Πώς οι κυβερνήσεις μπορούν να κρατήσουν τους πολίτες τους αφοσιωμένους στην άμυνα της Ουκρανίας
Στις αρχές του Φεβρουαρίου, ο αντιπρόσωπος στην Βουλή των ΗΠΑ, Matt Gaetz, Ρεπουμπλικάνος από την Φλόριντα, εισήγαγε ένα ψήφισμα για την διακοπή κάθε αμερικανικής στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας προς την Ουκρανία. Αργότερα τον ίδιο μήνα, οι Ρεπουμπλικάνοι στην Επιτροπή Εποπτείας της Βουλής των Αντιπροσώπων αποφάσισαν να σηματοδοτήσουν την επέτειο της πλήρους εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, ξεκινώντας μια έρευνα για την [οικονομική] βοήθεια της Ουάσινγκτον προς το Κίεβο, υποστηρίζοντας ότι «ήρθε η ώρα ο Λευκός Οίκος να παραδώσει τις αποδείξεις για να διαβεβαιώσει ότι τα δολάρια των Αμερικανών φορολογουμένων δεν χάνονται λόγω σπατάλης, απάτης, ή κατάχρησης». Ο Gaetz ονόμασε τη νομοθετική του δράση ψήφισμα για την «Κόπωση από την Ουκρανία», και οι Ρεπουμπλικάνοι στην Επιτροπή Εποπτείας της Βουλής των Αντιπροσώπων ενθαρρύνουν χαρούμενα την ιδέα ότι αυτή η κόπωση είναι ευρέως διαδεδομένη μεταξύ των Αμερικανών. Αλλά δεν είναι οι Αμερικανοί φορολογούμενοι που θα κερδίσουν από αυτές τις προσπάθειες των Ρεπουμπλικάνων να περιορίσουν την υποστήριξη προς την Ουκρανία. Από την αρχή της εισβολής της το 2022, η Ρωσία υπολογίζει ότι η Δύση θα κουραστεί να βοηθά τους Ουκρανούς στον αγώνα τους. Είτε το αναγνωρίζουν είτε όχι, τα μέλη της αντι-ουκρανικής παράταξης του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος βοηθούν την Ρωσία να πραγματοποιήσει τους στόχους της.
Λίγο καιρό μετά την εισβολή στην Ουκρανία, ορισμένα στελέχη του εσωτερικού κύκλου του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, παραδέχθηκαν στην Washington Post ότι ο Ρώσος ηγέτης απλώς περίμενε να περάσει ο χρόνος, «προετοιμαζόμενος για έναν μακρύ πόλεμο φθοράς» εναντίον της Ουκρανίας και, δια πληρεξουσίων, της Δύσης. Επίσης, οι Ρώσοι αξιωματούχοι διαστρεβλώνουν την αλήθεια με την προπαγάνδα: οι Δυτικές κυρώσεις κατά της ρωσικής οικονομίας -και όχι η απόφαση του Πούτιν να εισβάλει σε μια κυρίαρχη χώρα- θα προκαλέσουν παγκόσμια επισιτιστική και ενεργειακή κρίση, και οι Δυτικοί πληθυσμοί θα κουραστούν από την υποστήριξη των κυβερνήσεών τους προς το Κίεβο, απαιτώντας μια λύση της σύγκρουσης που θα τους απαλλάξει από περαιτέρω υλική ταλαιπωρία. Το γεγονός ότι αυτά τα αφηγήματα εμφανίστηκαν τόσο γρήγορα δεν ήταν τυχαίο. Το Κρεμλίνο έχει ιστορικό στην προσπάθεια να δημιουργεί και να εκμεταλλεύεται πραγματικές διαιρέσεις μέσα στις κοινωνίες -στην προκειμένη περίπτωση, καλλιεργώντας την λεγόμενη κόπωση της συμπόνιας προς την Ουκρανία- για να επιτύχει ευνοϊκά πολιτικά αποτελέσματα.
