Η αναζήτηση για λύση δύο κρατών έχει τελειώσει
Σε κάποιο σημείο σύντομα, η τρέχουσα στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς θα τελειώσει [ΣτΜ: ανακοινώθηκε εκεχειρία μεταξύ των δύο πλευρών με έναρξη την 2α πρωινή της 21 Μαΐου 2021]. Ωστόσο, οι συνέπειες αυτού του τελευταίου γύρου της ισραηλινο-παλαιστινιακής αντιπαράθεσης –επιθέσεις του ισραηλινού στρατού στην Γάζα, πυραυλικές επιθέσεις της Χαμάς σε ισραηλινές πόλεις, και αυξανόμενη ενδοκοινοτική βία μεταξύ Αράβων και Εβραίων- θα είναι μακροχρόνιες και βαθιές. Πάνω απ’ όλα, θα ενισχύσει την αίσθηση μεταξύ Ισραηλινών, Παλαιστινίων, και της πλειονότητας της διεθνούς κοινότητας ότι η αναζήτηση ειρηνικής επίλυσης της σύγκρουσης έχει λήξει για το προβλέψιμο μέλλον.
Η σύγκρουση που ξεκίνησε στις αρχές Μαΐου δεν ήταν προσχεδιασμένη. Ήταν το αποκορύφωμα διαφόρων μικρών αλλά σημαντικών βημάτων που, ενώ συνδέονταν, δεν καθιστούσαν αναπόφευκτη την βία. Ωστόσο, ένας συνδυασμός εσωτερικών ισραηλινών και παλαιστινιακών πολιτικών δυναμικών, διεθνών αποτυχιών, και επιδείνωσης των σχέσεων μεταξύ των δύο πλευρών δημιούργησε τις κατάλληλες συνθήκες για αιματοχυσία.
Πάντως, ανεξάρτητα από την τυχαία ποιότητά του, ο τελευταίος γύρος βίας θα έχει συνέπειες επί μακρόν. Η Χαμάς θα βγει από την σύγκρουση ισχυρότερη και η Παλαιστινιακή Αρχή (ΠA) και ο πρόεδρός της πιο αδύναμοι. Η βία μεταξύ Ισραηλινών Αράβων και Εβραίων τελικώς θα μειωθεί, αλλά οι αραβικές αντιλήψεις περί συστημικών διακρίσεων θα αυξηθούν -όπως και η πεποίθηση ότι η αναζήτηση ισότητας στο Ισραήλ είναι εγγενώς μάταιη. Ο συμβολικός ρόλος της Ιερουσαλήμ θα επεκταθεί επίσης, ενισχύοντας τις θρησκευτικές διαστάσεις της σύγκρουσης. Μεταξύ πολλών Ισραηλινών και Παλαιστινίων, αυτές οι εξελίξεις σηματοδοτούν την επιστροφή σε μια παλαιότερη φάση της σύγκρουσης. Οι τελευταίες δύο εβδομάδες έχουν ενισχύσει την πεποίθηση ότι η σχέση τους είναι και πάλι υπαρξιακή και μηδενικού αθροίσματος, ότι η διπλωματία για την επίλυση της σύγκρουσης είναι μάταιη και η βία αναπόφευκτη.
