Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη θα πρέπει να επικεντρωθούν στην εκμετάλλευση των λαθών του Πούτιν, εντυπώνοντας στην Κίνα τα διπλά διδάγματα της αποτυχίας της Ρωσίας: η αμφισβήτηση των διεθνών κανόνων, όπως η κυριαρχία των κρατών, έχει πραγματικό κόστος, και ο στρατιωτικός τυχοδιωκτισμός αποδυναμώνει τις χώρες που επιδίδονται σε αυτόν.
Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, έκανε μια στρατηγική γκάφα εισβάλλοντας στην Ουκρανία. Έχει κακώς εκτιμήσει την πολιτική φύση της χώρας, η οποία δεν ανέμενε να απελευθερωθεί από Ρώσους στρατιώτες. Εκτίμησε λανθασμένα τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρωπαϊκή Ένωση, και μια σειρά από χώρες -συμπεριλαμβανομένης της Αυστραλίας, της Ιαπωνίας, της Σιγκαπούρης, και της Νότιας Κορέας- που ήταν όλες ικανές για συλλογική δράση πριν από τον πόλεμο και όλες είναι αποφασισμένες τώρα στο να ηττηθεί η Ρωσία στην Ουκρανία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοι και εταίροι τους επιβάλλουν σκληρό κόστος στη Μόσχα. Κάθε πόλεμος είναι μια μάχη για την κοινή γνώμη, και ο πόλεμος του Πούτιν στην Ουκρανία -σε μια εποχή εικόνων από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης- συσχέτισε την Ρωσία με μια απρόκλητη επίθεση σε έναν ειρηνικό γείτονα, με μαζικά ανθρωπιστικά δεινά, και με πολλαπλά εγκλήματα πολέμου. Σε κάθε βήμα, η επακόλουθη αγανάκτηση θα αποτελεί εμπόδιο στην ρωσική εξωτερική πολιτική στο μέλλον.
Όχι λιγότερο σημαντικές από το στρατηγικό λάθος του Πούτιν ήταν οι τακτικές γκάφες του ρωσικού στρατού. Έχοντας κατά νου τις προκλήσεις της αξιολόγησης στα πρώτα στάδια ενός πολέμου, μπορεί κανείς με βεβαιότητα να πει ότι ο ρωσικός σχεδιασμός και η επιμελητεία ήταν ανεπαρκείς και ότι η έλλειψη πληροφοριών που δόθηκαν στους στρατιώτες και ακόμη και στους αξιωματικούς στα ανώτερα κλιμάκια, ήταν καταστροφική για το ηθικό. Ο πόλεμος υποτίθεται ότι θα τελείωνε γρήγορα, με έναν κεραυνό που θα αποκεφάλιζε την ουκρανική κυβέρνηση ή θα την έβαζε να παραδοθεί, και μετά η Μόσχα θα επέβαλλε ουδετερότητα στην Ουκρανία ή θα εγκαθίδρυε μια ρωσική επικυριαρχία στην χώρα. Η ελάχιστη βία μπορεί να ισοδυναμούσε με ελάχιστες κυρώσεις. Αν η κυβέρνηση έπεφτε γρήγορα, ο Πούτιν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι είχε δίκιο από τότε: επειδή η Ουκρανία δεν ήταν πρόθυμη ή δεν ήταν σε θέση να υπερασπιστεί τον εαυτό της, δεν ήταν μια πραγματική χώρα -ακριβώς όπως το είχε πει εκείνος.
