Πώς τα παιχνίδια ισχύος του Πούτιν απειλούν την Ευρώπη
Η φετινή χρονιά σηματοδοτεί την 30ή επέτειο από την έναρξη των Γιουγκοσλαβικών πολέμων, της πιο αιματηρής σύγκρουσης της Ευρώπης από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αν και τα βαλκανικά κράτη κινήθηκαν προς την δημοκρατική διακυβέρνηση και την ενσωμάτωση στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση αμέσως μετά τους πολέμους, η συνεχής παραμέληση από την πλευρά της Δύσης συνέβαλε σε μια δραματική οπισθοδρόμηση τα τελευταία χρόνια. Τώρα, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, εκμεταλλεύεται την ευκαιρία του και χρησιμοποιεί τα πρώην Γιουγκοσλαβικά κράτη ως το επόμενο πεδίο μάχης για να αποδυναμώσει το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι προσπάθειες του Πούτιν να ωθήσει τα Βαλκάνια στα άκρα είναι μέρος της αποστολής του να αποκαταστήσει την Ρωσία ως παγκόσμιο μεσίτη ισχύος. Παρόμοια με την στρατηγική του Κρεμλίνου στον Καύκασο, ο στόχος της Ρωσίας στα Βαλκάνια είναι να αυξήσει τις εντάσεις ώστε να μπορέσει να τοποθετηθεί ως ο μοναδικός περιφερειακός μεσολαβητής και εγγυητής ασφαλείας. Ταυτόχρονα στοχεύει να αποδείξει ότι ούτε το ΝΑΤΟ, ούτε η ΕΕ, ούτε τα μέλη τους είναι αξιόπιστοι εταίροι για καμία από τις βαλκανικές χώρες. Καθώς η Μόσχα συνεχίζει επίσης την στρατιωτική της συσσώρευση κοντά στα ουκρανικά σύνορα, η εκστρατεία επιρροής της στα Βαλκάνια χρησιμεύει ως άλλο ένα θέατρο για να αμφισβητήσει την Δύση.
Πολλούς στην Δύση, η στρατηγική του Πούτιν τους μπερδεύει. Αυτοί οι αναλυτές βλέπουν τα Βαλκάνια ως γεωπολιτικό τέλμα˙ δεν καταλαβαίνουν τι έχει να κερδίσει η Ρωσία επεμβαίνοντας στην περιοχή. Όπως είπε ο διευθυντής του Carnegie Moscow Center, «Τα Βαλκάνια δεν είναι πρωταρχικό πεδίο μάχης στην αντιπαράθεση Ρωσίας-Δύσης».
Τα Βαλκάνια δεν πρέπει να απορρίπτονται τόσο εύκολα. Η Ρωσία βλέπει την περιοχή ως το μαλακό υπογάστριο της Ευρώπης: η αυξανόμενη επιρροή της εκεί απειλεί να της επιτρέψει να τοποθετήσει στρατηγικά στρατιωτικά μέσα κοντά σε μια σημαντική βάση των ΗΠΑ και υπόσχεται να της παραχωρήσει πρόσβαση στην Αδριατική Θάλασσα. Ο ευρύτερος στόχος του Πούτιν είναι να ανατρέψει την ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη προς όφελος της Μόσχας και τα Βαλκάνια αποτελούν μέρος αυτής της στρατηγικής. Η Μόσχα έχει ξεκινήσει επιχειρήσεις πληροφόρησης για να πυροδοτήσει εθνοτικές εντάσεις και να ενθαρρύνει διαδηλώσεις, παγίωσε συμφωνίες εξοπλισμών, ενσωματώθηκε σε κρίσιμες ενεργειακές υποδομές, και αξιοποίησε μακροχρόνιους θρησκευτικούς και πολιτιστικούς δεσμούς μεταξύ της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας προς όφελός της στην περιοχή.
