Σε μια ένδειξη του πόσο τροφοδοτεί ακόμα τη δημόσια συζήτηση το συνολικό κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 και καθώς συμπληρώνονται δέκα χρόνια από τη διοργάνωσή τους στην Αθήνα, η Γιάννα Αγγελοπούλου, πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής, ήρθε σε συμφωνία με το ΙΟΒΕ (Ιδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών) προκειμένου να χρηματοδοτήσει η ίδια μελέτη που θα φέρει στο προσκήνιο όλες τις επιπτώσεις, θετικές ή αρνητικές, στην ελληνική οικονομία, αλλά και τις ευθύνες για την εγκατάλειψη των υποδομών που δημιουργήθηκαν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η έρευνα φέρει τον τίτλο «Μελέτη ΙΟΒΕ για το αποτύπωμα της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην ελληνική οικονομία», όπως ανακοινώθηκε από το Ίδρυμα.
Η Γιάννα Αγγελοπούλου, έχει εκφράσει αρκετές φορές στο πρόσφατο παρελθόν την πρόθεσή της να υπάρξει μια ολοκληρωμένη αποτίμηση από έναν έγκυρο φορέα και φαίνεται πως το εγχείρημα αυτό παίρνει «σάρκα και οστά».
Αναλυτικά η ανακοίνωση του ΙΟΒΕ έχει ως εξής:
«Τα δέκα χρόνια που έχουν παρέλθει από τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα δίνουν την αφορμή για μια αποτίμηση της σημασίας τους. Η επιστροφή των Αγώνων στην Ελλάδα θεωρήθηκε γενικά ως γεγονός υψηλής σημασίας. Επίσης η ίδια η διοργάνωση των Αγώνων αναγνωρίσθηκε διεθνώς ως ιδιαίτερα επιτυχής. Η επίδραση γεγονότων τέτοιου μεγέθους εκφράζεται σε επίπεδο αθλητικό, πολιτιστικό, κοινωνικό, διεθνών σχέσεων και άλλα. Ενώ όμως η προετοιμασία και η διοργάνωση των Αγώνων είχαν και ιδιαίτερη οικονομική σημασία, έως τώρα δεν έχει υπάρξει μια αναλυτική επιστημονική διερεύνηση του συνολικού αποτυπώματός τους στην οικονομία, με αποτέλεσμα να προβάλλονται επιμέρους εκδοχές συχνά στηριζόμενες σε ελλιπή τεκμηρίωση. Με αφορμή, λοιπόν, τα δέκα χρόνια από την οργάνωση των Αγώνων και με τις δυνατότητες αντικειμενικής διερεύνησης που προσφέρει η απόσταση από το γεγονός, το ΙΟΒΕ έχει αναλάβει και εκπονεί μελέτη με θέμα «Το αποτύπωμα της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην ελληνική οικονομία».
Για την εκπόνηση της μελέτης με τον αρτιότερο δυνατό τρόπο ακολουθούνται οι προσφορότερες επιστημονικές μέθοδοι καταγραφής και επεξεργασίας των πραγματικών δεδομένων και γίνεται διασύνδεση με την αντίστοιχη διεθνή βιβλιογραφία. Η μελέτη προγραμματίζεται να δημοσιευθεί πριν το τέλος του έτους, συνεισφέροντας στη σχετική δημόσια συζήτηση, έχει συνολική διάρκεια πέντε μηνών, ενώ το κόστος της καλύπτεται από την κα Γιάννα Αγγελοπούλου.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες επηρέασαν την ελληνική οικονομία με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Ενδεικτικά επηρεάστηκαν, το ύψος και η φύση των επενδύσεων, της συνολικής ζήτησης, του εθνικού προϊόντος και της απασχόλησης, όπως και η δραστηριότητα σε σημαντικούς κλάδους όπως οι κατασκευές. Είναι γεγονός ότι η δημιουργία των απαραίτητων εγκαταστάσεων οδήγησε στην υλοποίηση ή την επιτάχυνση σημαντικών έργων υποδομής. Επιπλέον, η διαδικασία ολοκλήρωσης μεγάλων και δύσκολων έργων υπό πιεστικά χρονικά όρια έφεραν τεχνογνωσία στις επιχειρήσεις, ενώ αναβαθμίστηκε και η εικόνα της χώρας διεθνώς, με θετικές επιδράσεις στη μελλοντική της πορεία.
Ωστόσο, ο θετικός απολογισμός επισκιάζεται από την αντίληψη ότι το κόστος των Αγώνων μπορεί να υπερβαίνει τα οικονομικά οφέλη. Επιπλέον, αρκετές από τις ολυμπιακές εγκαταστάσεις δεν αξιοποιούνται επαρκώς, γεγονός το οποίο αποτελεί ένδειξη ότι ευκαιρίες που αναμφισβήτητα δημιουργήθηκαν με τη διοργάνωση των Αγώνων έμειναν ανεκμετάλλευτες. Τέλος, συνδέθηκε στη δημόσια συζήτηση η δαπάνη για τις υποδομές των Αγώνων με τα δημοσιονομικά προβλήματα των τελευταίων χρόνων.
Συνολικά, στην πλευρά του κόστους των αγώνων, είναι σημαντικό να υπάρξει λεπτομερής ταξινόμηση ανάλογα με την πηγή της δαπάνης, το χρονικό διάστημα στο οποίο έγινε καθώς και τη φύση της. Στην άλλη πλευρά, είναι απαραίτητη η επιμέτρηση και η αξιολόγηση του οφέλους που προκάλεσαν οι διάφορες πτυχές της προετοιμασίας και τέλεσης των Αγώνων.
