Οι εκρήξεις και οι πυροβολισμοί θα σταματήσουν κάποια στιγμή και ο πόλεμος στη Λωρίδα της Γάζας θα τελειώσει. Κάποιος πρέπει τότε να αναλάβει τη διακυβέρνηση, αλλά οι επιλογές είναι φτωχές. Με τους Ισραηλινούς να ορκίζονται ότι δεν θα επιτρέψουν ποτέ στη Χαμάς να ανασυγκροτήσει τη στρατιωτική της ικανότητα και να απειλήσει ξανά το Ισραήλ, είναι σίγουρο ότι δεν θα της επιτραπεί να τεθεί επικεφαλής. Το Ισραήλ θα μπορούσε να αποφασίσει να αναλάβει το ίδιο τη Λωρίδα. Δεν προτίθεται όμως να κυβερνήσει δύο εκατομμύρια εχθρικούς Παλαιστίνιους, οι οποίοι αναμφίβολα θα πραγματοποιούν μια ήπια αντίσταση ενώ η διεθνής αξιοπιστία του θα βάλλεται. Άλλη περίπτωση θα ήταν μια διεθνής δύναμη αποτελούμενη κυρίως από στρατεύματα από αραβικά κράτη. Οι Άραβες που θα μπορούσαν να συμμετέχουν έχουν όμως δηλώσει ότι αυτό δεν είναι εφικτό.
Το καλύτερο ενδεχόμενο και συγχρόνως η προτίμηση της κυβέρνησης Μπάιντεν, είναι να αναλάβει το τιμόνι η Παλαιστινιακή Αρχή. Η Παλαιστινιακή Αρχή είναι το κυβερνητικό σώμα που ελέγχει σήμερα τμήματα της Δυτικής Όχθης και διοικούσε τη Γάζα πριν από το 2007, ευνοεί την ειρήνη με το Ισραήλ και έχει την υποστήριξη μεγάλου μέρους της διεθνούς κοινότητας. Η προοπτική επομένως να αναλάβει τη διακυβέρνηση η Παλαιστινιακή Αρχή είναι καλύτερη από μια διαρκή ισραηλινή κατοχή, το χάος ή άλλες επιλογές. Ωστόσο και αυτή η προοπτική έχει αρκετά προβλήματα. Εξαιτίας της διαφθοράς, του κακού ιστορικού διακυβέρνησης με τη Δυτική Όχθη και της θεωρούμενης σύμπλευσης της με το Ισραήλ, η οργάνωση στερείται νομιμοποίησης μεταξύ των Παλαιστινίων. Στη Δυτική Όχθη, χάνει όλο και περισσότερο την ικανότητα να καταστείλει τη Χαμάς και να σταματήσει τη βία χωρίς σημαντική βοήθεια από το Ισραήλ, ενώ η σημερινή ισραηλινή κυβέρνηση δεν την αντιμετωπίζει με ενθουσιασμό. Ενδεικτική η δήλωση του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου ότι το να περιμένουμε από την Παλαιστινιακή Αρχή να λύσει τα προβλήματα της Γάζας είναι “όνειρο απατηλό”.
Για διαρκή σταθερότητα και καλύτερη διακυβέρνηση στη μεταπολεμική Γάζα, το Ισραήλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η διεθνής κοινότητα πρέπει να ενισχύσουν την Παλαιστινιακή Αρχή, να ενισχύσουν τους μετριοπαθείς Παλαιστίνιους – μια διαδικασία που πρέπει να ξεκινήσει τώρα, αλλά θα χρειαστεί αρκετά χρόνια για να ολοκληρωθεί. Βραχυπρόθεσμα, η Παλαιστινιακή Αρχή και οι υποστηρικτές της θα πρέπει να εντοπίσουν αξιόπιστους τεχνοκράτες οι οποίοι μπορούν να βοηθήσουν στη διοίκηση της Γάζας στο όνομα της Παλαιστινιακής Αρχής και συγχρόνως να απολαμβάνουν μεγαλύτερη αξιοπιστία σε σχέση με τους ηγέτες της ομάδας στη Δυτική Όχθη. Συγχρόνως, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να συνεργαστούν με τις αραβικές χώρες για να εκπαιδεύσουν χιλιάδες δυνάμεις ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής, μια προσπάθεια την οποία έχει ήδη ξεκινήσει η κυβέρνηση Μπάιντεν. Μεσοπρόθεσμα, οι κυβερνήσεις της Δύσης και του αραβικού κόσμου που χρηματοδοτούν την Παλαιστινιακή Αρχή θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους για να ενθαρρύνουν τη σημερινή γενιά σκληρών ηγετών της Παλαιστινιακής Αρχής να αποσυρθεί και να πιέσουν για μια νέα γενιά δυναμικών ηγετών που θα τους αντικαταστήσει.
Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις θα είναι να πειστούν οι Ισραηλινοί ηγέτες να υποστηρίξουν ένα ρόλο της Παλαιστινιακής Αρχής στη Γάζα, δεδομένου ότι πολλοί, συμπεριλαμβανομένου του Νετανιάχου, παρουσιάζουν την Παλαιστινιακή Αρχή ως αναξιόπιστη ή ακόμη και ως υποστηρικτική της τρομοκρατίας. Το έργο αυτό είναι διπλά δύσκολο, δεδομένου ότι η επιτυχία της Παλαιστινιακής Αρχής στη Γάζα εξαρτάται από το κατά πόσον το Ισραήλ θα ενισχύσει την αξιοπιστία της ομάδας στη Δυτική Όχθη με το σταμάτημα των εποικισμών, αποτρέποντας τους βίαιους εποίκους από το να επιτίθενται στους Παλαιστίνιους γείτονές τους και παρέχοντας μεγαλύτερο σεβασμό στην αυτονομία των Παλαιστινίων στην καθημερινή ζωή. Η ισραηλινή κυβέρνηση έκανε πίσω σε όλα αυτά τα ζητήματα πριν από τις 7 Οκτωβρίου, και τώρα πια οποιεσδήποτε φανερές παραχωρήσεις προς τους Παλαιστίνιους είναι πιο δύσκολες πολιτικά. Όμως, παρά τα πραγματικά αυτά προβλήματα, η Γάζα πρέπει να κυβερνηθεί και η Παλαιστινιακή Αρχή είναι η λιγότερο κακή επιλογή για τη δουλειά αυτή.
Αδυναμία εξουσίας
Η Παλαιστινιακή Αρχή κυβερνά τη Δυτική Όχθη από το τέλος της δεύτερης ιντιφάντα το 2005. Εκεί έχει ιστορικό διαφθοράς και αδυναμίας. Οι δυνάμεις ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής είναι ιδιαίτερα προβληματικές. Περιλαμβάνουν μια πολύπλευρη σειρά ανταγωνιστικών οργανώσεων, η καθεμία με τις δικές της συγκεκριμένες αρμοδιότητες. Για παράδειγμα, οι Παλαιστινιακές Δυνάμεις Εθνικής Ασφάλειας περιπολούν στα σύνορα και παρέχουν εσωτερική ασφάλεια. Η Προληπτική Δύναμη Ασφάλειας είναι μια εσωτερική υπηρεσία πληροφοριών και ασφάλειας που επικεντρώνεται στην αντιμετώπιση της κατασκοπείας, την παρακολούθηση της πολιτικής δραστηριότητας και την πρόληψη της εσωτερικής διαφωνίας. Οι δυνάμεις αυτές συνεργάζονται με το Ισραήλ για τη συντριβή της Χαμάς στη Δυτική Όχθη και συχνά είναι βίαιες στην καταστολή των νόμιμων παλαιστινιακών διαφωνιών.
Επί σειρά ετών, η Παλαιστινιακή Αρχή συνεργάζεται στενά με τις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες και τον ισραηλινό στρατό, κρατώντας υπό έλεγχο τη βία στη Δυτική Όχθη. Η Παλαιστινιακή Αρχή, ωστόσο, γίνεται όλο και πιο αδύναμη. Τον Ιούλιο του 2023, οι ισραηλινές στρατιωτικές δυνάμεις πραγματοποίησαν επιδρομή στον προσφυγικό καταυλισμό στην πόλη Τζενίν, με το επιχείρημα ότι η Παλαιστινιακή Αρχή δεν ήταν σε θέση να συλλάβει μαχητές εκεί, ακόμη και όταν το Ισραήλ της παρείχε ακριβείς πληροφορίες. Η βία στη Δυτική Όχθη ήταν στα ύψη πριν από την 7η Οκτωβρίου και κατά τους μήνες που ακολούθησαν, όλο και περισσότεροι Παλαιστίνιοι στρέφονται στις τοπικές πολιτοφυλακές για ασφάλεια αντί να βασίζονται στις δυνάμεις ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής.
