Το σενάριο να παραμείνουν υψηλά τα επιτόκια για μεγάλο χρονικό διάστημα «βλέπουν» οι αγορές καθώς εκτιμούν ότι ο χαμηλός πληθωρισμός των προηγούμενων χρόνων θα παραμείνει στο συρτάρι της ιστορίας για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Οι οικονομολόγοι υπολογίζουν ότι το ουδέτερο επιτόκιο ‘R-star’ αυξάνεται αντί να μειώνεται. Το ουδέτερο επιτόκιο είναι μια σχετική έννοια καθώς δεν υπάρχει ένας ενιαίος τρόπος υπολογισμού του. Θεωρητικά πρόκειται για το επιτόκιο εκείνο το οποίο, ενώ συμβάλλει στην σταθεροποίηση του πληθωρισμού, δεν επηρεάζει θετικά ή αρνητικά την πορεία ανάπτυξης της οικονομίας.
Το ουδέτερο επιτόκιο
Οι traders αναμένουν ότι τα επιτόκια θα βρίσκονται πάνω από το 3,85% μέχρι το τέλος του 2026, ενώ οι αξιωματούχοι της Fed προβλέπουν 3,1%. Υπάρχει μια διαφορά μεγαλύτερη από μία ποσοστιαία μονάδα μεταξύ του επιπέδου που η αγορά και η Fed βλέπουν το ουδέτερο επιτόκιο.
Σύμφωνα με τους Financial Times η αγορά «βλέπει» το επιτόκιο αναφοράς να βρίσκεται στο 3,6% το 2027 κι αυτό μεταφράζεται ότι το τελικό επιτόκιο (ουδέτερο επιτόκιο) απέχει πόρω από τη μέση εκτίμηση της κεντρικής τράπεζας για 2,6% στην «μακροπρόθεσμη» πρόβλεψή της.
Πηγαίνοντας ακόμα πιο μακροπρόθεσμα οι traders εκτιμούν ότι τα αμερικανικά επιτόκια θα βρίσκονται στο 4% στο τέλος της δεκαετίας, πολύ υψηλότερα από τις προβλέψεις των υπευθύνων χάραξης πολιτικής της Fed για 2,6%. Τα επιτόκια της ζώνης του ευρώ αναμένονται γύρω στο 2,5%, πάνω από αυτό που επικρατούσε στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του ευρώ.
Ωστόσο, η σωστή απόφαση για το πού θα διαμορφωθούν τα επιτόκια αποτελεί τεράστια πρόκληση για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τους επενδυτές – πολλοί οικονομολόγοι εκτιμούν ότι το R-star είναι χαμηλότερο από ό,τι πριν από τη μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση, αλλά διαφωνούν σχετικά με τον τρόπο υπολογισμού του, το τρέχον επίπεδό του και το κατά πόσον αυξάνεται.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της BNY Mellon Investment Management, Shamik Dhar, ο οποίος εκτιμά ότι το R-star έχει ανέβει είναι “νευρικός που δεν έχει αποτιμηθεί πλήρως στις αγορές μετοχών και ακινήτων”.
Το Reuters εντοπίζει τους πέντε παράγοντες που θα καθορίσουν τα επιτόκια μακροπρόθεσμα.
Πληρώνοντας τον δημοσιονομικό λογαριασμό
Οι τεράστιες επενδυτικές ανάγκες, είτε κλιματικές είτε στρατιωτικές, και τα υψηλά επιτόκια θα διατηρήσουν τον κρατικό δανεισμό σε υψηλά επίπεδα.
Οι οικονομολόγοι συζητούν τις επιπτώσεις της αύξησης του χρέους, αλλά ορισμένοι αναμένουν ότι οι ανάγκες για δαπάνες θα οδηγήσουν τα επιτόκια σε άνοδο.
Τα δημοσιονομικά ελλείμματα των προηγμένων οικονομιών διαμορφώθηκαν στο 5,6% του ΑΕΠ το 2023 σχεδόν διπλάσια από το 3% που ήταν 2019 και θα παραμείνουν αυξημένα στο 3,6% το 2029, εκτιμά το ΔΝΤ.
Ο επικεφαλής των επιτοκίων της Aviva Investors, Ed Hutchings, εκτιμά ότι τα υψηλότερα ελλείμματα θα αυξήσουν τη ζήτηση premium από τους επενδυτές για να κατέχουν κρατικά ομόλογα. Ωστόσο, τα κέρδη παραγωγικότητας έχουν επιβραδυνθεί και η δυνητική ανάπτυξη φαίνεται υποτονική και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, παράγοντες που οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι περιορίζουν τις επενδύσεις. «Αυτό θα συνηγορούσε για μικρότερη αύξηση των ουδέτερων επιτοκίων» επισημαίνει η διευθύντρια χαρτοφυλακίου της First Eagle Investment Management, Idanna Appio, πρώην οικονομολόγος της Fed.
Η γήρανση του πληθυσμού
Το δημογραφικό είναι μια από τις μεγαλύτερες αβεβαιότητες που επηρεάζουν τα πιο μακροπρόθεσμα επιτόκια, δήλωσε ο Dhar του BNY Mellon, πρώην οικονομολόγος της Τράπεζας της Αγγλίας.
