Λογιστές και πρόσωπα που έχουν απασχολήσει και στο παρελθόν τις αρχές βρίσκονται πίσω από την πολυμελή εγκληματική οργάνωση που εξάρθρωσε η οικονομική αστυνομία. Τα μέλη της, διαθέτοντας την απαραίτητη τεχνογνωσία προχωρούσαν στη σύσταση εταιρειών, υπέκλεπταν στοιχεία προσώπων, και αποκτούσαν κωδικούς πρόσβασης στο taxisnet και παρουσία στο ΓΕΜΗ. Με τις κινήσεις αυτές για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα περνούσαν απαρατήρητοι από όλες τις αρχές και την εφορία υφαρπάζοντας τον ΦΠΑ, επιστρεπτέες προκαταβολές, ενώ στο στόχαστρο τους είχαν μπει και οι κοινοτικές επιδοτήσεις. Μάλιστα σε ένα δίμηνο σύστησαν επιπλέον 30 επιχειρήσεις με στόχο να διεκδικήσουν κοινοτικά κονδύλια.
Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση, οι 11 συλληφθέντες και άλλα 23 άτομα που συμπεριλαμβάνονται στη δικογραφία είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική οργάνωση με διάρκεια και συγκεκριμένη δομή και οργάνωση, με σκοπό τη συγκάλυψη της μη απόδοσης Φ.Π.Α. ή της παράνομης θεμελίωσης δικαιώματος επιστροφής Φ.Π.Α., την είσπραξη παράνομου οικονομικού όφελος και την παρακράτηση παράνομων οικονομικών ενισχύσεων από τα ταμεία του ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω ανύπαρκτων εταιριών εμπορίας προϊόντων τεχνολογίας ή νομικών οντοτήτων που έχουν τα χαρακτηρίστηκα του “εξαφανισμένου εμπόρου”.
Το εντυπωσιακό είναι ότι είχαν ανοίξει 131 και πραγματοποιώντας 52.539 τραπεζικές συναλλαγές, μετέφεραν τα ποσά που εισέπραξαν από 133 επιστρεπτέες προκαταβολές και 44 επιστροφές Φ.Π.Α. σε λογαριασμούς εταιριών που εδρεύουν σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δραστηριοποιούνται στο εμπόριο συσκευών τεχνολογίας. Επίσης, προέβαιναν στην αγορά πολυτελών οχημάτων και προϊόντων τεχνολογίας.
Aπό τις έρευνες της οικονομικής αστυνομίας διαπιστώθηκε ότι η οργάνωση διέπραττε φορολογικές απάτες, με λεία άνω των 15 εκατ. ευρώ.
Επίσης, χρησιμοποιούσαν πλαστά έγγραφα και ψευδείς δηλώσεις για τη σύσταση των εταιρειών, ενώ υπέβαλαν ψευδείς δηλώσεις μισθωτηρίων στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Δήλωναν ως έδρα των εταιρειών χώρους στους οποίους δεν εμφανίζονταν και δεν είχαν εμπορική δραστηριότητα.
Χρησιμοποιούσαν “μπροστινούς” ή στοιχεία φυσικών προσώπων ως διαχειριστές ή εκπροσώπους των εταιρειών. Μέσω των στοιχείων αυτών, απέδιδαν ΑΦΜ και αποκτούσαν κωδικούς taxisnet, καταχωρούσαν τα στοιχεία στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, δήλωναν σε ηλεκτρονικές πλατφόρμες δήθεν μισθώσεις επαγγελματικών χώρων-εδρών των εταιρειών, υπέβαλαν φορολογικές δηλώσεις και αιτούνταν τις σχετικές αιτήσεις χορήγησης ενισχύσεων για επιστρεπτέα προκαταβολή.
Ως προς την απάτη που αφορά στον Φ.Π.Α., οι εταιρείες που διαχειρίζονταν τα μέλη, εξέδωσαν εικονικά παραστατικά αξίας Φ.Π.Α. 16.000.426 ευρώ και έλαβαν εικονικά παραστατικά αξίας 13.545.119 ευρώ, για συναλλαγές στο εσωτερικό και για ενδοκοινοτικές παραδόσεις, ενώ πραγματοποιούσαν τις αντίστοιχες τραπεζικές καταβολές για την προσχηματική εξόφληση της αξίας των εικονικών τιμολογίων και υπέβαλαν ψευδείς δηλώσεις Φ.Π.Α. Μέσω αυτής της διαδικασίας, τα μέλη εισέπραξαν συνολικά 5.426.106 ευρώ, ως επιστροφή Φ.Π.Α. για εικονικές παραδόσεις εμπορευμάτων, ενώ όπως προέκυψε, εισήγαγαν από κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προϊόντα αξίας 70.000.000 ευρώ, καταφέρνοντας να οικειοποιηθούν τον αναλογούντα Φ.Π.Α. αξίας 13.548.387 ευρώ.
Πηγή capital.gr