Καθώς η πρώτη του θητεία ολοκληρώνεται, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι ο Μακρόν έχει μεταμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο η Γαλλία διεκδικεί την ηγεσία της στην Ευρώπη και διεθνώς. Εάν ο Μακρόν επανεκλεγεί για μια δεύτερη θητεία, θα του δοθεί μια περαιτέρω ευκαιρία να μετατρέψει την ξέφρενη εξωτερική πολιτική του σε απτά αποτελέσματα.
Μόλις δύο μήνες πριν κατεβεί ως υποψήφιος για την επανεκλογή του, ο Γάλλος πρόεδρος, Εμμανουέλ Μακρόν, ξεκίνησε μια τολμηρή προσπάθεια να μεσολαβήσει μεταξύ του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, και της Δύσης για την αντιπαράθεση στα σύνορα με την Ουκρανία. Αφότου συναντήθηκε με τον Πούτιν επί πέντε ώρες, στις 7 Φεβρουαρίου, ο Μακρόν έδωσε μια νότα αισιοδοξίας, λέγοντας στους δημοσιογράφους ότι ο Πούτιν τον είχε διαβεβαιώσει ότι δεν θα υπάρξει «υποβάθμιση ή κλιμάκωση» της κρίσης από την Ρωσία. Αλλά την επόμενη ημέρα, καθώς ο Μακρόν συναντήθηκε με τον Ουκρανό πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, στο Κίεβο, πριν πετάξει στο Βερολίνο για να συναντηθεί με τους ομολόγους του της Γερμανίας και της Πολωνίας, το Κρεμλίνο αρνήθηκε ότι ο Πούτιν είχε αναλάβει οποιαδήποτε συγκεκριμένη δέσμευση στον Μακρόν. Από την αρχή, ήταν απίθανο ότι αυτές οι συναντήσεις θα είχαν ιδιαίτερο αποτέλεσμα: η Ρωσία και η Ουκρανία παραμένουν σε μεγάλη απόσταση ως προς το καθεστώς της [περιοχής] Ντονμπάς και το κυρίαρχο δικαίωμα της Ουκρανίας να αποφασίζει για το μέλλον της, και η Ρωσία έχει εξαρτήσει την αποκλιμάκωση από απαιτήσεις σχετικά με το ΝΑΤΟ, που πολλοί στην Δύση θεωρούν απαράδεκτες. Ωστόσο, αυτή η ζοφερή προοπτική δεν αποθάρρυνε τον Γάλλο πρόεδρο: αυτή η διαμεσολαβητική διπλωματία (shuttle diplomacy) μικρών πιθανοτήτων είναι χαρακτηριστική του Μακρόν, ο οποίος έχει κάνει τις υψηλού επιπέδου, αν και συχνά υπέρμετρα φιλόδοξες, διπλωματικές παρεμβάσεις σήμα κατατεθέν των πέντε ετών της θητείας του.
Σε ζητήματα που εκτείνονται από τη μεταρρύθμιση της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης έως τον χειρισμό των κρίσεων στη Μέση Ανατολή, στην Αφρική, και τώρα στην Ουκρανία, ο Μακρόν έχει επιδιώξει μια γρήγορη, εξαιρετικά ενεργή εξωτερική πολιτική. Κατά την διάρκεια της κυβέρνησης Τραμπ, ήταν ένας από τους ελάχιστους Δυτικούς ηγέτες που προσπάθησαν να καλλιεργήσουν μια σχέση με τον Αμερικανό πρόεδρο, παρά τις τεράστιες πολιτικές διαφορές [τους]. Και ο Μακρόν έχει πιέσει σταθερά για την στήριξη της κυριαρχίας, της ανεξαρτησίας, και την ισχύος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε έναν αυξανόμενα ανταγωνιστικό κόσμο.