ΜΙΑ ΕΞΕΛΙΣΣΟΜΕΝΗ ΚΡΙΣΗ
Η τρέχουσα αντιπαράθεση ξεδιπλώνεται σε τέσσερα θέατρα. Ο στρατιωτικός βομβαρδισμός Γάζας-Ισραήλ κατέστρεψε μη στρατιωτικές υποδομές και σκότωσε περισσότερους από 200 Παλαιστίνιους, 30% από αυτούς παιδιά, και δέκα Ισραηλινούς. Οι εθνοτικο-εθνικές εντάσεις στο Ισραήλ έχουν προκαλέσει άνευ προηγουμένου διακοινοτικές ταραχές και βία μεταξύ Αράβων και Εβραίων. Οι Παλαιστίνιοι και η ισραηλινή αστυνομία, ακραίες εβραϊκές εθνικιστικές-θρησκευτικές ομάδες, και έποικοι βρίσκονται σε αντιπαράθεση στην Ανατολική Ιερουσαλήμ σχετικά με την πρόσβαση σε μουσουλμανικούς ιερούς τόπους και τις προγραμματισμένες εξώσεις αραβικών οικογενειών από την γειτονιά Shaikh Jarrah. Και στην Δυτική Όχθη, οι εντάσεις είναι υψηλές αφού οι ισραηλινές δυνάμεις σκότωσαν τέσσερις Παλαιστίνιους διαδηλωτές και τραυμάτισαν δεκάδες ακόμη στις 18 Μαΐου, μια ημέρα διαμαρτυριών που κατέκλυσαν μεγάλες παλαιστινιακές πόλεις. Παρά ταύτα, οι εντάσεις εκεί εξακολουθούν να περιορίζονται από τις κοινές προσπάθειες της ΠA και του Ισραήλ.
Αυτές οι δυναμικές έχουν οικοδομηθεί από τότε που το Ισραήλ εισέβαλε στην Γάζα το 2014. Αυτός ο πόλεμος σηματοδότησε το τέλος κάθε πραγματικής ελπίδας να επιτευχθεί συμφωνία για τον τερματισμό της σύγκρουσης, όπως είχε εργαστεί για να κάνει ο τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Κέρι. Μετά το 2014, οι σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών επιδεινώθηκαν και η προοπτική μιας λύσης δύο κρατών μειώθηκε σταδιακά.
Με την συνειδητοποίηση ότι ένα ειρηνικό αποτέλεσμα ήταν βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα αδύνατο, η ισραηλινή δεξιά άρχισε να αποκτά αυτοπεποίθηση -ειδικά μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ως προέδρου των ΗΠΑ το 2016. Οι πολιτικές του Τραμπ ενθάρρυναν πολλούς Ισραηλινούς συντηρητικούς και άνοιξαν τον δρόμο για ακραίες αντι -Παλιστινιακές πολιτικές. Οι Ισραηλινοί έποικοι άρχισαν να επεκτείνονται σε νέες περιοχές της Δυτικής Όχθης και το Ισραήλ ξεκίνησε να καταλαμβάνει τακτικά παλαιστινιακή γη και στην πορεία να κατεδαφίζει σπίτια. Μέχρι το 2019-20, πολλοί Ισραηλινοί είχαν αρχίσει να απαιτούν την προσάρτηση μεγάλων περιοχών νέας επικράτειας χωρίς να παραχωρούν ίσα δικαιώματα στους Παλαιστίνιους πολίτες. Προσθέτοντας προσβολή στο τραύμα, αρκετά αραβικά κράτη άρχισαν επίσης να εξομαλύνουν τις σχέσεις με το Ισραήλ, καταλήγοντας τελικά στις λεγόμενες Συμφωνίες του Αβραάμ το 2020. Καθώς η αλληλεγγύη των αραβικών κρατών με την παλαιστινιακή υπόθεση υποχώρησε, οι ίδιοι οι Παλαιστίνιοι ένιωθαν όλο και περισσότερο εγκαταλελειμμένοι.
Αυτές οι πιέσεις ήταν ιδιαίτερα εμφανείς στην Ιερουσαλήμ. Μετά την αναγνώριση της πόλης από την Ουάσιγκτον το 2017 ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, το Ισραήλ αύξησε τον ρυθμό των παράνομων προσαρτήσεων [εδαφών] και ενέτεινε τις προσπάθειές του για αλλαγή του status quo στα ιερά μέρη της Παλιάς Πόλης. Η ισραηλινή αστυνομία περιόρισε την πρόσβαση των Παλαιστινίων στο συγκρότημα al Aqsa, προσπάθησε να σιγήσει το κάλεσμα για προσευχή, και άρχισε να παρέχει πρόσβαση σε μεγαλύτερο αριθμό Εβραίων Ισραηλινών. Οι Αρχές κινήθηκαν επίσης για να εκδιώξουν τους Άραβες Ανατολικο-ιεροσολυμίτες από τα σπίτια τους και άρχισαν να διεκδικούν μια πιο κυρίαρχη εβραϊκή εθνικιστική-θρησκευτική ατζέντα σε όλη την πόλη.
