Γράφει ο Γεώργιος Εμ. Δημητράκης
Συνηθίζουμε να επαναλαμβάνουμε, ότι η οικονομική κρίση που ζούμε είναι απότοκος της ηθικής κρίσης, της καταβαράθρωσης των αρχών, των αξιών, των παραδόσεων, αυτής της έννοιας της αξιοπρέπειας, του αυτοσεβασμού και για εμάς κυρίως τους Έλληνας και του φιλότιμου. Η έννοια της Πατρίδας είναι συνάρτηση το κατά πόσο εμείς όλοι είμαστε αληθινοί και ειλικρινείς, αλλά και γνώστες των πραγμάτων και της Ιστορίας μας. Όλα αυτά είναι τα βασικά εκείνα χαρακτηριστικά τα οποία προστατεύουν ένα λαό και την πορεία μίας χώρας. Έχουμε επίσης τονίσει πολλές φορές, ότι η ρητορική σχετίζεται με την παραγωγή νοήματος. Δυστυχώς όμως εις την χώρα μας, η οποία διαθέτει πολυάριθμους ρήτορες, η ρητορική κατέληξε να είναι κενού περιεχομένου, επιφανειακή και χρησιμοποιεί την σύγχρονη επικοινωνία για να πείθει, να αποπροσανατολίζει και να παραπλανά τους πολίτες.
Η κρίση που βιώνει τώρα ο λαός μας δεν ήρθε από το πουθενά. Οφείλεται και εις την απώλεια της λογικής και την απομάκρυνσή μας από την πραγματικότητα. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά κρατούσαν επί δεκαετίες το λαό μας προσγειωμένο, αλλά και αυτάρκη, για να αντιμετωπίζει τις κρίσιμες περιόδους της ιστορίας του. Αυτά ήταν η δύναμη των Ελλήνων. Το 2008/09 έσπασε το σπυρί της κρίσης το οποίο από την δεκαετία της Μεταπολίτευσης άρχισε να δημιουργείται και να διογκώνεται από την βρωμιά κυρίως εσωτερικών παραγόντων, και να προσβάλλει το σώμα της Ελλάδος.
Οφείλουμε να γνωρίζουμε, αλλά και να εξηγήσουμε, γιατί μετά από τόσες διαπραγματεύσεις οι οποίες έφεραν τα επαχθή Μνημόνια, τα οποία διέλυσαν κυριολεκτικώς τον Ελληνικό Λαό και προσέβαλαν αυτήν την ανεξαρτησία της Πατρίδας μας, φθάσαμε τώρα εις την απελπιστική απόφαση προκήρυξης του Δημοψηφίσματος. Ως αποτέλεσμα της πρωτόγνωρης εις τα παγκόσμια χρονικά ανελέητης, εκβιαστικής συμπεριφοράς των δανειστών απέναντι της Πατρίδας μας, αυτού του τελείως τώρα εξαθλιωμένου από τα επαχθή Μνημόνια Λαού μας.
Η εξήγηση είναι ανεξάρτητη από κάθε ιδεολογία και κομματικό χρωματισμό, διότι για να είμαστε αντικειμενικοί, όλοι μας ανεξαρτήτως με το άλφα ή βήτα τρόπο π.χ. ιδεολογία ή κομματικό προσανατολισμό, αγαπάμε την Πατρίδα μας. Βασίζεται τώρα επάνω εις την λογική, ως μοναδικός κανόνας ανεύρεσης και προσέγγισης της αλήθειας, να μάθουμε επιτέλους αυτό το οποίο δεν γνωρίζουμε από την εποχή της Μεταπολίτευσης, ποία ήταν η πραγματικότητα και τι άλλαξε μετά, ώστε να φθάσουμε εις την χρεοκοπία. Αλλά και ποίος ευθύνεται για αυτό.
Βάσει υπαρχόντων στατιστικών στοιχείων, το έτος 1980, ένα έτος πριν από την ένταξη μας εις την Ευρωπαϊκή Ένωση (τότε ΕΟΚ), ο μέσος όρος αμοιβής ανήρχετο εις τις 800 δραχμές ημερησίως, δηλαδή 2.36 Ευρώ, ή 24.000 δρχ., π.χ. 71.00 Ευρώ τον μήνα. Ένα ποσό ικανό για την αξιοπρεπή διαβίωση κάθε Έλληνα και για την καταβολή ενός ενοικίου που τότε κόστιζε 4.000 δρχ. ή 11.80 Ευρώ τον μήνα. Η χώρα μας διέθετε μία πράγματι αξιόλογη αυτάρκεια και πρωτογενή παραγωγή, η οποία κάλυπτε σημαντικές ανάγκες του πληθυσμού και βελτίωνε την ποιότητα της καθημερινότητας κάθε πολίτη. Βάσει πάλιν στατιστικών στοιχείων, κατά το έτος 1980 ο αριθμός κυκλοφορούντων οχημάτων π.χ. τροχοφόρων κάθε μορφής δεν υπερέβαινε τις 750.000 σε όλη την επικράτεια.