Χάρη στις έξυπνες επικοινωνιακές στρατηγικές του Κιέβου και την φυσική συγγένεια της Δύσης με την Ουκρανία, η Ρωσία δεν ήταν τόσο επιτυχής σε αυτήν την προσπάθεια. Το Δυτικό κοινό σε γενικές γραμμές κατάφερε να αποφύγει την κόπωση από την συμπόνια και να παραμείνει προσηλωμένο στο να βοηθήσει την Ουκρανία να αποκρούσει την ρωσική εισβολή. Αλλά αυτή η δέσμευση δεν θα διαρκέσει για πάντα και, πράγματι, μπορεί ήδη να έχει αρχίσει να αμφιταλαντεύεται σε αρκετές χώρες. Οι Δυτικές κυβερνήσεις δεν έχουν την πολυτέλεια να εφησυχάζουν μην τυχόν αρχίσουν οι πολίτες τους να αντιδρούν στην πολεμική προσπάθεια. Οι ηγέτες πρέπει να αναγνωρίσουν το πραγματικό κόστος που έχει επιφέρει ο πόλεμος στους πληθυσμούς τους, αλλά παρά ταύτα να υπενθυμίσουν στους πολίτες τους όλα όσα διακυβεύονται στα πεδία των μαχών της Ουκρανίας.
H ΑΓΓΑΡΕΙΑ ΤΗΣ ΣΥΜΠΟΝΙΑΣ
Είναι κατανοητό ότι οι άνθρωποι δυσκολεύονται να διατηρήσουν την συμπόνια που νιώθουν για την δυστυχία των άλλων. Οι πληθυσμοί κουράζονται να καταναλώνουν τις σπαρακτικές φωτογραφίες. Εξαντλούνται από την υπερφόρτωση με ζοφερές πληροφορίες. Αρχίζουν να λυγίζουν κάτω από το βάρος της αποδοχής προσφύγων, και φοβούνται ότι δεν μπορούν πλέον να αντέξουν οικονομικά να βοηθούν ξένους που υποφέρουν ή να αντιμετωπίσουν το αυξημένο κόστος που συνοδεύει τις κρίσεις. Οι κυβερνήσεις και οι θεσμικοί χορηγοί, από την πλευρά τους, αρχίζουν να αγχώνονται με την υποχρέωση να προσθέτουν μηδενικά στα σύνολα των συμφωνιών επιχορήγησης. Η Μόσχα αναγνωρίζει αυτήν την τάση. Ακριβώς όπως έκανε και με προηγούμενες επιχειρήσεις επιρροής αλλού, το Κρεμλίνο προσπάθησε να αναζωπυρώσει την κόπωση της συμπόνιας σε πολλές Δυτικές κοινωνίες, σε μια προσπάθεια να επηρεάσει την κοινή γνώμη και την πολιτική.
Παρόλο που η υποστήριξη προς την Ουκρανία παραμένει αποφασιστική στην Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική, υπάρχουν μικρές ενδείξεις ότι μπορεί σύντομα να αρχίσει να κλονίζεται. Δημοσκόπηση που διεξήχθη στις αρχές του 2023 από το Centre for Information Resilience, μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης με έδρα την Βρετανία, έδειξε ότι η δημόσια υποστήριξη για την παροχή οικονομικής στήριξης στην Ουκρανία έχει κάπως εξασθενήσει στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, ακόμη και σε μέρη που βρίσκονται κοντά στην Ουκρανία και έχουν μακρά εμπειρία με την αντοχή στην ρωσική παραπληροφόρηση. Στην Βουλγαρία και την Σλοβακία, για παράδειγμα, το 43% και το 39% των ερωτηθέντων, αντίστοιχα, πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις τους κάνουν «πάρα πολλά» για την Ουκρανία. Αν και είναι δύσκολο να προσδιοριστεί αν αυτά τα συναισθήματα είναι άμεσο αποτέλεσμα των ρωσικών μηνυμάτων, βασικά ρωσικά αφηγήματα -συμπεριλαμβανομένων των αντιλήψεων ότι οι Ουκρανοί είναι νεοναζί και ότι το ΝΑΤΟ ευθύνεται για τον πόλεμο- έχουν κερδίσει έδαφος σε αυτές τις κοινωνίες.