Μέσα στο ίδιο το Ισραήλ, η ενθαρρυμένη δεξιά έκανε επίσης βήματα για να περιθωριοποιήσει τους Ισραηλινούς Άραβες πολίτες. Πολλοί από αυτούς τους τελευταίους είδαν το λεγόμενο νομοσχέδιο έθνους-κράτους του 2018 -το οποίο κηρύσσει το Ισραήλ ως την ιστορική πατρίδα του εβραϊκού λαού, καθιερώνει τα εβραϊκά ως τη μόνη επίσημη γλώσσα, και ισχυρίζεται ότι οι εβραϊκοί οικισμοί είναι «εθνική αξία»- ως άλλο ένα μέσο διάκρισης εναντίον Ισραηλινών Αράβων προς όφελος των Ισραηλινών Εβραίων. Δύο χρόνια αργότερα, μια τροπολογία στον νόμο η οποία θα προσέθετε ισότητα για τις μειονότητες, μειώνοντας την πιθανότητα να χρησιμοποιηθεί για να νομιμοποιήσει τις νομικές διακρίσεις εναντίον Ισραηλινών Αράβων, καταψηφίστηκε στην Κνέσετ -το κοινοβούλιο του Ισραήλ. Οι δεξιοί πολιτικοί, συμπεριλαμβανομένου του πρωθυπουργού, Βενιαμίν Νετανιάχου, επίσης υποκινούν τακτικά το μίσος και τον φόβο εναντίον των Ισραηλινών Αράβων και των εκπροσώπων τους στην Κνέσετ. Η δραματική αύξηση των ποσοστών εγκληματικότητας στις αραβικές κοινότητες, επιπλέον, συνδυάζει προϋπάρχοντα κοινωνικοοικονομικά προβλήματα.
Η παλαιστινιακή πολιτική μαστίζεται από τις δικές της σειρές αποτυχιών. Τα τελευταία χρόνια, η Παλαιστινιακή Αρχή έχει υπονομεύσει σοβαρά την πίστη του κοινού στην ικανότητά της να κυβερνά. Χωρίς διεξαγωγή γενικών εκλογών από το 2006, η Παλαιστινιακή Αρχή έχει καταστρέψει το κράτος δικαίου, εξασθένισε το δικαστικό σώμα, περιόρισε τις ελευθερίες των μέσων ενημέρωσης, και συρρίκνωσε τον χώρο για την κοινωνία των πολιτών καθώς οι οργανώσεις έχασαν μεγάλο μέρος της ανεξαρτησίας τους από την κυβέρνηση. Το αποτέλεσμα είναι η αυξανόμενη δυσαρέσκεια του κοινού και τα συντριπτικά αιτήματα για παραίτηση του προέδρου της ΠΑ, Μαχμούντ Αμπάς. Η συμπεριφορά της Χαμάς στην Λωρίδα της Γάζας δεν ήταν καλύτερη. Χωρίς να ενοχλείται από συνταγματικές αρχές, κανόνες, και κράτος δικαίου, έχει γίνει όλο και πιο αδίστακτη.
ΠΟΡΕΙΑ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ
Πριν από δύο εβδομάδες, αυτές οι αντικρουόμενες ισραηλινο-παλαιστινιακές και ενδο-παλαιστινιακές δυναμικές συγκρούστηκαν τελικά. Η πρώτη και πιο προφανής ώθηση ήταν οι πολιτικές του Ισραήλ έναντι των μουσουλμανικών ιερών τόπων στην Παλιά Πόλη της Ιερουσαλήμ και η δημογραφική του μάχη εναντίον των Παλαιστινίων στην υπόλοιπη κατεχόμενη Ανατολική Ιερουσαλήμ. Αυτό έθεσε το σκηνικό για μικρές αντιπαραθέσεις κατά το Ραμαζάνι μεταξύ Παλαιστινίων, ισραηλινής αστυνομίας, και δεξιών εξτρεμιστών στην Παλιά Πόλη σχετικά με τις αλλαγές στο Haram al-Sharif (το Όρος του Ναού) και την πρόσβαση στην Πύλη της Δαμασκού.
