Ο πίνακας του Ελ Γκρέκο «Το πορτρέτο ενός κυρίου», που ανήκε κάποτε σε βιεννέζο βιομήχανο και τον οποίο το 1938 άρπαξε η Γκεστάπο στη Βιέννη, επέστρεψε στην οικογένεια του ιδιοκτήτη, μετά μία ταχεία διαδικασία και χάρη στη συνεργασία ενός εμπόρου.
Το καλλιτέχνημα ήταν γνωστό ότι είχε πουληθεί σε έναν έμπορο στη Νέα Υόρκη κατά τη δεκαετία του 1950, αλλά οι προσπάθειες για την προσέγγισή του δεν είχαν στεφθεί με επιτυχία. Ετσι το έργο άλλαξε χέρια αρκετές φορές για τα επόμενα 60 χρόνια, προτού βγει σε δημοπρασία στη Ν. Υόρκη, κάτι που διευκόλυνε την επιστροφή του.
Η Αν Γουέμπερ, της Επιτροπής Κλεμμένων Έργων Τέχνης στην Ευρώπη, η οποία εκπροσωπούσε τους κληρονόμους του πρώην ιδιοκτήτη Γιούλιους Πρίστερ, δήλωσε ότι η υπόθεση αυτή είναι ένα παράδειγμα της έκτασης που οι έμποροι εμπλέκονται στη διάθεση των έργων που έχουν λεηλατήσει οι Ναζί και πόσο γρήγορα αυτά μπορούν να επιστρέψουν, αν αυτοί έχουν την πρόθεση να συνεργαστούν.
«Είναι συγκλονιστικό να ανακαλύπτουμε καθημερινά το μέγεθος της κλοπής έργων κατά την περίοδο του Ναζισμού. Σ’ αυτήν την περίπτωση, όλοι ήξεραν πού είχε πάει. Όλοι γνώριζαν ότι βρισκόταν στη Νέα Υόρκη αλλά το έκρυβαν», δήλωσε η κ.Γουέμπερ τη Δευτέρα από το Λονδίνο.
«Ευτυχώς τουλάχιστον έπειτα από χρόνια επέστρεψε στους πραγματικούς του ιδιοκτήτες», πρόσθεσε.
Ο Πρίστερ, που έφυγε από τη Βιέννη το 1938, κατέληξε στην Πόλη του Μεξικού, όπου αμέσως μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου άρχισε να ψάχνει για την συλλογή των έργων του, τα οποία είχε εμπιστευθεί σε ένα φίλο του. Πριν από το θάνατό του το 1954 συνεργάστηκε με τις αυστριακές αρχές για να βρει τα έργα, βασιζόμενος σε έγγραφα και φωτογραφίες από αυτά.
Η μία εικόνα δείχνει το φιλοτεχνημένο από τον Ελ Γκρέκο, πορτρέτο ενός γενειοφόρου άνδρα που στηρίζεται σε βιβλίο με το δεξί του χέρι και το άλλο το κρατά μπροστά από το στήθος του, έχοντας παράλληλα ένα βαθύ, αντανακλαστικό βλέμμα.
Το έργο του Ελ Γκρέκο, επεστράφη στην οικογένεια του Πρίστερ με την ίδια ακριβώς κορνίζα που είχε και τότε. Ο έμπορος που το επέστρεψε, δεν έφερε καμία αντίρρηση και δεν ζήτησε κανένα χρηματικό ποσό. Μάλιστα ζήτησε να διατηρηθεί η ανωνυμία του, καθ’ ότι θεώρησε ότι έπραξε το δέον…