Έχουμε πια φτάσει σε εκείνο το σημείο του πολέμου της Ουκρανίας για το οποίο οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Δύσης και ήλπιζαν και ανησυχούσαν εδώ και πολλούς μήνες.
Ενώ έπαιρναν την απόφαση να προμηθεύσουν την Ουκρανία με τους πυραύλους εκείνους που άλλαξαν την πορεία του πολέμου, οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ αντιλαμβάνονταν πως η επιλογή τους ήταν ένα δίκοπο μαχαίρι. Όπως το έθεσε ένας εξ αυτών τον Μάιο, «όσο καλύτερα τα πάνε οι Ουκρανοί, τόσο πιο επικίνδυνη θα γίνει η κατάσταση».
Αυτή η στιγμή της αυξημένης ευκαιρίας και του αυξημένου κινδύνου, έφτασε. Μετά από μια σειρά ρωσικών ηττών, ο Βλάντιμιρ Πούτιν κήρυξε μερική επιστράτευση και για μια ακόμα φορά απείλησε να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα.
Πολλοί δυτικοί ειδήμονες θεωρούν πως ο Πούτιν μπλοφάρει. Αλλά οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής είναι πιο προσεκτικοί. Αυτό το Σαββατοκύριακο ο Τζέικ Σάλιββαν, σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του προέδρου Τζο Μπάιντεν, επανέλαβε πως οι πυρηνικές προειδοποιήσεις του Κρεμλίνου είναι «ζήτημα που πρέπει να πάρουμε απόλυτα σοβαρά».
Η πιθανότητα πυρηνικού πολέμου πάντα υπήρχε στους υπολογισμούς του Λευκού Οίκου. Αυτό ήταν καλό, δεδομένου ότι ένας λάθος υπολογισμός θα μπορούσε να οδηγήσει σε Αρμαγεδδώνα.
Αυτοί που επιμένουν πως ο Πούτιν μπλοφάρει, υποστηρίζουν πως η χρήση πυρηνικών θα ήταν προφανώς ανοησία. Ένα τακτικό πυρηνικό πλήγμα εναντίον της Ουκρανίας θα μόλυνε την περιοχή που ισχυρίζεται πως απελευθερώνει –και πιθανότατα και την ίδια τη Ρωσία. Θα οδηγούσε επίσης σε αντίποινα από το ΝΑΤΟ. Ακόμα περισσότερο εάν δέχονταν επίθεση ένα μέλος του ΝΑΤΟ.
Αλλά ο Πούτιν είναι στριμωγμένος στη γωνία. Είναι επίσης ανήθικος και ριψοκίνδυνος. Η χρήση ενός πυρηνικού όπλου είναι σαφές πως δεν είναι η πρώτη του επιλογή. Αλλά μπορεί να είναι η τελευταία του ζαριά –εάν η εναλλακτική είναι ο εξευτελισμός και η ήττα.
Σε μια κατάσταση απελπισίας, ο Πούτιν μπορεί να ελπίζει πως η χρήση πυρηνικών όπλων θα είναι ένα τέτοιο βαθύ σοκ για τη Δύση που θα αναγκάσει την πραγματοποίηση διαπραγματεύσεων και τις υποχωρήσεις. Η θεωρεία πως η χρήση πυρηνικών όπλων μπορεί να αναγκάσει έναν εχθρό να κάνει πίσω είναι μέρος του ρωσικού στρατιωτικού δόγματος και είναι γνωστό ως «κλιμάκωση για να υπάρξει αποκλιμάκωση». Οι ΗΠΑ έχουν προειδοποιήσει τον Πούτιν πως η χρήση πυρηνικών όπλων θα έχει «καταστροφικές» επιπτώσεις για τη Ρωσία. Αλλά στη Ρωσία -όπως και στη Δύση- υπάρχουν πολλοί που επιμένουν πως η άλλη πλευρά μπλοφάρει.
Ακόμα και εκείνοι οι δυτικοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής που παίρνουν πολύ στα σοβαρά τις πυρηνικές απειλές του Πούτιν, παραμένουν αποφασισμένοι πως δεν πρέπει να επιτραπεί στη Ρωσία να χρησιμοποιήσει τον πυρηνικό εκβιασμό για να αναγκάσει τη Δύση να σταματήσει να υποστηρίζει την Ουκρανία. Αυτό κάνει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να ακροβατούν σε ένα πολύ επικίνδυνο σκοινί. Ο στόχος είναι να δοθεί αρκετή υποστήριξη στην Ουκρανία για μπορέσει το Κίεβο να νικήσει τις ρωσικές δυνάμεις χωρίς να μπει σε πειρασμό το Κρεμλίνο να χρησιμοποιήσει πυρηνικά.
Η δυσκολία με αυτή την πολιτική είναι πως παλεύει να απαντήσει στο ερώτημα πώς ακριβώς βλέπουμε να τελειώνει αυτός ο πόλεμος. Υπάρχει πολλή συζήτηση στη Δύση αναφορικά με την ανάγκη ρωσικής ήττας. Με αυτό, όμως, λίγοι είναι αυτοί που εννοούν την άνευ όρων παράδοση. Αντιθέτως, ο πόλεμος θα πρέπει να λήξει με μια διαπραγματευμένη ειρήνη, είτε με το καθεστώς του Πούτιν είτε με τον διάδοχό του.
Οι πολεμικοί στόχοι του Ρώσου προέδρου έχουν ήδη συρρικνωθεί με υποσχόμενο τρόπο. Ξεκίνησε με τον στόχο της ανατροπής της κυβέρνησης του Β. Ζελένσκι, αλλά τώρα ορίζει ως στόχο την «απελευθέρωση» της Ντονμπάς.
Οι ΗΠΑ και οι δυτικοί σύμμαχοί τους λένε πως η Ρωσία πρέπει να αναγκαστεί να υποχωρήσει ακόμα περισσότερο -τουλάχιστον πίσω από τις γραμμές απ’ όπου εισέβαλε. Η ουκρανική κυβέρνηση, εν τω μεταξύ, επιμένει πως η Ρωσία πρέπει να φύγει από όλα τα κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη. Αυτό συμπεριλαμβάνει τα μέρη της Ντονμπάς που η Ρωσία ήδη είχε καταλάβει πριν την εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου καθώς και την Κριμαία, την οποία προσάρτησε το 2014.
Είναι δύσκολο να φανταστούμε πως ο Πούτιν θα δεχθεί ακόμα και τη λιγότερο σκλυροπυρηνική δυτική θέση, αφού αυτό θα σήμαινε πως θυσίασε χιλιάδες ζωές χωρίς να κερδίσει απολύτως τίποτα. Με τις ουκρανικές δυνάμεις να προελαύνουν, το Κίεβο επίσης δεν βιάζεται να πάει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Το στάτους του ήρωα που αυτή τη στιγμή απολαμβάνει ο Ζελένσκι -σε συνδυασμό με τον αποτροπιασμό προς τη Ρωσία- επίσης καθιστά δύσκολο οποιαδήποτε δυτική κυβέρνηση να πιέσει το Κίεβο να διαπραγματευτεί τώρα.
Θα μπορούσε ο Πούτιν απλώς να τα μαζέψει και να φύγει; Υπάρχουν παραδείγματα μεγάλων δυνάμεων να ηττώνται στον πόλεμο, χωρίς να χρησιμοποιούν τα πυρηνικά τους όπλα. Συνέβη με την αμερικανική απόσυρση από το Βιετνάμ το 1973 και τη Σοβιετική απόσυρση από το Αφγανιστάν το 1988. Αλλά σε κάθε περίπτωση οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ άφησαν πίσω φιλικά, αν και βραχύβια, καθεστώτα στην Σαϊγκόν και την Καμπούλ. Και ούτε η Ουάσινγκτον, ούτε η Μόσχα θεώρησαν αυτούς τους πικρούς πολέμους ως υπαρξιακούς.
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία να πηγαίνει στραβά και με τους στρατεύσιμους να αντιστέκονται στην επιστράτευση, το φάντασμα που αρχίζει να στοιχειώνει τη Ρωσία είναι αυτό του 1917, όταν η στρατιωτική ήττα οδήγησε στην επανάσταση. Αλλά το πραξικόπημα τον Μπολσεβίκων, ο εμφύλιος πόλεμος και η δικτατορία των Σταλινιστών υπογραμμίζουν πως οι εσωτερικές αναταραχές στη Ρωσία ενέχουν τους δικούς τους κινδύνους.
Ένας πιο ευχάριστος, μη ρωσικός παραλληλισμός μπορεί να είναι η Αργεντινή του 1982, όταν η ήττα στον πόλεμο των Φόκλαντ ντρόπιασε το στρατιωτικό καθεστώς που εξαπέλυσε την εισβολή. Η χούντα κατέρρευσε και η δημοκρατία πήρε τη θέση της. Αλλά η χούντα της Αργεντινής ήταν λιγότερο δυνατή από το καθεστώς του Πούτιν και δεν είχε μια πυρηνική επιλογή.
Παρ’ ολ’ αυτά, πολλοί στη Δύση ελπίζουν σε κάποια εκδοχή του αποτελέσματος της Αργεντινής -μια ήττα για τον Πούτιν και ακολούθως ανάδυση μιας πιο φιλικής και υποχωρητικής ρωσικής κυβέρνησης. Αυτό θα ήταν αναμφίβολα θαυμάσιο. Αλλά το να ελπίζουμε για κάτι δεν το καθιστά και πιο πιθανό.
Και τα περισσότερα από τα εναλλακτικά αποτελέσματα κυμαίνονται μεταξύ του ζοφερού και του καταστροφικού.