Μέτρια και σοβαρή ανεπάρκεια τροφής στο 6,1% του πληθυσμού πέρσι δείχνει η έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ.
Το 6,1% του πληθυσμού της χώρας αντιμετώπισε πέρυσι μέτρια και σοβαρή ανεπάρκεια τροφής έναντι 8% το 2019, ενώ το 1,6% από 1,5% το 2019 αντιμετώπισε μόνο σοβαρή ανεπάρκεια τροφής.
Σύμφωνα, επίσης, με την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για την επάρκεια τροφής:
Το 13,2% του πληθυσμού ανησύχησε ότι δεν θα είχε αρκετή τροφή για να καλύψει τις ανάγκες του.
Το 12,8% δεν είχε τη δυνατότητα να τραφεί με υγιεινή και θρεπτική τροφή.
Το 14,1% έφαγε μόνο ορισμένα είδη τροφών.
Το 6,2% αναγκάστηκε να παραλείψει ένα γεύμα.
Το 6,6% έφαγε λιγότερο από όσο θεωρούσε ότι είχε ανάγκη.
Το 2,7% έμεινε χωρίς τροφή.
Το 3% του πληθυσμού πεινούσε, αλλά δεν έφαγε.
Το 2,2% πέρασε μια ολόκληρη ημέρα χωρίς τροφή.
Παράλληλα:
Το 96,9% των νοικοκυριών έχει επάρκεια τροφής.
Το 0,7% των νοικοκυριών έχει χαμηλή επάρκεια τροφής.
Το 2,4% των νοικοκυριών έχει πολύ χαμηλή επάρκεια τροφής.
Όπως επεξηγεί η ΕΛΣΤΑΤ, ένα νοικοκυριό θεωρείται ότι έχει μέτρια και σοβαρή ανεπάρκεια τροφής όταν τουλάχιστον ένα μέλος του νοικοκυριού δήλωσε ότι, κατά τη διάρκεια των 12 προηγούμενων μηνών πριν τη διενέργεια της έρευνας, αναγκάστηκε να παραλείψει ένα γεύμα, έφαγε λιγότερο από όσο θεωρούσε ότι είχε ανάγκη, έμεινε χωρίς τροφή, πεινούσε αλλά δεν έφαγε, πέρασε μια ολόκληρη ημέρα χωρίς τροφή, λόγω έλλειψης χρημάτων ή άλλων πόρων.
Ενώ, ένα νοικοκυριό θεωρείται ότι έχει σοβαρή ανεπάρκεια τροφής, όταν τουλάχιστον ένα μέλος του νοικοκυριού δήλωσε ότι, κατά τη διάρκεια των 12 προηγούμενων μηνών πριν τη διενέργεια της έρευνας, πέρασε μια ολόκληρη ημέρα χωρίς τροφή λόγω έλλειψης χρημάτων ή άλλων πόρων.