Οι προσπάθειες της Ρωσίας βοηθήθηκαν απείρως από την αδύναμη απάντηση της ΕΕ. Παρά τα πολλά χρόνια και τα δισεκατομμύρια ευρώ που δαπανήθηκαν για την προετοιμασία των Βαλκανίων για την ένταξη στην ΕΕ, η προσπάθεια έχει σταματήσει. Η ΕΕ δεν έχει επεκταθεί από την εποχή της εισδοχής της Κροατίας το 2013, και παρά τις υποσχέσεις για ένταξη των «έξι των Δυτικών Βαλκανίων» —Αλβανία, Βοσνία, Κοσσυφοπέδιο, Μαυροβούνιο, Βόρεια Μακεδονία, και Σερβία— οι συνομιλίες στην πραγματικότητα έχουν παγώσει. Χτυπημένη από ποικίλες προκλήσεις όπως το Brexit, η πανδημία της COVID-19, η άνοδος των ακροδεξιών ομάδων, και η μεταναστευτική κρίση στην Ευρώπη, η επέκταση φαίνεται να βρίσκεται σε επ’ αόριστον αναμονή. Αυτή η αποτυχία έχει καταστήσει τα Βαλκάνια έναν προφανή στόχο για τον Πούτιν.
Κατά την τελευταία κρίση στα Βαλκάνια την δεκαετία του 1990, η Ρωσία ήταν πολύ αδύναμη για να παρέμβει στρατιωτικά. Αντί γι’ αυτό, περιορίστηκε σε μια ειρηνευτική αποστολή μετά τον πόλεμο του Κοσσυφοπεδίου το 1999, από την οποία αποφάσισε να αποσυρθεί το 2003. Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ακόμη και τότε, η ρωσική κυβέρνηση θεώρησε την επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη ως σημαντική απειλή για την εθνική ασφάλεια. Τώρα, με συγκριτικά ισχυρότερη ρωσική οικονομία και [ισχυρότερο] στρατό, το Κρεμλίνο βλέπει μια ευκαιρία να ανατρέψει την πρόοδο του ΝΑΤΟ στοχεύοντας τα πρώην γιουγκοσλαβικά κράτη. Η Δυτική Ευρώπη κοιμόταν στο τιμόνι την τελευταία φορά που ξέσπασε πόλεμος στα Βαλκάνια —το διακύβευμα είναι πολύ υψηλό για να αγνοήσει την περιοχή ετούτη την φορά.
Η ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ ΘΡΥΑΛΛΙΔΑ
Η ενδημική διαφθορά στις βαλκανικές χώρες έχει αποκαλύψει ρωγμές που η Μόσχα έχει εκμεταλλευτεί για να προωθήσει τους στόχους της. Καθώς τα κράτη της πρώην Γιουγκοσλαβίας πέρασαν από τον σοσιαλισμό σε οικονομίες ελεύθερης αγοράς μετά την δεκαετία του 1990, η κλεπτοκρατία και η παράνομη ιδιωτικοποίηση ρίζωσαν. Σύμφωνα με το Freedom House, οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων διολισθαίνουν όλες σε «εν μέρει ελεύθερες». Ο Πούτιν χρησιμοποιεί την διαφθορά για να σπρώξει οικονομικές, εθνοτικές, και θρησκευτικές σφήνες στις βαλκανικές κοινωνίες, επιλέγοντας τους ηγέτες της περιοχής.
Η Σερβία ενεργεί ως βασικός παράγοντας στην προσπάθεια του Κρεμλίνου για τα Βαλκάνια. Τόσο η κυβέρνηση όσο και η εκκλησία διατηρούν μια πίστη στη Μόσχα που στηρίζεται σε αιώνες κοινών θρησκευτικών και πολιτιστικών δεσμών -καθώς και στην αμοιβαία απομόνωση της Σερβίας και της Ρωσίας από τις σύγχρονες Δυτικές δυνάμεις. Η σερβική κυβέρνηση ζήτησε την δημιουργία ενός «σερβικού κόσμου» —έναν βαλκανικό παράλληλο με τον «ρωσικό κόσμο» του Πούτιν— σχεδιασμένο να ενώσει όλους τους Σέρβους σε ένα κοινό πολιτιστικό πλαίσιο. Ο πρόεδρος της Σερβίας, Aleksandar Vucic, έχει πιο άμεσα στρατηγικά συμφέροντα στην ανάμειξη της Ρωσίας, στον βαθμό που το χάος στην περιοχή θα του επιτρέψει να αυτοπροσδιοριστεί ως δύναμη σταθερότητας πριν από την εκστρατεία για την επανεκλογή του το 2022. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εκλογές θα εξελιχθούν υπέρ τους , η Σερβία και η Ρωσία δεσμεύτηκαν πρόσφατα να συνεργαστούν για την καταπολέμηση των μαζικών διαδηλώσεων και «έγχρωμων επαναστάσεων» που προέρχονται από την Δύση.