Στα χαρτιά, η Παλαιστινιακή Αρχή έχει κάποια παρουσία στη Γάζα. Όπως σημειώνει έκθεση του Carnegie Endowment, πριν από τις 7 Οκτωβρίου, η Παλαιστινιακή Αρχή ξόδευε το ένα τρίτο του προϋπολογισμού της στη λωρίδα. Πλήρωνε τους μισθούς σχεδόν 40.000 Παλαιστινίων δημοσίων υπαλλήλων στη Γάζα -συμπεριλαμβανομένων 19.000 αστυνομικών που δεν εργάζονταν για πάνω από μια δεκαετία, αφού είχαν απολυθεί από τη Χαμάς όταν ανέλαβε την εξουσία το 2007- και πλήρωνε το Ισραήλ για το νερό και το ηλεκτρικό ρεύμα εκεί. Η Παλαιστινιακή Αρχή διαθέτει επίσης ένα σκιώδες υπουργικό συμβούλιο που διεκδικεί την εξουσία επί της οικονομίας, της εκπαίδευσης και της ασφάλειας στη Γάζα.
Ωστόσο, η εντολή αυτών των αξιωματούχων είναι ανύπαρκτη και οι πληρωμές των αστυνομικών είναι απλώς μια μορφή πατρωνίας, με τη Χαμάς να ασκεί πλήρη έλεγχο στη ζωή των Παλαιστινίων στη Γάζα πριν την 7η Οκτωβρίου. Οι Ισραηλινοί δικαίως θέτουν ένα ερώτημα: Αν η Παλαιστινιακή Αρχή δεν μπορεί να παρέχει ασφάλεια στη Δυτική Όχθη, όπου είναι ισχυρότερη, πώς θα μπορούσε να παρέχει ασφάλεια στη Γάζα, όπου είναι αδύναμη;
Οι Ισραηλινοί κατηγορούν επίσης την Παλαιστινιακή Αρχή για τη ριζοσπαστικοποίηση των Παλαιστινίων. Σημειώνουν ότι τα σχολικά βιβλία που παράγει η Παλαιστινιακή Αρχή δοξάζουν την αντι-ισραηλινή βία και δημιουργούν με άλλο τρόπο πρόσφορο έδαφος για τη μαχητικότητα. Πάρκα και δημόσια κτίρια που διαχειρίζεται η Παλαιστινιακή Αρχή φέρουν τα ονόματα μαχητών που έχουν σκοτώσει Ισραηλινούς. Ο Μαχμούντ Αμπάς, ηγέτης της Παλαιστινιακής Αρχής από το 2005, έχει δώσει χρήματα στις οικογένειες φυλακισμένων Παλαιστινίων και όσων πέθαναν πολεμώντας το Ισραήλ.
Αλλά το επιχείρημα ότι η Παλαιστινιακή Αρχή είναι ριζοσπαστική συχνά μοιάζει έωλο. Ο ίδιος ο Αμπάς έχει αγκαλιάσει τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις και οι δυνάμεις ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής στη Δυτική Όχθη έχουν αποδειχθεί πρόθυμοι συνεργάτες του Ισραήλ. Αντίθετα, η κυβέρνηση Νετανιάχου έχει ενεργά επιτρέψει τη ροή βοήθειας από το Κατάρ και άλλες πηγές προς την πολύ πιο ριζοσπαστική Χαμάς. Η πολιτική αυτή αποτελεί μέρος μιας σκόπιμης στρατηγικής για να κρατήσει τους Παλαιστίνιους διαιρεμένους και να δημιουργήσει έτσι μια δικαιολογία για να αποφύγει τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με την Παλαιστινιακή Αρχή. Στη Δυτική Όχθη, το Ισραήλ επέκτεινε τους οικισμούς και αρνήθηκε να τιμωρήσει τους εποίκους που εξαπέλυσαν πογκρόμ εναντίον των Παλαιστινίων γειτόνων τους. Αυτή η τακτική έδειξε στους Παλαιστίνιους τόσο τη ματαιότητα των διαπραγματεύσεων με την κυβέρνηση Νετανιάχου όσο και την αδυναμία της Παλαιστινιακής Αρχής να τους παρέχει βασική ασφάλεια. Οι μονομερείς ισραηλινές επιδρομές εναντίον υπόπτων για τρομοκρατία εμβάθυναν αυτήν την αντίληψη και δημιούργησαν ένα φαύλο κύκλο. Όσο πιο αδύναμη θεωρούνταν δηλαδή η Παλαιστινιακή Αρχή, τόσο περισσότερο το Ισραήλ ενεργούσε μόνο του, γεγονός που με τη σειρά του υπονόμευε περαιτέρω την αξιοπιστία της Παλαιστινιακής Αρχής.
Ο ίδιος ο Αμπάς φαίνεται να είναι ακατάλληλος να ηγηθεί της Παλαιστινιακής Αρχής, και οι κατηγορίες του Νετανιάχου για ηθική δειλία έχουν βάση (αν και ο ίδιος ο Ισραηλινός πρωθυπουργός δύσκολα αποτελεί πρότυπο θάρρους). Υπό την ηγεσία του 88χρονου Αμπάς τα ανεξάρτητα παλαιστινιακά δικαστήρια και οι ομάδες της κοινωνίας των πολιτών έχουν αποδυναμωθεί. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι το μείγμα διαφθοράς, ανικανότητας και αδυναμίας έχει οδηγήσει πολλούς Παλαιστίνιους να βλέπουν τον Αμπάς με περιφρόνηση. Στην επίθεσή της στις 7 Οκτωβρίου, η Χαμάς έδειξε τη δέσμευσή της να πολεμήσει το Ισραήλ σε αντίθεση με την αμφιταλαντευόμενη Παλαιστινιακή Αρχή. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Δεκεμβρίου από το Παλαιστινιακό Κέντρο Πολιτικών Ερευνών, ένα εντυπωσιακό ποσοστό Παλαιστινίων, το 90%, επιθυμεί την παραίτηση του Αμπάς. Εν μέρει για να αντισταθμίσει αυτή την αδυναμία, η κυβέρνηση Μπάιντεν πίεσε τους ηγέτες της Παλαιστινιακής Αρχής να διευρύνουν τις τάξεις τους και να συμπεριλάβουν νέα πρόσωπα.
Τέλος, η ισραηλινή πολιτική καθιστά δύσκολο για την Παλαιστινιακή Αρχή να διαδραματίσει ρόλο στη Γάζα. Από το ξέσπασμα της δεύτερης ιντιφάντα το 2000, οι Ισραηλινοί είναι επιφυλακτικοί σε ο,τιδήποτε παραπέμπει σε παραχώρηση προς τους Παλαιστίνιους. Οι επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου είναι σχεδόν βέβαιο ότι έχουν ενισχύσει αυτή την ανησυχία. Μετά τις επιθέσεις, το Ισραήλ απαγόρευσε στους περίπου 150.000 Παλαιστίνιους που ζουν στη Δυτική Όχθη και εργάζονται στο Ισραήλ να επιστρέψουν στις δουλειές τους, επιδεινώνοντας την ήδη δύσκολη οικονομική κατάσταση στην περιοχή. Το Ισραήλ έχει επίσης μπλοκάρει την καταβολή των μισθών των αξιωματούχων της Παλαιστινιακής Αρχής στη Γάζα. Όλα αυτά δείχνουν ότι η Παλαιστινιακή Αρχή δεν μπορεί να προσφέρει στους δικούς της ανθρώπους, γεγονός που καθιστά δύσκολο για αυτήν να υποστηρίξει ότι μπορεί να διαδραματίσει αποτελεσματικά έναν πολύ μεγαλύτερο ρόλο για τους Παλαιστίνιους στη Γάζα απέναντι στις ισραηλινές πιέσεις.
Ήδη, ο Νετανιάχου και οι σύμμαχοί του έχουν προσπαθήσει να υπονομεύσουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους και να αντιμετωπίσουν την πίεση των ΗΠΑ να δώσουν στην Παλαιστινιακή Αρχή έναν σημαντικό ρόλο στη Γάζα, ισχυριζόμενοι ότι το να επιτραπεί στην οργάνωση να αναλάβει την ευθύνη θα ισοδυναμούσε με την τοποθέτηση μιας νέας φουρνιάς τρομοκρατών στην εξουσία στη Λωρίδα. “Δεν θα επιτρέψω την είσοδο στη Γάζα όσων εκπαιδεύουν την τρομοκρατία, υποστηρίζουν την τρομοκρατία και χρηματοδοτούν την τρομοκρατία”, υποσχέθηκε ο Νετανιάχου τον Δεκέμβριο. Ο ακροδεξιός υπουργός εθνικής ασφάλειας του Νετανιάχου, Itamar Ben-Gvir, δήλωσε μάλιστα ότι η Παλαιστινιακή Αρχή “είναι σύμμαχος της Χαμάς και έτσι πρέπει να αντιμετωπιστεί, τόσο τώρα όσο και μετά τον πόλεμο. Δεν είναι εναλλακτική λύση”.
Η λιγότερο κακή επιλογή
Είναι προφανές, ότι ο πρωταρχικός στόχος της στρατιωτικής εκστρατείας του Ισραήλ στη Γάζα είναι να διασφαλίσει ότι η Χαμάς ουδέποτε θα επιστρέψει στην εξουσία εκεί. Αν το Ισραήλ απλά αποχωρήσει από τη Γάζα αφού την μετατρέψει σε ερείπια, η Χαμάς θα έχει ξανά τον έλεγχό της. Η ηγεσία της είναι ακόμα ως επί το πλείστον άθικτη και έχει χιλιάδες μαχητές στη διάθεσή της. Κυβερνά τη Λωρίδα για σχεδόν 20 χρόνια, αλλά είχε ήδη βαθιά εκπαιδευτικά, θρησκευτικά και κοινωνικά δίκτυα πρόνοιας εκεί. Είναι βαθιά μπλεγμένη στη Γάζα και θα είναι δύσκολο να εξαλειφθεί.
Μια επιλογή είναι απλώς το Ισραήλ να γίνει κατοχική δύναμη στη Γάζα. Όπως είναι κατανοητό, το Ισραήλ δεν επιθυμεί να επεκτείνει την κυριαρχία του σε άλλα δύο εκατομμύρια Παλαιστίνιους, οι περισσότεροι από τους οποίους μισούν εδώ και καιρό το Ισραήλ, έχουν γιορτάσει τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου και τώρα απεχθάνονται ακόμη περισσότερο τη χώρα για τον αιματηρό και καταστροφικό πόλεμο στη Γάζα. Το Ισραήλ θα αντιμετώπιζε μια ήπια εξέγερση, που θα ερχόταν να προστεθεί στις απώλειες που έχει υποστεί και στη σημαντική ζημιά που έχει υποστεί η διεθνής φήμη του. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Νετανιάχου διαβεβαίωσε ότι δεν αποτελεί στόχο, το να γίνει ένας μακροχρόνιος κατακτητής.
Το Ισραήλ θα μπορούσε επίσης να θέσει επικεφαλής της Γάζας μια κυβέρνηση αποτελούμενη από ανεξάρτητους τεχνοκράτες με εμπειρία σε διεθνείς οργανισμούς όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Θεωρητικά, αυτή η κυβέρνηση θα ήταν λιγότερο διεφθαρμένη και πιο αποτελεσματική από την τρέχουσα ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής, εστιάζοντας στην παροχή υπηρεσιών, στην εγκαθίδρυση του νόμου και της τάξης και στην οικοδόμηση θεσμών που θα αντικαθιστούσαν εκείνους που δημιούργησε η Χαμάς. Στην πράξη, ωστόσο, οι τεχνοκράτες στερούνται βάσης εξουσίας: τόσο η νομενκλατούρα της Παλαιστινιακής Αρχής όσο και η Χαμάς θα αντιδρούσαν στην εξουσία τους. Το Ισραήλ θα αναγκαζόταν να παρέχει ασφάλεια και οι τεχνοκράτες θα κατέληγαν να θεωρηθούν σε σύντομο διάστημα ως βιτρίνα της ισραηλινής κυριαρχίας, πλήττοντας περαιτέρω τη νομιμοποίησή τους. Οι τεχνοκράτες είναι απαραίτητοι, αλλά δεν μπορούν να κυβερνήσουν χωρίς υποστήριξη.