Αλλά ο Πούτιν δεν θα μπορέσει να κερδίσει αυτόν τον πόλεμο με τους όρους που προτιμά. Πράγματι, υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους θα μπορούσε τελικά να χάσει. Θα μπορούσε να βυθίσει τον στρατό του σε μια δαπανηρή και μάταιη κατοχή της Ουκρανίας, αποδεκατίζοντας το ηθικό των Ρώσων στρατιωτών, καταναλώνοντας πόρους, και μην καταφέρνοντας τίποτα σε αντάλλαγμα παρά μόνο το κούφιο δαχτυλίδι του ρωσικού μεγαλείου και μια γειτονική χώρα που έχει υποστεί φτώχεια και χάος. Θα μπορούσε να δημιουργήσει κάποιο βαθμό ελέγχου σε τμήματα της ανατολικής και νότιας Ουκρανίας και πιθανώς του Κιέβου, ενώ θα πολεμά μια ουκρανική εξέγερση που θα δρα από τα δυτικά και θα εμπλέκεται σε ανταρτοπόλεμο σε ολόκληρη τη χώρα -ένα σενάριο που θα θύμιζε τον ανταρτοπόλεμο που έλαβε χώρα στην Ουκρανία κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ταυτόχρονα, θα προέδρευε της σταδιακής οικονομικής υποβάθμισης της Ρωσίας, της αυξανόμενης απομόνωσής της, και της αυξανόμενης αδυναμίας της να παρέχει τον πλούτο στον οποίο βασίζονται οι μεγάλες δυνάμεις. Και, κατά συνέπεια, ο Πούτιν θα μπορούσε να χάσει την υποστήριξη του ρωσικού λαού και των ελίτ, από τους οποίους εξαρτάται για να διεξάγει τον πόλεμο και για να διατηρήσει την εξουσία του, παρόλο που η Ρωσία δεν είναι δημοκρατία.
Ο Πούτιν φαίνεται να προσπαθεί να αποκαταστήσει κάποια μορφή ρωσικού ιμπεριαλισμού. Αλλά αναλαμβάνοντας αυτό το εξαιρετικό στοίχημα, φαίνεται ότι δεν κατάφερε να θυμηθεί τα γεγονότα που οδήγησαν στο τέλος της ρωσικής αυτοκρατορίας. Ο τελευταίος Ρώσος τσάρος, Νικόλαος Β’, έχασε έναν πόλεμο εναντίον της Ιαπωνίας το 1905. Αργότερα έπεσε θύμα της επανάστασης των Μπολσεβίκων, χάνοντας όχι μόνο το στέμμα του αλλά και την ζωή του. Το μάθημα: οι αυταρχικοί ηγεμόνες δεν μπορούν να χάνουν πολέμους και να παραμένουν αυταρχικοί.
ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΝΙΚΗΤΕΣ
Ο Πούτιν δεν είναι πιθανό να χάσει τον πόλεμο στην Ουκρανία στο πεδίο της μάχης. Αλλά θα μπορούσε να χάσει όταν οι μάχες ως επί το πλείστον τελειώσουν και το ερώτημα γίνει «Και τώρα τι;». Τις ακούσιες και υποτιμημένες συνέπειες αυτού του παράλογου πολέμου θα είναι δύσκολο να τις αντιμετωπίσει η Ρωσία. Και η έλλειψη πολιτικού σχεδιασμού για την επόμενη μέρα -συγκρίσιμη με τις αποτυχίες του σχεδιασμού της εισβολής των ΗΠΑ στο Ιράκ- θα κάνει την δουλειά της για να γίνει αυτός ένας πόλεμος που δεν θα κερδηθεί.
Η Ουκρανία δεν θα μπορέσει να διώξει τον ρωσικό στρατό από το ουκρανικό έδαφος. Ο ρωσικός στρατός βρίσκεται σε άλλο επίπεδο από αυτό της Ουκρανίας, και η Ρωσία είναι φυσικά μια πυρηνική δύναμη, ενώ η Ουκρανία δεν είναι. Μέχρι στιγμής ο ουκρανικός στρατός έχει πολεμήσει με αξιοθαύμαστη αποφασιστικότητα και επιδεξιότητα, αλλά το πραγματικό εμπόδιο στις ρωσικές προελάσεις ήταν η φύση του ίδιου του πολέμου. Μέσω εναέριων βομβαρδισμών και πυραυλικών επιθέσεων, η Ρωσία θα μπορούσε να ισοπεδώσει τις πόλεις της Ουκρανίας, επιτυγχάνοντας έτσι κυριαρχία στον χώρο της μάχης. Θα μπορούσε να δοκιμάσει μια μικρής κλίμακας χρήση πυρηνικών όπλων με το ίδιο αποτέλεσμα. Εάν ο Πούτιν λάβει αυτή την απόφαση, δεν υπάρχει τίποτα στο ρωσικό σύστημα που θα μπορούσε να τον σταματήσει. «Έφτιαξαν μια έρημο», έγραψε ο Ρωμαίος ιστορικός Τάκιτος για τις πολεμικές τακτικές της Ρώμης, αποδίδοντας τα λόγια στον Βρετανό ηγέτη του πολέμου Καλγάκο, «και την ονόμασαν ειρήνη». Αυτή είναι μια επιλογή για τον Πούτιν στην Ουκρανία.
Ακόμα κι έτσι, δεν θα μπορούσε απλώς να φύγει από την έρημο. Ο Πούτιν έχει διεξαγάγει πόλεμο για χάρη μιας ζώνης ασφαλείας που να ελέγχεται από την Ρωσία μεταξύ της ίδιας και της υπό την ηγεσία των ΗΠΑ τάξης ασφαλείας στην Ευρώπη. Δεν θα μπορούσε να αποφύγει την δημιουργία μιας πολιτικής δομής για να επιτύχει τους σκοπούς του και να διατηρήσει κάποιο βαθμό τάξης στην Ουκρανία. Όμως ο ουκρανικός πληθυσμός έχει ήδη δείξει ότι δεν επιθυμεί να υποστεί κατοχή. Θα αντισταθεί σθεναρά -μέσω καθημερινών πράξεων αντίστασης και μέσω μιας εξέγερσης εντός της Ουκρανίας ή εναντίον ενός καθεστώτος-μαριονέτας στην ανατολική Ουκρανία που έχει συσταθεί από τον ρωσικό στρατό. Η αναλογία του πολέμου της Αλγερίας κατά της Γαλλίας το 1954-62 έρχεται στο μυαλό. Η Γαλλία ήταν η ανώτερη στρατιωτική δύναμη. Ωστόσο, οι Αλγερινοί βρήκαν τρόπους να αποδυναμώνουν τον γαλλικό στρατό και να υπονομεύσουν την υποστήριξη για τον πόλεμο στο Παρίσι.
Ίσως ο Πούτιν να μπορέσει να δημιουργήσει μια κυβέρνηση μαριονέτα με πρωτεύουσα το Κίεβο, μια Ουκρανία [τύπου] Vichy. Ίσως μπορέσει να συγκεντρώσει την υποστήριξη που απαιτείται από τη μυστική αστυνομία για να υποτάξει τον πληθυσμό αυτής της ρωσικής αποικίας. Η Λευκορωσία είναι ένα παράδειγμα χώρας που λειτουργεί με αυταρχική διακυβέρνηση, αστυνομική καταστολή, και την υποστήριξη του ρωσικού στρατού. Είναι ένα πιθανό μοντέλο για μια ρωσοκρατούμενη ανατολική Ουκρανία. Στην πραγματικότητα, όμως, είναι μοντέλο μόνο στα χαρτιά. Μια ρωσικοποιημένη Ουκρανία μπορεί να υπάρχει ως διοικητική φαντασίωση στη Μόσχα, και οι κυβερνήσεις είναι σίγουρα ικανές να ενεργήσουν σύμφωνα με τις διοικητικές τους φαντασιώσεις. Αλλά δεν θα μπορούσε ποτέ να λειτουργήσει στην πράξη, λόγω του τεράστιου μεγέθους της Ουκρανίας και της πρόσφατης ιστορίας της χώρας.
Στις ομιλίες του για την Ουκρανία, ο Πούτιν φαίνεται χαμένος στα μέσα του εικοστού αιώνα. Τον απασχολεί ο γερμανόφιλος ουκρανικός εθνικισμός της δεκαετίας του 1940. Εξ ου και οι πολλές αναφορές του στους Ουκρανούς Ναζί και ο δεδηλωμένος στόχος του να «αποναζιστικοποιήσει» την Ουκρανία. Η Ουκρανία έχει ακροδεξιά πολιτικά στοιχεία. Αυτό που ο Πούτιν δεν βλέπει ή αγνοεί, ωστόσο, είναι η πολύ πιο δημοφιλής και πολύ πιο ισχυρή αίσθηση εθνικού ανήκειν που έχει προκύψει στην Ουκρανία από τότε που διεκδίκησε την ανεξαρτησία της από την Σοβιετική Ένωση το 1991. Η στρατιωτική απάντηση της Ρωσίας στην επανάσταση της [πλατείας] Μαϊντάν το 2014 στην Ουκρανία, που σάρωσε μια διεφθαρμένη φιλορωσική κυβέρνηση, ήταν ένα επιπλέον κίνητρο σε αυτή την αίσθηση του εθνικού ανήκειν. Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής, ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Volodymyr Zelensky, ήταν τέλειος στις εκκλήσεις του στον ουκρανικό εθνικισμό. Μια ρωσική κατοχή θα διεύρυνε την αίσθηση εθνικότητας της ουκρανικής πολιτείας, εν μέρει δημιουργώντας πολλούς μάρτυρες για αυτήν την αιτία –όπως έκανε η αυτοκρατορική Ρωσία κατά την κατοχή της Πολωνίας τον 19ο αιώνα.
