Σταθερή σε «ΒΒ» διατήρησε την αξιολόγηση της μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδος, ο οίκος αξιολογήσης Fitch Ratings, ενώ διατήρησε σταθερές και τις προοπτικές.
Όπως αναφέρει ο οίκος, οι βαθμολογίες της Ελλάδας αντικατοπτρίζουν τα υψηλά κατά κεφαλήν εισοδήματος επίπεδα , τα οποία υπερβαίνουν κατά πολύ τη διαβάθμιση «BB» και «BBB», ενώ και οι βαθμολογίες της διακυβέρνησης είναι υψηλότερες από τις περισσότερες χώρες με παρόμοια αξιολόγηση.
Αυτά τα πλεονεκτήματα αντισταθμίζονται από την αδύναμη μεσοπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική, ένα εξαιρετικά υψηλό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) στον τραπεζικό τομέα και τα πολύ υψηλά αποθέματα χρέους της γενικής κυβέρνησης και του καθαρού εξωτερικού χρέους.
Το σταθερό outlook αντικατοπτρίζει το βαθμό εμπιστοσύνης στη βιωσιμότητα των δημοσιονομικών, μετά το γενικευμένο σοκ στα δημοσιονομικά και την οικονομική ανάπτυξη από την πανδημίατου COVID-19 φέτος.
Ο αμερικανικός οίκος αναμένει η ελληνική οικονομία να συρρικνωθεί κατά 7,9% σε πραγματικούς όρους το 2020, για να ανακάμψει το 2021 κατά 5,1%, αν και ο ρυθμός της ανάκαμψης είναι πολύ αβέβαιος και υπάρχουν σημαντικοί κίνδυνοι για τις προβλέψεις, ειδικά σε περίπτωση νέου κύματος κορωνοϊού.
Ο Fitch εκτιμά ότι ο συνδυασμός μέτρων πολιτικής για την αντιμετώπιση του αντίκτυπου της πανδημίας, των σταθεροποιητών και της χαμηλότερης οικονομικής δραστηριότητας θα έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή του ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης από πλεόνασμα 1,9% του ΑΕΠ το 2019 σε έλλειμμα 7,8% του ΑΕΠ φέτος.
Εκτιμούμε ότι τα δημοσιονομικά μέτρα που θα αυξήσουν το έλλειμμα φέτος αντιπροσωπεύουν άμεσα περίπου το 6% του ΑΕΠ, ενώ αναμένουμε το έλλειμμα να μειωθεί το 2021 και το 2022, σε 5,1% και 3,4%, αντίστοιχα, αν και ο ρυθμός μείωσης του ελλείμματος είναι πολύ αβέβαιος, τονίζεται στην έκθεση.
Επιπλέον, η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας να αποφασίσει υπέρ των συνταξιούχων που άσκησαν έφεση κατά των περικοπών των συντάξεων μετά το 2012 θα επηρεάσει τα μελλοντικά αποτελέσματα των δημόσιων οικονομικών με πιθανό αντίκτυπο 0,5% στις προβλέψεις για κάθε μία από τις χρονιές 2021 και 2022.
Πρόσφατες πρωτοβουλίες σε επίπεδο ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του σχεδίου ανάκαμψης για την Ευρώπη που συμφωνήθηκε στη σύνοδο κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 21 Ιουλίου, ενδέχεται να περιορίσουν την αναμενόμενη επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών, να χρηματοδοτήσουν ορισμένα από τα κυβερνητικά προγράμματα στήριξης και να συμβάλουν θετικά στη μελλοντική οικονομική ανάπτυξη. Ο τελικός βαθμός, ο σχεδιασμός και ο χρόνος αυτών των πρωτοβουλιών είναι αβέβαιοι και δεν έχουν ακόμη ληφθεί υπόψη στα δημόσια οικονομικά μας ή στις μακροοικονομικές προβλέψεις.
Η αύξηση του δανεισμού φέτος, θα οδηγήσει σε αντιστροφή της μείωσης του δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ που παρατηρήθηκε πέρυσι.