Υπάρχει συναίνεση ότι η υπερπληθώρα αποταμιεύσεων, η οποία υποβοηθήθηκε από την αποταμίευση πριν από τη συνταξιοδότηση στις πλούσιες χώρες, έχει συμπιέσει τα επιτόκια.
Το 16% του παγκόσμιου πληθυσμού θα είναι άνω των 65 ετών το 2050 από 10% το 2022, σύμφωνα με τις προβλέψεις των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό θα γίνει πιθανότατα πιο έντονα αισθητό στην Ευρώπη.
Αλλά η αναλογία των εξαρτώμενων ατόμων, συμπεριλαμβανομένων των συνταξιούχων, προς τους εργαζόμενους αυξάνεται. Αυτό θα προκαλέσει αύξηση των επιτοκίων, καθώς οι δαπάνες που σχετίζονται με την ηλικία μειώνουν την αποταμίευση, υποστηρίζουν οι οικονομολόγοι Charles Goodhart και Manoj Pradhan.
Η κάλυψη των συνταξιοδοτικών ελλείψεων μέσω δανεισμού θα ασκήσει επίσης ανοδικές πιέσεις στα επιτόκια, δήλωσε η Nomura.
Η κλιματική αλλαγή
Η εκτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής είναι μια άλλη μεγάλη πρόκληση.
Η πράσινη μετάβαση απαιτεί τεράστιες επενδύσεις που θα μπορούσαν να αυξήσουν τα επιτόκια, υποστηρίζει η Isabel Schnabel της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, συγκρίνοντας το κόστος με το αντίστοιχο της ανοικοδόμηση της Ευρώπης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι φυσικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής κινδυνεύουν επίσης από περιόδους υψηλότερου πληθωρισμού και αστάθεια τιμών.
Ωστόσο, ενδέχεται να μειώσουν έως και 17% την παγκόσμια παραγωγή έως το 2050. Η ζημιά απειλεί την παραγωγικότητα και θα μπορούσε να ωθήσει το R-star χαμηλότερα, υποστηρίζει μελέτη της ΕΚΤ.
Η ακριβότερη καθαρή ενέργεια μπορεί τελικά να μειώσει τη ζήτηση επενδύσεων και συνεπώς τα επιτόκια, λέει το ΔΝΤ.
Ο Soeren Radde, επικεφαλής ευρωπαϊκής οικονομικής έρευνας στο hedge fund Point72, χαρακτήρισε τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής στα επιτόκια «μεγάλη ανοιχτή συζήτηση».
«Έχουμε αρνητικούς κραδασμούς που ουσιαστικά καταστρέφουν τη ζήτηση. Δεν είναι σαφές ότι αυτό θα αυξήσει το R-star», είπε.
Η μανία για την τεχνητή νοημοσύνη
Το πόσο μπορεί η τεχνολογική επανάσταση να αυξήσει την παραγωγικότητα και τα επιτόκια είναι έντονες συζητήσεις.
Η αύξηση της παραγωγικότητας με γνώμονα την τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να αυξήσει την οικονομική ανάπτυξη των ΗΠΑ κατά 0,4% και κατά 0,3% σε άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες έως το 2034, εκτιμά η Goldman Sachs. Η επενδυτική τράπεζα βλέπει ανοδική πίεση στα επιτόκια.
Εάν ο αντίκτυπος της τεχνητής νοημοσύνης είναι ισοδύναμος με τον ηλεκτρισμό, η ανάπτυξη θα αντισταθμίσει τις δημογραφικές πιέσεις, εκτιμά η Vanguard. Αλλά μπορεί να απογοητεύσει αν είναι παρόμοιο με τους υπολογιστές και το διαδίκτυο.
Νέα πραγματικότητα
Η πανδημία, οι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Γάζα και οι εμπορικές εντάσεις ΗΠΑ-Κίνας αναδεικνύουν υψηλότερους κινδύνους στην προσφορά.
«Εάν οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να δράσουν εναντίον τους… αυτό μπορεί επίσης να αυξήσει κατά μέσο όρο το επίπεδο των επιτοκίων» υπσοτηρίζει ο Radde του Point72.
Επίσης, παράγοντας υψηλότερου κινδύνου για την αύξηση των επιτοκίων είναι το “friendshoring”, σύμφωνα με το οποίο οι δυτικές χώρες και εταιρείες επιδιώκουν να εμπορεύονται περισσότερο με συμμάχους παρά με την Κίνα.
«Οτιδήποτε από αυτά θα είναι, λόγω της φύσης του γεγονότος ότι δεν είναι το φθηνότερο μέρος για παραγωγή, πιο πληθωριστικό» περιγράφει ο William Davies, παγκόσμιος επικεφαλής επενδύσεων της Columbia Threadneedle.
Το Μεξικό, για παράδειγμα, είναι πλέον η μεγαλύτερη πηγή εισαγωγών των ΗΠΑ.
Πηγή ot.gr