Τι προβλέπεται για τις υπερωρίες. Δομικές αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις απολύσεις. Αναλυτικά πώς θα εφαρμόζεται το «σπαστό ωράριο» στη μερική απασχόληση και πώς θεσμοθετείται η άδεια άνευ αποδοχών.
Στη σκιά της πολυσυζητημένης διάταξης για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας και το ελαστικό 8ωρο, μια σειρά από διατάξεις που περιέχονται στο εργασιακό σχέδιο νόμου, προκαλούν ήδη αντιδράσεις, καθώς αναδιατάσσουν το σκηνικό στην εγχώρια αγορά εργασίας. Η αύξηση των υπερωριών, οι αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις απολύσεις, οι «υπερωρίες» και στη μερική απασχόληση με σπαστό ωράριο αλλά και η άδεια άνευ αποδοχών μετά από συμφωνία των δύο μερών, είναι μόνο, κάποιες από αυτές.
Αναλυτικά, στο θέμα των υπερωριών, αυξάνεται το επιτρεπόμενο όριο, στις 150 ώρες το χρόνο για όλους τους κλάδους (από 96 που είναι σήμερα στη βιομηχανία και 120 στο εμπόριο και τις υπηρεσίες), με προσαύξηση 40% (όπως ισχύει σήμερα).
Για τις περιπτώσεις παράνομης υπερωρίας, η αποζημίωση χορηγείται με προσαύξηση στο 120% και όχι στο 80% όπως ίσχυε έως τώρα.
Στην πράξη, η αύξηση του πλαφόν των νόμιμων υπερωριών, οι οποίες είναι φθηνότερες από τις παράνομες, κάνει πιο φθηνές τις πολλές υπερωρίες, για τις επιχειρήσεις, και αντίστοιχα, μειώνει τα εισοδήματα των εργαζομένων, στην περίπτωση που κληθούν να δουλέψουν παραπάνω από 96 ή 120 ώρες (ανάλογα με τον κλάδο). Επίσης, ο νόμος ορίζει ότι η απόφαση για υπέρβαση του μέγιστου ορίου υπερωριών, σε ειδικές περιπτώσεις, θα λαμβάνεται από τον εκάστοτε Γενικό Γραμματέα Εργασία. Σήμερα, τη δυνατότητα αυτή την έχει το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (ΑΣΕ), στο οποίο προεδρεύει ο Γενικός Γραμματέας του υπουργείου και συμμετέχουν οι κοινωνικοί εταίροι και υπηρεσιακοί παράγοντες.
Απολύσεις
Αλλά και το δίκαιο των απολύσεων αλλάζει άρδην καθώς κωδικοποιούνται οι περιπτώσεις των απολύσεων που ούτως ή άλλως ίσχυαν και ταυτόχρονα περιορίζεται το δικαίωμα του εργαζόμενου να επαναπροσληφθεί μετά από μια άκυρη απόλυση.
Μια από τις αλλαγές, είναι για παράδειγμα, ότι στην περίπτωση που ο εργοδότης προειδοποιήσει τον εργαζόμενοι για την απόλυσή του, αυτός δεν είναι πλέον υποχρεωμένος να προσέρχεται στην εργασία του μέχρι την ημέρα απόλυσής του. Ο εργοδότης, μπορεί να απαλλάξει τον υπό απόλυση εργαζόμενο από την υποχρέωση παροχής της εργασίας του, μερικώς ή πλήρως. Στην περίπτωση αυτή, οι αποδοχές καταβάλλονται πλήρως μέχρι την απόλυσή του, ενώ αν αυτό συμβεί, πάντα με πρωτοβουλία του εργοδότη, ο εργαζόμενος έχει το δικαίωμα, στο ενδιάμεσο να αναζητήσει αλλού εργασία χωρίς να επηρεαστεί η απόλυσή του.
Επίσης, βάσει των προωθούμενων αλλαγών, εάν κάποιος απολυθεί για λόγους διάκρισης πολιτικών φρονημάτων, ή επειδή άσκησε κάποιο νόμιμο δικαίωμά του πχ προσέφυγε στην Επιθεώρηση Εργασίας για μη τήρηση του ωραρίου, ή μολονότι ήταν έγκυος, ή επειδή άσκησε το δικαίωμα αποσύνδεσης στην εργασία του, ή επειδή αρνήθηκε τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας του και το δικαστήριο ακυρώσει την απόλυση, μπορεί να ζητήσει την επαναπρόσληψή του. Σε αυτή την περίπτωση, θα του καταβληθούν όλοι οι μισθοί υπερημερίας, μέχρι να επανέλθει κανονικά στην εργασία του. Ο εργαζόμενος, δικαιούται ωστόσο, αντί της αγωγής ακύρωσης και της διεκδίκησης μισθών υπερημερίας έως την επαναπασχόλησή του, να επιλέξει δικαστικά την καταβολή επιπλέον αποζημίωση, ποσού όχι λιγότερο από τρεις μήνες αποδοχών, και όχι μεγαλύτερο του διπλάσιου της αποζημίωσής του (24 μήνες).
