Τα βακτήρια του εντέρου ενός νηπίου μπορούν να αποκαλύψουν αν θα είναι υπέρβαρο από την ηλικία των πέντε ετών, σύμφωνα με νέα μελέτη. Το εντερικό μικροβίωμα, μια πολύπλοκη κοινότητα μικροοργανισμών που περιλαμβάνει βακτήρια, μύκητες και ιούς, αναπτύσσεται και αλλάζει κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών της ζωής. Ωστόσο, οι ερευνητές λένε ότι οι διαταραχές στη διαδικασία ωρίμανσής του έχουν συσχετιστεί με προβλήματα υγείας αργότερα στη ζωή, όπως η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, ο διαβήτης τύπου 1 και η παιδική παχυσαρκία.
Η νέα μελέτη διαπίστωσε ότι τα βρέφη που βρέθηκαν με μεγαλύτερο ποσοστό βακτηρίων Firmicutes από ό,τι Bacteroidetes στο έντερό τους, είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να γίνουν υπέρβαρα μέχρι την ηλικία των πέντε ετών.
«Αυτά τα βακτήρια του εντέρου επηρεάζουν το βάρος επειδή ρυθμίζουν την ποσότητα του λίπους που απορροφούμε. Τα παιδιά με περισσότερα Firmicutes απορροφούν περισσότερες θερμίδες με αποτέλεσμα να αυξάνεται η πιθανότητα να γίνουν υπέρβαρα», εξηγεί ο Γκαέλ Τουμπόν, διδακτορικός φοιτητής στο Inserm, το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Ιατρικής Έρευνας της Γαλλίας και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
Στόχος της μελέτης ήταν να διαπιστωθεί η σχέση μεταξύ της σύνθεσης του μικροβιώματος των παιδιών στην ηλικία των τρεισήμισι ετών, του δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) τους στην ηλικία των πέντε ετών και των μεταβολών του ΔΜΣ τους από δύο έως πέντε ετών. Για να αναλύσουν την προγνωστική ικανότητα των βακτηρίων του εντέρου στον καθορισμό του μελλοντικού ΔΜΣ, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα από δύο γαλλικές εθνικές μελέτες, την EPIPAGE2 και την ELFE, που περιλάμβαναν πρόωρα και τελειόμηνα βρέφη. Μετά από ανάλυση δειγμάτων κοπράνων των παιδιών, η ομάδα εντόπισε έξι συγκεκριμένους τύπους βακτηρίων του εντέρου ως σημαντικούς παράγοντες πρόβλεψης του ΔΜΣ ενός πεντάχρονου.
Τα παιδιά με αυξημένη παρουσία της ομάδας Eubacterium hallii, Fusicatenibacter και της ομάδας Eubacterium ventriosum αντιμετώπιζαν υψηλότερο κίνδυνο να γίνουν υπέρβαρα μέχρι την ηλικία των πέντε ετών. Αντίθετα, ο υψηλότερος αριθμός των Eggerthella, Colidextribacter και Ruminococcaceae CAG-352 συσχετίστηκε με χαμηλότερο ΔΜΣ στην ίδια ηλικία. Η ερευνητική ομάδα ανακάλυψε ότι η προβλεπόμενη παραγωγή στεροειδών ορμονών και τα επίπεδα βιοτίνης, μιας βιταμίνης Β που εμπλέκεται σε πολυάριθμες μεταβολικές διεργασίες, σχετίζονταν με χαμηλότερο ΔΜΣ στην ηλικία των πέντε ετών.
«Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι το βασικό ζήτημα με τον εντερικό μικροβίωμα δεν είναι μόνο τα εμπλεκόμενα βακτήρια αλλά και οι λειτουργίες τους», εξηγεί ο Τουμπόν.
«Αποδεικνύεται ότι το εντερικό μικροβίωμα είναι ένας σημαντικός παράγοντας ικανός να επηρεάσει την αύξηση του βάρους κατά την παιδική ηλικία και μετά. Τα ευρήματά μας δείχνουν πώς η ανισορροπία σε συγκεκριμένες ομάδες βακτηρίων μπορεί να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην ανάπτυξη της παχυσαρκίας. Χρειάζεται περαιτέρω έρευνα για να εντοπίσουμε τα βακτηριακά είδη που επηρεάζουν τον κίνδυνο και την προστασία, καθώς και τη χρονική στιγμή που συμβαίνει η μετατόπιση προς τον ευνοϊκό για την παχυσαρκία εντερικό μικροβίωμα. Αυτό θα μπορούσε να μας βοηθήσει να προσδιορίσουμε τον βέλτιστο χρόνο για πιθανές παρεμβάσεις», κατέληξαν οι ερευνητές.
Οι συγγραφείς της μελέτης παρουσίασαν τα ευρήματά τους στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο για την Παχυσαρκία (ECO) στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας.
ΠΗΓΗ: Studyfinds