Εάν η κλιματική αλλαγή είναι η πρόκληση του αιώνα, το υδρογόνο θα μπορούσε να είναι η λύση από το πουθενά. Μέχρι στιγμής, έχει κερδίσει λίγη προσοχή σε σύγκριση με άλλες επιλογές για την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, όπως τα ηλιακά ή τα ηλεκτρικά οχήματα, αλλά αυτό αλλάζει γρήγορα. Χρήματα και εργατικό δυναμικό συρρέουν σε εταιρείες, έργα και υποδομές υδρογόνου, με σχεδόν όλα να είναι εστιασμένα στην παραγωγή αποθεμάτων υδρογόνου που εκπέμπουν ελάχιστο έως καθόλου άνθρακα, χάρη στην ταχεία και βαθιά πρόοδο της τεχνολογίας και της πολιτικής. Από το 2020 και μετά, οι εργολάβοι έχουν ανακοινώσει περισσότερα από 150 νέα έργα παραγωγής υδρογόνου, που ξεπερνούν πλέον τα 250 γιγαβάτ νέας παραγωγής ενέργειας (σχεδόν δέκα φορές το σύνολο της ανανεώσιμης ενέργειας που προστέθηκε από την Κίνα πέρυσι και τρεις φορές τις προσθήκες ανανεώσιμης ενέργειας ολόκληρου του κόσμου). Η δημόσια πολιτική βοηθάει. Τουλάχιστον 35 χώρες σε όλο τον κόσμο έχουν αναπτύξει επίσημες στρατηγικές για το υδρογόνο —συμπεριλαμβανομένου του Καναδά, της Χιλής, της Γερμανίας, της Ινδίας, της Ιαπωνίας, της Ολλανδίας, του Κατάρ, της Σαουδικής Αραβίας και του Ηνωμένου Βασιλείου— διότι θεωρούν το καθαρό υδρογόνο τόσο ως απαραίτητο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής όσο και μια τεράστια ευκαιρία για συναλλακτική και εμπορική ανταγωνιστικότητα.
Μέχρι πρόσφατα, το υδρογόνο χρησιμοποιείτο κυρίως για την παραγωγή αμμωνίας και διυλισμένων καυσίμων. Το περισσότερο από ετούτο το υδρογόνο έχει προέλθει από διαδικασίες που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα χωρίς μέτρα περιορισμού, οι οποίες προσθέτουν 500 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα κάθε χρόνο, ή περίπου το 1% όλων των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Αντιθέτως, το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού ενθουσιασμού και των επενδύσεων κατευθύνεται προς την χρήση του ίδιου του υδρογόνου ως καυσίμου ή για την παραγωγή νέων καθαρών καυσίμων. Και αντί να δίνεται βάση στις παλιές διαδικασίες που διοχετεύουν διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, υπάρχει έντονη εστίαση στην παραγωγή «πράσινου» υδρογόνου, το οποίο, αντίθετα, χρησιμοποιεί καθαρή ηλεκτρική ενέργεια από ηλιακή, αιολική, υδροηλεκτρική ή πυρηνική ενέργεια για να χωρίσει το νερό στα συστατικά μέρη του: το υδρογόνο και το οξυγόνο. Η προσέγγιση είναι απλή – εκτελείται στα μαθήματα χημείας παγκοσμίως – και δεν απαιτεί καύση και έχει λίγες διαδικασίες. Οι επενδύσεις σε αυτές τις τεχνολογίες τοποθετούν το πράσινο υδρογόνο στο επίκεντρο για την μελλοντική παραγωγή ευρέως διαθέσιμων καθαρών καυσίμων.
Πριν από πέντε χρόνια, αυτός ο ενθουσιασμός για το πράσινο υδρογόνο θα είχε εκπλήξει πολλούς ειδικούς στην ενέργεια και στο κλίμα, οι οποίοι θεωρούσαν το υδρογόνο ως έναν απίθανο παίκτη στο μελλοντικό ενεργειακό μείγμα. Σε παλαιότερες οικονομίες, το υδρογόνο δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί ως καύσιμο. Ήταν απλώς υπερβολικά ακριβό, όπως ήταν η ηλιακή και η αιολική ενέργεια, και άφθονες εναλλακτικές ήταν διαθέσιμες, όπως ο άνθρακας, το φυσικό αέριο και το αργό πετρέλαιο. Οι πρώτες προσπάθειες να γίνει το υδρογόνο μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας εστίασαν στην χρήση του στα αυτοκίνητα, το οποίο θα απαιτούσε εκτεταμένες αλλαγές στις υποδομές της τροφοδοσίας με καύσιμα και στις εγκαταστάσεις των εργοστασίων.
Η ανάγκη αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής ωθεί το ενδιαφέρον για το υδρογόνο, και τα νέα μέτρα πολιτικής μαζί με την αξιοσημείωτη τεχνολογική πρόοδο καθιστούν την παραγωγή του λογική πραγματικότητα. Πάνω από 137 χώρες έχουν δεσμευτεί να φτάσουν στο «καθαρό μηδέν» έως το 2050, το οποίο σημαίνει ότι θα μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου όσο το δυνατόν πλησιέστερα στο μηδέν και θα αντισταθμίσουν ό,τι δεν μπορεί να εξαλειφθεί φυτεύοντας δέντρα ή αφαιρώντας τον άνθρακα από την ατμόσφαιρα με άλλα μέσα. Μεγάλες εταιρείες αναλαμβάνουν παρόμοιες δεσμεύσεις: περισσότερες από 320 εταιρείες έχουν δεσμευτεί να φτάσουν στο καθαρό μηδέν έως το 2040. Πίσω από αυτές τις υποσχέσεις βρίσκονται τα απλά μαθηματικά για το κλίμα: για να σταθεροποιηθεί η κλιματική αλλαγή σε οποιοδήποτε επίπεδο, όλοι οι τομείς παντού, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρικής ενέργειας, των μεταφορών, των τροφίμων και της μεταποίησης, πρέπει να φτάσουν ουσιαστικά στο μηδέν και να μείνουν εκεί για πάντα.
Αυτή η άκαμπτη αριθμητική ωθεί στην παραγωγή τεράστιων ποσοτήτων πράσινου υδρογόνου για να εξυπηρετήσει αυτούς τους στόχους. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (International Energy Agency, IEA) έχει εκτιμήσει ότι η παγκόσμια παραγωγή πράσινου υδρογόνου πρέπει να αυξηθεί 400 φορές έως το 2050 για να είναι δυνατές οι μηδενικές εκπομπές. Εκτός από τους φιλόδοξους κλιματικούς στόχους, η πρόοδος της τεχνολογίας δίνει επίσης την δυνατότητα για την μετατόπιση προς το πράσινο υδρογόνο. Πριν από δέκα χρόνια, το πράσινο υδρογόνο ήταν υπερβολικά ακριβότερο από τα πιο βρώμικα ξαδέλφια του (ειδικά το «γκρίζο» υδρογόνο, το οποίο παράγεται από φυσικό αέριο ή άνθρακα). Ειδικά η δραματική μείωση του κόστους παραγωγής αιολικής και ηλιακής ενέργειας έχει φέρει την πιθανότητα αύξησης της παραγωγής πράσινου υδρογόνου στην σφαίρα του πολιτικά εφικτού.
Η προοπτική του πράσινου υδρογόνου έρχεται επιτέλους στο επίκεντρο. Η αύξηση της παραγωγής του και η διαφοροποίηση της χρήσης του θα δημιουργήσει κινδύνους και προκλήσεις στην πορεία. Για να αξιοποιήσουν την πλήρη δυναμική του πράσινου υδρογόνου στην μάχη εναντίον της κλιματικής αλλαγής οι χώρες πρέπει να επενδύσουν σε υποδομές και να καθορίσουν τις σωστές πολιτικές για να μετριάσουν τους αναπόφευκτους κινδύνους [που προκύπτουν] όταν μια νέα αγορά ενέργειας γίνεται γρήγορα εμπορική.
Η ΥΠΟΣΧΕΣΗ
Ως καθαρό καύσιμο, το υδρογόνο είναι εξαιρετικό. Καίει πολύ: στους 2.100 βαθμούς Κελσίου. Είναι αρκετά θερμό για να παράγει τσιμέντο, γυαλί και χάλυβα. Είναι ελαφρύ – το ελαφρύτερο στο σύμπαν – το οποίο βοηθά στο να διατηρεί την αποδοτικότητα ως καύσιμο μεταφοράς. Όταν περνά μέσα από μια κυψέλη καυσίμου, δημιουργεί ηλεκτρική ενέργεια κατά παραγγελία. Μπορεί να συνδυαστεί με άλλες ενώσεις για να παράγει λίπασμα, υγρά καύσιμα και πλαστικά. Το πιο σημαντικό για την μείωση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής [είναι ότι] αυτές οι χρήσεις εκπέμπουν μηδενικά αέρια του θερμοκηπίου άμεσα, καθιστώντας το υδρογόνο καύσιμο προορισμού και πρώτη ύλη σε μια οικονομία καθαρών μηδενικών εκπομπών. Η καύση του υδρογόνου αποδίδει νερό, κατάλληλο για πόση ή για ανακύκλωση σε υδρογόνο. Επιπλέον, μόλις απομονωθεί, το υδρογόνο μπορεί να χρησιμεύσει ως το κύριο θεμέλιο για την παραγωγή άλλων καθαρών καυσίμων, με πιο σημαντική την αμμωνία – άλλο ένα αουτσάιντερ στην κούρσα για την απανθρακοποίηση διότι δεν εκπέμπει άνθρακα όταν χρησιμοποιείται, έχει υψηλή ενεργειακή πυκνότητα και αποθηκεύεται και μεταφέρεται εύκολα . Το υδρογόνο είναι επίσης το κύριο θεμέλιο για τα λιπάσματα και άλλα σημαντικά προϊόντα, όπως τα εκρηκτικά και τα υγρά καθαρισμού. Λόγω του ότι το υδρογόνο και τα παράγωγά προϊόντα του μπορούν να αποθηκευτούν σε δεξαμενές και κοιλότητες αλατιού επ’ αόριστον, μπορεί να ανταποκριθεί στις εκτοξεύσεις της ζήτησης κατά την διάρκεια των εποχιακών διακυμάνσεων της ηλεκτρικής ενέργειας και να είναι έτοιμο στους σταθμούς μεταφοράς.
Αλλά η διαδικασία για την παραγωγή καθαρού υδρογόνου και την μετατροπή του σε χρήσιμο προϊόν απαιτεί ενέργεια και ετούτη η ενέργεια ίσως να μην είναι πάντα καθαρή. Το φυσικό αέριο χρησιμοποιείται για την παραγωγή γκρίζου υδρογόνου, αλλά η διαδικασία εκπέμπει διοξείδιο του άνθρακα, επιδεινώνοντας το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής. Όταν αυτό το υποπροϊόν του διοξειδίου του άνθρακα δεσμεύεται ή αποθηκεύεται υπογείως, το υδρογόνο που προκύπτει αναφέρεται ως «μπλε» υδρογόνο, το οποίο μπορεί να είναι πολύ καθαρό και χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα. Η βιομάζα, που εκτείνεται από τα ροκανίδια έως τα σκουπίδια, μπορεί να μετατραπεί χημικά σε βιοϋδρογόνο, με ή χωρίς δέσμευση άνθρακα. Αμφότερες αυτές οι διαδικασίες μπορούν να δημιουργήσουν υδρογόνο με πολύ χαμηλές εκπομπές άνθρακα, αλλά απαιτούν πρώτες ύλες (άνθρακα, μεθάνιο ή αστικά απόβλητα) που πρέπει να εξορυχθούν, να αποθηκευτούν, να μεταφερθούν και μετά να μετατραπούν, με το υποπροϊόν διοξείδιο του άνθρακα να αποθηκεύεται υπογείως.
Αντίθετα, η παραγωγή πράσινου υδρογόνου απαιτεί μόνο τρία πράγματα: γλυκό νερό, ηλεκτρολύτες για την διάσπαση του νερού στα ατομικά στοιχεία του και ηλεκτρική ενέργεια χαμηλών εκπομπών άνθρακα για την τροφοδοσία της διαδικασίας. Μπορεί επομένως να παραχθεί από ανανεώσιμη ενέργεια χαμηλού κόστους – συγκεκριμένα, ηλιακή, αιολική και υδροηλεκτρική – και άλλη ηλεκτρική ενέργεια εξαιρετικά χαμηλών εκπομπών άνθρακα, όπως η πυρηνική ενέργεια. Οποιαδήποτε τοποθεσία με αρκετό γλυκό νερό και επιλογές καθαρής ενέργειας μπορεί να γίνει σούπερ σταρ της ενέργειας από το υδρογόνο. Ένα απίθανο παράδειγμα είναι η Χιλή, η οποία φαίνεται να έχει επιτύχει το χαμηλότερο κόστος παραγωγής μέχρι στιγμής, διότι διαθέτει εξαιρετικούς ηλιακούς, αιολικούς και υδροηλεκτρικούς πόρους —κάποιους από τους καλύτερους στην γη. Η Χιλή έχει ξεκινήσει φιλόδοξα σχέδια για προϊόντα πράσινου υδρογόνου για να παράγουν το 10% του ΑΕΠ της έως το 2040. Τον Ιούλιο, η ΕΕ ανακοίνωσε μια επένδυση πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου στη Ναμίμπια, η οποία διαθέτει επίσης εξαιρετικούς ηλιακούς και αιολικούς πόρους. Το υδρογόνο θα χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή αμμωνίας, η οποία θα σταλεί στην Ευρώπη και θα χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ενέργειας και τροφίμων. Θα μπορούσε επίσης να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και νέο πλούτο για τους κατοίκους της Ναμίμπια.
Περιγραφόμενο ως ένα είδος ελβετικού σουγιά για την κλιματική αλλαγή, το υδρογόνο έχει δυνητικές εφαρμογές στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, στις μεταφορές και στις αγροτικές επιχειρήσεις. Αλλά η πιο πολλά υποσχόμενη εφαρμογή του πράσινου υδρογόνου είναι η βαριά βιομηχανία. Η παραγωγή σκυροδέματος, χάλυβα και χημικών είναι μια τεράστια πηγή παγκόσμιων εκπομπών. Αυτοί οι κλάδοι που είναι δύσκολο να απανθρακοποιηθούν δεν μπορούν εύκολα ή καθόλου να λειτουργήσουν με ηλεκτρική ενέργεια. Η γκάμα των πιθανών εναλλακτικών καυσίμων γι’ αυτούς είναι μικρή και σχεδόν όλοι συνεχίζουν να εκπέμπουν αέρια του θερμοκηπίου. Για αυτούς τους τομείς, το υδρογόνο και τα παράγωγα προϊόντα του θα είναι εξαιρετικά ελκυστικά όταν η απόρριψη αερίων του θερμοκηπίου δεν θα είναι πλέον αποδεκτή ή επιτρεπτή. Ένα παράδειγμα για το πώς θα μπορούσε να μοιάζει το μέλλον είναι το εργοστάσιο χάλυβα HYBRIT – «hydrogen breakthrough ironmaking technology» – στην Σουηδία, το οποίο έχει παράγει τον πρώτο χάλυβα χωρίς ορυκτά, με την χρήση πράσινου υδρογόνου από υδροηλεκτρική και πυρηνική ενέργεια. Το HYBRIT είναι τόσο συναρπαστική επιτυχία ώστε η εθνική εταιρεία χάλυβα της Σουηδίας έχει ανακοινώσει ότι αντικαθιστά όλες τις υψικάμινούς της με παρόμοια συστήματα που τροφοδοτούνται από πράσινο υδρογόνο.
Η τελική τιμή του πράσινου υδρογόνου ίσως είναι το μυστικό της επιτυχίας του. Οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι μεταξύ του 2030 και του 2040, το πράσινο υδρογόνο θα παράγεται σε πολλές μεγάλες αγορές κάτω από τα δύο δολάρια ανά κιλό. Ενώ αυτό είναι ακόμη σχεδόν 50% έως 100% περισσότερο από όσο κοστίζει το γκρι υδρογόνο σήμερα, αποτελεί ένα αποδεκτό κόστος για πολλές βιομηχανίες και χώρες. Η Χιλή έχει ήδη δηλώσει ότι μπορεί να παράγει υδρογόνο κάτω από τα δύο δολάρια ανά κιλό, και αυτό ίσως σύντομα να ισχύσει για την δυτική Σαουδική Αραβία και την βορειοδυτική Αυστραλία, όπου βρίσκονται υπό ανάπτυξη έργα – μαμούθ για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου και αμμωνίας. Έργα που βρίσκονται υπό κατασκευή στον Καναδά, στην Κολομβία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις Ηνωμένες Πολιτείες αντανακλούν επίσης την προσδοκία ότι η ζήτηση για καθαρό υδρογόνο θα αυξηθεί και το κόστος τελικά θα μειωθεί πολύ.
ΤΑ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ
Όπως όλες οι άλλες λύσεις που υπόσχονται χαμηλότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, το πράσινο υδρογόνο αντιμετωπίζει σημαντικά εμπόδια στον γρήγορο πολλαπλασιασμό του. Το μεγαλύτερο είναι η έλλειψη υποδομών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μόνο περίπου 1.000 μίλια αγωγών υδρογόνου, ένα σχετικά πενιχρό σύνολο. (Έχουν 100 φορές περισσότερα μίλια αγωγών φυσικού αερίου, τα οποία δεν μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν εύκολα για υδρογόνο.) Υπάρχει επίσης το πρόβλημα της μεταφοράς ενέργειας. Τα σημεία συμφόρησης στο ηλεκτρικό δίκτυο περιορίζουν την δυνατότητα όχι μόνο της προσθήκης ανανεώσιμης ενέργειας αλλά και της μεταφοράς της σε αστικά και βιομηχανικά κέντρα, όπου πρέπει να λειτουργούν οι ηλεκτροβόροι ηλεκτρολύτες.
Λόγω του ότι το υδρογόνο είναι τόσο ελαφρύ και τόσο μικρό, είναι πολύ δύσκολο να μεταφερθεί και να αποθηκευτεί. Τα μόρια υδρογόνου είναι μικρά και ολισθηρά και συνήθως αποθηκεύονται σε υπερ-υψηλές πιέσεις ή σε υπερ-χαμηλές θερμοκρασίες, το οποίο προσθέτει κόστος στην ενέργεια και στο κεφάλαιο. Λίγα λιμάνια μπορούν να αποστείλουν ή να παραλάβουν υδρογόνο ή αμμωνία, και σχεδόν κανένα δεν διαθέτει εγκαταστάσεις για να τροφοδοτήσει πλοία, βάρκες, φορτηγά και κινητήρες ελλιμενισμού με οποιοδήποτε από τα δύο καύσιμα, ακόμη και τα λιμάνια με μεγάλες βιομηχανικές απαιτήσεις. Αυτή η έλλειψη υποδομών για την παραγωγή, την μετακίνηση και την αποθήκευση υδρογόνου είναι κοινή στις περισσότερες χώρες, ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες εξίσου. Μολονότι κάποιες πολιτικές έχουν κάνει δυνατές τις νέες επενδύσεις σε υποδομές, τα σημερινά όρια θα δημιουργήσουν σημεία συμφόρησης αυτήν την δεκαετία και πέρα από αυτήν.
Το κόστος αποτελεί άλλη μια πρόκληση. Σε πολλές αγορές, το πράσινο υδρογόνο παραμένει πολύ ακριβότερο από το γκρι ή ακόμη και από το μπλε υδρογόνο —συνήθως τέσσερις έως οκτώ φορές πιο ακριβό. Μολονότι κάποιοι προαναγγέλλουν το πράσινο υδρογόνο ως [ότι έχει] χαμηλότερο κόστος από το υδρογόνο που παράγεται από το φυσικό αέριο (μπλε ή γκρι), τέτοιες προβλέψεις υποθέτουν μια φυσική αύξηση της παραγωγής που δεν έχει ακόμη συμβεί. Υποθέτουν επίσης ότι η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές θα λειτουργεί με υψηλή χωρητικότητα, παράγοντας ηλεκτρική ενέργεια για περισσότερο από το 75% του χρόνου. Αλλά αυτό το επίπεδο χρόνου λειτουργικότητας μπορεί να διατηρηθεί σε λίγα μόνο μέρη στην γη – συνήθως σε περιοχές με άφθονη υδροηλεκτρική ενέργεια ή έναν συνδυασμό άφθονης ηλιακής και αιολικής ενέργειας, όπως η Χιλή, η Ναμίμπια και η βορειοδυτική Αυστραλία, [που βρίσκονται] γενικά μακριά από τα παγκόσμια κέντρα ζήτησης. Επιπλέον, οι κρίσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας και οι κρίσιμες ελλείψεις υλικών αυξάνουν το κόστος τόσο του εξοπλισμού της ανανεώσιμης ενέργειας όσο και των ηλεκτρολυτών.