Η Fitch αναμένει ο δείκτης χρέους να αυξηθεί από 176,6% στα τέλη του 2019 σε 197% το 2020, πριν μειωθεί τα επόμενα δύο χρόνια, σε 185% το 2022.
Αν και το δημόσιο χρέος της Ελλάδας είναι και θα παραμείνει πολύ υψηλό για μια παρατεταμένη περίοδο, υπάρχουν παράγοντες που υποστηρίζουν τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, υπογραμμίζει ο οίκος.
Επιπλέον, το σημαντικότερο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει συμπεριλάβει ομόλογα ελληνικού δημοσίου στο πρόγραμμα πανδημίας έκτακτης ανάγκης (PEPP), σε αντίθεση με τα περισσότερα προηγούμενα σχέδια αγοράς περιουσιακών στοιχείων –αφορά 16% του ΑΕΠ σε αγορές ομολόγων της Ελλάδας, σύμφωνα με τη Fitch.
Ο τραπεζικός τομέας παραμένει αδύναμος και η πρόσφατη θετική πρόοδος στις μετρήσεις ποιότητας περιουσιακών στοιχείων είναι πιθανό να σταματήσει ως συνέπεια της πανδημίας, κατά την άποψη του οίκου Fitch.
Το απόθεμα των NPLs μειώθηκε τα τελευταία τρίμηνα αλλά ο δείκτης NPLs παραμένει πολύ υψηλός στο 37,4%, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, και παραμένει μια βασική αδυναμία στον ελληνικό τραπεζικό τομέα.
Οι συστημικές ελληνικές τράπεζες έχουν εφαρμόσει ή έχουν προγραμματίσει τιτλοποιήσεις που θα μειώσουν το απόθεμα των NPLs.
Ωστόσο, κατά την άποψη του οίκου, η οικονομική επίπτωση από την πανδημία είναι πιθανό να καθυστερήσει τις περισσότερες από αυτές τις προγραμματισμένες τιτλοποιήσεις και θα οδηγήσει σε αύξηση των νέων NPLs.
«Η καθιέρωση του μορατόριουμ για τις πληρωμές χρέους από τις ελληνικές τράπεζες και η παροχή εγγυήσεων περίπου 2 δισεκ. ευρώ σε μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες θα μετριάσει τις πιέσεις στην αναφερόμενη ποιότητα του ενεργητικού στο εγγύς μέλλον.
Η απάντηση της ΕΚΤ στην πανδημία COVID-19 περιλαμβάνει επίσης μέτρα ελάφρυνσης κεφαλαίων και διευκολύνσεις ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένων των νέων στοχευμένων πράξεων μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης ή απαλλαγής από τους περιορισμούς της χρήσης ομολόγων του ελληνικού δημοσίου ως εξασφάλισης σε πιστωτικές πράξεις, που ανακουφίζουν την οικονομική αντίκτυπο για τις τράπεζες».
Ο οίκος αναμένει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών να αυξηθεί σημαντικά φέτος, δεδομένου ότι οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί, η εθελοντική κοινωνική αποστασιοποίηση και η αβεβαιότητα σχετικά με την ανάπτυξη της πανδημίας θα περιορίσουν τις αφίξεις τουριστών στην Ελλάδα.
Το 2019, τα έσοδα από ταξίδια αντιπροσώπευαν το 22% των εσόδων τρεχούμενου λογαριασμού ή το 9,7% του ΑΕΠ.
Ο οίκος αναμένει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών να διευρυνθεί από 1,4% του ΑΕΠ το 2019 σε 3,4% του ΑΕΠ και να παραμείνει κοντά στο 2% του ΑΕΠ τα επόμενα δύο χρόνια.
Οι κίνδυνοι μετριάζονται από το μεγάλο μερίδιο των υποχρεώσεων που οφείλονται στους επίσημους πιστωτές και είναι σε μεγάλο βαθμό σε ευρώ, αλλά το μεγάλο ύψος του χρέους εκθέτει τη χώρα σε μεταβολές στο κλίμα της αγοράς, καταλήγει ο οίκος.