Μέχρι το 2026, το 90 τοις εκατό του διαδικτυακού περιεχομένου θα παράγεται με χρήση τεχνητής νοημοσύνης, προειδοποιεί μια νέα έκθεση της Europol, του οργανισμού επιβολής του νόμου της Ευρωπαικής Ένωσης.
Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε την άνοδο και την αύξηση στης δημοτικότητας των συνθετικών media, μέσων δηλαδή που έχουν δημιουργηθεί με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ένα άρθρο που γράφτηκε από τον αλγόριθμο βαθιάς μηχανικής μάθησης GPT-3 (Generative Pre-trained Transformer 3) για την εφημερίδα «Guardian».
Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα συνθετικά μέσα δημιουργούνται για βιντεοπαιχνίδια, για τη βελτίωση των υπηρεσιών ή της ποιότητας ζωής», αναφέρει η έκθεση, «αλλά η αύξηση των συνθετικών μέσων και η βελτίωση της τεχνολογίας έχει δώσει και δυνατότητες παραπληροφόρησης».
Φυσικά, οι άνθρωποι έχουν ήδη συνηθίσει -ως ένα βαθμό- στην παρουσία των bots, και τα προγράμματα δημιουργίας κείμενου με τεχνητή νοημοσύνη. Παρόλα αυτά, ακόμη και οι πιο ενημερωμένοι χρήστες μπορεί να παραπλανηθούν.
«Σε καθημερινή βάση, οι άνθρωποι βασίζονται στη δική τους αντίληψη για να αποφασίσουν αν κάτι είναι αληθινό ή όχι», γράφουν οι συγγραφείς της έκθεσης.
«Οι ακουστικές και οπτικές καταγραφές ενός γεγονότος συχνά αντιμετωπίζονται ως αληθινές. Τι γίνεται όμως αν παραχθούν τεχνητά, προσαρμοσμένα ώστε να παρουσιάζουν γεγονότα που δεν έλαβαν ποτέ χώρα, ή που διαστρεβλώνουν την αλήθεια;»
Η έκθεση επικεντρώθηκε σε αρκετά μεγάλο βαθμό στην παραπληροφόρηση, ιδίως σε αυτή που καθοδηγείται από την τεχνολογία deepfake, ηχητικά ή βίντεο δηλαδή όπου κάποιος εμφανίζεται να λέει ή να κάνει πράγματα που ουδέποτε είπε ή έκανε.
«Σήμερα, οι φορείς απειλών χρησιμοποιούν εκστρατείες παραπληροφόρησης και
deepfake περιεχόμενο για να παραπληροφορήσουν το κοινό σχετικά με γεγονότα, να επηρεάσουν την πολιτική και τις εκλογές, για να συμβάλουν στην απάτη και για να χειραγωγήσουν μετόχους. Πολλοί οργανισμοί θεωρούν πλέον τα deepfake ως έναν ακόμη μεγαλύτερο δυνητικό κίνδυνο από ό,τι η κλοπή ταυτότητας. Η ανησυχία αυτή αοτυπώνεται και σε μια πρόσφατη έκθεση του Πανεπιστημίου College του Λονδίνου (UCL) που κατατάσσει την τεχνολογία deepfake ως μια από τις μεγαλύτερες απειλές που αντιμετωπίζει η κοινωνία σήμερα», επισημαίνει η έκθεση της Europol.
Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των απειλών που θέτει η τεχνολογία deepfake, η νομοθεσία και οι κανονισμοί πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες επιβολής του νόμου. Επιπλέον, τα κοινωνικά δίκτυα και άλλοι πάροχοι ηλεκτρονικών υπηρεσιών θα πρέπει να διαδραματίσουν μεγαλύτερο ρόλο στον εντοπισμό και την αφαίρεση του περιεχομένου deepfake από τις πλατφόρμες τους. Τέλος, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι Αρχές πρέπει να αξιολογήσουν τις τρέχουσες πολιτικές και πρακτικές τους και να τις προσαρμόσουν ώστε να είναι προετοιμασμένοι για τη νέα πραγματικότητα των deepfake, καταλήγει η έκθεση.