Τέλος, ο πολλαπλασιασμός του υδρογόνου ίσως παρουσιάσει απροσδόκητους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους. Ένα παράδειγμα είναι η διαρροή, η οποία συμβαίνει όταν το υδρογόνο διαφεύγει στον αέρα από τις τοποθεσίες παραγωγής, τους χώρους χρήσης ή τους αγωγούς. Πολλή διαρροή θα παρέτεινε την ζωή κάποιων αερίων του θερμοκηπίου, όπως το μεθάνιο ή τα οξείδια του αζώτου στην ατμόσφαιρα, θερμαίνοντας περαιτέρω τον πλανήτη. Εάν οι χώρες αρχίσουν να αυξάνουν ταχέως την παραγωγή τους χωρίς να την ρυθμίζουν και να την παρακολουθούν σωστά – το οποίο καμία χώρα δεν κάνει σήμερα – αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντική διαρροή υδρογόνου. Μολονότι το υδρογόνο και η αμμωνία μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ασφάλεια, η μαζική αύξηση της χρήσης τους σε όλο τον κόσμο θα προσέθετε εκατομμύρια πιθανά σημεία διαρροής χωρίς την σωστή εποπτεία και ρύθμιση. Ομοίως, ο διασκορπισμός και οι διαρροές καυσίμων με βάση το υδρογόνο (όπως η αμμωνία) θέτουν περιβαλλοντικές προκλήσεις που πρέπει να τους γίνει διαχείριση, όπως με τον διασκορπισμό και τις διαρροές της βενζίνης ή του αργού πετρελαίου.
ΝΕΟΙ ΙΣΧΥΡΟΙ ΠΑΙΚΤΕΣ
Οι γεωπολιτικές επιπτώσεις μιας μετατόπισης από τα ορυκτά καύσιμα στο πράσινο υδρογόνο θα μπορούσαν να αποδειχθούν βαθιές. Κατά πρώτον, θα δημιουργήσει νέους παρόχους καυσίμων που θα ανταγωνίζονται τους σημερινούς παρόχους. Κάποια πετρο-κράτη διαθέτουν άφθονους πόρους πράσινου και μπλε υδρογόνου, επομένως θα μπορέσουν να διατηρήσουν μέρος της ισχύος και της μόχλευσης τους, αλλά πολλές νέες χώρες ενεργοποιούνται και θα μπορούσαν να διαταράξουν το status quo. Πολλές από αυτές τις χώρες βρίσκονται στον παγκόσμιο Νότο, συμπεριλαμβανομένης της Χιλής, της Κολομβίας, της Ινδονησίας, του Μαρόκου, της Ναμίμπια και της Ουρουγουάης, και η παραγωγή καθαρής ενέργειας θα μπορούσε να τους φέρει πλούτο, όπως έχει φέρει στα πετρο-κράτη στο παρελθόν. Οι σημερινοί καταναλωτές ορυκτών καυσίμων και χημικών, όπως η Ινδία, έχουν παρουσιάσει φιλόδοξα εγχώρια προγράμματα παραγωγής πράσινου υδρογόνου, πρώτα για να παράγουν λιπάσματα και στην συνέχεια για να συμβάλλουν στην απαναθρακοποίηση της βαριάς βιομηχανίας τους. Μεγάλοι παίκτες στην αγορά του πράσινου υδρογόνου θα ανταγωνιστούν για το μερίδιο αγοράς με τις αναδυόμενες υπερδυνάμεις του μπλε υδρογόνου, συμπεριλαμβανομένων του Καναδά, της Νιγηρία και των Ηνωμένων Πολιτειών. Και θα ανταγωνιστούν για μεγάλους αγοραστές, όπως η Κίνα, η Ιαπωνία, η Νότιος Κορέα, η Σιγκαπούρη και, φυσικά, η ΕΕ. Αυτή η μάχη για να κερδίσουν αγοραστές και να κατακτήσουν αγορές αντικατοπτρίζεται στον πρόσφατο καταιγισμό διμερών συμφωνιών – δύο εθνών που συμφωνούν στην αποκλειστική παραγωγή και αγορά υδρογόνου και αμμωνίας. Η Ιαπωνία και η Χιλή υπέγραψαν μια τέτοια συμφωνία, όπως και η ΕΕ και η Ναμίμπια, αλλά δεν είναι οι μόνες· περισσότερες από 80 διμερείς συμφωνίες μεταξύ δεκάδων εθνών υποστηρίζουν την παραγωγή και το εμπόριο του υδρογόνου και των παραγώγων προϊόντων του.
