Την τρίτη ημέρα της εισβολής στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, συγκάλεσε συνάντηση με τον Βαλέρι Γκερασίμοφ, αρχηγό του Γενικού Επιτελείου των ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων, και τον υπουργό Άμυνας, Σεργκέι Σοϊγκού. Καθισμένος στην άλλη άκρη ενός εξαιρετικά μακρού τραπεζιού, ο Πούτιν τους διέταξε να «μεταφέρουν τις δυνάμεις αποτροπής του ρωσικού στρατού» —οι οποίες περιλαμβάνουν τα πυρηνικά όπλα του— «σε ειδική κατάσταση μάχης». Η οδηγία μεταδόθηκε από την ρωσική εθνική τηλεόραση. Καθώς ο Πούτιν έκανε την ανακοίνωσή του, τόσο ο Γκερασίμοφ όσο και ο Σοϊγκού έδειχναν έκπληκτοι και ανήσυχοι.
Η σκηνή είναι η πιο πρόσφατη από μια σειρά επεισοδίων στα οποία ο Πούτιν διατάζει ή υποτιμά τους δικούς του ανώτερους αξιωματούχους, και αποτυπώνει μια ατυχή πραγματικότητα. Την τελευταία δεκαετία, ο Πούτιν έχει μετατρέψει την κυβέρνησή του σε ένα προσωποπαγές καθεστώς: ένα σύστημα στο οποίο μονοπωλεί την ουσιαστική εξουσία. Σήμερα, σε αντίθεση με την πρώτη δεκαετία του Πούτιν στην εξουσία, πρακτικά δεν υπάρχουν αντίθετες φωνές εντός του στενού κύκλου των συμβούλων του, ούτε υπάρχουν γνώστες που αμφισβητούν την ηγεσία του. Αντίθετα, οι μεγάλες πολιτικές προσωπικότητες της Ρωσίας είναι πλέον όλοι οσφυοκάμπτες (yes men) που λένε στον Πούτιν αυτό που θέλει να ακούσει και αποκρύβουν τα άβολα γεγονότα. Ο Πούτιν ζει σε μια φούσκα απομόνωσης και παραπληροφόρησης, η οποία έχει ενισχύσει τον παρανοϊκό φόβο του για το ΝΑΤΟ, την επιθυμία του να αναβιώσει την ρωσική αυτοκρατορία, και τις αυταπάτες του για την ρωσική στρατιωτική υπεροχή.
Η απερίσκεπτη εισβολή στην Ουκρανία -μια επιχείρηση που σχεδιάστηκε για να ανατρέψει γρήγορα την κυβέρνηση του Ουκρανού προέδρου, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, [και] που μετατράπηκε, αντίθετα, σε παρατεταμένο πόλεμο, ένωσε το ΝΑΤΟ και κατέστρεψε την ρωσική οικονομία- είναι ίσως η πιο σαφής αποτύπωση της καταστροφικής λήψης αποφάσεων στην προσωποπαγή δικτατορία του Πούτιν. Αλλά η εντολή του Πούτιν για την «κατάσταση μάχης» είναι άλλο ένα παράδειγμα και είναι ανησυχητικό. Μέχρι στιγμής, τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι ο Πούτιν χρησιμοποιεί τις απειλές και τα υπονοούμενά του όχι ως προετοιμασία για χρήση πυρηνικών στην εισβολή αλλά μάλλον για να τρομάξει την Ουκρανία και το ΝΑΤΟ. Ωστόσο, οι προσωποπαγείς απολυταρχίες είναι πιο απρόβλεπτες από άλλα πολιτικά συστήματα. Οι ηγέτες μπορούν να λάβουν μείζονες αποφάσεις από ένα καπρίτσιο, χωρίς διαβούλευση ή με εκδικητική οργή. Οι ηγέτες των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ θα πρέπει να αναγνωρίσουν ότι ο κόσμος αντιμετωπίζει τον σοβαρότερο παγκόσμιο πυρηνικό κίνδυνο από την κρίση των πυραύλων της Κούβας το 1962 και μετά. Για να ελιχθούν γύρω από τους κινδύνους, πρέπει να κατανοήσουν το πώς λαμβάνουν αποφάσεις τα προσωποπαγή καθεστώτα και να μάθουν πώς να ανταποκρίνονται.
O ΝΤΑΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΒΟΜΒΑ
Η πυρηνική αποτροπή είναι μια εγγενώς επικίνδυνη στρατηγική˙ για να είναι αξιόπιστη, οι κυβερνήσεις πρέπει να αναπτύξουν σχέδια και να εξασκηθούν [σε] διαδικασίες για την πυρηνική χρήση. Αλλά είναι πιο επικίνδυνη σε ορισμένα καθεστώτα σε σύγκριση με άλλα. Στις δημοκρατίες, η εκτελεστική εξουσία πρέπει να καθορίσει την πυρηνική πολιτική με τα νομοθετικά σώματα —και μερικές φορές με τα δικαστήρια. Στις χούντες, ο ηγέτης πρέπει να μοιραστεί κάποια εξουσία με άλλους αξιωματικούς του στρατού. Στις μονοκομματικές απολυταρχίες, πολλαπλές ελίτ καθορίζουν την πολιτική του καθεστώτος. Ωστόσο, όταν οι πυρηνικές βόμβες ελέγχονται από προσωποπαγείς δικτάτορες, υπάρχουν ελάχιστοι περιορισμοί στις αποφάσεις τους —τα όπλα είναι δικά τους.
Οι ενέργειες από το εξωτερικό είναι απίθανο να εμποδίσουν την απερίσκεπτη πυρηνική συμπεριφορά ενός προσωποπαγούς ηγέτη. Γενικά δεν φοβούνται τις συνέπειες της διεθνούς απομόνωσης, όπως οι κυρώσεις, καθώς μπορούν να χρησιμοποιήσουν κρατικούς πόρους για να μονωθούν από τις επιπτώσεις. Ο Πούτιν, για παράδειγμα, έχει συσσωρεύσει δισεκατομμύρια δολάρια από την ρωσική οικονομία και τα έχει μοιράσει στους φίλους του σε φορολογικούς παραδείσους σε όλο τον κόσμο, καθιστώντας δύσκολη την κατάσχεσή τους. Λίγες μέρες πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, το προσωπικό του γιοτ έφυγε ξαφνικά από την Γερμανία για τον ρωσικό θύλακα του Καλίνινγκραντ, ώστε να αποφύγει την κατάσχεσή του από την Δύση. Οι προσωποπαγείς ηγέτες είναι επίσης απίθανο να ακούσουν έστω και την καλοπροαίρετη διαφωνία από τους συμβούλους τους -για παράδειγμα, τις υπενθυμίσεις ότι τα πυρηνικά χτυπήματα έχουν υπαρξιακό κίνδυνο- δεδομένου ότι το κόστος της αμφισβήτησης του ηγέτη μπορεί να είναι σοβαρό. Για παράδειγμα, ο ηγέτης της Βόρειας Κορέας, Κιμ Γιονγκ Ουν, έχει σκοτώσει συμβούλους τους οποίους έκρινε ανεπαρκώς πιστούς. Τέλος, οι προσωποπαγείς δικτάτορες περιφρονούν εύκολα τους διεθνείς κανόνες. Ο Κιμ διέταξε την δολοφονία του ετεροθαλούς αδελφού του με νευροτοξικό παράγοντα στην Κουάλα Λουμπούρ. Ο Πούτιν πιθανώς διέταξε την δηλητηρίαση του πρώην αξιωματικού των ρωσικών στρατιωτικών υπηρεσιών πληροφοριών, Σεργκέι Σκριπάλ, στην επαρχία της Αγγλίας το 2018. Το 2006, πιθανώς διηύθυνε την δολοφονία του πρώην πράκτορα της KGB, Αλεξάντερ Λιτβινένκο, στο Λονδίνο.
Ευτυχώς, οι προσωποπαγείς δικτάτορες δεν είναι αυτοκτονικοί, και όπως άλλοι τύποι ηγετών, αντιμετωπίζουν τα πυρηνικά όπλα κυρίως ως μέσο αποτροπής. Παρά τον μεγάλο κομπασμό του, ο Κιμ δεν χρησιμοποίησε ποτέ το οπλοστάσιό του και ο Πούτιν δεν έχει απειλήσει μέχρι στιγμής να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα εναντίον της Ουκρανίας, του πραγματικού αντιμαχόμενου της Ρωσίας. Αντίθετα, έχει κατευθύνει τις απειλές του προς το ΝΑΤΟ, και όλα τα σενάριαά του για την χρήση τους περιλαμβάνουν το να απαντήσει στα μέλη της συμμαχίας που θα ξεκινήσουν μάχη με τις ρωσικές δυνάμεις -κάτι που η Δύση έχει ρητά αποκλείσει.