Ωστόσο, τα αποτελέσματα αυτών των προσπαθειών ήταν ανάμικτα. Οι προσωπικές προσπάθειες του Μακρόν να επιλύσει κρίσεις όπως η απόσυρση των ΗΠΑ από την πυρηνική συμφωνία του Ιράν και η διπλωματική διαμάχη μεταξύ του Λιβάνου και της Σαουδικής Αραβίας δεν παρήγαγαν ανθεκτικά αποτελέσματα. Η ραγδαία επιδείνωση των σχέσεων με την κυβερνώσα στρατιωτική χούντα στο Μάλι καθώς και η εκτεταμένη πολιτική αστάθεια στην [περιοχή] Σαχέλ και στην Δυτική Αφρική υποχρεώνουν την Γαλλία να επανεξετάσει τη μακροχρόνια αντιτρομοκρατική αποστολή της στην περιοχή. Ούτε οι προσπάθειες του Μακρόν να αρχίσει έναν στρατηγικό διάλογο με την Ρωσία, τον οποίο ξεκίνησε το 2019 χωρίς ευρύτερη ευρωπαϊκή υποστήριξη, παρήγαγαν απτά αποτελέσματα. Κατάφεραν, ωστόσο, να τροφοδοτήσουν την υποψία μεταξύ των Ευρωπαίων εταίρων ότι ο Μακρόν δεν ήταν αφοσιωμένος [στο] να ακολουθήσει μια ενιαία ευρωπαϊκή στρατηγική, καθιστώντας τις τρέχουσες μεσολαβητικές προσπάθειες της Γαλλίας στην Ουκρανία ακόμη πιο δύσκολες.
Πράγματι, η εξωτερική πολιτική του Μακρόν συχνά προκαλεί απορία στους παρατηρητές. Μερικές φορές, φαίνεται να είναι ένας αδίστακτος διαπραγματευτής, που παραμερίζει τους κανόνες και τα πρωτόκολλα της διπλωματίας, με την πίστη ότι το πολιτικό ταλέντο του μπορεί από μόνο του να λύσει παγιωμένες συγκρούσεις. Άλλες φορές, φαίνεται να είναι αφοσιωμένος στην πολυμέρεια, που συγκεντρώνει ηγέτες γύρω από πρωτοβουλίες υπό την ηγεσία των Παρισίων, όπως οι Σύνοδοι Κορυφής Ένας Πλανήτης (One Planet Summits), οι οποίες επιδιώκουν να προωθήσουν την συνεργασία για την κλιματική αλλαγή, και το Φόρουμ Ειρήνης των Παρισίων (Paris Peace Forum), μια νεοσύστατη διάσκεψη για την παγκόσμια διακυβέρνηση. Μολονότι έχει καταστήσει σαφή εδώ και καιρό την αποφασιστικότητά του να μετατρέψει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε μεγάλη δύναμη, ο Μακρόν φαίνεται συχνά να ευνοεί διμερή ή ad hoc σχήματα ή να προχωρά μόνος του. Και παρότι οι υποστηρικτές του Μακρόν επικροτούν το θράσος και την ευκινησία του, οι επικριτές του τον κατηγορούν για υπεροψία και οπορτουνισμό. Η κρίση στην Ουκρανία δεν αποτελεί εξαίρεση. Σε μια εποχή που πολλοί από τους Ευρωπαίους συμμάχους της Γαλλίας είναι απολύτως εστιασμένοι στην διατήρηση της ενότητας, ο Μακρόν έχει επιμείνει στην σημασία μιας αναθεωρημένης ευρωπαϊκής προσέγγισης για την Ρωσία, ακόμη και με τον κίνδυνο να υπονομεύσει τις, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, διαπραγματεύσεις με τη Μόσχα.