Παρόμοιες τάσεις εμφανίζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Pew Research Center που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο, το ένα τέταρτο των Αμερικανών πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέχουν υπερβολική υποστήριξη στο Κίεβο. Μετά την διαρροή χημικών στην East Palestine, στο Οχάιο, τον Φεβρουάριο, ορισμένοι συντηρητικοί αναρωτήθηκαν γιατί ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, επισκέφθηκε το Κίεβο αντί να επισκεφθεί την πληγείσα κοινότητα στην πατρίδα του. Επιπλέον, από τις αρχές του έτους, εξέχοντες Αμερικανοί συντηρητικοί παράγοντες επιρροής προσπάθησαν να απαξιώσουν τις εικόνες των ουκρανικών δεινών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως ψεύτικες, ενώ επέμειναν ότι η υποτιθέμενη έλλειψη οπτικού υλικού από τις μάχες στον πόλεμο στην Ουκρανία υποδηλώνει ότι η σύγκρουση είναι μια επινοημένη συνωμοσία. (Αυτή η θεωρία είναι ιδιαίτερα παράλογη, δεδομένων των δεκάδων χιλιάδων επαληθευμένων βίντεο και φωτογραφιών που έχουν αναρτηθεί στο διαδίκτυο από πολίτες και μαχητές). Το επακόλουθο αυτών των ισχυρισμών είναι η κατηγορία ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν δραματοποιεί την σύγκρουση για να δικαιολογήσει την εξαιρετική γενναιοδωρία που παρέχει στην Ουκρανία.
ΤΑ ΨΕΜΑΤΑ ΡΙΖΩΝΟΥΝ
Η Ρωσία ελπίζει εδώ και καιρό σε τέτοιες διαιρέσεις της κοινής γνώμης σε άλλες χώρες και έχει εργαστεί αρκετές φορές για την διεύρυνσή τους, επιδιώκοντας να ενισχύσει την κόπωση της συμπόνιας. Το 2016, για παράδειγμα, κατά την διάρκεια της κορύφωσης της προσφυγικής κρίσης στην Ευρώπη, το κρατικά ελεγχόμενο τηλεοπτικό δίκτυο Channel One και άλλοι ρωσικοί οργανισμοί προπαγάνδας [2] έσπειραν μια επινοημένη ιστορία για τον βιασμό μιας έφηβης ρωσικής καταγωγής στην Γερμανία από έναν Άραβα μετανάστη. Παρόλο που η γερμανική αστυνομία επιβεβαίωσε τελικά ότι δεν είχε πραγματοποιηθεί τέτοιος βιασμός, το μύθευμα έλαβε τις δικές του διαστάσεις χάρη στην συντονισμένη εργασία των ρωσικών δικτύων πληροφόρησης. Ο κρατικός ραδιοτηλεοπτικός φορέας της Ρωσίας κάλυψε την ιστορία, όπως και τα ξένα ειδησεογραφικά δίκτυα του Κρεμλίνου, συμπεριλαμβανομένων των RT, Sputnik, και RT Deutsch. Η κάλυψή τους διαδόθηκε στην συνέχεια στο διαδίκτυο από δεξιές ομάδες, ορισμένες από τις οποίες συμμετείχαν σε πραγματικές διαδηλώσεις που οργανώθηκαν μέσω Facebook. Ακόμη και ανώτεροι Ρώσοι αξιωματούχοι, όπως ο υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, αναφέρθηκαν στην ιστορία. Ο επινοημένος βιασμός κυριάρχησε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων στην Γερμανία για δύο εβδομάδες, εξαντλώντας την συμπόνια του κοινού για τους πρόσφυγες και βαθαίνοντας μια σημαντική πολιτική πρόκληση για την κυβέρνηση της Γερμανίδας καγκελαρίου, Άνγκελα Μέρκελ.