Για να λειτουργήσει κάπως, λοιπόν, η κατοχή θα έπρεπε να είναι ένα τεράστιο πολιτικό εγχείρημα, που θα διαδραματίζεται τουλάχιστον στο ήμισυ του εδάφους της Ουκρανίας. Θα ήταν ανυπολόγιστα ακριβό. Ίσως ο Πούτιν έχει κατά νου κάτι σαν το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, μέσω του οποίου η Σοβιετική Ένωση κυβέρνησε πολλά διαφορετικά ευρωπαϊκά έθνη-κράτη. Αυτό, επίσης, ήταν ακριβό -αλλά όχι τόσο ακριβό όσο ο έλεγχος μιας ζώνης εσωτερικής εξέγερσης, οπλισμένης μέχρι τα δόντια από τους πολλούς ξένους εταίρους της και σε επιφυλακή για οποιαδήποτε ρωσική ευπάθεια. Μια τέτοια προσπάθεια θα εξαντλούσε το ταμείο της Ρωσίας.
Εν τω μεταξύ, οι κυρώσεις που έχουν επιβάλει οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι ευρωπαϊκές χώρες στην Ρωσία θα οδηγήσουν σε διαχωρισμό της Ρωσίας από την παγκόσμια οικονομία. Οι ξένες επενδύσεις θα μειωθούν. Κεφάλαια θα είναι πολύ πιο δύσκολο να αποκτηθούν. Οι μεταφορές τεχνολογίας θα στερέψουν. Οι αγορές θα κλείσουν για την Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων πιθανώς των αγορών για το φυσικό αέριο και το πετρέλαιό της, η πώληση των οποίων ήταν κρίσιμη για τον εκσυγχρονισμό της ρωσικής οικονομίας από τον Πούτιν. Τα επιχειρηματικά ταλέντα θα εκρέουν από την Ρωσία. Η μακροπρόθεσμη επίδραση αυτών των μεταβάσεων είναι προβλέψιμη. Όπως υποστήριξε ο ιστορικός Paul Kennedy στο [βιβλίο του με τίτλο] The Rise and Fall of the Great Powers, τέτοιες χώρες έχουν την τάση να διεξάγουν λάθος πολέμους, να αναλαμβάνουν οικονομικά βάρη και έτσι να στερούνται την οικονομική ανάπτυξη -το ζωτικό αίμα μιας μεγάλης δύναμης. Στην απίθανη περίπτωση που η Ρωσία θα μπορούσε να υποτάξει την Ουκρανία, θα μπορούσε επίσης να καταστρέψει τον εαυτό της στην διαδικασία.
Μια βασική μεταβλητή στις συνέπειες αυτού του πολέμου είναι το ρωσικό κοινό. Η εξωτερική πολιτική του Πούτιν ήταν δημοφιλής στο παρελθόν. Στην Ρωσία, η προσάρτηση της Κριμαίας ήταν πολύ δημοφιλής. Η γενική διεκδικητικότητα του Πούτιν δεν αρέσει σε όλους τους Ρώσους, αλλά αρέσει σε πολλούς. Αυτό μπορεί επίσης να παραμείνει έτσι στους πρώτους μήνες του πολέμου του Πούτιν στην Ουκρανία. Τα θύματα των Ρώσων θα θρηνηθούν, και, όπως γίνεται σε όλους τους πολέμους, θα δημιουργήσουν επίσης ένα κίνητρο να συνεχιστεί ο πόλεμος και η προπαγάνδα ώστε να μην καταλήξουν τα θύματα άσκοπα. Μια παγκόσμια απόπειρα απομόνωσης της Ρωσίας θα μπορούσε να γυρίσει ως μπούμερανγκ αποκλείοντας τον έξω κόσμο, αφήνοντας τους Ρώσους να βασίσουν την εθνική τους ταυτότητα στο παράπονο και την δυσαρέσκεια.