Μια άλλη εναλλακτική λύση είναι απλά το χάος. Μια εκδοχή της Σομαλίας στη Γάζα στα σύνορα του Ισραήλ. Διάφοροι αρχηγοί φατριών, δημοτικοί παράγοντες και άλλοι τοπικοί διεκδικητές της εξουσίας θα έρχονταν στο προσκήνιο, άλλοτε συνεργαζόμενοι και άλλοτε πολεμώντας ο ένας τον άλλον. Το Ισραήλ θα υποστήριζε ή όχι έναν συγκεκριμένο ηγέτη με βάση την προθυμία του να περιορίσει τη Χαμάς και να σταματήσει με άλλο τρόπο την αντι-ισραηλινή βία. Οι κάτοικοι της Γάζας, φυσικά, θα συνέχιζαν να υποφέρουν, καθώς οι συνεχείς μάχες χαμηλού επιπέδου θα διαρκούσαν.
Ορισμένοι παρατηρητές έχουν επίσης θέσει την ιδέα μιας διεθνούς δύναμης, απαρτιζόμενη ενδεχομένως εν μέρει από στρατεύματα από την Αίγυπτο, την Ιορδανία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ή άλλα αραβικά κράτη που έχουν φιλικές σχέσεις με το Ισραήλ και είναι εχθρικά διακείμενα προς τη Χαμάς. Αλλά αυτές οι χώρες δεν είναι πολύ πρόθυμες να εμπλακούν στη Γάζα. Παρόλο που οι κυβερνήτες τους αντιτίθενται στη Χαμάς, οι λαοί τους δεν το κάνουν και οι χώρες αυτές δεν θέλουν να θεωρηθούν συνεργάτες του Ισραήλ στην καταπίεση των Παλαιστινίων. Ο Ιορδανός υπουργός Εξωτερικών, Ayman Safadi, δεν άφησε πολλές αμφιβολίες για το αραβικό ενδιαφέρον: “Επιτρέψτε μου να είμαι πολύ σαφής, δεν θα υπάρξουν αραβικά στρατεύματα που θα πάνε στη Γάζα. Κανένα. Δεν πρόκειται να θεωρηθούμε ως εχθρός”.
Πράγματι, για να αποφευχθεί η εντύπωση της υπόθαλψης μιας ισραηλινής κατοχής, τα αραβικά κράτη είναι πιθανό να απαιτήσουν μεγαλύτερο ρόλο για την Παλαιστινιακή Αρχή, αν πρόκειται να συμβάλουν στην ανοικοδόμηση της Γάζας. Η Σαουδική Αραβία, από την πλευρά της, θα θελήσει το Ισραήλ να κάνει παραχωρήσεις στην Παλαιστινιακή Αρχή, ώστε να δείξει ότι δεν εγκαταλείπει τους Παλαιστίνιους -ένα πολύ πιο σημαντικό πολιτικά ζήτημα από ό,τι ήταν πριν την 7η Οκτωβρίου- αν πρόκειται να προχωρήσει στην εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ.
Ένα σχέδιο για τη Γάζα
Κάθε απάντηση στο ζήτημα της διακυβέρνησης της Γάζας είναι μη ικανοποιητική. Αλλά σύμφωνα με τα λόγια ενός Ισραηλινού αξιωματούχου ασφαλείας που μου μίλησε υπό τον όρο της ανωνυμίας τον Δεκέμβριο, “είναι προφανές σε όλους, εκτός από τους ανθρώπους στην ισραηλινή κυβέρνηση, ότι η Παλαιστινιακή Αρχή θα επιστρέψει στη Γάζα”. Αρκετά βήματα μπορούν να γίνουν τώρα, ώστε το εγχείρημα να καταστεί πιο εφικτό, ειδικά σε βάθος αρκετών ετών.
