Πως η αμερικανική ηγεσία μπορεί να αποτρέψει την καταστροφή
Απόδοση από άρθρο των John Podesta and Todd Stern για το Foreign Affairs
Τον Σεπτέμβριο του 2019, μετά από διετή ξηρασία και μερικές από τις πιο ζεστές ημέρες, ξέσπασαν φωτιές στην Ανατολική Αυστραλία. Οι φωτιές έκαιγαν για επτά μήνες και κατέκαψαν εκατομμύρια στρέμματα γης. Ανάγκασαν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να φύγουν από τα σπίτια τους και κατέστρεψαν περίπου 3.000 κατοικίες. Στη Μελβούρνη η ποιότητα του αέρα ήταν 30% χειρότερη από τη διαβόητη τοξική ατμόσφαιρα στο Νέο Δελχί. Οι ερευνητές εκτιμούν πως πέθαναν πάνω από ένα δισεκατομμύριο ζώα. Και η συνολική οικονομική καταστροφή πέρασε τα 4,4 δισεκατομμύρια που είχαν φτάσει οι φωτιές του 2009.
Οι φωτιές στην Αυστραλία δεν ήταν παρά μια σκληρή υπενθύμιση της κλιματικής αλλαγής, αλλά πρόσφατα δεν ήταν οι μόνες που έφτασαν στα πρωτοσέλιδα. Από το 2010 μέχρι το 2019 οι φυσικές καταστροφές έχουν κοστίσει περίπου 2,98 τρις στον κόσμο. Και το πρώτο μισό του 2019, οι ακραίες καιρικές συνθήκες ανάγκασαν επτά εκατομμύρια ανθρώπους να φύγουν από τα σπίτια τους, ένα νέο ρεκόρ εξαμήνου. Και η κατάσταση αναμένεται να χειροτερέψει: στις επόμενες δεκαετίες, η κλιματική αλλαγή απειλή με έλλειψη τροφής και νερού, ακτογραμμές που δεν θα είναι κατοικήσιμες για εκατομμύρια του πληθυσμού και ένα κύμα προσφύγων που θα πνίξει ακόμα πιο πολύ το κύμα προσφύγων που ήδη εισέρχεται στην Ευρώπη.
Για να αντιμετωπιστεί η επείγουσα αυτή κατάσταση θα πρέπει να παρθούν αποφασιστικές δράσεις. Το 2018 το Intergovernmental Panel on Climate Change του UN έκανε ξεκάθαρο πως για να αποφύγουμε σημαντικούς κινδύνους για την υγεία του πλανήτη -και τη δική μας- οι ΗΠΑ και άλλοι δυνατοί παράγοντες θα πρέπει να ρίξουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στο μηδέν μέχρι το 2050, ένα δύσκολο έργο που θα πρέπει να αφορά τομείς όπως η ενέργεια, οι μεταφορές και τη βιομηχανική παραγωγή, ενώ παράλληλα θα πρέπει να αλλάξουν οι καλλιέργειες και να σταματήσει η αποδάσωση.
Οι ΗΠΑ θα πρέπει να αναπτύξουν στρατηγικές στο εσωτερικό, αλλά και παγκόσμια. Ξεκινώντας από τον Λευκό Οίκο και φτάνοντας μέχρι και στις διμερείς σχέσεις, η χώρα θα πρέπει να εφαρμόσει αλλαγές και να ενισχύσει την πολιτική θέληση που είναι απαραίτητη για να αντιμετωπιστεί η κλιματική αλλαγή.
Η αλλαγή ξεκινάει εν δήμω
Για να πέσουν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στο μηδέν μέχρι το 2050, οι ΗΠΑ θα πρέπει να προχωρήσουν σε δομικές αλλαγές.
