Πέντε σημεία – κλειδιά ώστε να μη χάνουν τις δίκες όσοι προσφεύγουν κατά του ΕΝΦΙΑ δίνει το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο ανέβαλε για περίπου 45 ημέρες τις εκδικάσεις εκατοντάδων προσφυγών (κατά κανόνα ομαδικών) ιδιοκτητών ακινήτων κατά της επιβολής του ΕΝΦΙΑ και των νέων αντικειμενικών αξιών, προκειμένου να προσκομίσουν τα αναγκαία εκείνα έγγραφα και στοιχεία έτσι ώστε να αποδείξουν το έννομο συμφέρον τους για να μπορεί να προχωρήσει η εκδίκαση των προσφυγών. Παράλληλα, όμως, συνεχίζεται ακατάπαυστα η κατάθεση ομαδικών προσφυγών πολιτών κατά του ΕΝΦΙΑ.
Πριν δύο χρόνια η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε (αποφάσεις 4003/2014 και 4446/2015) αντισυνταγματικό και παράνομο τον τρόπο υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ των τελευταίων ετών με βάση τις αντικειμενικές αξίες του 2007. Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών αναπροσάρμοσε οριζόντια τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων όλης της χώρας που βρίσκονται σε περιοχές εντός σχεδίου πόλης.
Τώρα, η αυξημένη 7μελής σύνθεσης του Β΄ Τμήματος του ΣτΕ με μια σειρά αποφάσεων της (ενδεικτικά 2066-2069/2016, κ.λπ.) απείχε από τη διατύπωση οριστικής κρίσης (έκδοση οριστικών αποφάσεων) και ανέλαβε για τον ερχόμενο Δεκέμβριο την εκδίκαση ομαδικών και ατομικών προσφυγών κατά του ΕΝΦΙΑ και των νέων αντικειμενικών αξιών.
Η εκδίκαση των υποθέσεων
Αναβλήθηκε η εκδίκαση των υποθέσεων αυτών προκειμένου να παρασχεθεί στους φορολογούμενους η δυνατότητα να προσκομίσουν τα αναγκαία εκείνα πιστοποιητικά και δημόσια έγγραφα που θεμελιώνουν το δικαίωμα τους να προσφύγουν νόμιμα στο ΣτΕ. Δηλαδή, να μπορέσουν «να τεκμηριώσουν νόμιμα και επαρκώς το έννομο συμφέρον τους».
Οι αναβλητικές αυτές αποφάσεις παρέχουν τη δυνατότητα στους φορολογουμένους να προβούν στη «θεραπεία», όπως τη χαρακτηρίζουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, των ελλείψεων που υπάρχουν στις προσφυγές τους έτσι ώστε να τεκμηριώσουν το έννομο συμφέρον τους.
Η δεύτερη αυτή ευκαιρία προς τους ιδιοκτήτες ακινήτων, όπως τονίζουν οι δικαστές, παρέχεται στο πλαίσιο του άρθρου 20 του Συντάγματος που θεμελιώνει το δικαίωμα των πολιτών για δικαστική προστασία.
Σύμφωνα με τους συμβούλους Επικρατείας, τα «πρόσφορα και επίκαιρα στοιχεία» που μπορεί να θεμελιώσουν δικαίωμα δικαστικής διεκδίκησης είναι:
1) το πιστοποιητικό υποθηκοφυλακείου που να καταγράφει τη μεταγραφή του ακινήτου και τον ονοματεπώνυμο του ιδιοκτήτη του το οποίο επιβαρύνθηκε με ΕΝΦΙΑ,
2) το κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου,
3) το αντίγραφο της δήλωσης Ε9 στην οποία καταγράφονται τα περιουσιακά στοιχεία του φορολογουμένου,
4) το ειδοποιητήριο που κοινοποιήθηκε στον ιδιοκτήτη του ακινήτου για την επιβολή του ΕΝΦΙΑ του έτους εκείνου για το οποίο προσφεύγει στο δικαστήριο και όχι το ειδοποιητήριο επιβολής ΕΝΦΙΑ παρελθόντων ετών.
5) ο ακριβής προσδιορισμός της ζώνης στην οποία βρίσκεται το επιβαρυνόμενο με ΕΝΦΙΑ ακίνητο.
Ως προς το τελευταίο, οι σύμβουλοι Επικρατείας, υπογραμμίζουν ότι δεν πρέπει οι ιδιοκτήτες να στρέφονται γενικά κατά των αντικειμενικών αξιών του Δήμου στον οποίο υπάγεται το ακίνητό τους, αλλά πρέπει να κάνουν ακριβή αναφορά στην συγκεκριμένη ζώνη που βρίσκεται.
Στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο έχουν προσφύγει μέχρι στιγμής πλέον των 1.000 πολιτών, δεκάδες εταιρείες, ακόμη και η εκκλησία, υποστηρίζοντας την αντισυνταγματικότητα και τη μη νομιμότητα του ΕΝΦΙΑ και των αντικειμενικών αξιών, αλλά και την σύγκρουσή τους με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία η οποία έχει επικυρωθεί από τη χώρα μας.