Ένα άλλο σημείο ανάφλεξης ήταν η γειτονιά Shaikh Jarrah στην Ανατολική Ιερουσαλήμ. Σε ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται σε όλη την κατεχόμενη πόλη, πολλοί Παλαιστίνιοι κάτοικοι αντιμετώπισαν επικείμενη έξωση από τα σπίτια τους από Εβραίους εποίκους. Ανατολικο-ιεροσολυμίτες, άλλοι Παλαιστίνιοι, και πολλοί Ισραηλινοί Άραβες κινητοποιήθηκαν ως απάντηση -ξεκινώντας μια σειρά περιορισμένων και ουσιαστικά μη βίαιων διαδηλώσεων.
Ξεχωριστή θρυαλλίδα ήταν η απόφαση του Ισραήλ να εμποδίσει τις παλαιστινιακές εκλογές, που είχαν προγραμματιστεί για τις 22 Μαΐου, από το να πραγματοποιηθούν στην Ανατολική Ιερουσαλήμ -παρά την υποχρέωσή του να τις διευκολύνει σύμφωνα με τους όρους των συμφωνιών του Όσλο που συνήφθησαν το 1993. Η ισραηλινή απόφαση ήταν προφανώς άσχετη με τις ίδιες τις εκλογές (το Ισραήλ δήλωσε ότι δεν είχε καμία πρόθεση να παρέμβει στην διαδικασία στο σύνολό της). Αντ’ αυτού, η κίνηση θεωρήθηκε ως μια απόπειρα άρνησης των παλαιστινιακών διεκδικήσεων στην κατεχόμενη Ανατολική Ιερουσαλήμ, παρόλο που το Ισραήλ είχε ήδη αναγνωρίσει αυτές τις διεκδικήσεις σε τρεις προηγούμενες εκλογές. Ήταν αυτή η ισραηλινή κίνηση που αποδείχθηκε πιο σχετική με την συγκυρία της τρέχουσας αντιπαράθεσης.
Φαινομενικά ως απάντηση στην απόφαση του Ισραήλ, ο Αμπάς αποφάσισε να ακυρώσει εντελώς τις εκλογές της ΠΑ [που ήταν προγραμματισμένες για] τον Μάιο, υποσχόμενος να τις διεξαγάγει μόνο όταν το Ισραήλ συμφωνήσει να υποχωρήσει από το αρχικό του σχέδιο. Όμως, αυτό μόνο πολλαπλασίασε τις εσωτερικές παλαιστινιακές εντάσεις. Σχεδόν όλοι οι άλλοι παλαιστινιακοί εκλογικοί συνδυασμοί και υποψήφιοι απέρριψαν την απόφαση, συμπεριλαμβανομένης της Χαμάς. Τα περισσότερα κόμματα υποπτεύονται ότι το πραγματικό κίνητρο ήταν η συνειδητοποίηση από τον Αμπάς ότι θα χάσει την κούρσα [των εκλογών] και θα αναγκαστεί να μοιραστεί τον έλεγχο του κοινοβουλίου με τρεις εξέχοντες αποστάτες της Φατάχ: τον Muhammad Dahlan, τον Marwan Barghouti,και τον Nasser al-Qudwa. Οι αντίπαλοι του Αμπάς υποστήριξαν ότι οι Παλαιστίνιοι δεν έπρεπε να παραχωρήσουν στο Ισραήλ δικαίωμα βέτο για τις εκλογές τους. Αντίθετα, υποστήριξαν να αναγκαστεί το Ισραήλ να αποδεχτεί μια ψηφοφορία στην Ανατολική Ιερουσαλήμ μέσω μη βίαιων εκλογικών εκστρατειών και εγγραφών ψηφοφόρων στο Αλ Άκσα και σε άλλα τζαμιά, εκκλησίες, και σε αποστολές διπλωματικές και του ΟΗΕ.