Ο πρόεδρος θα μπορούσε να σχηματίσει ένα εθνικό συμβούλιο για το κλίμα που θα το επέβλεπε ένας ακόλουθος του προέδρου, υπεύθυνος για την κλιματική πολιτική. Το συμβούλιο θα έχει εξειδικευμένο προσωπικό, ώστε να κατευθύνει τις απαραίτητες ενέργειες και να φέρει μετρήσιμα αποτελέσματα στις πολιτείες. Θα αναλάμβανε δράσεις και θα έθετε νομοθεσίες για να συντονίσει όλες τις κρατικές βαθμίδες. Παράλληλα, σε συνεργασία με μέλη της Εθνικής Ασφάλειας θα ανέπτυσσε στρατηγική διπλωματίας και ασφάλειας για να προωθήσει την πράσινη ενέργεια, να χτίσει άμυνες ενάντια σε φυσικές καταστροφές και να πιέσει για την εφαρμογή των μηδενικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Επιπλέον, ο Προέδρος θα έπρεπε να πιέσει το Πεντάγωνο να επεκτείνει την πολιτική αυτή και πέρα από το 2050.
Επιπρόσθετα, οι ΗΠΑ θα έπρεπε να συνεχίσουν την ιστορική τους ηγεσία σε θέματα συλλογής δεδομένων και επιστημονικής έρευνας για το κλίμα. Και η χώρα να δώσει ακόμα μια φορά τη θέση στους επιστήμονες ώστε να πάρουν τις κατάλληλες αποφάσεις και να δώσουν τις κατάλληλες συμβουλές. Η νέα γενιά και τα νέα ταλέντα θα χρειαστούν ακόμα κονδύλια για να αντιμετωπίσουν τις καθυστερήσεις του τραμπισμού και τις προκλήσεις του επερχόμενου αιώνα.
Φυσικά η επιστροφή των ΗΠΑ σε ηγετική θέση θα επιφέρει σκεπτικισμό από τη διεθνή κοινότητα. Οι μεγάλοι παίκτες έχουν καεί και από τον Πρόεδρο Μπους και τον Πρόεδρο Τραμπ. Μεγάλο μέρος της εξωτερικής πολιτικής θα πρέπει να στοχεύσει στην αποκατάσταση αυτής της εμπιστοσύνης και αρχικά να εφαρμοστεί στην ίδια τη χώρα.
Η επιστροφή του άσωτου υιού
Η ανανεωμένη πίστη των ΗΠΑ σε αυτόν τον σκοπό θα φανεί εφόσον ανακοινώσουν επίσημα πως θέλουν να πάρουν ξανά μέρος στη Συμφωνία του Παρισιού, η οποία αποτελεί ιδιαίτερα σημαντικό κομμάτι της παγκόσμιας προσπάθειας για την ανατροπή της κλιματικής αλλαγής και είναι και συμβολική ως προς την κοινή παγκόσμια προσπάθεια.
Επίσης θα πρέπει να εφαρμόσουν τις αποφάσεις για μηδενικές εκπομπές αερίων και να πιέσουν όλους τους εμπλεκόμενους να παρουσιάσουν τις δικές τους στρατηγικές αντιμετώπισης, μέχρι το 2050, όπως απαιτεί η Συμφωνία του Παρισιού.
Αν και αυτή η συμφωνία δεν είναι το μόνο που έχει αγνοήσει η αμερικανική κυβέρνηση. Το 2009 οι ΗΠΑ συνέταξαν το Major Economies Forum on Energy and Climate (MEF) χωρίς να ολοκληρωθούν οι ενέργειες του περί μηδενικών εκπομπών αερίων. Θα πρέπει λοιπόν να ανασυνταχθεί και να στηρίξει και αυτό -έμπρακτα- τη Συμφωνία, προωθώντας αλλαγές σε τομείς όπως η βιώσιμη τεχνολογία. Θα πρέπει να προσκαλέσουν χώρες όπως η Αργεντινή, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία για να υπάρχει πιο ευρεία εκπροσώπηση και συντονισμός κινήσεων. Παράλληλα θα πρέπει να εργαστούν και με ευρωπαίους συμμάχους, στο High Ambition Coalition, που έχουν ως στόχο να πιέσουν όλους τους σημαντικούς «παίκτες» στον κόσμο.
Πράσινο χρήμα, για μια πράσινη Γη
Οι αναπτυσσόμενες οικονομίες χρειάζονται απεγνωσμένα επενδύσεις σε πράσινα ενεργειακά συστήματα και σε υποδομές που να μπορούν να αντέξουν την κλιματική αλλαγή. Οι ΗΠΑ σε συνεργασία με Ευρώπη και Ασία θα μπορούν να ενώσουν διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τοπικές τράπεζες για να ενθαρρύνουν τις επενδύσεις προς τη βιώσιμη ανάπτυξη και τις αντίστοιχες υποδομές, πιέζοντας προς αυτή την κατεύθυνση χώρες όπως Κίνα, Ιαπωνία και Νότιο Κορέα.