Το πιο πιθανό, όμως, είναι ότι η φρίκη αυτού του πολέμου θα γυρίσει ως μπούμερανγκ στον Πούτιν. Οι Ρώσοι δεν βγήκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για τους ρωσικούς βομβαρδισμούς στο Χαλέπι της Συρίας το 2016 και την ανθρωπιστική καταστροφή που οι ρωσικές δυνάμεις επέφεραν κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου αυτής της χώρας. Αλλά η Ουκρανία έχει μια εντελώς διαφορετική σημασία για τους Ρώσους. Υπάρχουν εκατομμύρια διασυνδεδεμένες ρωσο-ουκρανικές οικογένειες. Οι δύο χώρες μοιράζονται πολιτιστικούς, γλωσσικούς, και θρησκευτικούς δεσμούς. Οι πληροφορίες για το τι συμβαίνει στην Ουκρανία θα διαχυθούν στην Ρωσία μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και άλλων καναλιών, διαψεύδοντας την προπαγάνδα και δυσφημώντας τους προπαγανδιστές. Αυτό είναι ένα ηθικό δίλημμα που ο Πούτιν δεν μπορεί να επιλύσει μόνο μέσω της καταστολής. Η καταστολή μπορεί επίσης να γίνει μπούμερανγκ από μόνη της. Συχνά το έχει κάνει στην ρωσική ιστορία: απλώς ρωτήστε τους Σοβιετικούς.
ΧΑΜΕΝΗ ΑΙΤΙΑ
Οι συνέπειες μιας ρωσικής ήττας στην Ουκρανία θα παρουσίαζαν θεμελιώδεις προκλήσεις για την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Υποθέτοντας ότι η Ρωσία θα αναγκαστεί να αποσυρθεί μια μέρα, η ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, με πολιτικό στόχο να καλωσοριστεί στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, θα είναι ένα έργο ηράκλειων διαστάσεων. Και η Δύση δεν πρέπει να απογοητεύσει ξανά την Ουκρανία. Εναλλακτικά, μια αδύναμη μορφή ρωσικού ελέγχου επί της Ουκρανίας θα μπορούσε να σημαίνει μια πολυδιασπασμένη, αποσταθεροποιημένη περιοχή συνεχών μαχών με περιορισμένες ή καθόλου δομές διακυβέρνησης ακριβώς ανατολικά των συνόρων του ΝΑΤΟ. Η ανθρωπιστική καταστροφή δεν θα έμοιαζε με τίποτα που να έχει δει η Ευρώπη εδώ και δεκαετίες.
Δεν είναι λιγότερο ανησυχητική η προοπτική μιας αποδυναμωμένης και ταπεινωμένης Ρωσίας, που θα φιλοξενεί ρεβανσιστικές παρορμήσεις παρόμοιες με εκείνες που κακοφόρμιζαν στην Γερμανία μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εάν ο Πούτιν διατηρήσει την εξουσία του, η Ρωσία θα γίνει ένα κράτος-παρίας, μια κακοποιός υπερδύναμη με έναν ταπεινωμένο συμβατικό στρατό αλλά με το πυρηνικό της οπλοστάσιο ανέπαφο. Η ενοχή και η κηλίδα του πολέμου στην Ουκρανία θα μείνουν στην ρωσική πολιτική για δεκαετίες˙ σπάνια υπάρχει χώρα που κερδίζει από έναν χαμένο πόλεμο. Η ματαιότητα των δαπανών που ξοδεύτηκαν για έναν χαμένο πόλεμο, το ανθρώπινο κόστος, και η γεωπολιτική παρακμή θα καθορίσουν την πορεία της Ρωσίας και της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής για πολλά χρόνια στο μέλλον, και θα είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί κανείς μια φιλελεύθερη Ρωσία να αναδύεται μετά την φρίκη αυτού του πολέμου.
