Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Σε κάθε κλιμάκωση της έντασης με την Τουρκία υπάρχει μια ενδιαφέρουσα κατηγορία ανθρώπων: εξαιρετικά λεβέντες και θαρραλέοι, σαν έτοιμοι από καιρό, σαν θαρραλέοι, να πέσουν πάνω στους Τούρκους και να τους κατασπαράξουν. Να απαντήσουν με τον δέοντα τρόπο στην τουρκική προκλητικότητα, να μην αφήσουν τον Τούρκο να αλωνίζει. Αυτοί είναι που θα σώσουν τη χαμένη τιμή του ελληνισμού, η οποία ήταν που ήταν, με τα Μνημόνια έχει πάει στα τάρταρα.
Φωνές, αλαλαγμοί, υπερβολές και τζάμπα μαγκιά. Εξαιρώ από αυτή την κατηγορία ανθρώπους που έχουν μια σοβαρή και τεκμηριωμένη προσέγγιση, για ποιο λόγο μια σύγκρουση, μια εμπόλεμη κατάσταση, θα ήταν επ’ ωφελεία της χώρας μας. Διαφωνώ οριζόντια, κάθετα και διαγώνια, αλλά προτίθεμαι να κάτσω και να συζητήσω μαζί τους.
Οι άλλοι, όμως, χωρίς να είναι πλειοψηφία, είναι εξαιρετικά θορυβώδεις. Η εξωτερική πολιτική και η διπλωματία δεν χρειάζονται, όμως, θόρυβο. Ούτε μικροκομματικά αστειάκια, ούτε εύκολη κριτική. Για παράδειγμα, μπορεί κανείς να πιστεύει ότι οι ικανότητες της κυβέρνησης στην εξωτερική πολιτική είναι κάτω του μετρίου. Κατανοητό, αλλά τι νόημα έχει να λέγεται και να διατρανώνεται αυτό την ώρα που η πατάτα καίει; Αντιπολίτευση την ώρα της έντασης και της κλιμάκωσης καλό είναι να μην γίνεται. Υπάρχει ο κατάλληλος χρόνος, το timing, για τα πάντα και είμαι σίγουρος πως κανείς δεν θα την χαρίσει στην κυβέρνηση. Όπως και έγινε-και καλώς έγινε-τον Δεκέμβριο, μετά από εκείνη την επίσκεψη του Ερντογάν στην Αθήνα, η οποία πήγε όσο λάθος θα μπορούσε να έχει πάει μια επίσκεψη αρχηγού ξένου κράτους και μάλιστα γείτονος χώρας, σε μια περίοδο ταραγμένων σχέσεων. Κι όμως, τότε, η κυβέρνηση την αποτιμούσε θετικά, έβλεπε βήματα προς τα εμπρός για την εμβάθυνση της ελληνοτουρκικής συνεργασίας, τα οποία, δύο μήνες μετά, αγνοούνται, γιατί έγιναν μόνο για χάρη της διπλωματικής αβρότητας.
Την ώρα, όμως, που οι Τούρκοι επιθυμούν να γκριζάρουν όλο το Αιγαίο, εμείς δεν έχουμε κανέναν λόγο να κάνουμε τζάμπα μαγκιές. Αυτό περιμένουν και αυτό θέλουν. Ο γείτονάς μας είναι νευρικός και απρόβλεπτος και, συν τοις άλλοις, είναι και φασαριόζος. Από αυτά τρέφεται και περιμένει από την απέναντι πλευρά να «τσιμπήσει» στην προκλητικότητα, ώστε να δημιουργηθούν τετελεσμένα.
Ένα θετικό που υπήρξε από τη μη σύγκρουση στα Ίμια το 1996, την οποία πολλοί ήρωες με παντούφλες ζητούσαν τότε μετ’ επιτάσεως, είναι ότι ποτέ Ελλάδα και Τουρκία δεν κάθισαν σε ένα τραπέζι για να συμφωνήσουν σε μια νέα μοιρασιά στο Αιγαίο. Φυσικά, η τουρκική προκλητικότητα, με τον κίνδυνο ενός ατυχήματος ή μιας απρόβλεπτης επιθετικής ενέργειας, όπως έγινε από την τουρκική ακταιωρό εναντίον του πλοίου μας προ ολίγων ημερών, είναι μέσα στο παιχνίδι. Αλλά, ποτέ δεν κάτσαμε στο τραπέζι για να μοιράσουμε νησιά, να επαναχαράξουμε σύνορα και να δημιουργήσουμε ένα νέο status quo στην περιοχή.
Την ώρα που η ένταση σοβεί, δεν έχει κανένα νόημα αυτός που έχει το διεθνές δίκαιο με το μέρος του να ρίχνει λάδι στη φωτιά. Διότι, αυτό που δεν καταλαβαίνουν οι θερμοκέφαλοι, είναι ότι τότε θα δοθεί το έναυσμα σε αυτούς τους διεθνείς παράγοντες που καραδοκούν για να «ξεμπερδεύουν» με την ένταση στο Αιγαίο, να μας καθίσουν με το ζόρι στο τραπέζι με τους Τούρκους «για να λύσουμε τα προβλήματά μας».
Μια τέτοια διαδικασία θα συνιστά a priori εθνική ήττα και θα είναι ανέκκλητη. Ψυχραιμία και σωστή αποκωδικοποίηση των κινήσεων των «απέναντι» χρειάζονται, όχι άναρθρες κραυγές.