Η πλήρης ένταξη της χώρας μας εις την Ευρωπαϊκή Ένωση και αργότερα εις την Ευρωζώνη ανέτρεψε δυστυχώς όλα αυτά τα δεδομένα, και αποτέλεσε την απαρχή της ολοκληρωτικής διολίσθησης της Πατρίδα μας, για τους κάτωθι λόγους.
Από το 1981 όλες οι κοινοτικές επιχορηγήσεις, προγράμματα και πακέτα π.χ. Ντελόρ κ.λ.π., τα οποία βάσει κοινοτικών οδηγιών, προορίζονταν για την ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής Οικονομίας, κατά το πλείστον χρησιμοποιήθηκαν για την δυσανάλογη αύξηση μισθών, αμοιβών, συντάξεων και παροχών πάσης φύσεως. Με το σκεπτικό την εξίσωση αυτών με τις πλούσιες χώρες του σκληρού πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα άρχισε να υποχωρεί επικίνδυνα η αγροτική οικονομία και πρωτογενής παραγωγή.
Εδώ τίθεται τώρα το εξής εύλογο ερώτημα. Γιατί οι προεξέχουσες και ισχυρές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης π.χ. Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, αλλά και οι Βρυξέλλες με τα Όργανα της δεν επενέβησαν για να σταματήσουν αυτή την παράβαση των Ευρωπαϊκών Κανόνων, αλλά και την διολίσθηση της χώρας μας, τα ΜΜΕ της οποίας αποκαλούσαν τότε τους Ευρωπαίους μάλιστα «κουτόφραγκους»;. Η απάντηση είναι, ότι όλες οι χώρες αυτές γνώριζαν τα πάντα, προσποιούμενοι μάλιστα ότι ανέχονταν τις παραβάσεις εκ μέρους των ελληνικών κυβερνήσεων και του πολιτικού συστήματος, διότι η ολοκληρωτική τώρα μεταμόρφωση των Ελλήνων σε άκρως καταναλωτική κοινωνία εξυπηρετούσε την τεράστια εξαγωγή βιομηχανικών προϊόντων των προαναφερθέντων χωρών, τα οποία κατέκλυσαν εντός ολίγων ετών την Πατρίδα μας. Και τα οποία μπορούσαν να αγοράζουν τώρα οι Έλληνες με πλασματικούς μισθούς, αμοιβές, συντάξεις οι οποίες ανέδειξαν τώρα αυτούς «ισάξιους» προς τους Ευρωπαίους.
Εκατοντάδες δισεκατομμύρια διετέθησαν για την εισαγωγή βιομηχανικών προϊόντων π.χ. εκατομμύρια ηλεκτρικές συσκευές, ο δε αριθμός των κυκλοφορούντων οχημάτων δεκαπλασιάστηκε και ανήλθε εις τα 8 εκατομμύρια. Η υπερκατανάλωση με την έξαρση της εισαγωγής βιομηχανικών προϊόντων είχε τις κάτωθι συνέπειες. Την ανάπτυξη και εξασφάλιση των θέσεων εργασίας εις τις προαναφερθέντες χώρες και τον υπερπλουτισμό αυτών. Τον επιπρόσθετο υπερδανεισμό της χώρας μας από διεθνείς τράπεζες. Την απαρχή της διασπάθισης δημοσίου χρήματος, την έξαρση της διαφθοράς, διαπλοκής και σκανδάλων. Την οπισθοχώρηση σε επικίνδυνο βαθμό των ελληνικών επιχειρήσεων ή φυγή εις τις όμορες χώρες με την παράλληλη μείωση της αγροτικής και πρωτογενής παραγωγής. Εις το τέλος και την χρεοκοπία της χώρας μας.
Όλα αυτά, θα μου πείτε, είναι τώρα γνωστά. Όπως γνωστή, θα πρέπει να είναι, και η εμμονή των δανειστών π.χ. «Ευρωπαίων Εταίρων» μας να επανέλθουμε εις την δεκαετία του 1970/80, όπως έχω τονίσει σε ένα πρόσφατο άρθρο μου, με μισθούς και συντάξεις των 200-300 ευρώ. Για να παράγουμε αγροτικά προϊόντα σε πολύ χαμηλό κόστος, τα οποία θα προωθούνται εις την Ευρωπαϊκή Ένωση. Διότι οι «κουτόφραγκοι» όχι μόνον κερδοσκόπησαν εις βάρος των Ελλήνων, εξαιτίας των λαθών των Κυβερνώντων και του πολιτικού συστήματος, αλλά από πάνω τώρα εκδικούνται, εκβιάζουν και τιμωρούνε.
Υποσημείωση: Ο αρθρογράφος διαμένει εις την Ξάνθη. Σπούδασε Πολιτικές-Οικονομικές Επιστήμες και Κοινωνιολογία στη Βόννη και Ιστορία και Πολιτιστική κληρονομιά στην Αθήνα. Διετέλεσε επί 5 χρόνια υπάλληλος της Ομοσπονδιακής Βουλής της Γερμανίας.