Ο Πούτιν έχει σίγουρα κλιμακώσει τις συνολικές εντάσεις με το να επαναπρογραμματίσει δύο συνηθισμένες στρατηγικές ασκήσεις πυρηνικής ισχύος, έτσι ώστε να συμπέσουν με την εισβολή. Αλλά ο Πούτιν διεξήγαγε πυρηνικές ασκήσεις στην αρχή της κατάληψης της Κριμαίας από την Ρωσία το 2014, μόνο για να αποκλιμακώσει στην συνέχεια. Ο Πούτιν αργότερα είπε ότι η κυβέρνησή του ήταν «έτοιμη για το χειρότερο σενάριο». Αλλά στην συνέχεια πρόσθεσε ότι η πυρηνική κλιμάκωση «δεν χρειαζόταν στην δεδομένη κατάσταση» και ότι οι δυνάμεις πυρηνικής αποτροπής της χώρας «είναι σε συνεχή ετοιμότητα μάχης ούτως ή άλλως».
Ο Πούτιν, ωστόσο, είναι πιο απομονωμένος τώρα από όσο ήταν το 2014. Ο στενός κύκλος των συμβούλων του συρρικνώνεται και έχει σε μεγάλο βαθμό αποκοπεί από την διεθνή κοινότητα. Ο διευθυντής της CIA, Γουίλιαμ Μπερνς, είπε στο Κογκρέσο στις 8 Μαρτίου ότι ο Πούτιν «βράζει σε έναν εύφλεκτο συνδυασμό παραπόνου και φιλοδοξίας» και «είναι αποδεδειγμένο ότι δεν προωθεί την καριέρα των ανθρώπων το να αμφισβητούν ή να προκαλούν την κρίση του». Τίποτα από αυτά δεν εμπνέει την πίστη ότι, όσο περνά ο καιρός, ο Πούτιν θα κατεβαίνει την σκάλα της κλιμάκωσης.
ΟΠΩΣ ΕΝΑΣ ΤΡΕΛΟΣ
Ο Πούτιν δεν είναι ο πρώτος παγκόσμιος ηγέτης που εξαπολύει πυρηνικές απειλές ενώ ταυτόχρονα εγείρει ερωτήματα σχετικά με την ψυχική υγεία του. Το 1969, αντιμέτωπος με μια εξαντλητική, αποτυχημένη σύγκρουση στο Βιετνάμ, ο πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον διέταξε έναν μυστικό πυρηνικό συναγερμό που είχε σχεδιαστεί για να κάνει τους αντιπάλους να πιστέψουν ότι ήταν απρόβλεπτος και ασταθής. «Την αποκαλώ “θεωρία του τρελού”», είπε ο Νίξον στον αρχηγό του επιτελείου του. «Θέλω οι Βορειοβιετναμέζοι να πιστέψουν ότι έχω φτάσει στο σημείο όπου θα μπορούσα να κάνω τα πάντα για να σταματήσω τον πόλεμο».
Ήταν ένας τολμηρός και απερίσκεπτος ελιγμός, τόσο πολύ που ο Υπουργός Άμυνας του Νίξον επιχείρησε να αντισταθεί στην διαταγή, με την ελπίδα ότι ο πρόεδρος θα ηρεμούσε και θα την απέσυρε. Όμως ο Νίξον, με την υποστήριξη του συμβούλου εθνικής ασφαλείας του, Χένρι Κίσινγκερ, επέμενε. Σύντομα, το Πεντάγωνο απέπλευσε επιπλέον αμερικανικά υποβρύχια και τοποθέτησε πυρηνικές βόμβες σε [αεροσκάφη] B-52, θέτοντάς τα σε επίγεια επιφυλακή σε στρατιωτικές βάσεις. Το πιο προκλητικό ήταν ότι ο στρατός πέταξε 18 πυρηνικά οπλισμένα B-52 στα σοβιετικά σύνορα και πίσω. Δύο από τα αεροσκάφη πέταξαν κατά λάθος τόσο κοντά μεταξύ τους, ώστε μια διαβαθμισμένη έκθεση της Στρατηγικής Αεροπορικής Διοίκησης (Strategic Air Command) αργότερα χαρακτήρισε την επιχείρηση μη ασφαλή.