Μετά την άτακτη αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν το 2021, τα ρωσικά προπαγανδιστικά μέσα χρησιμοποίησαν μια παρόμοια τακτική. Σε ένα tweet που αργότερα διαγράφηκε, το RT μοιράστηκε μια φωτογραφία που φαινόταν να είναι μια αφγανική οικογένεια με όπλα στα σακίδιά τους. Η λεζάντα και το κείμενο της εικόνας έγραφαν: «Κάποιοι τρομοκράτες βγαίνουν τζάμπα από το Αφγανιστάν; Έως και 100 Αφγανοί που έχουν εκκενωθεί από το Αφγανιστάν βρίσκονται στις λίστες παρακολούθησης των μυστικών υπηρεσιών». Άλλα tweets του RT χαρακτήριζαν τους Αφγανούς πρόσφυγες ως «λύκους με ενδύματα προβάτων» και διέδιδαν αφηγήματα που αναφέρονταν στην κακή διαχείριση της απόσυρσης και της συνολικής πολεμικής προσπάθειας των ΗΠΑ στην χώρα.
Η Ρωσία προσπαθεί να επαναλάβει αυτήν την τακτική όσον αφορά την Ουκρανία. Τα αφηγήματα που διαδίδει η Μόσχα και οι πληρεξούσιοί της κυμαίνονται από ισχυρισμούς ότι το ΝΑΤΟ «προκαλεί» την Ρωσία να εισβάλει σε μια κυρίαρχη χώρα μέχρι την ιδέα -που τώρα διακινείται από ορισμένους Ρεπουμπλικάνους στο Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών- ότι τα χρήματα που πηγαίνουν στην Ουκρανία χρησιμοποιούνται για αθέμιτους ή παράνομους σκοπούς. Κατά καιρούς, το Κρεμλίνο αναδιατυπώνει την εγχώρια προπαγάνδα του για το ξένο κοινό μέσω απροκάλυπτων συμφωνιών ανταλλαγής περιεχομένου με μέσα [μαζικής ενημέρωσης] στο εξωτερικό˙ σε ορισμένες χώρες του παγκόσμιου Νότου, για παράδειγμα, όπου τα μέσα ενημέρωσης είναι απίθανο να έχουν δικούς τους ανταποκριτές στην Ουκρανία, κυριαρχεί η παραπλανητική ρωσική κάλυψη του πολέμου. Σε άλλες περιπτώσεις, τα ξένα πρακτορεία υιοθετούν ρωσικά αφηγήματα, αποκρύπτοντας την προέλευσή τους. Ο πρώην παρουσιαστής του Fox News, Τάκερ Κάρλσον, για παράδειγμα, ήταν ένας εξέχων ενισχυτής των περιθωριακών ρωσικών θεωριών, συμπεριλαμβανομένης της κατηγορίας ότι οι Ουκρανοί συνήθιζαν να κάνουν κατάχρηση της αμερικανικής βοήθειας και μιας συνωμοσίας σχετικά με αμερικανικά εργαστήρια βιολογικών όπλων στην Ουκρανία που είναι ο λόγος για την υποστήριξη των ΗΠΑ προς το Κίεβο. Η Μόσχα προωθεί επίσης εξαιρετικά αρνητικό περιεχόμενο μέσω των προπαγανδιστικών καναλιών της και των συνδεδεμένων με αυτά μέσων κοινωνικής δικτύωσης για τους Ουκρανούς πρόσφυγες στις ευρωπαϊκές χώρες, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για αχάριστους ή εγκληματίες «κοινωνικούς τουρίστες» που αναζητούν τα οφέλη της διαμονής στις Δυτικές κοινωνίες.
