Γράφει ο Γιάννης Κουτρουμπής
Πρόσφατα ολοκληρώθηκαν τα stress test στις τράπεζες και ακολούθησαν οι απαραίτητες διαδικασίες για να ξεκινήσει η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Τα τεστ που έγιναν έδειξαν ότι δεν χρειάζεται όλο το ποσό που διατίθεται από το μνημόνιο για να ανακεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζες, οπότε μία καλή κίνηση θα είναι η Κυβέρνηση να φροντίσει το ποσό αυτό να δοθεί προκειμένου να ανακουφιστούν οι πολίτες από το βάρος των μέτρων.
Το θέμα όμως είναι ότι οι τράπεζες καταφεύγουν στην πώληση σημαντικών στοιχείων της περιουσίας τους προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πώληση της Finansbank προκειμένου να καλυφθούν οι κεφαλαιακές ανάγκες της Εθνικής Τράπεζας.
Σύμφωνα με το Reuters, η Εθνική Τράπεζα σχεδιάζει την πώληση του 100% της Finansbank, ενώ τα έσοδα «θα προσδιοριστούν». Η καθαρή ενσώματη αξία (tangible book value – TBV) του περιουσιακού στοιχείου ήταν 3,4 δισ. ευρώ, αναφέρει στην παρουσίαση.
Όπως αναφέρει σε σχετική ανακοίνωση η τράπεζα, στο πλαίσιο των οριζoμένων στο κανονιστικό πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης αναφορικά με την προετοιμασία και υποβολή του σχεδίου άντλησης κεφαλαίων και του σχεδίου αναδιάρθρωσης προς τις αρμόδιες εποπτικές αρχές, η Εθνική Τράπεζα ενημερώνει τους επενδυτές για την πρόθεσή της να προχωρήσει, υπό την προϋπόθεση λήψης των απαραίτητων εποπτικών και εταιρικών εγκρίσεων, στην πώληση του συνόλου της συμμετοχής της στην Finansbank.
Σχετικά με τις συνεχιζόμενες επαφές της Τράπεζας με τις εποπτικές αρχές και προς ενημέρωση του επενδυτικού κοινού, η Τράπεζα έχει αναρτήσει στην ιστοσελίδα της μία παρουσίαση στην οποία συνοψίζονται οι υποβαλλόμενες δράσεις του σχεδίου άντλησης κεφαλαίων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η καθαρή ενσώματη αξία (tangible book value – TBV) της τουρκικής θυγατρικής υπολογιζόταν σε ένα ποσό 3,4 δισ. ευρώ.
Μέρος της κάλυψης των αναγκαίων κεφαλαίων για το δυσμενές σενάριο για την Εθνική Τράπεζα θα προέλθει από την πώληση του 100% της συμμετοχής στην τουρκική θυγατρική Finansbank. Οι εργασίες για την πώληση είναι σε προχωρημένο στάδιο, όπως ειπώθηκε.
Οπως αποφασίστηκε η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου θα είναι της τάξεως του 1,6 δισ. ευρώ ενώ οι κινήσεις ενεργητικής διαχείρισης του παθητικού, που μπορεί να ανέλθουν στα 0,8 δισ. ευρώ, θα στοχεύουν στη μερική κάλυψη του δυσμενούς σεναρίου.
Τα κρίσιμα μεγέθη της Finansbank είναι 3,4 δισ. ευρώ σε ενσώματη λογιστική αξία (tangible book value) και 21,6 δισ. ευρώ σε ενεργητικό σταθμισμένο με κίνδυνο (Risk weightedassets).
Βάσει του σχεδιασμού της Εθνικής Τράπεζας, η υποχρεωτική συμμετοχή στη διαχείριση του παθητικού κατά 200 εκατ. ευρώ, η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου κατά 1,6 δισ. ευρώ και η ένεση κεφαλαίων κατά 500 εκατ. ευρώ από το ΤΧΣ θα οδηγήσουν σε CET 1 pro forma για το εξάμηνο του 2015 στο 14,5%.
Αναλυτικότερα, η Εθνική τράπεζα θα προχωρήσει σε έκδοση νέων κοινών μετοχών ύψους 1,6 δισ. ευρώ, καλύπτοντας με αυτόν τον τρόπο τις ανάγκες που προέκυψαν από το βασικό σενάριο των stress tests.
Τα υπόλοιπα 3 δισ. ευρώ υπερκαλύπτονται ως εξής:
– Με τη δημόσια προσφορά στους πιστωτές / ομολογιούχους της, που μπορεί να αποφέρει κεφαλαιακό όφελος έως 800 εκατ. ευρώ,
– Με την υποχρεωτική μετατροπή στοιχείων του παθητικού της με κατ΄ ελάχιστο επίδραση 200 εκατ. ευρώ
– Με την κεφαλαιακή ενίσχυση από το ΤΧΣ, που υπολογίζεται στα 500 εκατ. ευρώ, με τη χρήση μετατρέψιμων ομολογιών (CoCos) 375 εκατ. ευρώ και κοινών μετοχών 125 εκατ. ευρώ
– Με την πώληση του 100% της Finansbank, η οποία έχει λογιστική αξία 3,4 δισ. ευρώ. Εάν το τίμημα ανέλθει στα μέσα επίπεδα των deals που γίνονται στην τουρκική αγορά τους τελευταίους μήνες, η ΕΤΕ μπορεί να λάβει ένα ποσό της τάξης των 3 δισ. ευρώ.
Εξάλλου, οι προνομιούχες μετοχές του Δημοσίου, συνολικού ύψους 1,35 δισ. ευρώ θα μετατραπούν σε κοινές, στο πλαίσιο της διαδικασίας του bail in που ενεργοποιείται λόγω της λήψης κρατικής βοήθειας.
Εν κατακλείδι, η Εθνική Τράπεζα ξεκινάει την διαδικασία κάλυψης του ποσού που χρειάζεται για την ανακεφαλαιοποίηση της με το να πουλάει το πιο υγιές κομμάτι της και αυτό που της αποφέρει πολλά έσοδα. Φυσικά και η ανακεφαλαιοποίηση πρέπει να γίνει όμως θα περίμενε κανείς να μην καταφεύγουν οι τράπεζες σε πώληση των πιο σημαντικών πηγών εσόδων τους.