Η διοίκηση του Αφγανιστάν είναι πιο δύσκολη από την κατάκτησή του
Η προέλαση των Ταλιμπάν στην Καμπούλ και η κατάρρευση της δημοκρατικής κυβέρνησης του Αφγανιστάν ξεδιπλώθηκε με εκπληκτική ταχύτητα σε διάστημα λίγων εβδομάδων. Η ιλιγγιώδης εξέλιξη των γεγονότων και οι σκηνές χάους και απελπισίας που ακολούθησαν οδήγησαν ευλόγως σε έναν χείμαρρο ερωτημάτων σχετικά με το πώς τα πράγματα πήγαν τόσο στραβά, τόσο γρήγορα. Αλλά η ταχεία επιτυχία των Ταλιμπάν έχει επίσης πολλά να μας πει για τις προοπτικές της διακυβέρνησής τους -τόσο για την σημαντική ελευθερία που θα έχουν οι Ταλιμπάν για να υλοποιήσουν το όραμά τους τα επόμενα χρόνια όσο και για τις έντονες προκλήσεις που θα προκύψουν όσο περνά ο καιρός.
Οι Ταλιμπάν έχουν δείξει ότι είναι η πιο αποτελεσματική πολιτική οργάνωση στο Αφγανιστάν. Για δύο δεκαετίες, ενώ οι Αφγανοί πολιτικοί φιλονικούσαν και η δημοκρατία είχε υποχωρήσει, οι αξίες, η οργάνωση, και η συνοχή των Ταλιμπάν αποδείχθηκαν ανθεκτικές. Περιβαλλόμενοι από τις δικές τους έννοιες της ενότητας και της αφγανικής ταυτότητας, οι Ταλιμπάν ξεπέρασαν δύο μεταβάσεις ηγεσίας, την άνοδο του Ισλαμικού Κράτους (επίσης γνωστού ως ISIS), και μια 20ετή στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ. Τώρα αυτοί είναι οι υπεύθυνοι και πιθανότατα θα παραμείνουν οι υπεύθυνοι για κάποιο χρονικό διάστημα.
Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η νίκη τους αντιπροσωπεύει το τέλος των 40 χρόνων πολέμου, αβεβαιότητας, και τραύματος στο Αφγανιστάν. Οι Ταλιμπάν αντιμετωπίζουν την φτώχεια, τις εσωτερικές διαμάχες, τις παράνομες καλλιέργειες, τους ενοχλητικούς γείτονες, και την απειλή εξεγέρσεων που είναι ενδημικές στην χώρα τους -και έχουν αποδειχθεί ότι είναι ο όλεθρος όλων των ηγεμόνων της.
ΕΤΟΙΜΑΖΟΤΑΝ ΑΠΟ ΚΑΙΡΟ
Παρόλο που η ανάληψη [της εξουσίας] φάνηκε να έρχεται αφάνταστα γρήγορα, οι Ταλιμπάν στην πραγματικότητα έθεσαν τις βάσεις για την τελική τους επίθεση εδώ και χρόνια. Από το 2014, πίεζαν τις κυβερνητικές δυνάμεις έξω στην ύπαιθρο και περικύκλωναν τα περιφερειακά κέντρα και τις επαρχιακές πρωτεύουσες. Μέχρι το τέλος του 2020, σχεδόν κάθε επαρχιακή πρωτεύουσα στο Αφγανιστάν ήταν ευάλωτη στην επίθεση των Ταλιμπάν.
Η επίθεση που τελείωσε με την πτώση της Καμπούλ ξεκίνησε τον Μάιο. Οι Ταλιμπάν κατέστρεψαν έως και 50 πολιορκούμενα περιφερειακά κέντρα. Μερικές φορές ο στρατός και η αστυνομία έφευγαν, αφήνοντας πίσω τους όπλα και οχήματα. Μερικές φορές συμφώνησαν να παραδώσουν την περιοχή στους Ταλιμπάν, για να αποφύγουν την αιματοχυσία και με αντάλλαγμα μια ασφαλή διέλευση. Μερικές φορές, σε περισσότερες περιπτώσεις από όσες μπορεί να μείνουν στη μνήμη, αντιστάθηκαν -θυμηθείτε αναφορές που δημοσιεύτηκαν από τα Ηνωμένα Έθνη και μη κυβερνητικές οργανώσεις για υψηλά επίπεδα βίας κατά τα τέλη της άνοιξης και στις αρχές του καλοκαιριού. Μια βασική στρατηγική κίνηση των Ταλιμπάν ήταν η αποκοπή των δρόμων ή των διασταυρώσεων σε μεγάλες πόλεις: σχεδόν όλες ήταν περικυκλωμένες την ώρα που ξεκινούσε η επίθεση.
