Επιστήμονες στη Δανία ανέπτυξαν μια νέα μέθοδο για τη θεραπεία δερματικών λοιμώξεων από «χρυσίζοντα σταφυλόκοκκο» χωρίς τη χρήση αντιβιοτικών. Στην εργαστηριακή τους μελέτη, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης χρησιμοποίησαν μια τεχνητή εκδοχή ενός ενζύμου που παράγεται φυσικά από βακτηριοφάγους (ιούς που μολύνουν βακτήρια) και το χρησιμοποίησε για να εξαλείψει τον Staphylococcus aureus, σε δείγματα βιοψίας από άτομα με δερματικό λέμφωμα.
«Για τους ανθρώπους που πάσχουν σοβαρά από λέμφωμα του δέρματος, οι σταφυλόκοκκοι μπορεί να είναι ένα τεράστιο, μερικές φορές δυσεπίλυτο πρόβλημα, καθώς πολλοί έχουν μολυνθεί από έναν τύπο Staphylococcus aureus που είναι ανθεκτικός στα αντιβιοτικά», δήλωσε ο Νιλς Όντουμ, ανοσολόγος στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης.
«Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο προσέχουμε να μη δίνουμε αντιβιοτικά σε όλους, επειδή δεν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε περισσότερα ανθεκτικά βακτήρια. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να βρούμε νέους τρόπους για τη θεραπεία – και την πρόληψη – αυτών των λοιμώξεων», εξήγησε.
Ο S. aureus μπορεί να είναι είναι γενικά αβλαβής, είναι όμως και ένα ευκαιριακό παθογόνο που σημαίνει ότι όταν η ανοσία ενός ατόμου είναι μειωμένη, μπορεί να προκαλέσει κάθε είδους λοιμώξεις, από μικρολοιμώξεις του δέρματος, όπως σπυράκια και αποστήματα, μέχρι απειλητικές για τη ζωή ασθένειες, όπως πνευμονία και σηψαιμία.
Τα ανθεκτικά στα φάρμακα στελέχη του βακτηρίου Staphylococcus aureus αποτελούν σοβαρό και αυξανόμενο πρόβλημα στο νοσοκομειακό περιβάλλον. Ο S. aureus μπορεί να βρεθεί στην κυκλοφορία του αίματος κατά τη διάρκεια χειρουργικής επέμβασης ή μέσω ιατρικών συσκευών όπως οι καθετήρες, ξεγλιστρώντας από την πρώτη γραμμή άμυνας του οργανισμού: το δέρμα και τους βλεννογόνους φραγμούς (μύξα). Τα άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα που επισκέπτονται νοσοκομεία για τακτικές θεραπείες, όπως η χημειοθεραπεία, κινδυνεύουν επίσης να κολλήσουν «σούπερ βακτήρια» που έχουν γίνει ανθεκτικά στα βασικά αντιβιοτικά.
Ειδικότερα, τα άτομα με λέμφωμα του δέρματος είναι ιδιαίτερα ευάλωτα σε βακτηριακές λοιμώξεις. Το λεγόμενο δερματικό λέμφωμα Τ-λεμφοκυττάρων (CTCL), είναι μια σπάνια μορφή λεμφώματος και ξεκινά με τα καρκινικά Τ-κύτταρα που μεταναστεύουν στο δέρμα και προκαλούν την εμφάνιση διαφόρων βλαβών. Καθώς η νόσος εξελίσσεται, αυτές οι βλάβες αλλάζουν σχήμα, ξεκινώντας συνήθως ως ένα εξάνθημα και τελικά σχηματίζει πλάκες και όγκους πριν εξαπλωθεί σε άλλα μέρη του σώματος.
Ο Όντουμ και οι συνάδελφοί του πειραματίστηκαν με τη νέα κατηγορία αντιβακτηριακών παραγόντων που ονομάζονται ενδολυσίνες. Πρόκειται για ένζυμα που παράγονται φυσικά από βακτηριοφάγους. Μετά τη μόλυνση, τεμαχίζουν μόρια που ονομάζονται πεπτιδογλυκάνες και σχηματίζουν πλέγματα στο κυτταρικό τοίχωμα των βακτηρίων, καταστρέφοντάς τα από το εσωτερικό τους.
Κάθε βακτηριακό είδος έχει μοναδικές πεπτιδογλυκάνες, τις οποίες θα μπορούσε να στοχεύσει επιλεκτικά η κατάλληλη ενδολυσίνη. Οι ερευνητές δοκίμασαν μια ενδολυσίνη που ονομάζεται XZ.700, σε δείγματα δέρματος που συλλέχθηκαν από άτομα με υγιές δέρμα και άτομα με CTCL.
«Το σπουδαίο με αυτό το ένζυμο είναι ότι έχει σχεδιαστεί για να διαπερνά το τοίχωμα του Staphylococcus aureus», εξήγησε ο Εμίλ Πάλεσεν, επικεφαλής συγγραφέας και ερευνητής ανοσολογίας του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης.
«Αυτό του επιτρέπει να στοχεύει και να σκοτώνει τον επιβλαβή σταφυλόκοκκο και να αφήνει τα αβλαβή βακτήρια του δέρματος», πρόσθεσε.
Σε εργαστηριακά πειράματα, η ενδολυσίνη XZ.700 σκότωσε στελέχη του S. aureus που είχαν απομονωθεί από ασθενείς με CTCL και μπλόκαρε τις καρκινικές επιδράσεις του σε κακοήθη Τ-κύτταρα που αναπτύχθηκαν στο εργαστήριο.
«Οι εργαστηριακές μας δοκιμές έδειξαν ότι οι ενδολυσίνες δεν εξαλείφουν απλώς τον Staphylococcus aureus από δείγματα δέρματος», τόνισε ο Όντουμ, αλλά ότι «αναστέλλουν επίσης την ικανότητά τους να προωθούν την ανάπτυξη του καρκίνου».
Αν και αυτά τα εργαστηριακά πειράματα με δείγματα βιοψίας δέρματος σε πλαστικά πιάτα απέχουν πολύ από τη θεραπεία δερματικών λοιμώξεων και καρκίνου σε πραγματικές συνθήκες, τα αποτελέσματα είναι ελπιδοφόρα.
Οι ερευνητές ελπίζουν ότι η ενδολυσίνη XZ.700 θα μπορούσε να εξοντώσει ανθεκτικά στα φάρμακα στελέχη όπως το MRSA και ακόμη και τα βιοφίλμ, στενά συνδεδεμένες συγκεντρώσεις μικροβίων που είναι γνωστό ότι είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν.
Το 2019, η ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά καταγράφηκε ως η τρίτη κύρια αιτία θανάτου παγκοσμίως. Η επείγουσα ανάγκη εξεύρεσης νέων θεραπειών για την καταπολέμηση των ανθεκτικών στα φάρμακα βακτηρίων δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά μόνο τους ασθενείς με λέμφωμα του δέρματος, αλλά ένα πιεστικό παγκόσμιο πρόβλημα.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Journal of Investigative Dermatology».
ΠΗΓΗ: Science Alert