Μια νέα μελέτη από τη Δανία διαπίστωσε ότι η έκθεση μιας εγκυμονούσας σε «παντοτινά χημικά» (PFAS) κατά το πρώτο στάδιο κύησης μπορεί να επηρεάσει τον αριθμό και την ποιότητα σπέρματος του εμβρύου.
Τα «παντοτινά χημικά» είναι γνωστό ότι διαταράσσουν τις ορμόνες και την ανάπτυξη του εμβρύου και η μελλοντική αναπαραγωγική ικανότητα ορίζεται σε μεγάλο βαθμό ως η ανάπτυξη των όρχεων στη μήτρα κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της εγκυμοσύνης, δήλωσε η συν-συγγραφέας της μελέτης Sandra Søgaard Tøttenborg του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Κοπεγχάγης.
«Είναι λογικό πως η έκθεση σε ουσίες που μιμούνται και παρεμβαίνουν στις ορμόνες που εμπλέκονται σε αυτή τη διαδικασία μπορεί να έχει συνέπειες στην ποιότητα του σπέρματος αργότερα στη ζωή», δήλωσε η Søgaard Tøttenborg.
Τα PFAS είναι μια κατηγορία περίπου 12.000 χημικών ουσιών που χρησιμοποιούνται συνήθως για να κάνουν χιλιάδες προϊόντα ανθεκτικά στο νερό, τους λεκέδες και τη θερμότητα. Ονομάζονται «παντοτινά χημικά» επειδή συσσωρεύονται στον άνθρωπο και στο περιβάλλον και δεν διασπώνται με φυσικό τρόπο. Ένας αυξανόμενος όγκος μελετών τα συνδέει με σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως καρκίνο, γενετικές ανωμαλίες, ηπατική νόσο, νεφροπάθεια και μειωμένη ανοσία.
Η νέα μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο «Environmental Health Perspectives», εξέτασε το σπέρμα και τις αναπαραγωγικές ορμόνες 864 νεαρών Δανών, οι μητέρες των οποίων, είχαν δώσει δείγμα αίματος κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της εγκυμοσύνης τους μεταξύ 1996 και 2002.
Αν και η μελέτη βασίζεται σε άλλες, ανάλογες έρευνες, είναι η πρώτη που εξετάζει την έκθεση σε περισσότερες από δύο ενώσεις PFAS και αξιολογεί την έκθεση κατά τη διάρκεια της πρώιμης εγκυμοσύνης, η οποία αποτελεί την «πρωταρχική περίοδο ανάπτυξης» των ανδρικών αναπαραγωγικών οργάνων.
Οι ερευνητές εξέτασαν τα δείγματα αίματος των μανάδων για 15 ενώσεις PFAS και βρήκαν επτά σε αρκετά μεγάλες συγκεντρώσεις ώστε να τις συμπεριλάβουν στη μελέτη.
Οι μητέρες με υψηλότερα επίπεδα έκθεσης γέννησαν γιους, οι οποίοι αργότερα στη ζωή τους, είχαν χαμηλότερο αριθμό σπερματοζωαρίων, καθώς και αυξημένα επίπεδα άμορφων σπερματοζωαρίων, που σημαίνει ότι το σπέρμα τους δεν κολυμπούσε. Η έκθεση αυτή αύξησε επίσης την ποσότητα μη προοδευτικού σπέρματος – σπέρματος δηλαδή που δεν κολυμπάει ευθεία ή κολυμπάει σε κύκλους. Και τα δύο ζητήματα μπορεί να οδηγήσουν σε υπογονιμότητα.
Τα ποσοστά υπογονιμότητας αυξάνονται παγκοσμίως, συχνά για ασαφείς λόγους, δήλωσε η Søgaard Tøttenborg.
«Τα αποτελέσματα των μελετών μας είναι ένα σημαντικό κομμάτι σε αυτό το παζλ», πρόσθεσε η ερευνήτρια.