Η «Μεγάλη Χωματερή του Ειρηνικού Ωκεανού» («Great Pacific Garbage Patch») ή ο «Μεγάλος Σκουπιδοτενεκές του Ειρηνικού», όπως είναι ευρύτερα γνωστός, είναι μια τεράστια υδάτινη έκταση που αγγίζει πλέον το 1,6 εκατ. τετραγωνικά χιλιόμετρα. Αποτελείται από περίπου 1,8 τρισεκατομμύρια κομμάτια πλαστικών απορριμμάτων, με συνολικό βάρος περίπου 88.000 τόνους.
Το να βρουν ποια σκουπίδια καταλήγουν σε αυτή την περιοχή, από πού προέρχονται και ποιοι είναι υπεύθυνοι, αποτελεί μια συνεχή πρόκληση για τους επιστήμονες. Ωστόσο, μια ερευνητική ομάδα κατάφερε να εντοπίσει την προέλευση των πλαστικών απορριμάτων σε πέντε χώρες.
Σε δημοσίευσή της στην επιστημονική επιθεώρηση «Scientific Reports», η ομάδα αποκαλύπτει την προέλευση και το είδος των σκουπιδιών που καταλήγουν σε αυτή τη θαλάσσια χωματερή.
«Εδώ δείχνουμε πως η πλειοψηφία των πλαστικών που επιπλέουν στο Βόρειο Ειρηνικό μπορεί να αποδοθεί σε πέντε κράτη που διαθέτουν αλιευτική βιομηχανία», έγραψαν οι ερευνητές.
Οι επιστήμονες ανέλυσαν 573 κιλά πλαστικών σκουπιδιών που συλλέχθηκαν από την οργάνωση The Ocean Cleanup το 2019 και διαπίστωσαν ότι περισσότερα από το 1/4 προέρχονταν από «εγκαταλελειμμένα, χαμένα ή πεταμένα αλιευτικά εργαλεία» (ALDFG), χωρίς να συμπεριλαμβάνονται δίχτυα και σχοινιά.
Όταν οι συγγραφείς χρησιμοποίησαν υπολογιστικά μοντέλα για να προσομοιώσουν τον τρόπο με τον οποίο τα δείγματά τους κατέληξαν σε αυτή την «χωματερή», διαπίστωσαν ότι ένα πλαστικό θραύσμα είχε 10 φορές περισσότερες πιθανότητες να προέρχεται από αλιευτικές δραστηριότητες από ό,τι από χερσαίες.
Πράγματι, οι προσομοιώσεις έδειξαν ότι τα ποτάμια που μεταφέρουν απόβλητα από τη στεριά στη θάλασσα, είναι πολύ πιο πιθανό να ξεβραστούν στην παραλία. Λιγότερο από το 2% των προσομοιωμένων απορριμμάτων από ποτάμια κατέληξαν στα ανοιχτά, μεταφερόμενα από τα ωκεάνια ρεύματα. Συγκριτικά, το 21% των εργαλείων τράτας και το 15% άλλου είδους αλιευτικού εξοπλισμού, κατέληξαν στο βυθό και πάνω από το 85% αυτών δεν συνάντησαν ποτέ ξηρά.
Από τα 232 πλαστικά αντικείμενα που ανέλυσαν οι ερευνητές, περίπου τα 2/3 είχαν κατασκευαστεί είτε στην Ιαπωνία είτε στην Κίνα. Σχεδόν το 10% προερχόταν από τη Νότια Κορέα, το 6,5% από τις ΗΠΑ, το 5,6% από την Ταϊβάν και το 4,7% από τον Καναδά. Όλες αυτές οι χώρες διαθέτουν ακμάζουσες αλιευτικές βιομηχανίες.
«Οι ωκεάνιες πηγές, όπως τα ιχθυοτροφεία, έχουν κατηγορηθεί ότι απορρίπτουν περίπου μισό εκατομμύριο τόνους πλαστικών ετησίως, αλλά αυτή η εκτίμηση η οποία αναφέρεται επανειλημμένα τα τελευταία χρόνια, προέρχεται από μια μελέτη του 1970», επισημαίνουν οι συγγραφείς στο άρθρο τους.
«Έκτοτε, δεν έχει γίνει καμία πρόσφατη, αξιόπιστη εκτίμηση», ανέφεραν οι συγγραφείς.
Προφανώς, είναι δύσκολο να εντοπιστεί η προέλευση πλαστικών μικρότερα των 5 εκατοστών που επιπλέουν στη θάλασσα. Κάποια αντικείμενα έχουν φθαρεί τόσο πολύ που δεν είναι πλέον αναγνωρίσιμα. Ωστόσο, σε πλαστικά μεγαλύτερα από 5 εκατοστά, τα εμπορικά σήματα ή τα ονόματα εταιρειών, μπορεί να είναι ακόμη ευδιάκριτα. Σχεδόν τα μισά από τα απορρίμματα ήταν από τον 21ο αιώνα, αλλά μια σημαδούρα χρονολογήθηκε από το 1966.
Όταν η ομάδα προσομοίωσε τις διεθνείς αλιευτικές δραστηριότητες παράλληλα με τα ωκεάνια ρεύματα, διαπίστωσε ότι η Κίνα, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, οι ΗΠΑ και η Ταϊβάν ήταν υπεύθυνες για το 87% των αλιευτικών αποβλήτων που κατέληγαν στη «χωματερή» του Βόρειου Ειρηνικού κάθε χρόνο.
«Μια μεγαλύτερη διαφάνεια από την αλιευτική βιομηχανία και μια ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ των χωρών για τη ρύθμιση και την παρακολούθηση της παραγωγής ALDFG, θα βοηθούσε στη μείωσή τους», τόνισαν οι ερευνητές.
Διαφορετικά, η «χωματερή» θα συνεχίσει να μεγαλώνει.
ΠΗΓΗ: Science Alert