Με το πέρας μιας δεκαετίας από τη διοργάνωση, υπάρχει η δυνατότητα, αλλά και η ανάγκη, να αποσαφηνισθεί πλέον η εικόνα και να αξιολογηθεί με νηφαλιότητα η συνολική επίδραση των Αγώνων στην ελληνική οικονομία, λαμβάνοντας υπόψη και τις επιδράσεις που δρουν σε βάθος χρόνου.
Με βάση τα παραπάνω, η μελέτη διαπραγματεύεται τα εξής θέματα:
-Οικονομικός αντίκτυπος της διοργάνωσης Ολυμπιακών Αγώνων διεθνώς: Η μελέτη προβαίνει σε επισκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας που εξετάζει τις οικονομικές επιδράσεις από τη διοργάνωση Ολυμπιακών Αγώνων, τις προτεινόμενες μεθοδολογίες ανάλυσης, και αναδεικνύει τις διαφορές και τις ομοιότητες που υπάρχουν μεταξύ της Ελλάδας και άλλων διοργανωτριών χωρών ως προς τον οικονομικό αντίκτυπο των Αγώνων.
-Απολογισμός των Ολυμπιακών Αγώνων 2004: Η μελέτη εξετάζει αναλυτικά τα στοιχεία κόστους, όπως το κόστος κατασκευής και αναβάθμισης των έργων (αθλητικές εγκαταστάσεις, μεταφορικά έργα, λοιπές υποδομές) τις λειτουργικές δαπάνες της διοργάνωσης, καθώς και τα συνολικά έσοδά της (χορηγίες, τηλεοπτικά δικαιώματα κτλ).
– Ποσοτικοποίηση των επιμέρους επιδράσεων: Η διοργάνωση Ολυμπιακών Αγώνων αναβαθμίζει την εικόνα της διοργανώτριας χώρας και με αυτό τον τρόπο ενδέχεται να δρα καταλυτικά και μετά το πέρας της σε μια σειρά από σημαντικά για την οικονομία μεγέθη, όπως στις αφίξεις τουριστών, στη ζήτηση για τα προϊόντα της διεθνώς, στην ελκυστικότητα για επενδύσεις στην χώρα κ.ά. Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις αλλάζει ακόμα και ο τρόπος διαχείρισης των επιχειρήσεων και των δομών του κράτους που συμμετέχουν στην προσπάθεια, για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στα πιεστικά χρονικά όρια για την ολοκλήρωση των απαραίτητων έργων υποδομής. Η τεχνογνωσία που δημιουργείται με αυτό τον τρόπο ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση της παραγωγικότητας και της αποτελεσματικότητας λειτουργίας των επιχειρήσεων και του κράτους, με εν δυνάμει ευρύτερα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη σε βάθος χρόνου. Στη μελέτη επιδιώκεται η κατά το δυνατό ποσοτικοποίηση αυτών των επιδράσεων στην Ελλάδα με τη χρήση κατάλληλων οικονομετρικών μεθόδων.
– Συνολική Επίδραση των Αγώνων στην Ελληνική Οικονομία: Η αυξημένη οικονομική δραστηριότητα που δημιουργείται μέσα από την προετοιμασία μιας διοργάνωσης διαχέεται στην οικονομία, με πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στο ΑΕΠ, στην απασχόληση, και σε άλλα κύρια οικονομικά μεγέθη. Από την άλλη πλευρά, οι κρατικές δαπάνες, στο βαθμό που δεν καλύπτονται από τα έσοδα της διοργάνωσης, τις επιστροφές φόρων και τα έμμεσα έσοδα από την αυξημένη οικονομική δραστηριότητα, προστίθενται στο δημόσιο χρέος και στην εξυπηρέτησή του. Η μελέτη σταθμίζει αυτές τις επιδράσεις με τη χρήση κατάλληλων υποδειγμάτων.
Ως βάση για την ανάλυση, το ΙΟΒΕ επιδιώκει και θα επιδιώξει τη συλλογή κάθε διαθέσιμης πληροφόρησης από δημόσιες και ιδιωτικές πηγές που είτε φωτίζει μια συγκεκριμένη πλευρά του ζητήματος είτε προσφέρει μια διαφορετική συνολική οπτική».
* Το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) είναι ιδιωτικός, μη κερδοσκοπικός, κοινωφελής, ερευνητικός οργανισμός. Ιδρύθηκε το 1975 με δύο σκοπούς: αφενός να προωθεί την επιστημονική έρευνα για τα τρέχοντα και αναδυόμενα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και αφετέρου να παρέχει αντικειμενική πληροφόρηση και να διατυπώνει προτάσεις, οι οποίες είναι χρήσιμες στη διαμόρφωση πολιτικής. Η δραστηριότητα του ΙΟΒΕ μέσα στην ελληνική κοινωνία χαρακτηρίζεται από μια μοναδικότητα, αφού είναι ο μόνος ανεξάρτητος, αδέσμευτος οργανισμός που ασχολείται με τα μείζονα ζητήματα της οικονομίας και έχει βασική επιδίωξη να παρεμβαίνει έγκαιρα, να επισημαίνει, δηλαδή, σήμερα τα κρίσιμα ζητήματα του μέλλοντος και να προτείνει λύσεις.