Η κάλυψη των επιδοτήσεων ρεύματος και φυσικού αερίου υπό το φως της κρίσης στην Ουκρανία που θα διατηρήσει σε μεγάλο ύψος τις τιμές των ορυκτών καυσίμων είναι ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος του οικονομικού επιτελείου για το επόμενο διάστημα και ίσως και για το υπόλοιπο του χρόνου.
Η ανησυχία βρίσκεται στο γεγονός ότι, αντί για μια εισβολή που φοβούνταν πολλοί, η κατάσταση στα σύνορα Ουκρανίας – Ρωσίας μετατρέπεται στην αρχή μιας κρίσης με απροσδιόριστη διάρκεια η οποία θα έχει βαθύ αποτύπωμα στις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Την ίδια ώρα η Ελλάδα πληρώνει από τον περασμένο Οκτώβριο πολύ ακριβά την ενεργειακή κρίση που ξέσπασε από το ράλι των διεθνών τιμών των καυσίμων το τέταρτο τρίμηνο του 2021. Με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το έλλειμμα στο ισοζύγιο καυσίμων (δηλαδή τις εισαγωγές καυσίμων έναντι των εξαγωγών) για το σύνολο του 2021 εκτοξεύτηκε στα 5,9 δισ. ευρώ από 3,2 δισ. ευρώ το 2020, κυρίως λόγω των υψηλών τιμών στο τέλος του περασμένου χρόνου.
Ενισχύσεις
Εκτός από την απώλεια στο ΑΕΠ, οι υψηλές τιμές των ενεργειακών προϊόντων δημιούργησαν από τον περασμένο Δεκέμβριο την ανάγκη επιδοτήσεων για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, φτάνοντας έως τώρα το σύνολο της επιδότησης κοντά στα 2 δισ. ευρώ. Μέχρι στιγμής η ζημιά από τις τιμές ενέργειας αφορούσε αποκλειστικά στο αυξημένο κόστος εισαγωγών. Το καθεστώς των επιδοτήσεων καλυπτόταν από το λογαριασμό όπου συγκεντρώνονταν τα έσοδα από τις δημοπρασίες για τα δικαιώματα ρύπων, ο οποίος βρίσκεται εκτός Προϋπολογισμού. Για την ακρίβεια η επιδότηση προέκυπτε από το πλεόνασμα των εσόδων από δικαιώματα ρύπων σε σχέση με τις αυξήσεις στο κόστος καυσίμων.
Ανατροπή
Ωστόσο, από τον Απρίλιο, οπότε και η χρήση των ορυκτών καυσίμων ειδικά στην Ελλάδα μειώνεται λόγω αλλαγής των κλιματολογικών συνθηκών, η κατάσταση αλλάζει. Αν δηλαδή οι τιμές των καυσίμων διατηρηθούν στο ίδιο ή σε μεγαλύτερο ύψος, τα έσοδα από τα δικαιώματα ρύπων δεν θα επαρκούν για να χρηματοδοτήσουν τις επιδοτήσεις, οι οποίες είναι δεδομένο ότι θα συνεχιστούν. Από αυτό το χρονικό σημείο και πέρα το έλλειμμα θα καλύπτεται από τα έσοδα του Προϋπολογισμού μεγεθύνοντας την απώλεια. Τούτο δε σε μια χρονιά κατά την οποία η Ελλάδα θα πιεστεί για να πετύχει μείωση του ελλείμματός της κατά 10 δισ. ευρώ.
Πριν την αρχή του χρόνου η τεράστια αυτή προσαρμογή θα ερχόταν αυτόματα, από την απόσυρση των μέτρων στήριξης για την πανδημία. Αν όμως τα μέτρα για την πανδημία αντικατασταθούν από τις επιδοτήσεις, τότε είναι πολύ πιθανό να έχουμε αστοχία στους δημοσιονομικούς στόχους .Κάτι τέτοιο θα φέρει την Ελλάδα σε πολύ δύσκολη θέση, ειδικά για το 2023, με την επαναφορά των δημοσιονομικών κανόνων.
Τελευταία ελπίδα μετά την αυτόματη επίλυση στο θέμα της Ουκρανίας είναι η κοινή δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο που θα αναζητηθεί στη σημερινή, έκτακτη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. Η προσπάθεια είχε ξεκινήσει από πέρσι τον Οκτώβριο με την Ελλάδα να συμμετέχει σε όλες σχεδόν τις εναλλακτικές προτάσεις για την κοινή προμήθεια καυσίμων. Τότε η προσπάθεια απέτυχε λόγω διαφορετικού ενεργειακού μίγματος για κάθε χώρα. Τώρα το ζήτημα επανέρχεται οξύτερο και ζητά άμεση λύση.