Μιας και τούτη την εποχή ανθούν οι πάσης φύσεως μυστικές ή μη δημοσκοπήσεις για τη διερεύνηση της κοινής γνώμης (λατρευτό μας σπορ…) λέμε να συνεισφέρουμε και εμείς το κάτι τις μας.
Το σκεπτικό είναι απλό. Αν πράγματι δίνουν κάποιοι τόση μεγάλη σημασία στις δημοσκοπήσεις και μπορεί με βάση αυτές να χαράζουν πολιτικές και να λαμβάνουν αποφάσεις, ή τέλος πάντων να είναι αυτές ένα χρήσιμο εργαλείο για τη διαμόρφωση πολιτικών, τότε μπορούμε αναμφίβολα να φανούμε χρήσιμοι.
Έχουμε και λέμε λοιπόν, ή για την ακρίβεια τα λένε δυο καθηγητές πανεπιστημίου (οι κ.κ. Γ. Μπάλτας και Πρ. Θεοδωρίδης) , οι οποίοι δαπανούν πολύ κόπο, χρόνο και φαιά ουσία προκειμένου να παρακολουθήσουν και να καταγράψουν τη συμπεριφορά του καταναλωτή.
Σύμφωνα με έρευνά τους :
Το 73% των καταναλωτών θα κάνει λιγότερες αγορές αυτή τη χρονιά.
Το 84% δηλώνει πως θα συγκρίνει περισσότερο και θα προσέχει τις τιμές προτού αποφασίσει τις αγορές του.
Το 84% θα αναζητεί πιο συχνά τις προσφορές.
Το 45% θα μειώσει τις δαπάνες του για τρόφιμα!
Στην περίπτωση αυτή, τα ευρήματα δεν επιδέχονται πολλών και διαφόρων ερμηνειών. Είναι αυτό που λέμε ξεκάθαρο το μήνυμα : οι καταναλωτές δεν αντέχουν άλλο.
Όταν ένας στους δύο σχεδόν, σχεδιάζει να περικόψει τα χρήματα που ξοδεύει για τρόφιμα, τι άλλο χρειάζονται εκεί πάνω στο Ανάπτυξης για να αντιληφθούν ότι θα πρέπει άμεσα να προχωρήσουν στην ανάληψη δράσεων για προσαρμογή των τιμών στα σύγχρονα δεδομένα;
Τα περί ανοίγματος των κλειστών επαγγελμάτων και τα συναφή έχουν πια καταντήσει μονότονα και βαρετά. Σαφώς και καλώς γίνονται και όλο και κάτι μεσομακροπρόθεσμα μπορεί να αποκομίσει ο πολίτης, αλλά με τα προϊόντα τι γίνεται ; Αυτό είναι το ερώτημα.
Τρόπους παρέμβασης έχουν και τους ξέρουν πολύ καλά. Δεν έχουν παρά να επιδείξουν την ίδια «αποφασιστικότητα» με αυτή των πρόσφατων ημερών και να ανοίξουν το φάκελο των ενδοομιλικών συναλλαγών για παράδειγμα. Τουτέστιν το νταραβέρι μεταξύ εταιριων του ίδιου πολυεθνικού ομίλου για τη διαμόρφωση των τιμών σε επιθυμητά (γι΄αυτούς) επίπεδα.
Θα μπορούσαν να τολμήσουν άραγε;