Ακόμα κι αν ο Πούτιν χάσει τον έλεγχό του επί της Ρωσίας, η χώρα είναι απίθανο να αναδειχθεί σε μια φιλοδυτική δημοκρατία. Θα μπορούσε να διχαστεί, ειδικά στον Βόρειο Καύκασο. Ή θα μπορούσε να γίνει μια πυρηνική στρατιωτική δικτατορία. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν θα είχαν άδικο να ελπίζουν για μια καλύτερη Ρωσία και για την εποχή που μια -μετά τον Πούτιν- Ρωσία θα μπορούσε να ενσωματωθεί πραγματικά στην Ευρώπη˙ θα πρέπει να κάνουν ό,τι μπορούν για να ενεργοποιήσουν αυτό το ενδεχόμενο, ακόμη και καθώς αντιστέκονται στον πόλεμο του Πούτιν. Θα ήταν ανόητο, ωστόσο, να μην προετοιμαστούν για πιο σκοτεινές πιθανότητες.
Η ιστορία έχει δείξει ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να οικοδομηθεί μια σταθερή διεθνής τάξη με μια ρεβανσιστική, ταπεινωμένη δύναμη κοντά στο κέντρο της, ειδικά με το μέγεθος και το βάρος της Ρωσίας. Για να γίνει αυτό, η Δύση θα έπρεπε να υιοθετήσει μια προσέγγιση συνεχούς απομόνωσης και ανάσχεσης. Το να κρατηθεί η Ρωσία κάτω και οι Ηνωμένες Πολιτείες εντός, θα γίνει η προτεραιότητα για την Ευρώπη σε ένα τέτοιο σενάριο, καθώς η Ευρώπη θα πρέπει να φέρει το κύριο βάρος της διαχείρισης μιας απομονωμένης Ρωσίας μετά από έναν χαμένο πόλεμο στην Ουκρανία. Η Ουάσιγκτον, από την πλευρά της, θα ήθελε επιτέλους να επικεντρωθεί στην Κίνα. Η Κίνα, με την σειρά της, θα μπορούσε να προσπαθήσει να ενισχύσει την επιρροή της σε μια αποδυναμωμένη Ρωσία –οδηγώντας ακριβώς στο είδος της οικοδόμησης μπλοκ και της κινεζικής κυριαρχίας που η Δύση ήθελε να αποτρέψει στις αρχές της δεκαετίας του 2020.
ΠΛΗΡΩΜΗ ΟΠΟΙΟΥΔΗΠΟΤΕ ΤΙΜΗΜΑΤΟΣ;
Κανείς εντός ή εκτός Ρωσίας δεν πρέπει να θέλει να κερδίσει ο Πούτιν τον πόλεμό του στην Ουκρανία. Είναι καλύτερα να χάσει. Ωστόσο, μια ρωσική ήττα θα πρόσφερε λίγους λόγους για πανηγυρισμούς. Εάν η Ρωσία σταματούσε την εισβολή της, η βία που έχει ήδη ασκηθεί στην Ουκρανία θα ήταν ένα τραύμα που θα διαρκέσει για γενιές˙ και η Ρωσία δεν θα σταματήσει την εισβολή της σύντομα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη θα πρέπει να επικεντρωθούν στην εκμετάλλευση των λαθών του Πούτιν, όχι μόνο υποστηρίζοντας την διατλαντική συμμαχία και ενθαρρύνοντας τους Ευρωπαίους να ενεργήσουν σύμφωνα με τη μακροχρόνια επιθυμία τους για στρατηγική κυριαρχία, αλλά και εντυπώνοντας στην Κίνα τα διπλά διδάγματα της αποτυχίας της Ρωσίας: η αμφισβήτηση των διεθνών κανόνων, όπως η κυριαρχία των κρατών, έχει πραγματικό κόστος, και ο στρατιωτικός τυχοδιωκτισμός αποδυναμώνει τις χώρες που επιδίδονται σε αυτόν.
Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη μπορέσουν μια μέρα να βοηθήσουν στην αποκατάσταση της ουκρανικής κυριαρχίας και εάν μπορέσουν ταυτόχρονα να ωθήσουν την Ρωσία και την Κίνα προς μια κοινή κατανόηση της διεθνούς τάξης, η μεγαλύτερη γκάφα του Πούτιν θα μετατραπεί σε ευκαιρία για την Δύση. Θα έχει προκύψει, όμως, με απίστευτα υψηλό τίμημα.