Την προπερασμένη Τετάρτη στις 9 η ώρα το βράδυ η χονδρεμπορική του ρεύματος έσπασε νέο ρεκόρ στα 759,92 ευρώ η μεγαβατώρα, συμπαρασύροντας τον μέσο όρο της αγοράς για τον μήνα Ιούλιο στα 136 ευρώ η μεγαβατώρα.
Την προτελευταία εβδομάδα οι ακραίες τιμές στη χονδρεμπορική αγορά αποτέλεσαν τον κανόνα κυρίως τις βραδινές ώρες, από τις 8 έως τις 9. Ωστόσο οι βραδινές υψηλές τιμές συμπαρέσυραν συνολικά το χονδρεμπορικό κόστος του ρεύματος, με αποτέλεσμα, σε σύγκριση με τον Ιούνιο, ο Ιούλιος να παρουσιάσει αύξηση της τάξης του 37%.
Εν όψει του κινδύνου η αύξηση αυτή της χονδρικής να περάσει στη λιανική και στα οικιακά τιμολόγια ρεύματος, η κυβέρνηση οδηγήθηκε σε παρέμβαση, οπότε και ανακοινώθηκε η έκτακτη φορολόγηση των ηλεκτροπαραγωγών με φυσικό αέριο, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί το μέτρο της επιδότησης των λογαριασμών για τον μήνα Αύγουστο.
Το ακριβές ύψος της φορολόγησης θα ανακοινωθεί όταν υπολογιστεί το ακριβές ύψος των έκτακτων κερδών των ηλεκτροπαραγωγών, εκτιμάται ωστόσο σε αρκετές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Όσο για την επιδότηση, αυτή θα προσδιοριστεί όταν ανακοινωθούν, στις αρχές Αυγούστου, τα πράσινα και κίτρινα (ex ante) τιμολόγια των παρόχων.
Στόχος είναι οι τιμές που θα πληρώσουν οι καταναλωτές για τον Αύγουστο να κινούνται στα ίδια επίπεδα με τον μέσο όρο του έτους, ήτοι να μην ξεπερνούν τα 14 λεπτά ανά κιλοβατώρα, που ήταν και η υψηλότερη τιμή του έτους τον Ιανουάριο.
Υπενθυμίζεται ότι το τιμολόγιο της ΔΕΗ για τον Ιούλιο ήταν στα 13,57 λεπτά η κιλοβατώρα και, με βάση την αύξηση της χονδρεμπορικής (37%), το κόστος για τους καταναλωτές θα έφτανε στα 18,5 λεπτά η κιλοβατώρα. Εκτιμάται ότι σε αυτά τα επίπεδα, ήτοι 5 λεπτά η κιλοβατώρα ή 5 ευρώ η μεγαβατώρα, θα κινηθεί και το ύψος της επιδότησης εάν δεν υπάρξουν δραματικές αλλαγές στη χονδρεμπορική αγορά.
Πώς φτάσαμε στο ρεκόρ
Το ερώτημα, βεβαίως, που προκύπτει είναι πώς φτάσαμε σε αυτά τα επίπεδα-ρεκόρ της χονδρεμπορικής αγοράς χωρίς να συντρέχει κάποιος μείζων λόγος, όπως συνέβη με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και την κρίση του 2022 και χωρίς να υπάρχει κάποια δραματική αύξηση στα κόστη του φυσικού αερίου ή των ρύπων, που αποτελούν τους βασικούς συντελεστές κόστους για την ηλεκτροπαραγωγή.