Η Ρωσία ανταποδίδει την σερβική πίστη μέσω γενναιόδωρης υποστήριξης στον σερβικό στρατό. Από το 2018, ο αμυντικός προϋπολογισμός της Σερβίας έχει σχεδόν διπλασιαστεί και οδηγεί όλα τα βαλκανικά κράτη σε δαπάνες που σχετίζονται με την άμυνα. Παρά τις απειλές για κυρώσεις των ΗΠΑ στην Σερβία, η Μόσχα έστειλε ένα πυραυλικό σύστημα S-400 στην Σερβία το 2019 για στρατιωτική άσκηση. Το Κρεμλίνο αύξησε περαιτέρω το στοίχημα φέτος όταν επέτρεψε στην Σερβία να προμηθευτεί συστήματα αεράμυνας Pantsir-S1M. Η Σερβία φιλοξενεί επίσης ένα «ανθρωπιστικό κέντρο» που διοικείται από την Ρωσία, το οποίο λειτουργεί ως ίδρυμα συλλογής πληροφοριών και εδρεύει κοντά στο στρατόπεδο Bondsteel -την κύρια βάση του ΝΑΤΟ στο Κοσσυφοπέδιο.
Η Μόσχα έχει απειλήσει ανοιχτά τις βαλκανικές χώρες που προσπάθησαν να ενισχύσουν τους δεσμούς ασφαλείας τους με την Δύση. Προσπάθησε να εκτροχιάσει ένα δημοψήφισμα του 2018 στην Βόρεια Μακεδονία για την ένταξη στο ΝΑΤΟ και ο πρεσβευτής της δήλωσε την χώρα «νόμιμο στόχο» εάν οι εντάσεις μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας αυξάνονταν (η χώρα έγινε κράτος-μέλος το 2020). Δίπλα, στο Μαυροβούνιο, η Μόσχα υποστήριξε ένα ξεκάθαρο πραξικόπημα το 2016 ακριβώς πριν την επιτυχημένη προσπάθειά του να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ.
Η Ρωσία κατανοεί καλά ότι η θρησκεία στα Βαλκάνια ήταν πάντα καθοριστικός παράγοντας για την σφυρηλάτηση των συγκρούσεων. Στο Μαυροβούνιο, το Κρεμλίνο προωθεί φιλορωσικές πολιτικές μέσω της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία έχει δυσφημήσει την έννοια των διακριτών εθνικών ταυτοτήτων του Μαυροβουνίου και της Σερβίας και παρενέβη στην πολιτική για λογαριασμό της Μόσχας. Δουλεύοντας μέσα από την εκκλησία, η Ρωσία τροφοδότησε μαζικές διαδηλώσεις πέρυσι και αντικατέστησε μια μη συνεργάσιμη κυβέρνηση με [μια άλλη] φιλορωσικής ηγεσίας.
Οι πιο εκρηκτικές θρυαλλίδες των Βαλκανίων είναι το Κοσσυφοπέδιο και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Αν και ο πληθυσμός του Κοσσυφοπεδίου είναι πάνω από 90% Αλβανοί, οι Σέρβοι βλέπουν την χώρα ως πατρίδα των προγόνων τους που περιέχει μερικούς από τους ιερότερους τόπους της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ακριβώς όπως ένας εμφύλιος πόλεμος εξερράγη από εντάσεις μεταξύ διαφορετικών θρησκευτικών και εθνοτικών ομάδων στις αρχές της δεκαετίας του 1990, το Κρεμλίνο χρησιμοποιεί τώρα την Ορθόδοξη Εκκλησία για να αποσταθεροποιήσει την χώρα και την ευρύτερη περιοχή. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας έχει κλιμακώσει τις επαναλαμβανόμενες διαμάχες σχετικά με θρησκευτικούς χώρους, πιο πρόσφατα εκφράζοντας ανησυχία για τη «μοίρα των χριστιανικών ιερών στο Κοσσυφοπέδιο» μετά την έξαρση των εντάσεων μεταξύ Κοσσυφοπεδίου και Σερβίας.
