Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Όποιος παρακολούθησε με προσοχή το τι έγινε στο Eurogroup της Δευτέρας, σε ό,τι μας αφορά, μόνο ευχαριστημένος δεν μπορεί να είναι. Και αυτό δεν έχει να κάνει μα τα πολιτικά γυαλιά που φορά ο καθένας ή με τις πολιτικές του προτιμήσεις. Έχει να κάνει με την κατάσταση και την πορεία της χώρας, αλλά και τη στάση των εταίρων μας, οι οποίοι κινούνται αποκλειστικά με μόνο γνώμονα το πώς θα πάρουν τα χρήματά τους πίσω.
Βεβαίως, αυτό συμβαίνει όταν χρεοκοπείς και κάποιος σε δανείζει, αλλά το ζήτημα είναι ότι το outlook για τη χώρα είναι εξαιρετικά προβληματικό και αυτό οφείλει να απασχολήσει σοβαρά τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου, πέραν της συνήθους και αντιπαραγωγικής αντιπαράθεσης που σε κανέναν δεν λέει πια τίποτε.
Σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση, δημοσίως, έβαλε τον πήχυ πολύ ψηλά. Όταν ο πρωθυπουργός έλεγε ότι οι εξελίξεις είναι toogood to be true, αυτό καταγραφόταν ως προσδοκία θετικών εξελίξεων. Κανείς όμως δεν άκουσε ότι ο κ. Τσίπρας, σε εκείνη ακριβώς τη συζήτηση, είχε αποφύγει να μιλήσει δεσμευτικά για λύση στις 22 Μαΐου. Το Μαξίμου γνώριζε τι γινόταν, είχε συναίσθηση και έβλεπε ότι τα πράγματα πάνε για Ιούνιο. Συνεπώς, τι χρειάζονταν αυτές οι παρόλες και οι αναφορές στις γραβάτες;
Το χειρότερο δεν είναι οι τρεις εβδομάδες που μεσολαβούν. Άντε και τις περάσαμε. Εδώ περιμένουμε κάτι χρόνια, στις εβδομάδες θα κολλήσουμε; Το πρόβλημα είναι ότι με τις μαξιμαλιστικές διατυπώσεις, καλλιεργούνται προσδοκίες στην οικονομία και, όταν οι επιδιώξεις δεν καθίστανται εφικτές, χάνεται το momentum. Αυτό συμβαίνει από χθες και με την αγορά, άσχετα με το αν θα κάνει διόρθωση στις επόμενες μέρες, διότι, οι ψύχραιμοι αναλυτές βλέπουν ένα κλίμα συμφωνίας να διαμορφώνεται.
Βέβαια, είναι και το θέμα του QE που, όσο μακρύτερα πάμε για μια συμφωνία, τόσο μεγαλύτερος γίνεται ο κίνδυνος να μην το προλάβουμε καν, με δεδομένες τις ασφυκτικές γερμανικές πιέσεις στον Μάριο Ντράγκι.
Βέβαια, οι εξελίξεις στο Eurogroup δεν είναι καλές ούτε για τη ΝΔ και ας μην το φωνάζουν από την Πειραιώς. Πέραν του χρέους, το οποίο θα ήταν επιχείρημα μόνο για την κυβέρνηση, η ΝΔ είχε σηκώσει εδώ και καιρό το θέμα των πλεονασμάτων. Εν προκειμένω, όμως, οι δανειστές όχι απλά συζητούν για την ερχόμενη πενταετία, αλλά έως το …2060. Είναι σαφές πως οι άνθρωποι θέλουν τα λεφτά τους κάποια στιγμή πίσω, αλλά οι προβολές για την επόμενη τεσσαρακονταετία στερούνται σοβαρότητας.
Ακόμα και έτσι, όμως, και με δεδομένο ότι οι εκλογές πάνε χρονικά πίσω, στη ΝΔ έχουν σοβαρές προκλήσεις μπροστά τους. Αφενός, πρέπει να αντέξουν σε έναν αγώνα ταχύτητας πλέον και όχι σε ένα τετρακοσάρι και να διαμορφώσουν συνθήκες κοινωνικής επικράτησης. Αφετέρου, το διεθνές πεδίο διαπραγμάτευσης για τη μείωση των δημοσιονομικών στόχων μόνο ευνοϊκό δεν είναι.
Συνεπώς, είναι εύκολο να λες πως τα πλεονάσματα μπορεί να μειωθούν στο 2%. Όταν, όμως, για χώρες όπως η Γερμανία και η Ολλανδία είναι πολιτικά αναγκαιότητα να παραμείνουν επί μακρόν στο 3,5%, τότε το διαπραγματευτικό περιβάλλον είναι σχεδόν ναρκοθετημένο.
Κανείς δεν μπορεί να επιχαίρει για τα αποτελέσματα του Eurogroup της Δευτέρας, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ που ζει με την προσδοκία του χρέους, ούτε η ΝΔ που κρούει διαρκώς τον κώδωνα του κινδύνου. Η κατάσταση είναι lose-lose για τη χώρα και απαιτείται ένα σοβαρό σχέδιο, μπας και ξεκολλήσουμε από το τέλμα και τη δημοσιονομική μέγγενη.