Η τελική θρυαλλίδα για τον τρέχοντα γύρο βίας ήταν η αδυναμία της Χαμάς να δημιουργήσει μια κοινή συμμαχία ενάντια στην ακύρωση των εκλογών από τον Αμπάς, παρά την εκτεταμένη αντίθεση σε αυτήν. Αν και η ομάδα προσέγγισε άλλους εκλογικούς συνδυασμούς ζητώντας την υποστήριξή τους, κανένας δεν ήθελε να θεωρηθεί ως σύμμαχος της Χαμάς. Αυτό αποτέλεσε ένα μεγάλο πλήγμα για τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της Χαμάς. Με την επανένταξή της στην πολιτική διαδικασία της ΠΑ μέσω εκλογών, η ομάδα είχε επιδιώξει να αποκαταστήσει τη νομιμοποίησή της και να απελευθερωθεί από το βάρος της διακυβέρνησης της Λωρίδας της Γάζας.
Με αυτήν την στρατηγική να έχει κουρελιαστεί, μια πιο μαχητική ηγεσία της Χαμάς πήρε το προβάδισμα. Η κλιμάκωση της ισραηλινής αστυνομίας στο Αλ Άκσα και οι επικείμενες εξώσεις στην Shaikh Jarrah έδωσαν την ευκαιρία να επιτύχει δύο στόχους: Ο πρώτος ήταν να τιμωρήσει τον Αμπάς και να τον κάνει πολιτικά άσχετο. Ο δεύτερος ήταν να τιμωρήσει το Ισραήλ για τις αντι-παλαιστινιακές πολιτικές του στην Ανατολική Ιερουσαλήμ και την απόφασή του να σταματήσει τις εκλογές στην πόλη. Για την επίτευξη αυτών των δύο στόχων, η Χαμάς προσπάθησε να αποδείξει στους Παλαιστίνιους και σε άλλους ότι ενώ ο Αμπάς έφυγε από μια μάχη για την Ιερουσαλήμ, η Χαμάς θα στεκόταν με τους κατοίκους της. Πράγματι, η ομάδα ήταν πρόθυμη να διακινδυνεύσει τον πόλεμο στην Γάζα για να υπερασπιστεί την πόλη και το τζαμί al Aqsa. Τελικά, στις 10 Μαΐου, η Χαμάς εξέδωσε τελεσίγραφο: εάν το Ισραήλ δεν αποσύρει το αστυνομικό και στρατιωτικό του προσωπικό από το τζαμί και την Shaikh Jarrah, η ομάδα θα επιτίθετο. Λίγα λεπτά μετά την παρέλευση της προθεσμίας, η Χαμάς άρχισε να στοχεύει ισραηλινές πόλεις με ρουκέτες που εκτοξεύτηκαν από την Λωρίδα της Γάζας, προκαλώντας Ισραηλινές αεροπορικές επιθέσεις ως αντίποινα.
ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΕΙΡΗΝΕΥΣΗ
Η Χαμάς δεν εξαπέλυσε την τρέχουσα αντιπαράθεση. Απλώς εκμεταλλεύτηκε τις αυξανόμενες εντάσεις για να κάνει την υπόθεση της αντικατάστασης του Αμπάς. Η απόφαση του Ισραήλ να ακυρώσει τις εκλογές στην Ανατολική Ιερουσαλήμ και η επακόλουθη κίνηση του Αμπάς να ακυρώσει ολόκληρη την διαδικασία πυροδότησε μια αλυσιδωτή αντίδραση που καμία πλευρά δεν είχε προβλέψει. Εάν οι εκλογές είχαν προχωρήσει όπως είχε προγραμματιστεί, οι αντιπαραθέσεις στην Ανατολική Ιερουσαλήμ θα είχαν ενταθεί, αλλά πιθανότατα θα παρέμεναν μη βίαιες. Η Χαμάς, η Φατάχ και άλλοι εκλογικοί συνδυασμοί θα ήταν πολύ απασχολημένοι με την κινητοποίηση των εκλογικών τους βάσεων κατά της ισραηλινής αστυνομίας και των εξτρεμιστών αποίκων˙ η Χαμάς δεν θα είχε διακινδυνεύσει έναν πόλεμο στην Γάζα που θα μπορούσε να είχε σταματήσει τις εκλογικές προετοιμασίες, καταστρέφοντας έτσι την ευκαιρία να επανενταχθεί στην επίσημη πολιτική διαδικασία. Χωρίς εκλογές, ωστόσο, το σκηνικό στήθηκε για βία.