Η Μόσχα έχει επίσης ξεκαθαρίσει ότι η διπλωματική αναγνώριση από τα Ηνωμένα Έθνη της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου από την Σερβία θα είναι αδύνατη χωρίς την έγκριση της Ρωσίας. Ο Πούτιν επικαλείται συχνά το Κοσσυφοπέδιο για να δικαιολογήσει την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία, υποστηρίζοντας ότι η αναγνώριση από τις Δυτικές χώρες της απόσχισης της χώρας από την Σερβία δημιούργησε ένα προηγούμενο που νομιμοποιεί τις μονομερείς ανακηρύξεις ανεξαρτησίας άλλων εδαφών.
Οι Βρυξέλλες απέτυχαν να σημειώσουν πρόοδο προς την σερβική αναγνώριση του Κοσσυφοπεδίου, ακριβώς όπως απέτυχε η «Συμφωνία της Ουάσιγκτον» του 2020 του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, να σημειώσει ουσιαστική πρόοδο σε βασικά ζητήματα της διαμάχης. Η KFOR, η ειρηνευτική δύναμη του ΝΑΤΟ που βρίσκεται στο Κοσσυφοπέδιο, έχει παλέψει παρομοίως για να διατηρήσει την σταθερότητα. Τον Σεπτέμβριο, στα αμφισβητούμενα σύνορα Κοσσυφοπεδίου-Σερβίας ξέσπασαν διαμαρτυρίες για την απαγόρευση εισόδου οχημάτων με σερβικές πινακίδες στο Κοσσυφοπέδιο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα έναν αποκλεισμό και επίδειξη εναέριας ισχύος από τους Σέρβους και την ανάπτυξη των αστυνομικών δυνάμεων του Κοσσυφοπεδίου. Όπως ήταν αναμενόμενο, η Ρωσία παρακολούθησε το γεγονός με το να κοροϊδέψει την KFOR και επιτιμώντας την ΕΕ για ανεπαρκή μεσολάβηση στις συνεχιζόμενες εντάσεις μεταξύ των δύο κρατών.
Στην Βοσνία-Ερζεγοβίνη, η ειρηνευτική συμφωνία του Ντέιτον που τερμάτισε τον πόλεμο το 1995 βρίσκεται σε κρίση. Η χώρα συνεχίζει να καθοδηγείται από τις διαιρέσεις μεταξύ των Βοσνιακών, Σερβικών, και Κροατικών κοινοτήτων της, και η Ρωσία εκμεταλλεύεται αυτές τις διαφορές προς όφελός της. Τον Μάρτιο, η Ρωσία απείλησε με αντίποινα εάν η Βοσνία ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Εν τω μεταξύ, το σερβικό μέλος της τριμερούς προεδρίας της Βοσνίας, ο Μίλοραντ Ντόντικ, απείλησε ότι η Δημοκρατία Σέρπσκα, μια από τις δύο οντότητες που αποτελούν την χώρα, θα αποσχιστεί από την Βοσνία. Τον Δεκέμβριο, η Εθνοσυνέλευση της Republika Srpska ψήφισε υπέρ της έναρξης διαδικασίας αποχώρησης των Σερβοβόσνιων από κρατικούς θεσμούς, συμπεριλαμβανομένου του βοσνιακού στρατού, των υπηρεσιών ασφαλείας, του φορολογικού συστήματος, και του δικαστικού συστήματος. Εκτός από την Δημοκρατία Σέρπσκα, το Κρεμλίνο υποστηρίζει εθνικιστές Κροάτες της Βοσνίας ώστε να πιέσουν για την δημιουργία μιας άλλης οντότητας εντός της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Ο διεθνής ύπατος εκπρόσωπος στην Βοσνία, Christian Schmidt, σήμανε τον κώδωνα του κινδύνου τον Νοέμβριο όταν είπε ότι «οι προοπτικές για περαιτέρω διχασμό και σύγκρουση είναι πολύ πραγματικές».
ΣΤΑΜΑΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ PUTIN
Είναι καιρός οι Δυτικές δυνάμεις να ξυπνήσουν σχετικά με την απειλή που συνιστά για τα συμφέροντά τους η ανάμιξη της Ρωσίας στα Βαλκάνια. Εδώ, ένα γραμμάριο πρόληψης αξίζει ένα κιλό θεραπείας. Και έχουν πολλές επιλογές στην διάθεσή τους.
