Αιγαίο, πράγμα το οποίο οδήγησε στην κορύφωση της διένεξης χθες το μεσημέρι με την κίνηση της Τουρκίας να εκδώσει τουρκική NAVTEX, η οποία δίνει την δυνατότητα στο τουρκικό πλοίο ‘’Τσεσμέ’’ να διεξάγει έρευνες στο Β. Αιγαίο και, συγκεκριμένα, στο τρίγωνο ανάμεσα σε Θάσο, Σαμοθράκη και Λήμνο, για ΆΓΝΩΣΤΟ χρονικό διάστημα.
Αξίζει να σημειωθεί πως και η ελληνική πλευρά εξέδωσε την δική της αντι-ΝAVTEX 40/17 από τον σταθμό της Λήμνου, που αναφέρει ότι ο τουρκικός σταθμός της Σμύρνης δεν έχει εξουσιοδότηση να εκδώσει την ΝAVTEΧ, διότι η περιοχή στην οποία αναφέρεται η τελευταία ανήκει σε ελληνική αρμοδιότητα.
Σαφώς και από τα προαναφερόμενα άμεσα προκύπτει ότι οι συνεχιζόμενες ενέργειες εκ μέρους της Τουρκίας εμπίπτουν στην διαρκή προσπάθεια να ‘’γκριζάρει” το Αιγαίο και να διεκδικήσει μια επιτυχή ολοκλήρωση της επεκτατικής της πολιτικής. Παράλληλα, κάνοντας μια απόπειρα ερμηνείας των όσων λαμβάνουν χώρα στο Αιγαίο, θα μπορούσε κάποιος να αναφέρει πως οι ενέργειες αυτές προωθούνται ως απάντηση προς τα γεγονότα που γίνονται καθημερινά στην περιοχή των Ιμίων και στις δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών Ν. Κοτζιά, ο οποίος μάλιστα δήλωσε πως ‘’καμία τουρκική πρόκληση δεν θα μείνει αναπάντητη’’.
Φαίνεται πως, σε αντίθεση με τις προηγούμενες περιόδους, η συγκεκριμένη χρονική συγκυρία φέρνει την Ελλάδα αντιμέτωπη με λιγότερο κατευναστικές πολιτικές προκειμένου να αντιμετωπίσει το κύμα των καθημερινών και σοβαρών παραβιάσεων που υφίσταται. Έχω επανειλημμένα τονίσει πως η Ελλάδα σε κάθε περίπτωση που παρουσιάζεται κατάφωρη παραβίαση των συμφερόντων της αλλά και του Διεθνούς Δικαίου πρέπει να είναι έτοιμη να απαντήσει με αποτελεσματικά μέσα και εργαλεία, προκειμένου να διασφαλίσει τα αυτονόητα συμφέροντα που απορρέουν για εκείνη στο ιδιαίτερα φλέγον ζήτημα του Β. Αιγαίου αλλά και, γενικότερα, των τουρκικών επιδιώξεων.
Από την άλλη θα πρέπει να βρίσκεται σε συνεχή ετοιμότητα προκειμένου να εκμεταλλευτεί τυχόν διαμάχες της Τουρκίας με τους παραδοσιακούς συμμάχους της, ώστε να οδηγήσει την Τουρκία σε πιο απομονωτική πορεία με όσο το δυνατόν λιγότερες διπλωματικές και στρατιωτικές επιλογές.
Υπό αυτό το πρίσμα, λοιπόν, θα πρέπει να υπάρχει διαρκής και έντονη επικοινωνία με τις χώρες με τις οποίες ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν έχει και τις καλύτερες σχέσεις. Και πιστέψτε με δεν είναι και λίγες.
Τους τελευταίους μήνες υπάρχει μια έντονη διένεξη με μια πλειάδα χωρών, όπως η Αίγυπτος, το καθεστώς Άσαντ στη Συρία, το Ιράν, η Αρμενία, το Ιράκ και οι Κούρδοι στο Ιράκ που θα πρέπει να κινητοποιήσουν την Ελλάδα.
Από την πλευρά του, το καθεστώς Ερντογάν συνεχίζει να ‘’πειραματίζεται επικίνδυνα’’, καθώς δεν αποτελεί μυστικό πως από την ‘’πολιτική μηδενικών προβλημάτων’’ που υπήρχε το 2009 πλέον έχουμε φτάσει σε ένα σημείο ‘’πολιτικής μηδενικών συμμάχων’’ που οφείλεται κυρίως στην σουνιτοποίηση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Όπως είναι φυσιολογικό, αυτή η διαφοροποίηση και η αλλαγή πλεύσης της Τουρκίας δεν θα μπορούσε να μην βρει χώρες που δε θα αντιδρούσαν σε οποιαδήποτε αλλαγή του υπάρχοντος ‘’status quo’’.
Οι μεγαλύτερες αντιδράσεις έρχονται από το Ιράν με την Τεχεράνη να υποστηρίζει πως οι ‘’απειλές για περσικό εθνικισμό’’ είναι ανυπόστατες, καθώς ‘’άλλοι είναι εκείνοι που ονειρεύονται να χτίσουν την δική τους αυτοκρατορία με την παράλληλη στήριξη σε τρομοκρατικές ομάδες’’, αλλά και από την Συρία με τον Άσαντ να θεωρεί ‘’casus belli’’ την εισβολή της Τουρκίας στην Συρία, με την ταυτόχρονη επιδίωξη αφανισμού των Κούρδων τόσο με στρατιωτικές επιχειρήσεις όσο και με πιέσεις προς τον αμερικανικό παράγοντα για να σταματήσει ο στρατιωτικός εξολισμός τους.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως η διφορούμενη και συνεχώς μεταβαλλόμενη στάση της Τουρκίας στις δεσμεύσεις της λογικά θα έχει ως αποτέλεσμα ενδεχομένως μια πιο στενή συνεργασία και εμπλοκή στα πράγματα της Μόσχας, η οποία δεν βλέπει με καλό μάτι την αλλαγή προτεραιότητας της Τουρκίας με την ταυτόχρονη προσήλωση της τελευταίας σε σουνιτικούς κύκλους του Κόλπου.