Καθώς οι δυνάμεις της τεχνολογικής καινοτομίας, της γεωπολιτικής, της επιθυμίας για οικονομική ανάπτυξη και των ποικιλόμορφων φυσικών πόρων συγκλίνουν, αναπτύσσονται νέες πολιτικές που συνδυάζουν το κλίμα, την καινοτομία και το εμπόριο. Αυτή η συγχώνευση πολιτικής είναι σαφέστερη στην Ιαπωνία. Οι τράπεζες της χώρας χρηματοδοτούν την παραγωγή πράσινου υδρογόνου στην Αυστραλία και στην Χιλή, το οποίο θα παραδώσει καθαρά καύσιμα στην Ιαπωνία για να τα χρησιμοποιήσει στα λιμάνια, στους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις της. Στην Ιαπωνία, τα κυβερνητικά κίνητρα ενθαρρύνουν την παραγωγή καθαρής ενέργειας, τις καθαρές μεταφορές και την καθαρή μεταποίηση, ξεπερνώντας έτσι το άμεσο καταναλωτικό κόστος από το καθαρό υδρογόνο. Η υιοθέτηση μιας ολιστικής προσέγγισης στην πολιτική, όπως αυτή της Ιαπωνίας, συμβάλλει στο να ξεπεραστούν τα κλασικά προβλήματα «της κότας και του αυγού». Εν ολίγοις, η Ιαπωνία κατασκευάζει κότες — αποκλειστική παραγωγή υδρογόνου και καθαρών καυσίμων σε όλο τον κόσμο και μια αγορά για να αγοράσει τα προϊόντα. Αυτό αφαιρεί τον κίνδυνο από την παραγωγή πράσινου υδρογόνου μέσω της αναδοχής, της βιομηχανικής πολιτικής και της ανάπτυξης των υποδομών. Στον πυρήνα αυτών των συμφωνιών βρίσκονται οι μακροπρόθεσμες συμφωνίες για την λήψη υδρογόνου σε εγγυημένες (σταθερές) τιμές. Πολλές άλλες χώρες κάνουν το ίδιο, συμπεριλαμβανομένων της Σιγκαπούρης, της Νοτίου Κορέας και κάποιων μελών της ΕΕ.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επίσης μπει στη μάχη. Ο Νόμος περί Επενδύσεων στις Υποδομές και στις Θέσεις Εργασίας (Infrastructure Investment and Jobs Act), που ψηφίστηκε από το Κογκρέσο τον Νοέμβριο του 2021, δέσμευσε 8 δισεκατομμύρια δολάρια στην κατασκευή και λειτουργία τεσσάρων κόμβων υδρογόνου για την παραγωγή, αποθήκευση, μεταφορά και χρήση υδρογόνου. Το Κογκρέσο έχει επίσης προσθέσει δισεκατομμύρια δολάρια για τη νέα παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τις γραμμές μεταφοράς και τις λιμενικές υποδομές. Αλλά αυτό ήταν μόνο η πρώτη πράξη. Στην συνέχεια, το Κογκρέσο ψήφισε τον Νόμο περί Μείωσης του Πληθωρισμού (Inflation Reduction Act) τον Αύγουστο του 2022. Πιο συγκεκριμένα, ο νόμος δημιούργησε μια νέα κατηγορία εκπτώσεων φόρου, γνωστή ως Title 45V, η οποία παρέχει φορολογικές ελαφρύνσεις για την παραγωγή καθαρού υδρογόνου. Αυτή η νέα έκπτωση φόρου καταχωρείται στην ένταση του άνθρακα διαφορετικών τύπων παραγωγής, με την καθαρότερη παραγωγή υδρογόνου να λαμβάνει τρία δολάρια ανά κιλό, μειώνοντας δραματικά το συνολικό κόστος για το πράσινο υδρογόνο. Τα καλύτερα ηλιακά, αιολικά, υδροηλεκτρικά και πυρηνικά έργα στις Ηνωμένες Πολιτείες θα λάβουν αυτό το κίνητρο άμεσης πληρωμής, επιτρέποντας ευκολότερη πρόσβαση στις αγορές.
Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, ένα σχέδιο καρότων και μαστιγίων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την επίτευξη αυστηρότερων κλιματικών στόχων, περιλαμβάνει επιχορηγήσεις, δασμολογικές ελαφρύνσεις και επιδοτήσεις για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου, παρέχοντας περίπου 500 δισεκατομμύρια δολάρια σε κίνητρα. Το ευρωπαϊκό ενδιαφέρον για το πράσινο υδρογόνο έχει αυξηθεί μετά την εισβολή στην Ουκρανία, με πολλές κυβερνήσεις να βλέπουν το πράσινο υδρογόνο ως μεσοπρόθεσμη εναλλακτική στο ρωσικό φυσικό αέριο, ενώ παραμένουν πιστές στους κλιματικούς στόχους τους. Από πολλές απόψεις, αυτή η πλημμύρα κρατικών επενδύσεων ενθαρρύνει τις ιδιωτικές επενδύσεις και μοιάζει με το είδος των διμερών πολιτικών και των συμφωνιών που παρατηρήθηκαν στις απαρχές της παραγωγής και της μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου πριν από 20 χρόνια. Τότε, οι κυβερνήσεις ανέλαβαν παρόμοιες μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις για να ενθαρρύνουν μεγάλες επενδύσεις ιδιωτικού κεφαλαίου σε υποδομές υγροποιημένου φυσικού αερίου.
Δεδομένης της κρατικής υποστήριξης και των επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα, είναι εύκολο να είμαστε αισιόδοξοι για την τροχιά του πράσινου υδρογόνου. Οι υπέρμαχοι του κλίματος μπορούν να αισθάνονται καλά που το μειωμένο κόστος παραγωγής του θα κάνει τους παγκόσμιους κλιματικούς στόχους για το 2050 πιο εύκολο να επιτευχθούν από όσο ήταν πριν από πέντε χρόνια. Όσοι εστιάζουν στην ενεργειακή ασφάλεια βλέπουν έναν τρόπο να διαφοροποιήσουν τις προμήθειες καυσίμων και να μειώσουν την ισχύ μεμονωμένων γεωπολιτικών δρώντων. Η οργανωμένη εργασία βλέπει δουλειές. Οι τράπεζες βλέπουν αποδόσεις. Όσοι ενδιαφέρονται για την παγκόσμια ισότητα βλέπουν μια ευκαιρία να μειώσουν το χάσμα μεταξύ του παγκόσμιου Βορρά και του παγκόσμιου Νότου. Ωστόσο, θα απαιτηθεί φροντίδα και προσοχή καθώς αναπτύσσεται αυτή η νέα αγορά ενέργειας. Στην θεωρία, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ της θεωρίας και της πράξης. Στην πράξη, υπάρχει. Μολονότι το ταξίδι προς το πράσινο υδρογόνο θα είναι δύσκολο, η αισιοδοξία είναι δικαιολογημένη και ο θόρυβος είναι αιτιολογημένος.