Τώρα, καθώς ο Μακρόν πλησιάζει [στην ημέρα] της επανεκλογής, παραμένουν νέα ερωτήματα σχετικά με το ποιοι είναι οι υποβόσκοντες στόχοι του για την εξωτερική πολιτική και πώς, με μια ανανεωμένη εντολή, θα μπορούσε να τους επιδιώξει. Στον πυρήνα των προσπαθειών του είναι η επιμονή να τοποθετήσει την Γαλλία στο κέντρο της Ευρώπης και την Ευρώπη ως σταθεροποιητική εναλλακτική σε έναν διπολικό κόσμο που κυριαρχείται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα -διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι τα συμφέροντα της ίδιας της Γαλλίας ακούγονται δυνατά και καθαρά. Καθώς η Ευρώπη αντιμετωπίζει την σοβαρότερη πρόκληση ασφαλείας από την Ρωσία εδώ και δεκαετίες, και με την Γαλλία να κρατά τώρα την προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Council of the European Union), ο Μακρόν έχει μια χρυσή ευκαιρία να αποδείξει στην Ευρώπη και στον κόσμο την αξία του ιδιαίτερου στιλ του, της πραγματιστικής και προσωποποιημένης εξωτερικής πολιτικής. Αλλά η στρατηγική του έχει επίσης μεγαλώσει το διακύβευμα —για την επανεκλογή του, για την φωνή της Γαλλίας στην παγκόσμια σκηνή, και για το μέλλον της Ευρώπης.
ΜΑΖΙ ΚΑΙ ΜΟΝΟΣ
Την εποχή της νίκης του, το 2017, επί της ακροδεξιάς υποψήφιας Μαρίν Λεπέν, λιγότερο από έναν χρόνο μετά το δημοψήφισμα για το Brexit και την εκλογή του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο Μακρόν αγκαλιάστηκε από πολλούς ως το προπύργιο ενάντια σε ένα αυξανόμενο κύμα εθνικιστικού λαϊκισμού. Ο νεαρός Γάλλος πρόεδρος άδραξε αυτήν την ενσάρκωση και γρήγορα εργάστηκε για να καθιερωθεί ως ο φιλελεύθερος ηγέτης ενός πολυμερούς στρατοπέδου. Καθώς η κυβέρνηση Τραμπ αποστασιοποιήθηκε από την διεθνή τάξη [πραγμάτων], ο Μακρόν εργάστηκε για να καλύψει το κενό της παγκόσμιας ηγεσίας —υπερασπίζοντας την συμφωνία των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή, μετά την απόσυρση της Ουάσιγκτον, υπερασπίζοντας την πυρηνική συμφωνία του Ιράν, και συσπειρώνοντας τους εταίρους και τους συμμάχους στις διεθνείς προσπάθειες που εκτείνονται από την διασφάλιση της παγκόσμιας πρόσβασης στα εμβόλια [κατά της] COVID-19 έως την πρόληψη της ριζοσπαστικοποίησης και του βίαιου εξτρεμισμού στο διαδίκτυο.
Ωστόσο, η εικόνα του Μακρόν ως ενός «αρχηγού των πολυμεριστών» δεν λαμβάνει υπόψη ορισμένες από τις ασυνήθιστες διμερείς σχέσεις που έχει καλλιεργήσει –συμπεριλαμβανομένων [αυτών] με τον Τραμπ και τον Πούτιν- συχνά προς αποστροφή άλλων Ευρωπαίων ηγετών. Από πολλές απόψεις, ο αυτοπροσδιορισμός του Μακρόν ως «προοδευτικού» έχει να κάνει λιγότερο με μια πολιτική φιλοσοφία παρά με μια μέθοδο. Σε ένα φυλλάδιο του 2019, το Le progrès ne tombe pas du ciel, ο David Amiel και ο Ismaël Emelien, δύο πρώην σύμβουλοι του Μακρόν, όρισαν τον προοδευτισμό του ως «μεγιστοποίηση των πιθανοτήτων», με αποστολή «να διευρύνει τις ατομικές ευκαιρίες και τις προοπτικές». Στην πράξη, αυτό έχει οδηγήσει σε μια ανορθόδοξη, ριψοκίνδυνη εξωτερική πολιτική. Αναλογιστείτε την σύγκληση από τον Μακρόν των αντίπαλων λιβυκών φατριών, σε μια αιφνιδιαστική προσπάθεια να αρχίσει ξανά μια πολιτική διαδικασία στην Λιβύη ή την βιασύνη του [να πάει] στην Βηρυτό μετά την φονική έκρηξη στο λιμάνι, το καλοκαίρι του 2020, και να επιπλήξει την πολιτική τάξη του Λιβάνου για τις ανεπάρκειές της. Για τους επικριτές του Μακρόν, αυτές οι προσπάθειες δεν ήταν κάτι περισσότερο από τεχνάσματα δημοσίων σχέσεων. Αλλά ο Γάλλος πρόεδρος φαίνεται να πιστεύει ότι αν υπάρχουν αρκετές νίκες, οι ήττες δεν θα έχουν σημασία: οι πιθανότητες θα έχουν μεγιστοποιηθεί και οι ευκαιρίες θα έχουν διευρυνθεί.
