Μια μικρή νέα μελέτη δείχνει ότι η αποφρακτική άπνοια ύπνου, η οποία μπορεί να προκαλέσει πονοκεφάλους, διαταραγμένο ύπνο, δυνατό ροχαλητό και άλλα προβλήματα υγείας, συνοδεύεται από μια άλλη επιπλοκή: τη γνωστική έκπτωση σε μικρότερη ηλικία. Αν και μπορεί να αντιμετωπιστεί με συσκευές και χειρουργική επέμβαση, η άπνοια ύπνου θεωρείται σοβαρή ιατρική κατάσταση που συνοδεύεται από αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών για την υγεία, όπως καρδιακές παθήσεις.
Η άπνοια ύπνου έχει από καιρό συνδεθεί με γνωστικά και ψυχιατρικά προβλήματα, καθώς και νευροεκφυλιστικές ασθένειες όπως η νόσος Αλτσχάιμερ. Ωστόσο, αυτό που δεν έχει αποσαφηνιστεί είναι αν αυτά τα προβλήματα προκαλούνται από την άπνοια ή από κάποια από τα ιατρικά ζητήματα που σχετίζονται με αυτήν.
«Τα περισσότερα από αυτά τα προβλήματα είχαν προηγουμένως αποδοθεί σε συννοσηρότητες. Αποδείξαμε για πρώτη φορά ότι η άπνοια ύπνου μπορεί να προκαλέσει σημαντικά προβλήματα στην κοινωνική νόηση», δήλωσε η νευροψυχίατρος Ivana Rosenzweig από το King’s College του Λονδίνου στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Στην τελευταία μελέτη συμμετείχαν 27 άνδρες ηλικίας μεταξύ 35 και 70 ετών που είχαν πρόσφατα διαγνωστεί με ήπια έως σοβαρή άπνοια ύπνου, χωρίς όμως να έχουν άλλα προβλήματα υγείας που μπορεί να συνδέονται με την άπνοια.
Στα γνωστικά τεστ, οι άνδρες με άπνοια ύπνου σημείωσαν χαμηλότερη βαθμολογία σε σχέση με τους συμμετέχοντες στην ομάδα ελέγχου. Συγκεκριμένα, σημείωσαν χαμηλότερη βαθμολογία στις δεξιότητες οπτικής βραχυπρόθεσμης μνήμης, την ικανότητα να παραμείνουν σε εγρήγορση, να προγραμματίσουν, να λάβουν αποφάσεις και να αναγνωρίσουν συναισθήματα και κοινωνικές καταστάσεις. Όσο πιο σοβαρή ήταν η άπνοια ύπνου, τόσο χειρότερες ήταν οι επιδόσεις τους στα τεστ, σύμφωνα με τη μελέτη.
Το γεγονός ότι οι εν λόγω συμμετέχοντες δεν είχαν άλλα προβλήματα υγείας -κάτι που είναι σπάνιο σε άτομα με άπνοια σύμφωνα με τους ερευνητές- υποδηλώνει ότι η γνωστική έκπτωση που παρατηρήθηκε στα τεστ οφείλεται στην άπνοια και όχι σε κάτι άλλο. Προηγουμένως, αυτή η νοητική επιδείνωση είχε αποδοθεί σε άλλες παθήσεις, όπως η υπέρταση ή ο διαβήτης τύπου 2.
«Τα ευρήματα της μελέτης μας υποδεικνύουν ότι η αποφρακτική άπνοια ύπνου μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στην ικανότητα σκέψης στη μέση ηλικία, ακόμη και σε κατά τα άλλα υγιή άτομα», σημείωσε η Rosenzweig.
Η άπνοια ύπνου συνδέεται επίσης με αλλαγές στη ροή του αίματος προς τον εγκέφαλο, φλεγμονή στον εγκέφαλο και, φυσικά, διαταραγμένο ύπνο. Η ποιότητα καθώς και η ποσότητα του ύπνου συνδέονται εδώ και καιρό με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης γνωστικών προβλημάτων.
Ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι πάσχουν δυνητικά από άπνοια – οι περισσότεροι από τους οποίους μπορεί να μην το γνωρίζουν. Η πάθηση θεωρείται ότι επηρεάζει έως και το 34% των ανδρών και το 17% των γυναικών.
Εκτός από τη μελέτη μεγαλύτερων και πιο ετερόκλητων ασθενών με άπνοια, οι ερευνητές σχεδιάζουν να εξετάσουν πιο προσεκτικά τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζει τα κυκλώματα του εγκεφάλου και τον τρόπο με τον οποίο οι σχετικές συννοσηρότητες μπορεί να επηρεάσουν την έναρξη της γνωστικής παρακμής.
«Αυτή η πολύπλοκη αλληλεπίδραση είναι ακόμη ελάχιστα κατανοητή, αλλά είναι πιθανό ότι αυτές οδηγούν σε εκτεταμένες νευροανατομικές και δομικές αλλαγές στον εγκέφαλο και σε συναφή λειτουργικά γνωστικά και συναισθηματικά ελλείμματα», εξήγησε η Rosenzweig.
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο «Frontiers in Sleep».