Όπως εξήγησε η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ, αυτή την περίοδο έχουμε να κάνουμε με μια περιφερειακή ενεργειακή κρίση που εκδηλώνεται με ιδιαίτερη σφοδρότητα τις τελευταίες 15 μέρες και που οφείλεται σε πολλούς λόγους: την υψηλή ζήτηση, την περιορισμένη διαθεσιμότητα στις διασυνδέσεις, τη μειωμένη συνεισφορά των ΑΠΕ, κυρίως των υδροηλεκτρικών, τη θέση εκτός λειτουργίας κάποιων κομβικών μονάδων βάσης στην ευρύτερη περιοχή. Αυτό το σκηνικό συνιστά μια τέλεια καταιγίδα για τις αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Το ενδιαφέρον είναι ότι σε αυτή την καταιγίδα η Ελλάδα δεν είναι στη χειρότερη θέση, καθώς σε αρκετές χώρες, όπως τη Ρουμανία και την Ουγγαρία, οι τιμές της χονδρικής είναι αισθητά ακριβότερες από εμάς. Χαρακτηριστικά, την προπερασμένη Τετάρτη, όταν η ελληνική αγορά είχε τιμή στα 760 ευρώ η μεγαβατώρα, την ίδια ώρα στη Ρουμανία η τιμή ήταν 805 ευρώ η μεγαβατώρα και στην Ουγγαρία αρχικά 794 και στη συνέχεια 891 ευρώ η μεγαβατώρα.
Τώρα, γιατί υπάρχουν στην ευρύτερη περιοχή αυτές οι υψηλές τιμές;
Οι λόγοι για το φαινόμενο είναι αρκετοί. Ένας από αυτούς είναι η σημαντική είσοδος των φωτοβολταϊκών χωρίς αποθήκευση, που έχει ως αποτέλεσμα να πιέζεται το σύστημα όταν δύει ο ήλιος. Παράλληλα, τα φαινόμενα καύσωνα έχουν ανεβάσει τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά στην ευρύτερη περιοχή.
Επίσης έχουμε την αυξημένη ζήτηση για εισαγωγές ρεύματος από την Ουκρανία, μια κατεξοχήν εξαγωγική στο παρελθόν χώρα, καθώς έχει υπάρξει καταστροφή των παραγωγικών υποδομών ηλεκτρισμού από τους Ρώσους. Επιπλέον, παρουσιάζεται το φαινόμενο της μη εκτόνωσης της αυξημένης ζήτησης από την Ουγγαρία και τη Ρουμανία προς τη Δύση. Αυτό συμβαίνει γιατί οι διασυνδέσεις προς τη Δύση των ανατολικών χωρών είναι πιο αδύναμες από τις διασυνδέσεις της Δυτικής Ευρώπης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Αυστρία, που έχει πρόσβαση στις δυτικές αγορές, εμφανίζει τιμές της τάξης των 100 ευρώ, όταν η Ουγγαρία έχει 800. Έτσι, καθώς τις βραδινές ώρες καλύπτεται η χωρητικότητα των καλωδίων, παρατηρείται αποσύζευξη των δύο ενεργειακών συστημάτων. Ως αποτέλεσμα, η Ανατολική Ευρώπη δεν μπορεί να εισαγάγει φθηνή ενέργεια από τη Δυτική Ευρώπη και οι υψηλές τιμές της Ουγγαρίας κατεβαίνουν προς τον Νότο και πιέζουν και τις δικές μας τιμές.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης, η διάρκεια του φαινομένου θα κρατήσει μερικές μέρες ακόμα. Σύμφωνα με τα futures –οι τιμές των οποίων δεν είναι πάντα ακριβείς, αποτελούν ωστόσο το καλύτερο δυνατό εργαλείο–, τον Αύγουστο θα έχουμε αποκλιμάκωση των τιμών τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ουγγαρία.
Αξίζει να αναφερθεί, τέλος, ότι η ελληνική αγορά ανήκει σε μια περιοχή όπου γενικά καταγράφονται υψηλές τιμές μεγαλύτερες από τον μέσο όρο της Ε.Ε. Ως αποτέλεσμα, η ελληνική χονδρεμπορική αγορά φέτος αναμένεται να είναι η έκτη ακριβότερη, έχοντας πάντως βελτιώσει τη θέση της σε σύγκριση με το 2019, όταν ήταν η πρώτη ακριβότερη, ή με τη διαχρονική κατάταξή της στην πρώτη τριάδα της Ευρώπης. Παρά τις υψηλές τιμές της χονδρικής, οι τιμές λιανικής είναι σταθερά χαμηλότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, όπως δείχνουν και τα στοιχεία του HEPI.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ ΜΠΕ