ΜΙΑ ΓΑΛΛΙΚΗ ΕΝΩΣΗ
Η εξωτερική πολιτική του Μακρόν έχει έναν αναγνωρίσιμο τελικό στόχο: την ενίσχυση και τον μετασχηματισμό της Ευρώπης. Μολονότι οι προκάτοχοί του κατηγόρησαν τις Βρυξέλλες για τις αποτυχίες της ίδιας της Γαλλίας, ο Μακρόν ασπάζεται χωρίς διάθεση απολογίας την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όπως το βλέπει, με το να κάνει την Ευρώπη ισχυρότερη, η Γαλλία μπορεί να μεγιστοποιήσει την επιρροή της: όπως έγραψε στο βιβλίο του Révolution το 2016, η Ευρώπη πρέπει να προσεγγιστεί ως ένα «αληθινό πολιτικό εγχείρημα», επειδή «η Ευρώπη είναι η ευκαιρία μας να ανακτήσουμε την πλήρη κυριαρχία μας». Για τον Μακρόν, η Γαλλία από μόνη της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις παγκόσμιες προκλήσεις της μετανάστευσης, της τρομοκρατίας, της κλιματικής αλλαγής, και του ψηφιακού μετασχηματισμού ή να αντέξει την ισχύ των οικονομιών των ΗΠΑ και της Κίνας —αλλά μια κυρίαρχη Ευρώπη μπορεί.
Η εστίαση στην Ευρώπη έχει εξυπηρετήσει σε μεγάλο βαθμό τον Μακρόν, και η επιρροή της Γαλλίας στην Ευρώπη έχει μόνο αυξηθεί τα τελευταία πέντε χρόνια. Ο Μακρόν έχει καρπωθεί επιτυχίες σε ένα εύρος μετώπων: έχει εργαστεί για την αναθεώρηση των κανόνων που διέπουν τους μετακινούμενους εργαζόμενους εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης˙ έχει υποστηρίξει την ίδρυση ενός αμυντικού ταμείου της ΕΕ για να προαγάγει την στρατιωτική βιομηχανική βάση της Ευρώπης˙ και έχει βοηθήσει στον σχεδιασμό μιας νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς μια κατεύθυνση ευνοϊκή για τα γαλλικά συμφέροντα. Με την πρώην Καγκελάριο της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, να έχει αποχωρήσει από την πολιτική σκηνή και με τη νέα γερμανική ηγεσία να βρίσκει ακόμη τον βηματισμό της, στον Μακρόν έχει επίσης δοθεί μεγαλύτερο εκτόπισμα για να ηγηθεί της Ευρώπης.
Και η Γαλλία προεδρεύει επί του παρόντος στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για το οποίο ο Μακρόν δεν έχει έλλειμμα φιλοδοξιών, όπως η προώθηση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για τις ψηφιακές υποθέσεις, η πίεση για έναν κατώτατο μισθό σε όλη την ΕΕ και έναν συνοριακό φόρο άνθρακα, η ενθάρρυνση [για] μια μεταρρύθμιση της μετανάστευσης και των νόμων για το άσυλο, η διεξαγωγή μιας συνόδου κορυφής με την Αφρικανική Ένωση (African Union), και η υιοθέτηση της Στρατηγικής Πυξίδας (Strategic Compass), μιας πρότασης ασφαλείας που αναλύει ένα κοινό όραμα για την ευρωπαϊκή άμυνα. Το φάσμα των γαλλικών προτάσεων αποκαλύπτει το τεράστιο μέγεθος του έργου που συνήθως υλοποιείται από τους θεσμούς της ΕΕ, αλλά αντικατοπτρίζει επίσης μια ατυχή έλλειψη προτεραιοποίησης από την πλευρά του Μακρόν. Για τους πολιτικούς αναλυτές Francis Gavin και Alina Polyakova, παρά τις εκκλήσεις του Μακρόν για να αξιώσει η Ευρώπη την «στρατηγική αυτονομία» της, οι πραγματικές προτάσεις του φαίνεται να είναι περισσότερο ένας μακρύς κατάλογος ετερόκλητων ιδεών που «εξασθενίζουν τις ικανότητες και την εστίασή της»
Άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν έχουν πάντα ακολουθήσει [τον Μακρόν]. Η «επανάσταση του κέντρου» του Μακρόν έχει παρεμποδιστεί από εθνικιστικές δυνάμεις, από τη μια πλευρά, και από τις δυνάμεις του status quo, από την άλλη. Όπως υποστήριξαν οι εμπειρογνώμονες για την Ευρώπη, Yves Bertoncini και Thierry Chopin, η ηγεσία στην Ευρώπη απαιτεί ταπεινότητα, υπομονή, και ικανότητα δημιουργίας συναίνεσης —χαρακτηριστικά που έρχονται σε έντονη αντίθεση με την «αυτοκρατορική» προσέγγιση του Μακρόν, την περιστασιακή αδυναμία του να συμβουλευτεί τους Ευρωπαίους συμμάχους και την συχνά πομπώδη ρητορική του. Κατά καιρούς, η προθυμία του Μακρόν να χαράξει το δικό του γεωπολιτικό μονοπάτι έχει προκαλέσει την αντίδραση των Ευρωπαίων συναδέλφων του: η μονομερής έναρξη της πρωτοβουλίας στρατηγικού διαλόγου με την Ρωσία, το 2019, σε συνδυασμό με την διαβόητη περιγραφή του «εγκεφαλικού θανάτου» του ΝΑΤΟ στο [περιοδικό] The Economist λίγους μήνες αργότερα, τον έκανε να εμφανίζεται αποσυντονισμένος με την υπόλοιπη ήπειρο παρά [να βρίσκεται] στο τιμόνι της. Ωστόσο, η τρέχουσα κρίση με την Ουκρανία έχει ενισχύσει την πεποίθηση του Μακρόν ότι χρειάζεται στρατηγικός διάλογος με την Ρωσία. Μολονότι η Ουάσιγκτον φαίνεται πεπεισμένη ότι επίκειται ρωσική εισβολή, ο Μακρόν επιμένει ότι ο πόλεμος μπορεί ακόμα και πρέπει να αποφευχθεί. Έχοντας κατά νου αυτόν τον στόχο, πιέζει για την εφαρμογή της Συμφωνίας του Μινσκ, του 2014, που επιδίωξε τον τερματισμό της σύγκρουσης στην [περιοχή] Ντονμπάς, αλλά φαίνεται επίσης ανοιχτός να συζητήσει τα θεμελιώδη ζητήματα πίσω από την αρχιτεκτονική ασφαλείας της Ευρώπης σε σχέση με την Ρωσία, όπως οι προσπάθειες για την μείωση του ρίσκου, οι Συνθήκες για τον έλεγχο των όπλων και τα μέτρα διαφάνειας.
Η προσέγγιση του Μακρόν, ωστόσο, μπορεί να είναι βιώσιμη μόνο με την συμμετοχή και άλλων Ευρωπαίων ηγετών. Είναι αξιοσημείωτο ότι, σε αντίθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες Δυτικές δυνάμεις, ο Μακρόν έχει υποδηλώσει ότι η Ρωσία είναι «νομιμοποιημένη» όταν δηλώνει ότι οι ανάγκες ασφαλείας της θα πρέπει να συζητηθούν. Καθώς η Ευρώπη απειλείται από την συσσώρευση στρατευμάτων της Ρωσίας στα ουκρανικά σύνορα, είναι επιβεβλημένο για την Γαλλία, ως κατόχου της προεδρίας του Συμβουλίου, να παίξει τον ρόλο του έντιμου διαμεσολαβητή στον καθορισμό μιας συλλογικής στάσης. Ο Μακρόν πρέπει πρώτα και κύρια να εργαστεί για να καθησυχάσει τους Ευρωπαίους για την θέση της Γαλλίας.
ΑΠΟΔΙΟΡΓΑΝΩΤΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ
Οι παρατηρητές έχουν δυσκολευτεί να περιγράψουν το δόγμα της εξωτερικής πολιτικής του Μακρόν, το οποίο ο ίδιος ο Μακρόν έχει αρνηθεί να ορίσει. Για τον Γάλλο πρώην διπλωμάτη, Michel Duclos, ο Μακρόν είναι ένα «εκλεκτικό πνεύμα» του οποίου η εξωτερική πολιτική αποτελείται από έναν «αποδιοργανωτικό ρεαλισμό», επιδιώκοντας «να αντιμετωπίσει τα προβλήματα κατά μέτωπο, να αναλάβει την σύγκρουση με τους συνομιλητές, να χρησιμοποιήσει τις δυσκολίες και τις διαφωνίες για να κερδίσει μόχλευση». Όπως έχει γράψει η διπλωματική ανταποκρίτρια της [εφημερίδας] Le Figaro, Isabelle Lasserre, τον Μακρόν δεν τον πειράζει να αφήνει ένα χάος ιδεών να κυριαρχεί στο Μέγαρο των Ηλυσίων, μολονότι «στο τέλος, ο Εμμανουέλ Μακρόν αποφασίζει μόνος του». Οι σχέσεις του Μακρόν με το γαλλικό Υπουργείο Εξωτερικών για την εξωτερική πολιτική ήταν εδώ και καιρό τεταμένες, ιδίως όσον αφορά την επιμονή του για διάλογο με την Ρωσία, η οποία συνάντησε σιωπηρή αντίσταση στο εσωτερικό του γαλλικού διπλωματικού σώματος. Απτόητος, ο πρόεδρος συνεχίζει να συγκεντρώνει την λήψη αποφάσεων στην κορυφή και να επιβάλλει έναν ξέφρενο ρυθμό εργασίας.
Αν ο Μακρόν είναι ανυπόμονος, δεν είναι απλώς μια λειτουργία της νεότητας ή του χαρακτήρα του —είναι λειτουργία της κοσμοθεωρίας του. Ο Γάλλος πρόεδρος πιστεύει ότι ο ρυθμός της αλλαγής στον κόσμο τον αναγκάζει να αντιμετωπίσει κάθε πρόβλημα, σε κάθε μέτωπο, όλα ταυτόχρονα. Οι δημοκρατίες, κατά την άποψή του, δεν έχουν την πολυτέλεια να είναι αργές και αναποτελεσματικές, σε μια στιγμή που οι ζωές των πολιτών τους ανατρέπονται, είτε ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης ανισότητας, των ψηφιακών μετασχηματισμών, της κλιματικής αλλαγής, είτε των πανδημιών. Συχνά έχει [απευθύνει] έκκληση για μια «ωθούμενη από τα αποτελέσματα πολυμέρεια» που στοχεύει στην καθοδήγηση και στην προώθηση των επιθυμητών στόχων πολιτικής, παρά να περιμένει την επιβολή τους από άλλους.
Η φρενίτιδα του Μακρόν να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων επηρεάζει και την Ευρώπη. Η Ευρώπη, πιστεύει ο Μακρόν, πρέπει να έχει ισχυρή φωνή σε μια εποχή κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών μεγάλης κλίμακας -και είναι πρόθυμος να αναλάβει το καθήκον της ηγεσίας, ακόμη και περιστασιακά εις βάρος των σχέσεων με τους γείτονές του. Συγκεκριμένα, υποστηρίζει, η Ευρώπη πρέπει να είναι λιγότερο οικονομικά και στρατηγικά εξαρτημένη από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να το κάνει αυτό, ισχυρίζεται, δίνοντας στον εαυτό της μεγαλύτερη κυριαρχία και ανακτώντας τον έλεγχο των αγορών, των συνόρων, και της ασφάλειας της. Εάν δεν το κάνει, αρπακτικές δυνάμεις όπως η Κίνα και η Ρωσία θα περιορίζουν όλο και περισσότερο την επιρροή και την ανεξαρτησία της Ευρώπης, όπως έχουν ήδη αρχίσει να κάνουν. Και η ασφάλεια της Ευρώπης επιδεινώνεται ταχύτερα από την ικανότητα του Μακρόν να συσπειρώσει τους Ευρωπαίους εταίρους γύρω από συγκεκριμένα κοινά αμυντικά έργα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν μια ιδιαίτερη πρόκληση για τον Μακρόν. Από τότε που η κυβέρνηση Μπάιντεν ανήλθε στην εξουσία, ο Μακρόν δυσκολευόταν να βαθμονομήσει την τοποθέτηση της Γαλλίας σε σχέση με την Ουάσιγκτον. Παρά τον αυτοχαρακτηρισμό του ως προοδευτικού που αποκρούει τους εθνικιστές, ο Γάλλος πρόεδρος δεν έχει κάνει τίποτα για να ασπαστεί την δημοκρατική ατζέντα της κυβέρνησης Μπάιντεν. Το στρατόπεδό του είναι επίσης αδιάφορο, αν όχι εξωτερικά εχθρικό, για το συγκεκριμένο είδος προοδευτικής αμερικανικής σκέψης που στηρίζει τον συνασπισμό του Μπάιντεν.
Το χάσμα μεταξύ Γαλλίας και Ηνωμένων Πολιτειών διευρύνεται και στις προκλήσεις ασφαλείας. Η διαμάχη με την Ουάσιγκτον σχετικά με την συμφωνία AUKUS για τα υποβρύχια -η οποία ματαίωσε την συμφωνία της ίδιας της Γαλλίας με την Αυστραλία για υποβρύχια- μολονότι [έγινε] καλή διαχείριση στον απόηχό της, εξέθεσε μια διαρθρωτική ευαλωτότητα: καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες επικεντρώνονται όλο και περισσότερο στην Ασία, η σχέση τους με την Γαλλία, η οποία στα χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου [2001] είχε γίνει ένας κρίσιμος εταίρος στη μάχη κατά της τρομοκρατίας, έχει χάσει μέρος του επείγοντος χαρακτήρα της. Η τρέχουσα κρίση στην Ουκρανία φαίνεται πιθανό να δοκιμάσει έτι περαιτέρω τις αμερικανογαλλικές σχέσεις. Προς το παρόν, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν υποστηρίξει επιφυλακτικά την προσπάθεια του Μακρόν στην διπλωματία -αλλά ο σκεπτικισμός είναι μεγάλος, καθώς η Ουάσιγκτον πιστεύει ότι ο Πούτιν είναι αποφασισμένος να εισβάλει ούτως ή άλλως. Ο Μακρόν φαίνεται να αναγνωρίζει την αναγκαιότητα παρουσίασης ενός κάπως ενοποιημένου μετώπου με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στις 8 Φεβρουαρίου, αυτός και ο Πολωνός και ο Γερμανός ομόλογος του απήχησαν την Ουάσιγκτον, προειδοποιώντας τη Μόσχα για εκτεταμένες πολιτικές, οικονομικές, και γεωστρατηγικές συνέπειες εάν η Ρωσία παραβιάσει την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Καθώς ο Μακρόν τοποθετείται ως ο παγκόσμιος ηγέτης [που είναι] ικανός να κατευθύνει τον Πούτιν προς ένα μονοπάτι αποκλιμάκωσης -και να επαναβαθμονομήσει την αρχιτεκτονική ασφαλείας της Ευρώπης με λιγότερη εξάρτηση από την βοήθεια ή την συνεισφορά της Ουάσιγκτον- πρέπει να προχωρήσει προσεκτικά για να μην φανεί ότι ανοίγει ρήγμα μεταξύ των συμμάχων, σε μια εποχή που η ενότητα είναι η καλύτερη αποτροπή έναντι της Ρωσίας.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ, ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ
Καθώς η πρώτη του θητεία ολοκληρώνεται, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι ο Μακρόν έχει μεταμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο η Γαλλία διεκδικεί την ηγεσία της στην Ευρώπη και διεθνώς. Δηλώνοντας όταν έφτασε στο αξίωμα [του προέδρου] ότι δεν ανήκει σε καμία συγκεκριμένη ιδεολογία, δεν άφησε ιστορικές πίστεις, παραδόσεις, ή την δική του απειρία να παρεμποδίσουν τις φιλοδοξίες του. Με τον καιρό, ωστόσο, ο Μακρόν έχει πληρώσει ένα αυξανόμενο τίμημα για τον ανυπόμονο πραγματισμό του. Στην τρέχουσα κρίση με την Ρωσία, ο ρόλος της Γαλλίας ως έντιμου διαμεσολαβητή έχει αποδυναμωθεί από τις υποψίες των συμμάχων ότι ο Μακρόν μπορεί να κλείνει τα μάτια στην αληθινή φύση του καθεστώτος του Πούτιν ή ότι είναι εγγενώς αντίθετος στις διαπραγματεύσεις υπό την ηγεσία των ΗΠΑ.
Εάν ο Μακρόν επανεκλεγεί για μια δεύτερη θητεία, θα του δοθεί μια περαιτέρω ευκαιρία να μετατρέψει την ξέφρενη εξωτερική πολιτική του σε απτά αποτελέσματα. Η επιτυχία του Μακρόν τους επόμενους μήνες θα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης: εάν καταφέρει να κάνει την ΕΕ να υιοθετήσει μια φιλόδοξη κοινή αμυντική στρατηγική και να προωθήσει νέους ψηφιακούς [κανόνες] ή κανόνες για τον άνθρακα, θα μπορέσει να ισχυριστεί ότι η προεδρία του [είναι] παραγωγική. Αλλά θα είναι υποχρεωμένος, επίσης, να φροντίσει για την ταχέως επιδεινούμενη κατάσταση στο Μάλι και την πολιτική αστάθεια σε ολόκληρη την Δυτική Αφρική και να αποφασίσει εάν θα αποσύρει τα στρατεύματα, με την αποδοχή της αποτυχίας που θα μπορούσε να μεταφέρει μια τέτοια κίνηση. Το δυσκολότερο από όλα θα είναι να διατηρήσει μια ενωμένη, συλλογική ευρωπαϊκή φωνή στο ζήτημα της Ρωσίας και της Ουκρανίας, ειδικά εάν η κατάσταση επιδεινωθεί ταχέως. Η διόρθωση της πορείας του Μακρόν, από τον αντιδημοφιλή, μονομερή, και άκαρπο στρατηγικό διάλογο του με τη Μόσχα το 2019 στην προσοχή που έχει επιδείξει τώρα να διαβουλεύεται με τους συμμάχους για την Ρωσία, τον βάζει σε καλό δρόμο για να βοηθήσει να καθοδηγηθεί η Ευρώπη δια μέσου ενός ταραχώδους μέλλοντος. Αλλά η ανυπομονησία, το θράσος, και η συνεχής παρόρμηση του Γάλλου προέδρου να μεγιστοποιεί τις πιθανότητες ίσως να συνεχίσει να κοστίζει σε αυτόν -και στην ήπειρο.