Του Φιλίππου Σαχινίδη
Η απόφαση της Ε.Ε. για τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι οικονομικές συνέπειες της κρίσης πανδημίας είναι ένα σημαντικό βήμα. Οι καθυστερήσεις όμως στην εξειδίκευση των στοιχείων του και οι αντικρουόμενες δηλώσεις σημαντικών παραγόντων της ευρωπαϊκής πολιτικής δημιουργούν παρανοήσεις για το τι πραγματικά είναι και τι δεν είναι το Ταμείο Ανάκαμψης.
Οι παρανοήσεις αυτές πρέπει να αποσαφηνιστούν σύντομα. Ετσι, θα διασφαλίσουμε ότι οι πόροι που δικαιούται η Ελλάδα θα αξιοποιηθούν αποτελεσματικά. Τέλος, ως χώρα πρέπει να πάρουμε θέση στη συζήτηση για το μέλλον του Ταμείου Ανάκαμψης.
Το Ταμείο Ανάκαμψης δεν είναι δημοσιονομικό εργαλείο για την αντιμετώπιση των βραχυπρόθεσμων συνεπειών της κρίσης πανδημίας που οδήγησε σε βαθιά ύφεση τις οικονομίες της Ε.Ε.
Πρώτον, γιατί το μέγεθός του είναι σχετικά μικρό: 0,8% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ ανά έτος για τα επόμενα έξι έτη. Δεύτερον, γιατί η εκταμίευση των πόρων είναι αργή με αυστηρές προϋποθέσεις και οπισθοβαρής. Ετσι, η συνεισφορά του στην επανεκκίνηση των οικονομιών είναι περιορισμένη. Τρίτον, γιατί αν κρίνουμε από την εμπειρία της εκταμίευσης πόρων από το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο πολλές χώρες δεν καταφέρνουν να εκταμιεύσουν το σύνολο των πόρων που δικαιούνται. Τέταρτον, γιατί είναι έκτακτο εργαλείο με ημερομηνία λήξης το 2026.
Για τον λόγο αυτό από την έναρξη της κρίσης, οι οικονομίες των χωρών της Ε.Ε. στηρίζονται αποκλειστικά από τους εθνικούς προϋπολογισμούς. Για να διευκολυνθούν η Ε.Ε. ανέστειλε την εφαρμογή του Συμφώνου Ανάπτυξης και Σταθερότητας το 2020 και πιθανότατα το 2021. Οι χώρες που έχουν μεγάλο δημοσιονομικό χώρο κινήθηκαν πιο επεκτατικά σε σχέση με χώρες, όπως η Ελλάδα, που έχουν περιορισμένο.
Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης θα είναι διαθέσιμοι προς εκταμίευση από τον Ιούνιο του 2021 και μετά. Οι χώρες για να τους διεκδικήσουν θα πρέπει να καταθέσουν προγράμματα συμβατά με τις κατευθυντήριες οδηγίες του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου σχετικά με τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, αλλά και με τις στοχεύσεις που έθεσε η Ε.Ε.
Πρέπει δηλαδή να κατευθύνουν τους πόρους σε προγράμματα που αφορούν τη μετάβαση στην Πράσινη Οικονομία, την ψηφιοποίηση του δημόσιου τομέα και της Οικονομίας, την ενίσχυση του τομέα της Υγείας και της ανθεκτικότητας της Οικονομίας. Επομένως το Ταμείο Ανάκαμψης είναι ένα δημοσιονομικό εργαλείο που στοχεύει κυρίως στην αναδιάρθρωση των οικονομιών.
Οικονομολόγοι της ΕΚΤ σε άρθρο τους πρότειναν την καθιέρωση του Ταμείου Ανάκαμψης ως μόνιμου δημοσιονομικού εργαλείου της Ε.Ε. Ετσι, θα υπάρχει ένα δημοσιονομικό εργαλείο για να στηρίξει τις οικονομίες στο ενδεχόμενο μιας νέας συμμετρικής κρίσης με ασύμμετρες συνέπειες. Επιπρόσθετα, η εμπειρία έδειξε ότι σε μια τέτοια κρίση η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ από μόνη της δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική αν δεν συνδυάζεται με μια ισχυρή δημοσιονομική παρέμβαση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ο μετασχηματισμός αυτός, παρά την υποστήριξη που έχει από τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας κ. Σολτς, δεν έχει την υποστήριξη των χωρών του Βορρά. Για χώρες όπως η Ελλάδα είναι ανάγκη, πέρα από την αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων και των στόχων για πρωτογενή ελλείμματα, να καθιερωθεί το Ταμείο Ανάκαμψης ως σταθεροποιητικό δημοσιονομικό εργαλείο της Ε.Ε.
Στην παρούσα συγκυρία, η Ελλάδα μπορεί να διεκδικήσει 30,2 δισ. σε επιχορηγήσεις και δάνεια. Το ποσόν των επιχορηγήσεων (17,7 δισ.) αν αξιοποιηθεί σωστά μπορεί να συνεισφέρει στην αναδιάρθρωση της Οικονομίας και στην ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής. Ετσι, η χώρα θα διασφαλίσει πιο υψηλό μέσο ρυθμό ανάπτυξης και η Οικονομία θα είναι πιο ανθεκτική σε μια μελλοντική κρίση. Η ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής θα θέσει υπό έλεγχο την δυναμική του δημόσιου χρέους που θα ξεπεράσει το 200% του ΑΕΠ.
Αυτή είναι μια μεγάλη πρόκληση για τη χώρα που βίωσε την τελευταία δεκαετία τη μεγαλύτερη σε ένταση και διάρκεια κρίση της μεταπολεμικής περιόδου. Ελλείψεις στον σχεδιασμό της χρήσης των πόρων από πλευράς Ελλάδος θα δημιουργήσουν μεγάλες καθυστερήσεις στην υλοποίηση των δράσεων. Η εμπειρία από την απορρόφηση των κοινοτικών πόρων διδάσκει ότι η κυβέρνηση μπορεί να προτεραιοποιήσει δράσεις ώριμες προκειμένου να μη χαθούν.
Αν η κυβέρνηση της Ν.Δ. υποκύψει στη λογική δράσεων πελατειακών ή βραχυπρόθεσμης αποτελεσματικότητας, τότε σύντομα θα βρεθούμε αντιμέτωποι με νέα οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα. Το Κίνημα Αλλαγής κατέθεσε τις προτάσεις του για το πού πρέπει να πάνε οι πόροι. Είναι χρέος της κυβέρνησης, της αντιπολίτευσης και των κοινωνικών εταίρων να συνεισφέρουν με τις προτάσεις τους ώστε η χώρα να μη χάσει τη μεγάλη ευκαιρία για να πετύχει την ενίσχυση της δυναμικής της Οικονομίας με στόχο την πλήρη απασχόληση και τη μείωση των ανισοτήτων.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών