Πώς ο Μακρόν έχασε την αριστερά
Όχι πριν από πολύ καιρό, ο πόλεμος στην Ουκρανία φαινόταν ότι θα έκανε τον Γάλλο πρόεδρο, Εμμανουέλ Μακρόν, απόλυτο φαβορί για μια δεύτερη θητεία. Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι η πλειονότητα των Γάλλων ψηφοφόρων τον εμπιστεύονταν για να χειριστεί την κρίση, και δύο εβδομάδες αφότου ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, εισέβαλε στην Ουκρανία, ο Μακρόν κέρδιζε την υποστήριξη του 31% των ψηφοφόρων που συμμετείχαν σε έρευνα, σε σύγκριση με μόλις 18% για τη Μαρίν Λεπέν, την ακροδεξιά υποψήφια που βρισκόταν στην δεύτερη θέση. Η τελευταία φορά που ένας Γάλλος υποψήφιος απολάμβανε ένα τόσο μεγάλο προβάδισμα την περίοδο πριν τις προεδρικές εκλογές ήταν πριν από περισσότερες από τρεις δεκαετίες.
Πόση διαφορά κάνουν μερικές εβδομάδες. Ο Μακρόν όντως κέρδισε τις περισσότερες ψήφους στον πρώτο γύρο των εκλογών, στις 10 Απριλίου, αλλά η Λεπέν, την οποία είχε κατατροπώσει το 2017, εμφανίστηκε δυνατή, με καλές προοπτικές για τον επαναληπτικό γύρο της 24ης Απριλίου. Αυτό οφείλεται στο ότι μπορεί να υπολογίζει στην υποστήριξη των ψηφοφόρων που έριξαν την ψήφο τους στον ακροδεξιό πολέμιο Ερίκ Ζεμούρ και, ενδεχομένως, από αντισυστημικά μέλη της εργατικής τάξης. Σίγουρα, η πλειονότητα των υποστηρικτών του αριστερού πολιτικού Ζαν-Λικ Μελανσόν —ο οποίος κατάφερε να συγκεντρώσει σχεδόν το 22% των ψήφων στον πρώτο γύρο— είναι απίθανο να συσπειρωθεί υπέρ της Λεπέν. Αλλά δεν έχουν ακόμη πειστεί να υποστηρίξουν τον Μακρόν.
Η κούρσα του 2022 δεν θυμίζει σε τίποτα [εκείνη] του 2017. Οι αντιλήψεις των δύο υποψηφίων έχουν αλλάξει. Ο περίφημος πραγματισμός του Μακρόν θεωρείται πλέον ως οπορτουνιστικός [και] η γκωλική του αποστασιοποίηση ως αλαζονεία. Από την πλευρά της, η Λεπέν έχει αμβλύνει την εικόνα της και δεν προκαλεί φόβο όπως συνήθιζε. Εν τω μεταξύ, καθώς τα παραδοσιακά αριστερά και δεξιά κόμματα έχουν χάσει την στήριξη [των πολιτών], οι Γάλλοι γίνονται όλο και πιο συναλλακτικοί. Αναμένουν από τους υποψηφίους που ψηφίζουν να κάνουν ουσιαστική διαφορά στην ζωή τους. Απογοητευμένοι από τον Μακρόν και χωρίς φόβο για την Λεπέν, πολλοί θα μπορούσαν να μπουν στον πειρασμό να απόσχουν. Η πρόκληση του δεύτερου γύρου για τον Μακρόν, λοιπόν, είναι να πείσει τους ψηφοφόρους, ιδίως αυτούς του Μελανσόν, να τον ψηφίσουν αντί να απόσχουν. Γι’ αυτό, ο Μακρόν δεν μπορεί να υπολογίζει απλώς στο να κερδίσει τους ψηφοφόρους που είναι αηδιασμένοι με την άκρα δεξιά. Θα χρειαστεί να αποδείξει ότι η ψήφος υπέρ του θα επιφέρει ουσιαστική αλλαγή στην διακυβέρνησή του.
ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ
Ο Μακρόν είναι ένας αυτοδημιούργητος πρόεδρος. Απέφυγε τις παραδοσιακές οδούς για την εξουσία, δημιουργώντας ένα νέο κεντρώο πολιτικό κόμμα, το La République en Marche, το 2016, μόλις ένα χρόνο πριν από την πρώτη του προεκλογική εκστρατεία για την προεδρία, η οποία σηματοδότησε την πρώτη φορά που είχε θέσει υποψηφιότητα για δημόσιο αξίωμα. Το στιλ του είναι η πολιτική ευελιξία. Σήμερα οι ψηφοφόροι τον θεωρούν κεντροδεξιό και [o Μακρόν] υποστηρίζει μεταρρυθμίσεις όπως η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης και ο περιορισμός των γενναιόδωρων κοινωνικών παροχών. Ο Μακρόν, ωστόσο, κατά καιρούς κλίνει προς τα αριστερά. Ως απάντηση στις διαδηλώσεις των gilets jaunes, ή «κίτρινων γιλέκων», που ξεκίνησαν σαν μια αυθόρμητη κινητοποίηση εναντίον των αυξήσεων στα καύσιμα και μετατράπηκαν σε ένα αντισυστημικό κίνημα, ο πρόεδρος άρχισε μια Grand Débat National (Μεγάλη Εθνική Διαβούλευση) στην οποία κυβερνητικοί αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένου του Μακρόν, άκουσαν τις αιτιάσεις των Γάλλων πολιτών σε όλη την χώρα. Ο Μακρόν προώθησε επίσης τις «με κάθε κόστος» δημόσιες δαπάνες για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων στον απόηχο της πανδημίας της COVID-19. Και το τρέχον προεκλογικό πρόγραμμά του υπόσχεται υποστήριξη στις ανύπαντρες μητέρες και περισσότερη χρηματοδότηση στην εκπαίδευση.
Παρά αυτές τις κινήσεις, η γαλλική αριστερά έχει απογοητευτεί από τον Μακρόν. Οι ακτιβιστές θεωρούν ότι η ατζέντα του για την κλιματική δράση, την αστυνόμευση, την υγειονομική περίθαλψη, και την εκπαίδευση δεν είναι επαρκώς προοδευτική. Επιπλέον, η δημόσια εικόνα του Μακρόν έχει τροφοδοτήσει την αντίληψη ότι είναι απόμακρος και ευθυγραμμισμένος με τους πλούσιους. Ως ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του κόμματος που δημιούργησε, ο Μακρόν έχει επικεντρώσει την λήψη αποφάσεων στο Μέγαρο των Ηλυσίων. Δήλωσε την υποψηφιότητά του την τελευταία δυνατή ημέρα με μια απλή «επιστολή προς τους Γάλλους», πραγματοποίησε μόνο μια μεγάλη πολιτική συγκέντρωση πριν από τον πρώτο γύρο και αρνήθηκε να συζητήσει με τους αντιπάλους του πριν από τις επαναληπτικές εκλογές.
Η βασιλική προσέγγισή του στην αναζήτηση μιας δεύτερης θητείας υπογράμμισε τις επιφυλάξεις που διατηρούν πολλοί Γάλλοι ψηφοφόροι για τον πρόεδρό τους. Μια δημοσκόπηση της Ipsos-Sopra Steria στους Γάλλους ψηφοφόρους που διεξήχθη μεταξύ της 21ης Μαρτίου και της 24ης Μαρτίου βρήκε ότι μόνο το 27% των ερωτηθέντων ένιωθε ότι ο Μακρόν «καταλαβαίνει τα προβλήματά μας» σε σύγκριση με το 46% για την Λεπέν. Στα τέλη της περιόδου της προεκλογικής εκστρατείας, μια διαμάχη ενέτεινε την δημόσια δυσαρέσκεια για τον Μακρόν: η Γαλλική Γερουσία δημοσίευσε μια καυστική έκθεση σχετικά με την χρήση εταιρειών συμβούλων από την κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένου του αμερικανικού μεγαθηρίου McKinsey. Λίγο αργότερα, ο οικονομικός εισαγγελέας ανακοίνωσε έρευνα για το εάν η McKinsey συμμετείχε σε ξέπλυμα μαύρου χρήματος και φοροδιαφυγή. H συσχέτιση με τον Μακρόν είναι, στην καλύτερη περίπτωση, σαθρή, αλλά οι ειδήσεις συνέβαλαν στο να ενισχυθεί η κοινή αντίληψη για αυτόν ως ελιτιστή που έχει χάσει την επαφή με την πραγματικότητα. Τώρα αντιμετωπίζει το φαρμακερό αντι-Μακρόν αίσθημα τόσο στα αριστερά όσο και στα δεξιά. Ακόμη και πολλοί που δεν αισθάνονται συμπάθεια για την Λεπέν μπορεί να έχουν πρόβλημα να ψηφίσουν τον εν ενεργεία πρόεδρο.
ΛΕΠΕΝ 2.0
Τις τύχες της Λεπέν έχουν ενισχύσει όχι μόνο τα ελαττώματα του Μακρόν αλλά και τα λάθη των αντιπάλων της στα δεξιά. Εάν κάποιος ακροδεξιός πολιτικός επρόκειτο να έχει επιτυχία φέτος, πολλοί πίστευαν ότι αυτός θα ήταν ο Ζεμούρ, ένας υπερσυντηρητικός ζηλωτής κατά της μετανάστευσης, που παρουσίασε την υποψηφιότητά του για την προεδρία το φθινόπωρο του 2021. Ο Ζεμούρ επέπληξε την Λεπέν επειδή δεν ήταν επαρκώς σκληροπυρηνική για τη μετανάστευση. Οι δικές του θέσεις για το ζήτημα ήταν ξεκάθαρα ρατσιστικές. Προειδοποίησε ότι ο πληθυσμός των Μουσουλμάνων στην Γαλλία αντιπροσώπευε μια «μεγάλη αντικατάσταση» των υποτιθέμενα αυθεντικών —δηλαδή των λευκών και κοσμικών— Γάλλων. Δήλωσε ότι μια λύση θα ήταν η «επαναμετανάστευση» των αλλοδαπών στις χώρες καταγωγής τους. Ο Ζεμούρ κέρδισε υποστήριξη όχι μόνο από τους ψηφοφόρους της Λεπέν, αλλά ακόμη και από μέλη της ίδιας της οικογένειάς της: η Marion Maréchal, ανιψιά της Λεπέν, είναι η αγαπημένη της ακροδεξιάς και υποστήριξε τον Ζεμούρ αντί για την θεία της. Μια σαστισμένη Λεπέν εμφανίστηκε στην τηλεόραση τον Μάρτιο, οδυρόμενη για την προδοσία.
Ο εξτρεμισμός του Ζεμούρ, ωστόσο, τελικά εξοστρακίστηκε υπέρ της Λεπέν, επειδή αυτή φαινόταν συγκριτικά λιγότερο ριζοσπαστική. Η άμβλυνση της εικόνας της ήταν ένα από μακρού χρόνου κυοφορούμενο εγχείρημα. Από τότε που ανέλαβε το κόμμα του Εθνικού Μετώπου (National Front) από τον πατέρα της, Ζαν-Μαρί Λεπέν, το 2011, η Μαρίν Λεπέν εργάστηκε για να κάνει το κόμμα της, που τώρα ονομάζεται Εθνικός Συναγερμός (National Rally), πιο αποδεκτό σε ένα ευρύτερο κομμάτι του γαλλικού κοινού. Επέμεινε στο εγχείρημα μετά την ήττα της το 2017, πεπεισμένη ότι η αυτόματη ψήφος κατά της άκρας δεξιάς (ένα φαινόμενο που ονομάζεται le front républicain [δημοκρατικό μέτωπο]) ήταν ο λόγος που απέτυχε να γίνει αποδεκτή στους περισσότερους ψηφοφόρους. Ενώ κάποτε την περιγελούσαν για τους επιθετικούς της τρόπους, [σήμερα] έχει γίνει πιο φιλική στις δημόσιες εμφανίσεις της, φοράει παστέλ χρώματα, και χαμογελάει πολύ. Μιλάει για τις ταλαιπωρίες της ως ανύπαντρη μητέρα και για την αγάπη της για τις γάτες.
