Γράφει ο Ιπποκράτης Χατζηαγγελίδης
Δεν είναι η πρώτη φορά που παραθέτω κείμενα άλλων. Σήμερα, σειρά έχει η εξαιρετική ανάλυση του φίλου και συνεργάτη κ. Περικλή Κωνσταντινίδη, Οικονομολόγου (PhD). Το λακωνικό του κείμενο είναι μια πλήρης ανάλυση για την πραγματικότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος, ή, πιο σωστά, του ασφαλιστικού μας προβλήματος:
Ακόμη και εάν το δολλάριο κάνει εκείνο και το ευρώ κάνει το άλλο, και το πετρέλαιο πάει κάτω και το ελαιόλαδο πάει πάνω, και οι μετοχές πάνε παραδίπλα και ο Θεός εμφανιστεί στον Τσίπρα και τον φωτίσει, η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ:
Για να είναι βιώσιμο ένα ανταποδοτικό συνταξιοδοτικό σύστημα και να προσφέρει αξιοπρεπές εισόδημα στους συνταξιούχους, χρειάζεται ΤΕΣΣΕΡΙΣ εργαζόμενους για κάθε ΕΝΑ συνταξιούχο.
Αριθμητική απλή είναι. Και, όπως στην αριθμητική, 1 προς 1 δεν ισούται ΠΟΤΕ με 1 προς 4. Και σήμερα, στην Ελλάδα, η αναλογία είναι 1 προς 1.
Ακόμα και να πάει η ανεργία στο 0 και ακόμη και εάν εισέλθουν στην αγορά εργασίας 1,5 εκατομμύριο οικονομικά ανενεργοί πολίτες γιατί θα έχουμε εκρηκτική οικονομική ανάπτυξη και οι μισθοί θα αυξηθούν, και πάλι η αναλογία εργαζόμενων προς συνταξιούχους θα πάει στο 2,5 προς 1.
Όσο και να χτυπιούνται κάτω σαν χταπόδια κάποιοι και να ελπίζουν σε θαύματα και Σώρρες, η επιλογή είναι απλή:
– Είτε θα διακοπούν οι συντάξεις σε όσους είναι κάτω των 67, παραλλήλως με ένα πρόγραμμα ριζοσπαστικής απελευθέρωσης της οικονομίας για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας
– Ή θα μειωθούν οι συντάξεις σε επίπεδα που θα εξασφαλίσουν ότι θα αρχίσουν να πεθαίνουν μαζικώς οι άνω των 75 ετών από πείνα, κρύο και ασθένειες λόγω έλλειψης ιατρικής φροντίδας.
Ακόμη και να βγει η Ελλάδα από την ευρωζώνη, η παραπάνω αριθμητική ισχύει. Δεν είναι θέμα έλλειψης ανάπτυξης. Είναι θέμα χρηματοδότησης.
Η ανάλυση του κ. Κωνσταντινίδη έχει την απλότητα και την σαφήνεια που αποκτά όποιος ζει την καθημερινότητα της πραγματικής οικονομίας. Χωρίς την παράθεση πολλών αριθμών, χωρίς περιττά λόγια, ιδεοληψίες και συναισθηματισμούς, με 231 μόνο λέξεις, τα λέει όλα.
Το μόνο που θέλω να προσθέσω είναι αυτό που υπονοεί ο κ. Κωνσταντινίδης, αυτό το οποίο κι εγώ επισήμανα από την αρχή της συζητήσεως για την πρόταση Κατρούγκαλου. Έγραψα τότε:
Η συζήτηση αυτή δεν έχει νόημα αφού το υφιστάμενο ασφαλιστικό πλαίσιο -εντός του οποίου κινείται και το νομοσχέδιο Κατρούγκαλου- δεν είναι βιώσιμο όποια κυβέρνηση και αν έρθει.
Αναγκαστικώς -είτε αυτό αρέσει στα συνταξιοδοτικά ρετιρέ και στους συνδικαΛΗΣΤΕΣ προστάτες τους είτε όχι- θα πάμε στο σύστημα Μάνου:
α. Πλήρης κατάργηση εισφορών και δημοσίων ταμείων.
β. Εθνική σύνταξη σε όλους 700 ευρώ μηνιαίως.
γ. Ελεύθερα Κλαδικά ή Εταιρικά Ταμεία για απεριόριστος ύψος επικουρικών συντάξεων χωρίς κρατική συμμετοχή.
Δεν ξέρω αν τα 700 ευρώ παραμένουν ρεαλιστική δυνατότητα. Η πρόταση Μάνου έγινε μερικά χρόνια πριν, όταν ακόμη η οικονομία δεν είχε καταρρεύσει. Όμως, η φιλοσοφία της παραμένει απολύτως ορθή. Μένει να βρεθεί ο καλύτερος δυνατός τρόπος μετάβασης από το νυν -μη βιώσιμο- σύστημα στο καινούργιο. Προφανώς πρέπει να υπάρξουν μεταβατικές διατάξεις για τους νυν εργαζομένους, όπως, άλλωστε, και για τους νυν συνταξιούχους. Διατάξεις που να διασφαλίσουν ότι τα βάρη θα κατανεμηθούν αναλογικώς σε όλους. Διατάξεις που να διασφαλίζουν ότι η χρηματοδότηση των συνταξιούχων του παλαιού συστήματος, αλλά και όσων θα συνταξιοδοτηθούν πριν προλάβει να ωριμάσει το νέο σύστημα, δεν θα δημιουργήσει άλλη μια νάρκη στην οικονομία, ένα βαρίδι που θα εμποδίζει την ανάπτυξη.
Όμως, πλέον του ασφαλιστικού συστήματος και της αναγκαστικής του «προσγειώσεως» στον ορθολογισμό του κεφαλαιοποιητικού, η ανάλυση του κ. Κωνσταντινίδη αξίζει γιατί μας αποδεικνύει με τρόπο αδιαμφισβήτητο ότι οι λύσεις των προβλημάτων μας προϋποθέτουν απλή λογική.
– Απλή λογική στη διαπίστωση του προβλήματος, δηλαδή ακριβή καταγραφή του προβλήματος χωρίς περιττές αξιολογικές κρίσεις, που συνήθως αποσκοπούν -μέσω του καταλογισμού ευθυνών- στην μετάθεση του προβλήματος σε άλλους.
– Απλή λογική στην προσέγγιση της λύσεως, η οποία δεν μπορεί να αγνοεί τα δεδομένα της πραγματικότητος, όπως δηλαδή κάνει το νομοσχέδιο Κατρούγκαλου.
Και λίγη φαντασία, προσθέτω εγώ, για αναζήτηση λογικών και απλών λύσεων out-of-the-box, δηλαδή λύσεων για τις οποίες, αν χρειάζεται, θα υπερβούμε τους κανόνες της συμβατικότητος. Η περίπτωση της Βρεττανίας απέδειξε -και μάλιστα όχι για πρώτη φορά- ότι τα πάντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι διαπραγματεύσιμα, αρκεί να υπάρχει σοβαρό πολιτικό σύστημα και, βεβαίως, αξιόπιστη και τελέσφορη διαπραγματευτική τακτική. (Πως λέμε Βαρουφάκης; Ε, ακριβώς το αντίθετο!). Αν, λοιπόν, χρειαζόμαστε πρωτότυπες και αντισυμβατικές λύσεις στο ασφαλιστικό και στα υπόλοιπα μεγάλα προβλήματά μας, το εμπόδιο δεν είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά οι δικές μας αβελτηρίες.