Τα αφηγήματα του Κρεμλίνου στερούνται κάθε αξιοπιστίας, ιδίως σε αντιπαραβολή με τις αδιάκριτες δολοφονίες τουλάχιστον 8.000 αμάχων από την Ρωσία στην Ουκρανία. Μέχρι πρόσφατα, αυτές οι μυθοπλασίες είχαν κερδίσει πολύ λίγη απήχηση στο Δυτικό κοινό, ιδίως σε σύγκριση με τις προηγούμενες ρωσικές προσπάθειες να υπονομεύσουν την συμπόνια στην Δύση. Μερικοί παράγοντες συνέβαλαν στην διατήρηση της ισχυρής δημόσιας υποστήριξης για την Ουκρανία. Πρώτα, μια δυσάρεστη και αναμφισβήτητη αλήθεια: οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί έχουν αισθανθεί μεγαλύτερη συγγένεια και εγγύτητα -τόσο πολιτιστική όσο και γεωγραφική- με την Ουκρανία, τους Ουκρανούς, και τον αγώνα τους για ελευθερία από όσο με άλλες χώρες και λαοί σε κρίση. Οι Ουκρανοί πρόσφυγες έχουν αναμφίβολα τύχει πιο ευπρόσδεκτης υποδοχής στην Ευρώπη από εκείνους που διαφεύγουν από τις συγκρούσεις στην Μέση Ανατολή, την Βόρεια Αφρική, και τη Νότια Ασία. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι η Ουκρανία είναι μια κυρίως λευκή, χριστιανική χώρα και κερδίζει περισσότερη συμπάθεια από το κυρίως λευκό, χριστιανικό κοινό από όσο οι χώρες που εμπλέκονται σε συγκρούσεις στον παγκόσμιο Νότο. Με πιο απλά λόγια: οι Ουκρανοί δεν έχουν να αντιμετωπίσουν τον ρατσισμό που άλλοι πρόσφυγες αντιμετωπίζουν συνήθως. Πολλοί Ευρωπαίοι θεωρούν επίσης την Ουκρανία ως το προπύργιο κατά της περαιτέρω ρωσικής εισβολής στην Ευρώπη.
Δεύτερον, οι επικοινωνιακές ενέργειες του Ουκρανού προέδρου, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ήταν απίστευτα αποτελεσματικές καθ’ όλη την διάρκεια του πολέμου, υπενθυμίζοντας τακτικά στην Δύση την φρίκη που διαπράττει ο στρατός του Πούτιν. Όπως έγραψε η επικοινωνιολόγος, Susan Moeller, στο βιβλίο της με τίτλο Compassion Fatigue,το 1999 (η πρώτη σε βάθος εξέταση του θέματος στην πολιτική και τα μέσα ενημέρωσης), «Αυτό που κάνει πραγματικά την διαφορά στην εξίσωση της εξωτερικής πολιτικής είναι πόσο καιρό [οι φωτογραφίες μιας σύγκρουσης] συνεχίζουν να έχουν εξέχουσα θέση στις ειδήσεις και πόσο αποτελεσματικές είναι αυτές οι εικόνες στην απεικόνιση μιας πολιτικής στάσης: σώστε τους πεινασμένους Σομαλούς, σώστε τους φυλακισμένους Βόσνιους». Μια και μόνο εντυπωσιακή εικόνα -όπως η συγκλονιστική φωτογραφία του δημοσιογράφου του BBC, Matthew Price, το 1992 με τον Fikret Alic, έναν εξαντλημένο μουσουλμάνο που στέκεται πίσω από τα συρματοπλέγματα ενός σερβικού στρατοπέδου συγκέντρωσης, ή η εικόνα που τράβηξε το 2015 ο Τούρκος φωτογράφος, Nilufer Demir, με το σώμα του Alan Kurdi, ενός δίχρονου Σύρου πρόσφυγα που πέθανε καθώς η οικογένειά του προσπαθούσε να διασχίσει την Μεσόγειο για την Ελλάδα- μπορεί να κινητοποιήσει την συμπόνια στην Δύση. Καμία μεμονωμένη τέτοια εικόνα δεν περικλείει τον ουκρανικό πόλεμο. Ωστόσο, το Δυτικό κοινό έχει τροφοδοτηθεί με μια σταθερή ροή περιεχομένου που παρουσιάζει την ρωσική σκληρότητα και τον ουκρανικό πόνο, εν μέρει χάρη στον Ζελένσκι και τις επίμονες και επείγουσες ανακοινώσεις της ουκρανικής κυβέρνησης. Αυτός ο καθημερινός καταιγισμός εικόνων δημιούργησε ένα εκπληκτικά βαθύ πηγάδι συμπόνιας για την Ουκρανία κατά το έτος που ακολούθησε την εισβολή.
