Στα περυσινά επίπεδα κατάφεραν να συγκρατήσουν οι τράπεζες τα λειτουργικά τους έξοδα, τα οποία το α’ τρίμηνο του 2024 διαμορφώθηκαν σε περίπου 800 εκατ. ευρώ, παρά τη συνέχιση – αν και με πιο αργούς ρυθμούς σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια – της συρρίκνωσης του δικτύου και άρα, της παροχής γενναίων ποσών οικειοθελούς αποχώρησης, αλλά και τις αυξημένες ανάγκες μετασχηματισμού και επενδύσεων σε τεχνολογία και εξωτερικό.
Πιο αναλυτικά, η Τράπεζα Πειραιώς που άνοιξε πρώτη την «αυλαία» των αποτελεσμάτων εμφάνισε λειτουργικά έξοδα, ύψους 202 εκατ. ευρώ, στα τέλη του περασμένου Μαρτίου, -2% ετησίως, παρά την επιβάρυνση από δαπάνες οικειοθελούς αποχώρησης προσωπικού. Εξαιρουμένων αυτών, τα επαναλαμβανόμενα λειτουργικά έξοδα διαμορφώθηκαν στο ιστορικά χαμηλό επίπεδο των 193 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 5% ετησίως, λόγω των συνεχιζόμενων πρωτοβουλιών μείωσης κόστους και βελτιστοποίησης πόρων.
Οι επαναλαμβανόμενες δαπάνες προσωπικού μειώθηκαν κατά 2% σε ετήσια βάση, στα 91 εκατ. ευρώ, με το ανθρώπινο δυναμικό να διαμορφώνεται πλέον σε 7.884 εργαζομένους, εκ των οποίων οι 7.501 στην Ελλάδα, έχοντας μειωθεί κατά περίπου 700 άτομα, κυρίως μέσω της αξιοποίησης προγραμμάτων αποχώρησης προσωπικού.
Επιπλέον, τα γενικά διοικητικά έξοδα μειώθηκαν κατά 12% σε ετήσια βάση, στα 73 εκατ. ευρώ, λόγω ενεργειών αποτελεσματικότητας κόστους που αντιστάθμισαν τις πληθωριστικές πιέσεις και επιπλέον από το μηδενικό κόστος εγγύησης καταθέσεων. Τα έξοδα αποσβέσεων αυξήθηκαν κατά 9% ετησίως λόγω των συνεχιζόμενων ενεργειών ψηφιοποίησης.
Η τράπεζα, άλλωστε, δημιούργησε την υπηρεσία Digital Onboarding για ελεύθερους επαγγελματίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις, διευκολύνοντας την εξ αποστάσεως έναρξη τραπεζικής σχέσης, ενώ πλέον εισέρχεται στη δεύτερη φάση του Προγράμματος Μετασχηματισμού (ACT 2.0), με την προσθήκη νέων στρατηγικών θεματικών και πρωτοβουλιών, οι οποίες, μεταξύ άλλων, εστιάζουν στην αναβάθμιση της πελατειακής εμπειρίας σε όλα τα κανάλια και στη χρήση προηγμένων εργαλείων ανάλυσης δεδομένων και νέων εργαλείων αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας. Στο πλαίσιο αυτό, ο δείκτης κόστους προς βασικά έσοδα σε επαναλαμβανόμενη βάση παρέμεινε στο 29% για τρίτο συνεχόμενο τρίμηνο έναντι 36% πριν από ένα χρόνο.
Η Εθνική Τράπεζα από την πλευρά της, συνέχισε την προσπάθεια συγκράτησης του κόστους, με τις επαναλαμβανόμενες λειτουργικές δαπάνες να αυξάνονται κατά 3% σε ετήσια βάση – σε 197 εκατ. ευρώ – το α’ τρίμηνο του 2024, αντανακλώντας τις κλαδικές μισθολογικές αυξήσεις του Δεκεμβρίου και τις ομαλοποιημένες μεταβλητές αμοιβές, καθώς και τις πληθωριστικές, οι οποίες, όμως, βαίνουν μειούμενες.
Επισημαίνεται πως με βάση τα στοιχεία α’ τριμήνου του 2024 η ΕΤΕ διέθετε 6.700 άτομα προσωπικό (7.900 σε επίπεδο Ομίλου) και 314 καταστήματα έναντι 461 το 2018 (-147 καταστήματα). Ο δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα διαμορφώθηκε σε επίπεδα κάτω του 30% έναντι στόχου 35% για το 2024. Σύμφωνα με την ΕΤΕ, το Πρόγραμμα Μετασχηματισμού της συνιστά σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, εστιάζοντας πλέον στις σημαντικές βελτιώσεις στις τεχνολογικές υποδομές και τη λειτουργική αποδοτικότητα της τράπεζας, συμπεριλαμβανομένης και της αντικατάστασης του συστήματος Βασικών Τραπεζικών Εργασιών (Core Banking System).
Οι συνεχιζόμενες προσπάθειες για την αναβάθμιση των ψηφιακών της υπηρεσιών επιβεβαιώνονται στα μερίδια αγοράς στους μηνιαίους ενεργούς χρήστες (κινητά: 32%, διαδίκτυο: 25%) και στις ψηφιακές
πωλήσεις (κάρτες: 41%, καταναλωτικά δάνεια: 32%, ασφάλειες: 55%). Επιπλέον, οι πωλήσεις μέσω ψηφιακών καναλιών της ΕΤΕ αυξήθηκαν σε 1,3 εκατ. τεμάχια το α’ τρίμηνο του 2024 από 900 εκατ. ευρώ το ίδιο διάστημα του 2023.