Πρώτον, ένα πολύ πιο μαζικό πρόγραμμα στρατολόγησης και εκπαίδευσης των δυνάμεων ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής που έπρεπε να έχει ήδη ξεκινήσει. Η κυβέρνηση Μπάιντεν εξετάζει σχέδια για την επαναδραστηριοποίηση όσων έχουν απομείνει από τις απενεργοποιημένες αλλά ακόμα παρούσες στα χαρτιά δυνάμεις ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής στη Γάζα, ίσως επανεκπαιδεύοντας περίπου 1.000 από αυτές ως τον πυρήνα μιας μεγαλύτερης μελλοντικής δύναμης. Ορισμένες προτάσεις προβλέπουν επίσης την υποστήριξη των ΗΠΑ για την εκπαίδευση επιπλέον 5.000 δυνάμεων ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής στην Ιορδανία στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Αλλά θα χρειαστούν πολύ περισσότεροι αξιωματικοί.
Δεύτερον, το Ισραήλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι ενδιαφερόμενες ευρωπαϊκές και αραβικές χώρες πρέπει να εντοπίσουν Παλαιστίνιους τεχνοκράτες εκτός της Παλαιστινιακής Αρχής, οι οποίοι θα μπορούσαν να διαδραματίσουν περιορισμένο ρόλο στη διακυβέρνηση της Γάζας όταν οι μάχες σταματήσουν ή τουλάχιστον μειωθούν. Αυτοί οι τεχνοκράτες θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην παροχή βασικών υπηρεσιών, στη δημιουργία ενός νέου εκπαιδευτικού συστήματος και στην οικοδόμηση θεσμών όπως τα δικαστήρια και οι τοπικές κυβερνήσεις. Αλλά οι ηγέτες αυτοί θα πρέπει να συνδεθούν ονομαστικά με την Παλαιστινιακή Αρχή ως μέρος της διαδικασίας εισαγωγής νέων, αδιάφθορων προσώπων σ’ αυτήν, καθώς και για να διασφαλιστεί ότι η Παλαιστινιακή Αρχή δεν θα χρησιμοποιήσει την εξουσία της για να τους υπονομεύσει.
Τρίτον, για να πετύχει η Παλαιστινιακή Αρχή στη Γάζα, χρειάζεται μεγαλύτερη αξιοπιστία. Αυτό προϋποθέτει την επίτευξη προόδου για τους Παλαιστίνιους στη Δυτική Όχθη. Οι τύχες της Γάζας και της Δυτικής Όχθης συνδέονται μεταξύ τους: θα ήταν ταπεινωτικό για την Παλαιστινιακή Αρχή στη Δυτική Όχθη αν δεν έπαιζε κανένα ρόλο ασφαλείας σε μια μεταπολεμική Γάζα και θα είναι απαραίτητο για την Παλαιστινιακή Αρχή να επιτύχει στη Δυτική Όχθη αν θέλει να επιτύχει στη Γάζα. Είναι 150.000 Παλαιστίνιοι της Δυτικής Όχθης που εργάζονται στο Ισραήλ αλλά στους οποίους απαγορεύτηκε η είσοδος μετά την 7η Οκτωβρίου. Σ’ αυτούς πρέπει να επιτραπεί να επιστρέψουν στις δουλειές τους, με αυστηρούς ελέγχους ασφαλείας, προκειμένου να διατηρηθεί μια μικρή οικονομική σταθερότητα στη Δυτική Όχθη. Όποτε είναι δυνατόν, οι ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας πρέπει να συνεργάζονται με τις δυνάμεις ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής όταν πολεμούν τη Χαμάς ή άλλους τρομοκράτες στη Δυτική Όχθη, καθιστώντας δημόσια σαφές ότι η Παλαιστινιακή Αρχή έχει το προβάδισμα. Το Ισραήλ πρέπει επίσης να σταματήσει την επέκταση των οικισμών και να πατάξει σκληρά τη βία των εποίκων, τα οποία είναι πολιτικά αδύνατα με δεδομένο το σημερινό ισραηλινό κυβερνητικό συνασπισμό.
Πηγή : Foreign Affairs