ΤΟ ΠΕΔΙΟ ΜΑΧΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Φυσικά, το κοινό μπορεί να συγκλονιστεί, να κουραστεί, ή να συνηθίσει αυτές τις φωτογραφίες και τα βίντεο -και, πράγματι, αυτό φαίνεται να συμβαίνει όλο και περισσότερο καθώς ο πόλεμος παρατείνεται. Οι εκστρατείες μηνυμάτων της Ρωσίας έχουν υποδαυλίσει περαιτέρω τις ανησυχίες σχετικά με την ένταση της υποστήριξης της πολεμικής προσπάθειας της Ουκρανίας. Βάλτε τώρα [στην εξίσωση] τον Gaetz και τον Ρεπουμπλικάνο εκπρόσωπο από το Κεντάκι, James Comer, πρόεδρο της Επιτροπής Εποπτείας της Βουλής των Αντιπροσώπων, οι οποίοι επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν αυτές τις ανησυχίες μέσω παραστατικών ψηφισμάτων και ερευνών που μετατρέπουν ουσιαστικά την κατάσταση της Ουκρανίας σε πολιτικό ποδόσφαιρο. Το Κρεμλίνο, ανεξάρτητα από τα λάθη του στις αρχές του πολέμου, έχει σημειώσει αυτές τις ενέργειες του Κογκρέσου και τις ενισχύει τόσο στο ρωσικό όσο και στο παγκόσμιο ακροατήριο. Το κολακευτικό άρθρο του RT για το ψήφισμα του Gaetz διαβάζεται σαν δελτίο Τύπου. Παρόλα αυτά, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους δεν θα πρέπει να παραμερίσουν τις ανησυχίες των πολιτών τους. Θα πρέπει να τις αντιμετωπίσουν κατά μέτωπο, παρέχοντας διαφανείς απολογισμούς της βοήθειας προς την Ουκρανία, ενημερώνοντας τακτικά τους πολίτες για την υποστήριξη της πολεμικής προσπάθειας, και επιμένοντας ότι η αποκατάσταση μιας κυρίαρχης Ουκρανίας είναι η καλύτερη άμυνα της ελευθερίας από αυταρχικές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο.
Αντί να αφήσουν την παραπληροφόρηση του Gaetz να υφίσταται, η κυβέρνηση Μπάιντεν και τα μέλη του Κογκρέσου που υποστηρίζουν το Κίεβο πρέπει να συνεχίσουν να τονίζουν τα κοινά στοιχεία των Αμερικανών και των Ουκρανών -γενναιότητα, εφευρετικότητα, ανθεκτικότητα, και μια έντονη αγάπη για την πατρίδα- ενώ παράλληλα να αναγνωρίζουν ότι οι εβδομαδιαίες αγορές τροφίμων και οι βόλτες στο βενζινάδικο βυθίζουν όλο και πιο βαθιά τους τραπεζικούς λογαριασμούς των ανθρώπων. Οι Αμερικανοί πρέπει να αναγνωρίσουν ότι αν και η κόπωση από την Ουκρανία είναι κατανοητή, το Κρεμλίνο και ορισμένοι αντιδραστικοί Ρεπουμπλικάνοι και άλλοι εγχώριοι προμηθευτές παραπληροφόρησης επιδιώκουν να την επιδεινώσουν για δικό τους όφελος. Οι υποστηρικτές της Ουκρανίας πρέπει να συνδέσουν τις επιπτώσεις του πολέμου στον πληθωρισμό με τις ενέργειες ενός ανθρώπου -του Πούτιν. Το να υπομείνει κανείς την αύξηση των τιμών των τροφίμων ή του φυσικού αερίου είναι σαν να εκφράζει την αλληλεγγύη του με τον ουκρανικό λαό και να καταδικάζει έναν εγκληματία πολέμου.
Χωρίς μια συντονισμένη προσπάθεια να αποκρούσει την διαδικτυακή επίθεση της Ρωσίας, η Δύση θα επιτρέψει στο Κρεμλίνο να κερδίσει έδαφος σε έναν πόλεμο πληροφοριών που αρχικά κέρδιζαν οι υποστηρικτές της Ουκρανίας. Η Ρωσία γνωρίζει ότι το επικοινωνιακό πεδίο μάχης είναι εξίσου σημαντικό με το κινητικό˙ η Δύση καλά θα κάνει να το θυμάται και αυτό.