Προσοχή όμως. Στην περίπτωση που κάποιος απολυθεί λόγω οικονομικών προβλημάτων της επιχείρησης ή λόγω πειθαρχικής ποινής από σχετική πρόβλεψη στον Κανονισμό Εργασίας της Επιχείρησης στην οποία εργάζεται, ο εργαζόμενος δεν δικαιούται επαναπρόσληψη, αλλά την επιπλέον αποζημίωση που αναφέρθηκε παραπάνω. Μάλιστα αυτό, μπορεί να το ζητήσει και ο εργοδότης, στη σχετική δίκη.
Μερική απασχόληση σε δόσεις…
Σπαστό ωράριο στην επιπλέον εργασία κάποιου που απασχολείται με μερική απασχόληση, εισάγει υπό προϋποθέσεις άλλη διάταξη, που ρυθμίζει την πρόσθετη εργασία στην μερική απασχόληση ως εξής: «η πρόσθετη εργασία μπορεί να παρασχεθεί, εφόσον συμφωνεί ο εργαζόμενος, και κατά ωράριο που δεν είναι συνεχόμενο σε σχέση με το συμφωνημένο ωράριο της ίδιας ημέρας, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων περί ημερήσιας ανάπαυσης».
Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι ο εργαζόμενος με 4ωρη για παράδειγμα απασχόληση, εφόσον του ζητηθεί και συμφωνήσει, θα μπορεί να δουλέψει έως και για επιπλέον 4 ώρες, και μάλιστα, με σπαστό ωράριο. Δηλαδή το πρώτο τετράωρο το πρωί, και το άλλο, το απόγευμα. Βασική προϋπόθεση είναι η συμφωνία του εργαζόμενου, ενώ υπάρχει και ο όρος να μην παραβιάζονται οι διατάξεις περί ημερήσιας ανάπαυσης, ήτοι ελάχιστη ημερήσια ανάπαυση 11 συνεχών ωρών, για κάθε περίοδο 24 ωρών. Η περίοδος αυτή των 24 ωρών έχει ως έναρξη την 00.01’ και λήξη την 24.00’ ώρα.
Να σημειωθεί ότι, με την προτεινόμενη διάταξη, διατηρείται η πρόβλεψη που ήδη ισχύει και αφορά το ανώτατο όριο πρόσθετης εργασίας στη μερική απασχόληση, έως την συμπλήρωση του 8ωρου (πλήρες ημερήσιο ωράριο).
Όσον αφορά στο κόστος, διατηρείται ως είχε το καθεστώς που νομοθετήθηκε το φθινόπωρο του 2019 για την προσαύξηση 12% στην αμοιβή της πρόσθετης εργασίας.
Διατηρείται τέλος η πρόβλεψη, ότι ο μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο.
Επίσης, θεσμοθετείται η άδεια άνευ αποδοχών, για εργαζόμενους πλήρους ή μερικής απασχόλησης, κατόπιν ατομικής έγγραφης συμφωνίας με τον εργοδότη. Πρόκειται για καινούργια πρόβλεψη, καθώς μέχρι σήμερα η άδεια άνευ αποδοχών ίσχυε εθιμικά, κατόπιν αιτήματος του εργαζόμενου. Πλέον, θεσμοθετείται η διαδικασία, προβλέπει δε, τη δυνατότητα για άδεια άνευ αποδοχών, μετά από αίτημα και του εργοδότη, με τους ειδικούς να επισημαίνουν ότι είναι πιθανότατα εμπνευσμένη από τις νέες ανάγκες που γέννησε η πανδημία στην εγχώρια αγορά, όπως η αναγκαστική άδεια. Βάσει των προτεινόμενων αλλαγών, η άδεια άνευ αποδοχών μπορεί να έχει διάρκεια έως ένα έτος, ενώ μπορεί και να παραταθεί με νεότερη συμφωνία των μερών. Κατά τη διάρκεια της άδειας, η σύμβαση εργασίας τίθεται σε αναστολή και δεν οφείλονται ασφαλιστικές εισφορές. Η έγγραφη συμφωνία αναρτάται στο Π/Σ ΕΡΓΑΝΗ και αντίγραφό της γνωστοποιείται στον ΕΦΚΑ. Μετά τη λήξη της, αναβιώνουν όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των μερών εκ της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας.
Με άλλο άρθρο, επεκτείνεται το διάστημα κατά το οποίο μπορεί να λάβει ο εργαζόμενος την ετήσια άδειά του, έως τον Μάρτιο του επόμενου έτους. Ο χρόνος χορηγήσεως των αδειών καθορίζεται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ μισθωτών και εργοδότη, ενώ οι μισοί τουλάχιστον από τους μισθωτούς πρέπει να πάρουν άδεια μέσα στο χρονικό διάστημα από 1 Μαΐου μέχρι 30 Σεπτεμβρίου. Ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγήσει την άδεια εντός δύο μηνών από το χρονικό σημείο κατά το οποίο διατυπώθηκε το σχετικό αίτημα. Αυτό που μεταβάλλεται είναι η χρονική περίοδος χορήγησης της άδειας, καθώς ορίζεται ρητά, πως η δικαιούμενη, κατ’ έτος, άδεια πρέπει να εξαντλείται μέχρι το πρώτο τρίμηνο του επόμενου ημερολογιακού έτους.