Ένας άνθρωπος σκοτώνει έναν άλλο άνθρωπο πολύ πιο εύκολα από ό,τι μια τίγρη σκοτώνει μια άλλη τίγρη, όπως αναφέρει σχετική έρευνα που παρουσιάζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Η βίαιη συμπεριφορά των ανθρώπων, η οποία όχι σπάνια φθάνει μέχρι το φόνο, είναι πιθανό να έχει κληρονομηθεί εν μέρει από τους πιθήκους στην πορεία της εξέλιξης, να έχει συνεπώς μια γενετική και ευρύτερα μια εξελικτική διάσταση, σύμφωνα με μια νέα ισπανική επιστημονική έρευνα.
Η έρευνα αναμφίβολα θα πυροδοτήσει συζητήσεις και διαφωνίες, πάνω σε ένα άκρως επίμαχο θέμα από την εποχή του Χομπς και του Ρουσό: κατά πόσο ο άνθρωπος είναι γεννημένος για να σκοτώνει ή η επιρροή της κοινωνίας τον κάνει έτσι. Σημείο διαμάχης σήμερα αποτελεί και το αν η βία μεταξύ των ανθρώπων στην πολιτισμένη εποχή μας είναι μικρότερη ή όχι σε σχέση με το μακρινό παρελθόν.
Η μελέτη συμπέρανε ότι ο άνθρωπος -όπως και ο συγγενής του, ο πίθηκος- είναι εγγενώς πιο φονικός από το μέσο θηλαστικό πάνω στον πλανήτη και από ζώα υποτίθεται άγρια, όπως η τίγρη. Υποστηρίζει όμως επίσης ότι ο άνθρωπος είναι σε θέση να ξεπεράσει αυτή τη «σκοτεινή» πλευρά του.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Χοσέ Γκόμεθ του Πανεπιστημίου της Γρανάδα και του ερευνητικού κέντρου Estacion Experimental de Zonas Aridas της Αλμερία, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», συνέκριναν το επίπεδο φονικής βίας σε 1.024 είδη θηλαστικών, καθώς και σε περίπου 600 ανθρώπινους πληθυσμούς, που χρονολογούνται από πριν 50.000 χρόνια έως σήμερα.
Οι Ισπανοί επιστήμονες εκτιμούν ότι διαχρονικά οι θάνατοι από διαπροσωπική βία που οφείλονται στις εξελικτικές ρίζες μας, είναι περίπου το 2% των συνολικών θανάτων των ανθρώπων. Ένα ποσοστό που οι ερευνητές θεωρούν περίπου ίδιο με αυτό που ίσχυε και στους προϊστορικούς ανθρώπους, καθώς και στα «ξαδέρφια» μας, τους Νεάντερταλ.
Επισημαίνουν ακόμη ότι η φονική βία είναι συχνή στο 40% περίπου των θηλαστικών, μεταξύ των οποίων στους στενότερους γενετικά συγγενείς μας, τους χιμπατζήδες και στους άλλους πιθήκους, με αποκορύφωμα τις σουρικάτες (μίρκατ) που φθάνει το 20%, δηλαδή ένας στους πέντε θανάτους στο είδος τους οφείλεται σε αλληλοσκοτωμό. Όμως σε άλλα θηλαστικά είδη η φονική βία εντός του είδους τους είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη, όπως στις νυχτερίδες, στους λαγούς και στις φάλαινες. Ακόμα και στις τίγρεις το ποσοστό αλληλοσκοτωμού δεν ξεπερνά το 0,9%, δηλαδή ούτε το μισό των ανθρώπων.
Κατά μέσο όρο, εκτιμάται ότι μόνο το 0,3% των συνολικών θανάτων (περίπου ένας στους 3.000 θανάτους) μεταξύ όλων των θηλαστικών οφείλεται σε φόνους μεταξύ μελών του ίδιου είδους, ποσοστό που αυξάνει περίπου στο 2,3% για τους πιθήκους. Με άλλα λόγια, ο οικογενειακός κλάδος του ανθρώπου αλληλοσκοτώνεται με εξαπλάσια περίπου συχνότητα από ό,τι τα άλλα θηλαστικά στη Γη.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι οι βίαιες τάσεις των πιθήκων κληροδοτήθηκαν και σε μας. Όπως ανέφεραν,«ένα ορισμένο επίπεδο φονικής βίας στους ανθρώπους οφείλεται στο ότι κατέχουν μια συγκεκριμένη θέση σε ένα ιδιαίτερα βίαιο κλάδο των θηλαστικών».
Από την άλλη όμως, υπογραμμίζουν ότι -πέρα από την εξελικτική επιρροή που χάνεται στα βάθη του παρελθόντος- τα επίπεδα διαπροσωπικής βίας μεταξύ των ανθρώπων εμφανίζουν διακυμάνσεις και φαίνεται να επηρεάζονται σαφώς από κοινωνικο-πολιτικούς, πολιτισμικούς και άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Την εποχή των νομαδικών φυλών η βία ήταν χαμηλότερη, αυξήθηκε αργότερα (εποχή Σιδήρου, Μεσαίωνας, κατακτήσεις-αποικισμοί κ.ά.), ενώ πιο πρόσφατα, στην πολιτισμένη μας εποχή, μειώθηκε ξανά κάπως (αν και δεν θα συμφωνούσαν όλοι σε αυτό). Εκτιμάται ότι σήμερα μόνο ένας στους 10.000 θανάτους (0,01%) οφείλεται σε διαπροσωπική βία, δηλαδή 200 φορές λιγότεροι από ό,τι θα περίμενε κανείς με βάση τις εξελικτικές ρίζες μας.