Γράφει η Γεωργία Δρακάκη
Εάν όλες αυτές οι πολιτικές αποφάσεις της τελευταίας πενταετίας που έχουν κοινωνικές συνέπειες μπορούν δίκαια να αποκληθούν κυκλώνας, τότε το μάτι αυτού μπορεί να πει κανείς ότι είναι οι εκλογές. Φαντάζουν, άλλωστε, σαν το τελευταίο απομεινάρι δημοκρατίας, σαν την τελευταία δύναμη στα χέρια ενός όποιου λαού, οπότε αποτελούν πάντα έναν δείκτη: τι θέλει ο κόσμος από τους πολιτικούς.
Μέσα στις σχολές οι πολιτικοί αναπνέουν «αόρατοι» ή , κάποτε, φριχτά ορατοί μέσα από τις φοιτητικές παρατάξεις. Και η 17η του Απρίλη ήταν η μέρα της ψήφου των φοιτητών. Σαμαράς ή Τσίπρας, χοντρικά. Γιατί οι δύο επικρατούσες επιλογές μέσα στα ελληνικά πανεπιστήμια αυτή τη στιγμή είναι η ΑΡΕΝ και η ΔΑΠ, κάτι που με τη σειρά του καταδεικνύει το ακριβές καθρέπτισμα του κοινοβουλίου-και της κοινωνίας;- μες στο πανεπιστήμιο. Ειδικά φέτος, όμως, υφίσταται και ένα άλλο δίπολο, ίσως βαθύτερα πολιτικό από αυτό του αριστερά-δεξιά: ψηφίζω ή δεν ψηφίζω.
Ψηφίζουν οι ρομαντικοί, οι ιδεολόγοι, οι μαλλιάδες με τα τριμμένα τζιν και οι κύριοι με τα γαλάζια πουκάμισα, οι πεπεισμένοι και οι ευκολόπιστοι, οι απογοητευμένοι και οι θυμωμένοι. Αλλά το σώμα των φοιτητών που ενσυνείδητα απέχει παρουσιάζει σαφώς μεγαλύτερη ομοιογένεια: είναι αυτοί που διαφωνούν με την εμπλοκή της πολιτικής εντός ενός χώρου γνώσης κι έρευνας, είτε επειδή την αρνούνται a priori ως ιδέα, είτε επειδή a posteriori, μετά την εμπειρία δηλαδή, δεν την εγκρίνουν. Μιλώ γιʼ αυτούς που τα Ενιαία Ανεξάρτητα Αριστερά Κινήματα βαπτίζουν απολίτικους και που οι μεγάλες παρατάξεις ελπίζουν πως κάποια μέρα θα πείσουν. Εάν αυτοί οι φοιτητές ενώνονταν και ντύνανε την ομάδα τους με κάποιο πολιτικό ένδυμα, είναι φανερό πως θα πετύχαιναν μεγαλύτερες νίκες από την παρατάξεις κομματικά υποστηριζόμενες. Η διαφορά είναι πως οι φοιτητές αυτοί στερούνται τις περισσότερες φορές συγκεκριμένων πολιτικών προτάσεων, αλλά και της αναγκαίας γραμμής , με την έννοια των ιδεών αλλά και του τρόπου εφαρμογής και επικοινωνίας τους. Ισχύει, βέβαια, και το ότι οι φοιτητές τούτοι δεν επιθυμούν να πολεμήσουν το σύστημα που κατακρίνουν, διερχόμενοι μέσα από τις δικές του επιταγές για το τι σημαίνει, ας πούμε, « πολιτικό» και «αλληλεγγύη».
Εάν ανατείλει μες στα ελληνικά πανεπιστήμια μια ισχυρότερη φοιτητική αριστερά, πράγμα πιθανότατο, οι κινητοποιήσεις και οι πιέσεις ενάντια στις αποφάσεις που πλήττουν την παιδεία θα είναι σαφώς ισχυρότερες. Αλλά, σε γενικές γραμμές, δεν θα αλλάξει κάτι στην κοινωνία. Όπως δεν έχει αλλάξει κάτι και τόσα χρόνια στην δεξιά, παρά τις νίκες της στη φοιτητιώσα νεολαία. Πολλά από τα παιδιά των παρατάξεων, τροφοδοτούν ως βουλευτές τα κόμματα που τα ενέπνευσαν στα νιάτα τους, με πρακτικές και απόψεις εν πολλοίς όμοιες ή και με στροφή προς το χειρότερο, λόγω των συνεχώς αυξανόμενων και διευρυνόμενων πιέσεων, που πια έρχονται και από τας Ευρώπας. Το μόνο κάπως ανακουφιστικό της όλης υπόθεσης είναι ότι η Χρυσή Αυγή δεν έχει κατορθώσει να εισέλθει στα ελληνικά ιδρύματα: αλήθεια, πόσο επιστήμων μπορεί να είναι ένας ρατσιστής, όταν αμφισβητεί τις επιστήμες της βιολογίας και της ιστορίας;
Οι φοιτητές πρέπει να σκεφτούν, πάντως, εάν είναι περισσότερα αυτά που τους χωρίζουν ή αυτά που τους ενώνουν. Όσο διακηρύσσουν το δεύτερο με μανιφέστα ,εκδηλώσεις στα μπουζούκια, κομπορρήμονα χρήση πρώτου πληθυντικού προσώπου και κακή αντιγραφή των κομματικών ταγών τους, μάλλον αποδεικνύουν συνεχώς το πρώτο. Κι όμως, οι φοιτητές πιο πολλά κοινά έχουν, παρά διαφορές. Το σπουδαιότατο κοινό σημείο είναι η επιλογή τους ή και η ανάγκη τους να σπουδάσουν σε έναν τόπο που δεν ενισχύει ούτε την παιδεία, ούτε τους νέους. Δεν πρέπει να ξεχνούν ορισμένοι ότι έδρα της δράσης τους-ναι, και όταν αυτή είναι ή γίνεται πολιτική-αποτελεί το πενεπιστήμιο και ότι είναι απαράδεκτο να την μετέρχονται για να την απορρίψουν και να την καταργήσουν, ακόμη. Δεν πρέπει, επίσης, να ξεχνούν ότι τα επιχειρήματα και οι κινήσεις προς την κατεύθυνση της βελτίωσης δεν είναι δυνατόν να αντλούνται αποκλειστικά από την κοινωνία και τη Βουλή. Καμία σχολή δεν μπορεί να κλείνει για να πάνε ορισμένοι φοιτητές σε πορείες ναυτεργατών και οικοδόμων. Αλλά και καμία σχολή δεν μπορεί να αξιώνει το «ανήκειν» της στο Πανεπιστήμιο, εάν οι φοιτητές της ξεχνούν να αξιώνουν το δικό τους «ανήκειν» σε μια κοινωνία που θέλει και στηρίζει την Παιδεία και τη Νεολαία.
Δύσκολες ισορροπίες, που δεν είναι να τις παίρνει κανείς αψήφιστα.
* Η Γεωργία Δρακάκη είναι φοιτήτρια Νομικής.