Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Δεν χρειαζόμασταν την εφημερίδα Guardian για να μάθουμε ποια είναι η κατάσταση του ΕΣΥ και πόσο άσχημα είναι τα πράγματα στα ελληνικά νοσοκομεία. Όποιος έχει βρεθεί σε μια εφημερία, μπορεί να καταλάβει πολύ περισσότερα ακόμα και από τα δραματικά πράγματα που περιγράφονται στο εν λόγω δημοσίευμα.
Διάβαζα όμως και την απάντηση της κυβέρνησης, μέσω του αρμόδιου υπουργού Υγείας Ανδρέα Ξανθού. Σε αυτή ο υπουργός αναφέρει πως το δημοσίευμα της αγγλικής εφημερίδας «αναπαράγει την ανεύθυνη καταστροφολογία εκπροσώπων μιας ανυπόληπτης συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας που καμιά σχέση δεν έχει με την πραγματικά συγκινητική υπερπροσπάθεια των γιατρών και των υπόλοιπων εργαζομένων στο ΕΣΥ να κρατήσουν όρθια και αξιόπιστη τη δημόσια περίθαλψη», ενώ στη συνέχεια ξεκαθαρίζει πως τα νοσοκομεία «προσφέρουν ποιοτικές υπηρεσίες στους πολίτες της χώρας και τους επισκέπτες της».
Δεν ξέρω, πραγματικά, σε αυτή την απάντηση τι είναι χειρότερο: ότι η πολιτική ηγεσία του υπουργείου προσπαθεί να οικειοποιηθεί της πραγματικά υπεράνθρωπης προσπάθειας των γιατρών, οι οποίοι όντως κρατούν το σύστημα όρθιο, ή ότι ο υπουργός αναφέρει πως τα νοσοκομεία λειτουργούν εύρυθμα και παρέχουν μάλιστα και ποιοτικές υπηρεσίες. Σε λίγο, το υπουργείο Υγείας θα μας πει κιόλας πως έχουμε το NHS στην πόρτα μας, όμως είμαστε τόσο αγνώμονες που δεν το πιστώνουμε στην κυβέρνηση. Αν διαβάσει κανείς πολλές φορές τις κυβερνητικές διαρροές, μπορεί να το πιστέψει και αυτό!
Η κριτική δεν είναι προσωπική για τον κ. Ξάνθο, ο οποίος είναι χαμηλών τόνων άνθρωπος και προσπαθεί, με όποιον τρόπο μπορεί, να κάνει τη δουλειά του. Πράγματι, έχει επιφορτιστεί με ένα εξαιρετικά δύσκολο καθήκον και σε περιπτώσεις, όπως το δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας, με ένα ακόμα δυσκολότερο: να κάνει το αλεξικέραυνο. Ομολογουμένως, ο ρόλος είναι άχαρος.
Η κυβέρνηση επικαλείται τη μικρή αύξηση της δαπάνης για την υγεία από τον τακτικό προϋπολογισμό. Μάλιστα. Και γιατί τότε, παρά το ότι η δαπάνη ανεβαίνει, έστω και ελάχιστα, η παρεχόμενη υπηρεσία εξακολουθεί να βαίνει επί τα χείρω; Πράγματι, οι γιατροί είναι αυτοί που κρατούν το σύστημα στην επιφάνεια, αυτοί που βάζουν πλάτη καθημερινά, ενώ θα μπορούσαν να φύγουν με τα τριπλά και τετραπλά λεφτά στο εξωτερικό. Κανείς άλλος δεν κάνει θαύματα σε αυτό τον τομέα, παρά μόνο οι εργαζόμενοί του. Και αυτό, εμμέσως πλην σαφώς, το παραδέχεται και ο κ. Ξανθός. Είναι ομολογουμένως θλιβερό το 2017 μια κυβέρνηση να παραδέχεται τρόπον τινά πως το σύστημα λειτουργεί χάρη στην αυταπάρνηση των εργαζομένων του.
Οι προηγούμενοι όμως τα έκαναν καλύτερα, θα μου πει κάποιος; Ας πούμε, απλά, πως η διαχείριση των πόρων για την υγεία είναι από τις πιο σκανδαλώδεις στην εποχή της Μεταπολίτευσης και πως η ευθύνη για το ότι πολλές φορές ασθενείς έπρεπε να φέρουν γάζες και σεντόνια μαζί τους δεν είναι μονοκομματική. Αλλά, αυτή η κυβέρνηση είναι τώρα στην εξουσία, αυτή η κυβέρνηση κυβερνά επί δύο χρόνια, αυτή η κυβέρνηση επαίρεται πως βάζει εδώ και δύο χρόνια τάξη στον χώρο της υγείας και άρα αυτή η κυβέρνηση πρέπει να αναλάβει την ευθύνη για την εικόνα που παρατηρείται στο χώρο της υγείας. Γιατί, παρά τα non paper του Μαξίμου για τη στελέχωση των δομών υγείας και την προσπάθεια ανάταξης, τα δημόσια νοσοκομεία παραμένουν κανονικότατα «στην εντατική».
Και ας γκαρίζει όσο θέλει ο κ. Πολάκης για τις διαφημιστικές δαπάνες του ΚΕΕΛΠΝΟ (το ξαναέκανε απαντώντας στο δημοσίευμα μέσω facebook). Η πραγματική εικόνα του πολύπαθου χώρου της υγείας διαλύει κάθε αμφιβολία αναφορικά με τη διαχειριστική ικανότητα της κυβέρνησης. Και αυτό το κατάλαβε μέχρι και η Guardian!