Σε απάντηση, η Μόσχα (και οι Βορειοβιετναμέζοι) απλώς αγνόησαν τις «τακτικές του τρελού» του Νίξον, αναγνωρίζοντας τις προφανώς για αυτό που ήταν: μια μπλόφα. Όταν οι Σοβιετικοί πρότειναν να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για τον έλεγχο των όπλων, οι Αμερικανοί συμφώνησαν αμέσως. Ο πυρηνικός συναγερμός του Νίξον τελείωσε όχι με ένα κρότο, αλλά με έναν λυγμό.
Μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει επιδείξει παρόμοια αξιοθαύμαστη υπευθυνότητα και αυτοσυγκράτηση, απαντώντας στην «στάση του τρελού» του ίδιου του Πούτιν. Ο Λευκός Οίκος έχει πει στους Αμερικανούς ότι «δεν βλέπει λόγους για να αλλάξουν τα δικά μας επίπεδα συναγερμού» και δεν έχει φορτώσει βόμβες σε αεροπλάνα. Στις αρχές Μαρτίου, για να αποφευχθεί οποιαδήποτε πρόκληση ή λανθασμένη ψευδής προειδοποίηση, το Υπουργείο Άμυνας ανέβαλε ακόμη και μια από πριν προγραμματισμένη εκτόξευση διηπειρωτικού βαλλιστικού πυραύλου.
Ο Πούτιν, ωστόσο, δεν δείχνει σημάδια υποχώρησης . Οι Ουκρανοί αντεπιτίθενται με θάρρος και αποφασιστικότητα, και όσο ο πόλεμος συνεχίζεται, η χρήση πυρηνικών όπλων θα είναι μια πραγματική πιθανότητα.
Μπορεί ακόμη και να είναι πιθανή μετά το τέλος της ίδιας της εισβολής. Αναλογιστείτε, για παράδειγμα, ποιο θα ήταν το επακόλουθο μιας ρωσικής «νίκης». Ακόμα κι αν η Ρωσία καταφέρει να καταλάβει ολόκληρη την Ουκρανία και να επιβάλλει ένα καθεστώς-μαριονέτα, οι Ουκρανοί θα συνεχίσουν να πολεμούν και ο πόλεμος θα συνεχιστεί ως μια αιματηρή εξέγερση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ πιθανότατα θα μετέφεραν λαθραία όπλα στους Ουκρανούς μαχητές, όπως έκανε η Ουάσιγκτον με τους Μουτζαχεντίν που πολεμούσαν την Σοβιετική Ένωση στο Αφγανιστάν. Ο Πούτιν θα μπορούσε στην συνέχεια να διατάξει τις ρωσικές δυνάμεις να εισβάλουν και να καταστρέψουν βάσεις του ΝΑΤΟ σε γειτονικές χώρες προκειμένου να σταματήσουν τις επιχειρήσεις ανεφοδιασμού. Η στοχευόμενη χώρα θα μπορούσε στην συνέχεια να επικαλεστεί το Άρθρο 5, με αποτέλεσμα έναν πόλεμο μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας, που θα μπορούσε εύκολα να μετατραπεί σε πυρηνικό.
Ή αναλογιστείτε τι θα συμβεί εάν ο Πούτιν διατάξει γνήσια μέτρα κλιμακούμενης πυρηνικής ετοιμότητας, όπως το να βγουν τακτικά πυρηνικά όπλα από τα ιγκλού αποθήκευσης και να φορτωθούν σε πυραύλους μικρού βεληνεκούς. Οι κανόνες πυρηνικής ασφάλειας συχνά διακυβεύονται κατά την διάρκεια εκτάκτων αναγκών —για παράδειγμα, για να πραγματοποιηθεί η προειδοποίηση του Νίξον το 1969, μια στρατιωτική βάση είχε [διατάξει] ανεκπαίδευτο προσωπικό να φορτώσει βόμβες στα αεροπλάνα— και δεν είναι αδιανόητο ότι στην βιασύνη του ο ρωσικός στρατός θα μπορούσε να πυροδοτήσει κατά λάθος ένα όπλο. Υπάρχει επίσης μια μικρή πιθανότητα ο Πούτιν να διατάξει ένα πυρηνικό «χτύπημα επίδειξης» και να πυροδοτήσει ένα όπλο στην θάλασσα, για παράδειγμα, όπου δεν θα σκότωνε κανέναν. (ωστόσο, ένα τέτοιο χτύπημα φαίνεται ασύμβατο με τη συμπεριφορά του Πούτιν, καθώς θα σήμαινε αναποφασιστικότητα και όχι αποφασιστικότητα).
Τέλος, είναι πιθανό ότι ο Ρώσος πρόεδρος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα εντός της Ουκρανίας. Εάν οι Ουκρανοί [συνεχίσουν να] αντιστέκονται γενναία στις μεγάλες αστικές περιοχές τους, πολεμώντας τετράγωνο με τετράγωνο, και σκοτώνοντας χιλιάδες επί χιλιάδων Ρώσων στρατιωτών, ο Πούτιν θα μπορούσε να διατάξει τον στρατό να ρίξει μια μόνο πυρηνική βόμβα σε μια ουκρανική πόλη για να επιχειρήσει να καταναγκάσει την κυβέρνηση Ζελένσκι να παραδοθεί αμέσως. Αυτό το σενάριο είναι τρομακτικό, αλλά δεν είναι ευφάνταστο. Είναι, σε τελική ανάλυση, αυτό που όντως έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες στην Ιαπωνία το 1945.
Ο κόσμος μπορεί μόνο να ελπίζει ότι σε αυτήν την κατάσταση, ανώτεροι Ρώσοι αξιωματικοί θα έλεγαν στον Πούτιν ότι ένα τέτοιο χτύπημα θα ήταν παράνομο, μια παραβίαση των Συμβάσεων της Γενεύης (Geneva Conventions), και θα αρνούνταν να συμμορφωθούν. Ορισμένοι αξιωματούχοι εθνικής ασφαλείας είναι φίλοι του Πούτιν, όπως ο Σοϊγκού, αλλά η στρατιωτική ηγεσία είναι πιο ανεξάρτητη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να κάνουν ό,τι μπορούν για να ενισχύσουν κάθε απροθυμία του ρωσικού στρατού να διασχίσει το πυρηνικό κατώφλι.
ΖΩΝΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ
Ο κόσμος βιώνει τώρα έναν νέο ψυχρό πόλεμο και, όπως και στον προηγούμενο, η αποφυγή της πυρηνικής σύγκρουσης θα είναι δύσκολη. Πράγματι, μπορεί να είναι ακόμη δυσκολότερο σήμερα από όσο ήταν στην εποχή της ακμής της Σοβιετικής Ένωσης, όταν η εξουσία τουλάχιστον μοιραζόταν μεταξύ των κορυφαίων αξιωματούχων του Κομμουνιστικού Κόμματος. Η αποτροπή δεν προϋποθέτει ανόθευτο ορθολογισμό, αλλά απαιτεί θεσμικούς ελέγχους και ισορροπίες (checks and balances) που μπορούν να περιορίσουν τους ηγέτες που γίνονται ψυχικά ασταθείς. Και αυτή την στιγμή, δεν υπάρχει κανένα σαφές, εσωτερικό εμπόδιο που να εμποδίζει τον Πούτιν από να χρησιμοποιήσει το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο του κόσμου.
Πώς μπορούν λοιπόν οι Ηνωμένες Πολιτείες να αποφύγουν τον πλήρη πυρηνικό πόλεμο; Πρώτον, η Ουάσιγκτον θα πρέπει να υπενθυμίσει στον ρωσικό στρατό ότι οποιαδήποτε πυρηνική χρήση εναντίον μιας ουκρανικής πόλης θα αντιμετωπιστεί ως έγκλημα πολέμου και ότι αυτοί, και όχι μόνο ο Πούτιν, θα αντιμετωπιστούν ως εγκληματίες πολέμου. Τον ρωσικό στρατό μπορεί να μην τον ενοχλεί να στοχοποιεί αμάχους, όπως έχει δείξει στις επιχειρήσεις του στην Τσετσενία, στην Συρία, και στην Ουκρανία. Αλλά οι ηγέτες του ενδιαφέρονται να προστατεύσουν τον εαυτό τους. Μπορεί να το ξανασκεφτούν το [εάν] θα συμφωνήσουν να ρίξουν πυρηνικές βόμβες, αν γνωρίζουν ότι μπορεί μια μέρα να βρεθούν μόνιμα φυλακισμένοι για τις πράξεις τους.
Αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει επίσης να προετοιμαστούν για το πώς θα απαντήσουν εάν ο Πούτιν χρησιμοποιήσει πυρηνικό όπλο εναντίον οποιουδήποτε έθνους του ΝΑΤΟ. Αυτό σημαίνει το να αναπτύξουν αξιόπιστα αλλά αποκλιμακούμενα σχέδια απόκρισης. Η κυβέρνηση Ομπάμα άρχισε να το κάνει αυτό το 2016, όταν διεξήγαγε ένα άκρως απόρρητο, υψηλού επιπέδου παιχνίδι πολέμου που κατέγραφε τι θα μπορούσε να συμβεί εάν η Ρωσία εκτόξευε έναν μόνο πυρηνικό πύραυλο σε αεροπορική βάση του ΝΑΤΟ στην Βαλτική. Μια ομάδα βοηθών του Ομπάμα διέταξε ένα σοβαρό συμβατικό χτύπημα ως αντίποινα εναντίον των ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων, πιθανότατα κατά της βάσης που εξαπέλυσε την πυρηνική επίθεση. Μια δεύτερη ομάδα ανώτερων αξιωματούχων του Ομπάμα, ωστόσο, προτίμησε να απαντήσει στο ρωσικό πυρηνικό χτύπημα εξαπολύοντας επίθεση με πυρηνικά όπλα των ΗΠΑ εναντίον στρατιωτικών στόχων στην Λευκορωσία -παρόλο που η Λευκορωσία δεν είχε συμμετάσχει στο χτύπημα της Ρωσίας. Οι βοηθοί είχαν την καλύτερη στρατηγική, μια στρατηγική που ήταν σταθερή αλλά λιγότερο πιθανή να προκαλέσει θερμοπυρηνική καταστροφή.
Τελικά, ο Πούτιν έχει αποδείξει ότι είναι ένας ασταθής και καταστροφικός ηγέτης για την Ρωσία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η υπόλοιπη Δύση πρέπει να το λένε δυνατά και συχνά αυτό. Ο Ζελένσκι είπε ως γνωστόν στην αρχή του πολέμου ότι χρειάζεται «πυρομαχικά, όχι να φύγω» (ammunition, not a ride). Ο Πούτιν χρειάζεται να φύγει. Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ θα πρέπει να κάνουν έκκληση για νέους ηγέτες που θα κυβερνήσουν στην Ρωσία.
Δεδομένου ότι ο Πούτιν ηγείται ενός προσωποπαγούς καθεστώτος, είναι δύσκολο να δούμε ποιος στην Ρωσία θα μπορούσε να τον παραμερίσει. Αλλά η ιστορία παρέχει τουλάχιστον μια αχτίδα ελπίδας. Κατά την διάρκεια της κουβανικής πυραυλικής κρίσης του 1962, ίσως το πιο κοντινό που έχει έρθει ο κόσμος στον πυρηνικό πόλεμο, ο Σοβιετικός πρωθυπουργός Νικήτα Χρουστσόφ ενήργησε απρόβλεπτα. Είπε ψέματα στις Ηνωμένες Πολιτείες για την τοποθέτηση πυραύλων στην Κούβα, χειρίστηκε αδέξια το απόρρητο της επιχείρησης τοποθέτησης, και στην συνέχεια απέσυρε βιαστικά τους πυραύλους, φοβούμενος μια εισβολή των ΗΠΑ στην Κούβα. Όχι πολύ αργότερα, ο Χρουστσόφ ανατράπηκε από τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου (Politburo) -σε μεγάλο βαθμό λόγω της άστατης λήψης των αποφάσεών του.
Εάν συσσωρευτούν σακούλες με σορούς στη Μόσχα και οι Ρώσοι αντιμετωπίσουν αυξανόμενες οικονομικές δυσκολίες, ο Πούτιν θα διαπίστωνε ότι η ηγεσία του είναι ξαφνικά πολύ λιγότερο σταθερή. Η πίστη του στενού κύκλου του μπορεί να ξεφτίσει, οι ολιγάρχες της Ρωσίας θα μπορούσαν να ενωθούν και να ξεσηκωθούν, ο ρωσικός λαός θα μπορούσε να βγει στους δρόμους, και ο ρωσικός στρατός θα μπορούσε να αποφασίσει ότι πρέπει να τερματίσει έναν καταστροφικό πόλεμο. Ο Πούτιν θα μπορούσε τότε να υποχρεωθεί να αποσυρθεί, όπως ο Χρουστσόφ, σε μια ντάτσα στην ύπαιθρο. Αυτό θα ήταν μια καλή αρχή για το τέλος του δεύτερου ψυχρού πολέμου.