Στην τρίτη της υποψηφιότητα για την προεδρία, το πολιτικό πρόγραμμά της έχει επίσης εξελιχθεί, από τον ακροδεξιό εθνικισμό στην ακροδεξιά λαϊκιστική κυριαρχία. Συγκεκριμένα, η Λεπέν έχει εστιάσει την εκστρατεία της στις οικονομικές αιτιάσεις, υποβαθμίζοντας τις εθνικιστικές της προτάσεις. Αυτό συμβαδίζει με τις προτεραιότητες των Γάλλων ψηφοφόρων, εκ των οποίων περισσότεροι από τους μισούς λένε ότι ανησυχούν για τη μείωση της αγοραστικής τους δύναμης. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας έχουν επιδεινώσει αυτούς τους φόβους, ιδιαίτερα καθώς η τιμή του φυσικού αερίου έχει αυξηθεί.
Ο οικονομικός αντίκτυπος των κυρώσεων στην Ρωσία είναι ένας λόγος για τον οποίο ο πόλεμος του Πούτιν δεν φαίνεται να έχει βλάψει την υποψηφιότητα της Λεπέν, παρά το γεγονός ότι ήταν από καιρό υποστηρίκτρια του Πούτιν. Αντιτάχθηκε στις κυρώσεις στην Ρωσία όταν ο Πούτιν προσάρτησε παράνομα την Κριμαία το 2014, την ίδια χρονιά που το κόμμα της πήρε δάνειο 10,2 εκατομμυρίων δολαρίων από μια τσεχο-ρωσική τράπεζα με δεσμούς με το Κρεμλίνο. Συναντήθηκε με τον Ρώσο πρόεδρο τρία χρόνια αργότερα στη Μόσχα. Μετά την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, ωστόσο, ανακοίνωσε ότι είναι δίπλα στον Μακρόν σε μια περίοδο κρίσης, μολονότι έχει επιχειρηματολογήσει εναντίον της επιβολής κυρώσεων στο ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο, λόγω των επιπτώσεων που θα είχαν στα γαλλικά νοικοκυριά. Υποστηρίζει επίσης μια στρατηγική προσέγγιση μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας «μόλις τελειώσει ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος» και υπόσχεται να αποσύρει την Γαλλία από την στρατιωτική διοίκηση του ΝΑΤΟ, μια κίνηση που πιθανώς θα αποσταθεροποιήσει την συμμαχία.
Καθώς ο ευέλικτος χειρισμός της ουκρανικής κρίσης από την Λεπέν περιόρισε τον αρνητικό αντίκτυπο στην υποψηφιότητά της, οι αριθμοί του Ζεμούρ άρχισαν να υποχωρούν. Η θλίψη του για το ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία ήταν ένας «περισπασμός» από την πραγματική απειλή των ξένων και των Μουσουλμάνων δεν ικανοποίησε˙ ούτε ικανοποίησε η πρότασή του ότι, αντί να υποδεχτεί πρόσφυγες στην Γαλλία, η κυβέρνηση θα πρέπει να επιδοτήσει την πολωνική κυβέρνηση για να επανεγκαταστήσει Ουκρανούς στην Πολωνία. Την περίοδο πριν από τον πρώτο γύρο, οι εθνικιστές ψηφοφόροι της άκρας δεξιάς συνειδητοποίησαν ότι θα έπρεπε να υιοθετήσουν μια προσέγγιση vote utile (στρατηγικής ψήφου) για να διασφαλίσουν ότι ένας ευθυγραμμισμένος με την ιδεολογία τους υποψήφιος θα περάσει στον δεύτερο γύρο. Πολλοί συσπειρώθηκαν πίσω από την Λεπέν, αφήνοντας τον Ζεμούρ με μόλις 7% των ψήφων.
ΚΡΙΣΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ
Περίπου το 80% των υποστηρικτών του Ζεμούρ λένε ότι θα στηρίξουν την Λεπέν στις γενικές εκλογές, σύμφωνα με δημοσκόπηση της Ifop-Fiducial, το οποίο σημαίνει ότι μπορεί να συνεχίσει την απόπειρα να προσελκύσει περισσότερους μέσους Γάλλους πολίτες, χωρίς να ανησυχεί για την δεξιά πτέρυγά της. Η Λεπέν διεξήγαγε μια δεξιοτεχνική προεκλογική εκστρατεία, σαλπίζοντας το οικονομικό της μήνυμα αντί για τα αντιμεταναστευτικά μέτρα της, λαμπρύνοντας την εικόνα της, και μειώνοντας το στίγμα που σχετίζεται με την ψήφο υπέρ της. Ανεξάρτητα από το ότι το πρόγραμμά της παραμένει μισαλλόδοξο και θα ήταν επιζήμιο τόσο για την παγκόσμια θέση της Γαλλίας όσο και για την ευρωπαϊκή συνοχή: μιλάει για τα ζητήματα της τσέπης και η πλατφόρμα της έχει απήχηση.
Για να διασφαλίσει μια δεύτερη θητεία στο αξίωμά του, ο Μακρόν πρέπει επειγόντως να δαιμονοποιήσει ξανά την Λεπέν, η πολιτική αλλαγή της οποίας είναι μόνο επιφανειακή. Ο Μακρόν πρέπει επίσης να επανασυνδεθεί με τους αριστερούς ψηφοφόρους, τους οποίους έχει αποξενώσει τα τελευταία πέντε χρόνια και που ψήφισαν συντριπτικά υπέρ του Μελανσόν στον πρώτο γύρο. Αυτή θα είναι μια δύσκολη υπόθεση και ένα πιο δύσκολο έργο από ό,τι ήταν το 2017: πολλοί ψηφοφόροι στα αριστερά του κέντρου που ψήφισαν τον Μακρόν απογοητεύτηκαν από την προεδρία του. Κάποιοι θα τον ξαναψηφίσουν απλώς για να εμποδίσουν την Λεπέν —αλλά αν ελπίζει να περιορίσει τον κίνδυνο της αποχής, θα χρειαστεί να αποδείξει ότι τα ζητήματα που τους απασχολούν είναι αυτά στα οποία θα επικεντρωθεί σε μια δεύτερη θητεία. Συγκεκριμένα, ο Μακρόν δεν έχει ακόμη ενστερνιστεί μια πραγματικά φιλόδοξη στρατηγική για το κλίμα –ένα κύριο χαρακτηριστικό του προγράμματος του Μελανσόν- η οποία θα είχε το πρόσθετο πλεονέκτημα να του δώσει το πολιτικό κεφάλαιο για επιθετικές περικοπές εκπομπών.
Το καθήκον του Μακρόν δεν είναι τόσο να αποδείξει ότι η μοίρα της Ευρώπης και του κόσμου εξαρτώνται από την επανεκλογή του, αλλά μάλλον ότι κατανοεί και θα ανταποκριθεί στις δυσκολίες και τις ανησυχίες των καθημερινών Γάλλων. Ακόμα κι αν ο Μακρόν επανεκλεγεί, μια δεύτερη θητεία δεν θα είναι ομαλή. Η άκρα δεξιά θα έχει πιθανώς την καλύτερη επίδοσή της στην ιστορία στις 24 Απριλίου, και αυτό θα ενθαρρύνει τους υποστηρικτές της ενόψει των βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου. Με το πρώτο σημάδι μεταρρύθμισης, ο κίνδυνος διαδηλώσεων στους δρόμους θα είναι υψηλός. Εάν τα καταφέρει να ανταπεξέλθει, ο Μακρόν θα πρέπει να ανταποκριθεί περισσότερο στους ψηφοφόρους του και να προσεγγίσει τους ψηφοφόρους της εργατικής τάξης, τους νέους, και τους περιβαλλοντικά συνειδητοποιημένους [ακτιβιστές] και τους ακτιβιστές για την κοινωνική δικαιοσύνη. Θα χρειαστεί να οικοδομήσει την συναίνεση με έναν τρόπο που δεν έχει κάνει μέχρι στιγμής.