Πώς θα επηρεάσει η τρέχουσα αντιπαράθεση τις προοπτικές για μια μακροπρόθεσμη ειρήνη; Στο ισραηλινο-παλαιστινιακό μέτωπο, η λύση των δύο κρατών ίσως έχει δεχθεί ένα θανάσιμο πλήγμα. Δεδομένων των προσπαθειών του Ισραήλ να περιθωριοποιήσει τον Αμπάς και την Παλαιστινιακή Αρχή, δεν θα είναι εύκολο να κρατήσει την Δυτική Όχθη έξω από την επόμενη σύγκρουση ή ακόμα και την τρέχουσα. Ο συντονισμός ασφάλειας μεταξύ Ισραήλ και ΠΑ δεν θα είναι αρκετός για να συγκρατήσει τις αυξανόμενες φλόγες. Και δεδομένης της ρητορικής γύρω από την προσάρτηση, καμία δεξιά ισραηλινή κυβέρνηση δεν θα είναι πρόθυμη ή ικανή να ανανεώσει μια πολιτική διαδικασία που θα απαιτούσε διαπραγματεύσεις με την ηγεσία της ΠΑ, ακόμη και για μικρά σταδιακά βήματα.
Εσωτερικά, ο Αμπάς θα καταφέρει να παραμείνει στην εξουσία μόνο εφόσον μπορεί να αποτρέψει την διεξαγωγή εκλογών. Ωστόσο, με την αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια, η ικανότητα των υπηρεσιών ασφαλείας της ΠA να διατηρεί τον έλεγχο και να εξουδετερώνει την δυσαρέσκεια μειώνεται. Η ΠΑ μπορεί να βρεθεί να είναι ο στόχος ενός θυμωμένου κοινού. Ο Αμπάς, η ΠA και το παλαιστινιακό εθνικό κίνημα θα χάσουν την ελάχιστη δημόσια εμπιστοσύνη που εξακολουθούν να κατέχουν. Οι εκλογές και οι πολιτικές μεταρρυθμίσεις είναι το μόνο μέσο για να καταστεί το σύστημα νομιμοποιημένο και υπολογίσιμο ξανά. Όσοι απορρίπτουν τις εκλογές επειδή ο Αμπάς θα χάσει ή επειδή η διαδικασία μπορεί να νομιμοποιήσει την Χαμάς θα πρέπει να εξετάσουν τις συνέπειες. Το να αγνοηθεί το πρόβλημα και να κρατιέται η Χαμάς στριμωγμένη στην Λωρίδα της Γάζας δεν είναι λύση.
Δεν πρέπει να υπάρχει ψευδαίσθηση σχετικά με τον ρόλο της διεθνούς κοινότητας εδώ. Στην καλύτερη περίπτωση, τα αραβικά κράτη και άλλοι, συμπεριλαμβανομένης της Ουάσιγκτον, μπορούν να βοηθήσουν στην διαχείριση της σύγκρουσης μόνο κάνοντας το status quo βιώσιμο. Ωστόσο, δεν έχουν την ικανότητα ή την πολιτική βούληση να αναγκάσουν το Ισραήλ να σεβαστεί το διεθνές δίκαιο ή τον Αμπάς και την ΠΑ να σεβαστούν τους κανόνες της χρηστής διακυβέρνησης. Όσο δύσκολο και αν είναι, οι Ισραηλινοί και οι Παλαιστίνιοι πρέπει να το κάνουν αυτό μόνοι τους.
Πηγή: Foreign Affairs