Να χτίσει πάνω στην πρόοδο της τελευταίας δεκαετίας ζητά από την επόμενη κυβέρνηση το editorial των Financial Times. Τα θεμέλια που έβαλαν διαδοχικές κυβερνήσεις, η ταχεία σημερινή ανάπτυξη και το σκάνδαλο των υποκλοπών.
Το 2015 η Ελλάδα βρισκόταν στα πρόθυρα της οικονομικής καταστροφής.
Στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης το χρέος της εκτινάχθηκε και υποβαθμίστηκε σε «σκουπίδι».
Η λεγόμενη τρόικα των θεσμών — το ΔΝΤ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα — προσπαθούσε απεγνωσμένα να μην την αφήσει να βουλιάξει και τα σενάρια για πιθανή αποχώρησή της από την ευρωζώνη είχαν φουντώσει. Τώρα, είναι μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στο μπλοκ και ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας αναμένει ότι θα ανακτήσει φέτος την επενδυτική βαθμίδα.
Η ανάκαμψη αυτή πρέπει να επαινεθεί, αλλά με την Ελλάδα να οδεύει προς τις κάλπες την Κυριακή, είναι ζωτικής σημασίας η επόμενη κυβέρνηση να χτίσει πάνω στην πρόοδο που σημειώθηκε με πολύ κόπο.
Τα θεμέλια για την οικονομική αναζωογόνηση σφυρηλατήθηκαν από διαδοχικές κυβερνήσεις που επέβαλαν μέτρα λιτότητας – τα οποία περιλάμβαναν μεταξύ άλλων αυξήσεις φόρων, περιορισμό του μισθολογικού κόστους στον δημόσιο τομέα και μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος – για να ικανοποιηθούν οι όροι των πακέτων διάσωσης. Το 2018, η Ελλάδα εγκατέλειψε το τρίτο και τελευταίο πρόγραμμα διάσωσης και το περασμένο καλοκαίρι βγήκε από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας.
Αν και η πανδημία οδήγησε σε αύξηση του χρέους, πέρυσι ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ της Ελλάδας μειώθηκε κατά περισσότερες από 20 ποσοστιαίες μονάδες και η κυβέρνηση πέτυχε ένα μικρό πρωτογενές πλεόνασμα. Η δημοσιονομική αυτή σύνεση είχε σαν αποτέλεσμα το spread του ελληνικού χρέους έναντι του γερμανικού να καταγράψει μεγάλη πτώση σε σχέση με το απόγειο της κρίσης χρέους της ευρωζώνης και να βρίσκεται πλέον κοντά σε αυτό της Ιταλίας.
Από το 2019, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, αρχηγός του κυβερνώντος κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, επιβλέπει μια φιλική προς τις επιχειρήσεις και σχετικά ορθόδοξη διαχείριση της οικονομίας. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις και οι εξαγωγές έχουν αυξηθεί σημαντικά. Το ΑΕΠ βρίσκεται τώρα 6,4 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το προ πανδημίας επίπεδό του.
Όμως, η χώρα δεν πρέπει να τυλφωθεί από την επιτυχία που έχει σημειωθεί ως τώρα και να αγνοήσει τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται στο μέλλον. Η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει το υψηλότερο φορτίο χρέους στην ευρωζώνη και το ΑΕΠ εξακολουθεί να είναι περίπου κατά ένα πέμπτο μικρότερο από το 2008. Μεγάλο μέρος της πρόσφατης βελτίωσης των μετρήσεων του χρέους οφείλεται στον υψηλό πληθωρισμό. Το σημερινό υψηλό κόστος ζωής έχει επιδεινώσει την ήδη δύσκολη οικονομική κατάσταση των Ελλήνων μετά από χρόνια λιτότητας: το ποσοστό των ανθρώπων που κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό είναι ένα από τα υψηλότερα στην ΕΕ.
Το σκάνδαλο των υποκλοπών, στο οποίο οι υπηρεσίες ασφαλείας, υπό την επίβλεψη του ανιψιού του Μητσοτάκη, κατασκόπευαν πολιτικούς και δημοσιογράφους, αμαύρωσε τη φήμη του πρωθυπουργού και υπογράμμισε τα προβλήματα της Ελλάδας όσον αφορά το κράτος δικαίου. Η κυβέρνηση έχει επίσης κατηγορηθεί για παράνομες επαναπροωθήσεις προσφύγων στα σύνορά της και ότι ευθύνεται για έναν ανησυχητικό περιορισμό της πολυφωνίας στα μέσα ενημέρωσης. Ένα πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα ανέδειξε την άθλια κατάσταση στην οποία βρίσκονται ορισμένες δημόσιες υπηρεσίες και υποδομές.
Οι εκλογές της Κυριακής θα φέρουν επίσης και έναν βαθμό πολιτικής αβεβαιότητας. Το συντηρητικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας δεν αναμένεται να συγκεντρώσει την πλειοψηφία των ψήφων που απαιτούνται για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Η Ελλάδα πιθανότατα θα επιστρέψει στις κάλπες το καλοκαίρι, όταν η ΝΔ ενδέχεται να αναγκαστεί να σχηματίσει συνασπισμό με το κυρίαρχο κόμμα της κεντροαριστεράς, το ΠΑΣΟΚ. Ο ΣΥΡΙΖΑ, το ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, πιέζει για μια πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική για την αντιμετώπιση κοινωνικών ζητημάτων. Δεν είναι σαφές πόσο μακριά θα φτάσει.
Όποιος έρθει στην εξουσία θα πρέπει να χτίσει πάνω στα κέρδη της περασμένης δεκαετίας. Η σχετικά μεγάλη διάρκεια του χρέους της χώρας και τα 30,5 δισ. ευρώ που πρόκειται να λάβει από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ε.Ε. έως το 2026 δίνουν στην Ελλάδα μια μοναδική ευκαιρία για να ενισχύσει την οικονομία της και να μειώσει περαιτέρω το χρέος. Η διαφοροποίηση της οικονομίας πέρα από τον τουρισμό, η ώθηση της μακροπρόθεσμης αύξησης των κεφαλαιακών επενδύσεων και οι ευρύτερες μεταρρυθμίσεις στις δημόσιες υπηρεσίες και τη δικαιοσύνη πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητες.