«Πολλοί οικονομολόγοι στις ΗΠΑ και στη νότια Ευρώπη υποστήριξαν ότι η κρίση θα μπορούσε να επιλυθεί μόνο με μια επίσημη διαγραφή του ελληνικού χρέους –ενώ τάχθηκαν και υπέρ της άποψης πως οι Γερμανοί τραπεζίτες ήταν αυτοί που έφταιγαν για την κρίση και όχι οι Έλληνες συνταξιούχοι», γράφουν οι Financial Times και προσθέτουν: «Αλλά η κ. Μέρκελ γνώριζε πως εντός της Γερμανίας το επιχείρημα ότι οι σκληρά εργαζόμενοι Γερμανοί δεν έπρεπε να κληθούν να διαγράψουν τα χρέη των σπάταλων Ελλήνων ήταν πολύ ισχυρό για να ανατραπεί. Μπορούσε να επιτύχει πρόοδο στην αντιμετώπιση της κρίσης μόνο αν σεβόταν βασικές ιδέες για την προσπάθεια και την ανταμοιβή».
Σύμφωνα με την βρετανική εφημερίδα, «οι Γερμανοί έχουν δίκιο: τα οικονομικά θα έπρεπε να αποτελούν κομμάτι της ηθικής φιλοσοφίας –η οικονομική πολιτική δεν πρέπει να αφορά μόνο την ανάπτυξη αλλά και τη δικαιοσύνη. Μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση οι «παγκοσμιστές» (ένας όρος που χρησιμοποιεί ο Ντόναλτ Τραμπ) άρχισαν να χάνουν στο μέτωπο των ηθικών επιχειρημάτων: το γεγονός ότι οι τράπεζες διασώθηκαν την ώρα που το επίπεδο διαβίωσης έμενε στάσιμο, προσέβαλε το αίσθημα δικαιοσύνης πολλών ψηφοφόρων».
Οι Financial Times προειδοποιούν μάλιστα ότι «η πίστη πως το οικονομικό σύστημα είναι άδικο έχει οδηγήσει στην άνοδο του ακροδεξιού και ακροαριστερού λαϊκισμού σε ολόκληρη τη Δύση… Μια ολόκληρη γενιά δυτικών πολιτικών έχει μεγαλώσει με το σλόγκαν του Κλίντον ‘είναι η οικονομία, ηλίθιε’. Αλλά στη σημερινή πολιτική, «η οικονομία δεν έχει να κάνει με την ανάπτυξη. Έχει να κάνει και με τη δικαιοσύνη».