Το ΝΑΤΟ πρέπει να επικεντρωθεί εκ νέου στην περιοχή και να δώσει προτεραιότητα στην αποκλιμάκωση των εντάσεων. Θα πρέπει να στείλει την Αντιυβριδική του Ομάδα Υποστήριξης (Counter Hybrid Support Team) στα Βαλκάνια, όπως έκανε στο Μαυροβούνιο το 2019, προκειμένου να καταπολεμήσει τις ρωσικές εκστρατείες παραπληροφόρησης και άλλες πληροφοριακές επιχειρήσεις. Τα μέλη του ΝΑΤΟ θα πρέπει επίσης να οργανώσουν έναν «συνασπισμό προθύμων» για να αντιμετωπίσουν την ρωσική παρέμβαση στην Βοσνία, αναπτύσσοντας ειρηνευτικές αποστολές σε στρατηγικές περιοχές, όπως η βορειοανατολική περιοχή Brcko, για να αποτρέψουν το να βγουν εκτός ελέγχου οι περιοχές που κινδυνεύουν. Αυτή η δύναμη θα μπορούσε να συμπληρώσει την υπό την ηγεσία της ΕΕ ειρηνευτική δύναμη (EUFOR), η οποία είναι επιφορτισμένη με την διατήρηση της ειρήνης και της ασφάλειας στην Βοσνία —αλλά η εντολή της οποίας πρέπει να επεκταθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου η Ρωσία και η Κίνα διαθέτουν δικαίωμα βέτο. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, υπέγραψε επίσης εκτελεστικό διάταγμα για την επιβολή κυρώσεων σε όσους απειλούν την σταθερότητα των Δυτικών Βαλκανίων τον Ιούνιο˙ η ΕΕ πρέπει να συμμετάσχει σε αυτές τις προσπάθειες.
Δεν μπορεί να αναμένεται από όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ να υποστηρίξουν τα Βαλκάνια, καθώς η Ουγγαρία και μερικά άλλα ευρωπαϊκά κράτη του ΝΑΤΟ χρησιμεύουν ως πληρεξούσιοι της Ρωσίας στον οργανισμό. Από την άλλη πλευρά, το Ηνωμένο Βασίλειο φαίνεται να αντιλαμβάνεται την σοβαρότητα της κρίσης. Υποσχέθηκε να διατηρήσει την «σταθερότητα στα Δυτικά Βαλκάνια» και προειδοποίησε την Ρωσία να μην κάνει ένα «στρατηγικό λάθος» στην περιοχή. Το Λονδίνο θα πρέπει να εργαστεί για να μετατρέψει αυτά τα λόγια σε πράξη ηγούμενο του συνασπισμού των προθύμων στο να καταπολεμήσουν την ρωσική παρέμβαση στην περιοχή.
Πάνω απ’ όλα, το ΝΑΤΟ θα πρέπει να επισπεύσει την ένταξη της Βοσνίας και του Κοσσυφοπεδίου στο ΝΑΤΟ. Κάτι τέτοιο θα αύξανε το κόστος του Κρεμλίνου για τις δραστηριότητές του στα Βαλκάνια. Η Ρωσία αντιτάχθηκε σθεναρά στην διεύρυνση του ΝΑΤΟ και τώρα, καθώς συνεχίζεται η κρίση στην Ουκρανία, ζήτησε μια νομικά δεσμευτική εγγύηση ότι το ΝΑΤΟ θα σταματήσει την στρατιωτική δραστηριότητα στην Ανατολική Ευρώπη. Η ενσωμάτωση της Βοσνίας και του Κοσσυφοπεδίου θα έστελνε το μήνυμα ότι τα Βαλκάνια δεν θα αφεθούν μόνα τους ενάντια στη Μόσχα και ότι ο Πούτιν δεν θα καθορίσει το μέλλον του ΝΑΤΟ.
Όπως στην αρχή των γιουγκοσλαβικών πολέμων ή εν όψει του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, μπορεί να είναι δύσκολο να πειστεί ο κόσμος για την σημασία των Βαλκανίων. Στην δεκαετία του 1990, οι ευρωπαϊκές χώρες απέτυχαν να ανταποκριθούν με επαρκή ενάργεια στην κρίση και οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγκάστηκαν να παρέμβουν. Αυτή την φορά, ωστόσο, είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες που έχουν γίνει εσωστρεφείς και είναι απίθανο να παρέμβουν. Επομένως, το βάρος πιθανότατα θα πέσει στην ΕΕ. Τίποτα λιγότερο από την σταθερότητα της Ευρώπης και την συνεχιζόμενη ζωτικότητα της ΕΕ και της συμμαχίας του ΝΑΤΟ δεν διακυβεύεται τώρα.