Τα επαναλαμβανόμενα λειτουργικά έξοδα της Alpha Bank αυξήθηκαν κατά 3,1% σε τριμηνιαία βάση και διαμορφώθηκαν σε 200,4 εκατ. ευρώ, ως αποτέλεσμα μειωμένων εισφορών που καταγράφηκαν το προηγούμενο τρίμηνο προς το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (SRF). Σε ετήσια βάση, ωστόσο, αυτά μειώθηκαν κατά 2,5%, λόγω των μειωμένων εισφορών SRF, της αύξησης στις αμοιβές προσωπικού, ως αποτέλεσμα μεταβλητών αποδοχών λόγω ανταποδοτικότητας, καθώς και των αυξημένων αποσβέσεων, σχετιζόμενων με επενδύσεις σε υποδομές πληροφορικής.
Ο δείκτης εξόδων προς έσοδα του Ομίλου μειώθηκε κατά 287 μονάδες βάσης σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και διαμορφώθηκε σε 38,4%. Αξίζει να αναφερθεί πως στο α’ τρίμηνο του 2024 η Alpha Bank διέθετε 5.705 άτομα προσωπικό (6.180 σε επίπεδο Ομίλου) έναντι 5.958 το ίδιο διάστημα του 2023 και 265 καταστήματα από 280 στα τέλη Μαρτίου του 2023.
Όσον αφορά στο ψηφιακό της «αποτύπωμα», τους τελευταίους 15 μήνες έχει εισαγάγει πάνω από 70 νέα ψηφιακά προϊόντα, ενώ πέτυχε ήδη τον στόχο για το 2024 ως προς τις ψηφιακές πωλήσεις, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 37% σε επίπεδο τριμήνου. Ιδιαίτερη επιτυχία γνώρισαν και τα καταναλωτικά προσωπικά δάνεια, ύψους έως 5.000 ευρώ, με ποσοστό άνω του 70% των πωλήσεων να γίνεται σταθερά από την ψηφιακή πλατφόρμα της τράπεζας, ενισχύοντας τα έσοδα, αλλά και το χαρτοφυλάκιό της. Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, η Alpha Bank έχει θέσει ως προτεραιότητα την ψηφιακή εμπειρία πελάτη, γι’ αυτό και έχει προχωρήσει στη δημιουργία 350 ψηφιακών journeys, ενώ συνεχίζει τον επανασχεδιασμό των βασικών ψηφιακών καναλιών της. Παράλληλα, πάνω από το 80% των καθημερινών τραπεζικών υπηρεσιών έχει ήδη ψηφιοποιηθεί, με στόχο να φτάσει το 90% μέχρι το τέλος του έτους και το 100% μέχρι το τέλος του 2025.
Τέλος, οι λειτουργικές δαπάνες της Eurobank υποχώρησαν στην Ελλάδα κατά 2,1% σε ετήσια βάση, ενώ αυξήθηκαν σε επίπεδο Ομίλου κατά 3,3%, στα 229 εκατ. ευρώ, λόγω των δραστηριοτήτων στο εξωτερικό. Η τράπεζα, άλλωστε, είναι η πλέον δραστήρια μεταξύ των συστημικών στον συγκεκριμένο τομέα, με τις διεθνείς δραστηριότητες να συνεισφέρουν κατά 37,7% στη συνολική κερδοφορία του Ομίλου.
Σε συγκρίσιμη, όμως, βάση (εξαιρουμένης της BNP Bulgaria) οι λειτουργικές δαπάνες διατηρήθηκαν αμετάβλητες. Τόσο ο δείκτης κόστους – οργανικών εσόδων, όσο και ο δείκτης κόστους – συνολικών εσόδων, βελτιώθηκαν περαιτέρω σε 32,4% και 30,3% αντίστοιχα στα τέλη του περασμένου Μαρτίου.
Επισημαίνεται ότι με βάση τα στοιχεία α’ τριμήνου του 2024 η τράπεζα διέθετε 6.336 άτομα προσωπικό (μη συμπεριλαμβανομένων 650 εργαζομένων, οι οποίοι συμμετείχαν στο πρόγραμμα εθελουσίας που ανακοινώθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο και οι οποίοι θα αποχωρήσουν σταδιακά τους επόμενους 12 μήνες) έναντι 6.272 το ίδιο διάστημα του 2023 και 268 καταστήματα από 274 στα τέλη Μαρτίου του 2023.
Μέσω των ψηφιακών καναλιών της τράπεζας εκτελούνται περισσότερες από 650.000 εγχρήματες συναλλαγές την ημέρα ενώ, κατά μέσο όρο, εξυπηρετούνται 120.000 πελάτες την ώρα. Συνολικά, σε επίπεδο έτους καταγράφονται περίπου 410 εκατομμύρια login σε e-Banking και m – Banking, με τη συντριπτική πλειονότητα των πληρωμών και μεταφορών (97%) να εκτελούνται πια μέσω των ψηφιακών της καναλιών. Το ύψος των επενδύσεων δε, που σχεδιάζει η τράπεζα στο ΙΤ και την ψηφιοποίηση ανέρχεται σε 130 εκατ. ευρώ τα έτη 2024 – 2026. Στόχος της Eurobank, άλλωστε, είναι να αυξήσει ακόμα περισσότερο το digital μερίδιό της, αναπτύσσοντας περαιτέρω τη στρατηγική της προς αυτή την κατεύθυνση και τα επόμενα έτη.
Πηγή newmoney.gr