Ακόμα η Ουάσιγκτον θα πρέπει να ενισχύσει τις πιο φτωχές χώρες, αρχικά εξασφαλίζοντας πως τα κονδύλια που υπάρχουν ήδη, χρησιμοποιούνται και σωστά, κίνηση που ξεκίνησε ο Πρόεδρος Ομπάμα στη σύνοδο G-20 το 2009. Πέρα από αυτές τις συμφωνίες και την εφαρμογή τους σε τρίτες χώρες, ο επόμενος πρόεδρος θα πρέπει να προωθήσει ένα φιλικό προς το περιβάλλον εμπόριο, προσπάθεια που ξεκίνησε στη θητεία του Ομπάμα, αλλά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Παλιές και νέες φιλίες
Μια εξωτερική πολιτική με στόχο το κλίμα θα μπορούσε να αναδιαμορφώσει τις σχέσεις των ΗΠΑ με παλιούς και νέους εταίρους, αλλά και εχθρούς. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η ΕΕ σίγουρα θα ακολουθούσαν αυτή την πολιτική, και μαζί, αποτελούν το ένα τρίτο του παγκόσμιου ΑΕΠ και έχουν ένα μεγάλο μερίδιο των εξαγωγών από Κίνα και Ινδία. Αυτό τους δίνει το πλεονέκτημα για να ασκήσουν πίεση σε αυτές τις χώρες και την κλιματική τους πολιτική. Βοήθεια θα αποτελούσε και η συνεργασία των ΗΠΑ με άλλους μεγάλους παίκτες, ανεπτυγμένες χώρες όπως Ιαπωνία, Νέα Ζηλανδία, Καναδάς και Μεξικό.
Χώρες όπως η Κίνα έχουν αποδειχτεί πιο δύσκολες στη συνεργασία για το κλίμα, όμως είναι επιβεβλημένο για τις ΗΠΑ να τις κερδίσουν. Μια συνάντηση με τον Πρόεδρο Xi Jinping θα μπορούσε να γίνει η αρχή για μια προσοδοφόρα συνεργασία και να κινήσει τα παγκόσμια νήματα.
Η Ινδία, σε συνεργασία με τις ΗΠΑ έχει ήδη δείξει θετικά βήματα, αλλά η χώρα παλεύει ακόμα με την αλλαγή σε πιο βιώσιμες πηγές ενέργειας και την παύση χρήσης κάρβουνου.
Αντίστοιχα και η Βραζιλία θα πρέπει να μπει στο στόχαστρο της αμερικανικής διπλωματίας για το κλίμα, αντιμετωπίζοντας πρώτα την αποδάσωση του Αμαζονίου.
Κάποιες χώρες σίγουρα θα φέρουν αντιστάσεις καθώς βασίζουν την οικονομία τους σε παραδοσιακές πηγές ενέργειας και δεν έχουν την οικονομική ευελιξία που έχουν οι ΗΠΑ. Η απάντηση εδώ δεν είναι εύκολή, αλλά οι ΗΠΑ θα πρέπει να εργαστούν με όλες τις χώρες ώστε να ξεκινήσει η αλλαγή.
Επιπλέον η κλιματική αλλαγή ίσως δημιουργήσει κινήματα που θα απειλήσουν τα δημοκρατικά καθεστώτα. Η μεταναστευτική κρίση στην Ευρώπη, αλλά και στα σύνορα ΗΠΑ – Μεξικού θα είναι «απλή» σε σχέση με τα κύματα μεταναστών που θα φέρει η κλιματική κρίση.
Οι δυσκολίες είναι έκδηλες, αλλά μια συντονισμένη κίνηση θα φέρει πίσω τις ΗΠΑ σε ηγετική θέση. Ένας Πρόεδρος που θα βλέπει ρεαλιστικά την απειλή θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά. Είναι μια καθυστερημένη κίνηση, αλλά δεν είναι πολύ αργά για να ξεκινήσει η αλλαγή.