Την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου, οι Ταλιμπάν άρχισαν μεγάλες επιθέσεις στην Χεράτ, την Κανταχάρ, και την πρωτεύουσα της επαρχίας Χελμάντ, Lashkar Gah. Ένας Αφγανός αξιωματικός επί του πεδίου στην Λάσκαρ Γκα -ένας βετεράνος 20 ετών στις μάχες- περιέγραψε τις εχθροπραξίες στις αρχές Αυγούστου ως τις πιο έντονες που είχε δει ποτέ. Καθώς οι μάχες μαίνονταν, οι Ταλιμπάν ξεκίνησαν νέες επιθέσεις σε άλλες πρωτεύουσες της επαρχίας. Η Zaranj, στα σύνορα με το Ιράν, έπεσε πρώτη, χωρίς μάχη. Στην συνέχεια, η Sheberghan, στα βόρεια˙ επόμενη η Kunduz, επίσης στον βορρά, όπου οι κυβερνητικές δυνάμεις πολεμούσαν για έξι χρόνια. Σύντομα οι πρωτεύουσες των επαρχιών στον βορρά έπεφταν στα χέρια των Ταλιμπάν.
Από εκεί, τα γεγονότα κινήθηκαν με αστραπιαία ταχύτητα. Με τις πρωτεύουσες των επαρχιών να υποκύπτουν αριστερά και δεξιά, στρατιώτες και διοικητές αποφάσισαν να υποχωρήσουν, να παραδοθούν, ή να κρυφτούν αντί να πολεμήσουν μέχρι θανάτου. Μπορούσαν να δουν από ποια πλευρά φυσούσε ο άνεμος. Στις 12 Αυγούστου, οι Ταλιμπάν διέρρηξαν τις κυβερνητικές γραμμές στην Χεράτ και την Κανταχάρ και κατέλαβαν τα κέντρα των πόλεων. Η Mazar-e Sharif, το στολίδι του βορρά, παραδόθηκε στις 14 Αυγούστου. Την επόμενη μέρα οι κυβερνητικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων των περίφημων κομάντο, φαίνονταν να αποσύρονται γύρω από την Καμπούλ και άφησαν τους Ταλιμπάν να μπουν. Ο πρόεδρος Ashraf Ghani εξαφανίστηκε στην εξορία.
Η φαινομενικά αβίαστη κατάρρευση δεν είναι σε καμία περίπτωση πρωτοφανής στην αφγανική ιστορία. Όπως έχει εξηγήσει ο ανθρωπολόγος Thomas Barfield, οι ήττες στις επαρχίες έχουν συχνά κάνει τα αφγανικά καθεστώτα να ξηλώνονται γρήγορα, καθώς οι υποστηρικτές αλλάζουν πλευρά ή καταθέτουν τα όπλα αντί να πολεμούν μέχρι θανάτου. Τόσο η αρχική άνοδος των Ταλιμπάν στην εξουσία, στην δεκαετία του 1990, όσο και η πτώση των Ταλιμπάν το 2001 είναι παραδείγματα αυτού του φαινομένου.
«ΕΙΧΑΝ ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ»
Η ταχύτητα και η έκταση της νίκης των Ταλιμπάν σημαίνει ότι οι Ταλιμπάν έχουν τώρα πολύ λιγότερους λόγους να μοιραστούν την εξουσία από όσους να ανακοινώσουν δημόσια την αποκατάσταση του ισλαμικού εμιράτου. Η νίκη τους τούς έφερε στην θέση να αφοπλίσουν την συντριπτική πλειοψηφία των αντιπάλων τους, όπως κάνουν τώρα˙ οποιοσδήποτε πολιτικός παράγοντας διαπραγματεύεται αυτήν την στιγμή με τους Ταλιμπάν για την σύνθεση μιας νέας κυβέρνησης, όπως ο πρώην πρόεδρος Χαμίντ Καρζάι και ο πρώην εκτελεστικός αρχηγός Αμπντουλάχ Αμπντουλάχ, είναι απολύτως ευάλωτοι στον εξαναγκασμό των Ταλιμπάν με την κάννη του όπλου. Ένας Αφγανός ηγέτης εξήγησε γιατί οι βόρειοι μεσολαβητές της εξουσίας αποδέχτηκαν το νέο καθεστώς με το να απαντήσει λακωνικά: «Είχαν ελάχιστες επιλογές».
Με έναν τόσο επιβλητικό έλεγχο των Ταλιμπάν, εμφανίζονται τα περιγράμματα του νέου κράτους των Ταλιμπάν. Οι Ταλιμπάν δηλώνουν ότι συντάσσουν νέο σύνταγμα και ότι ο ηγέτης των Ταλιμπάν, Mullah Abdul Ghani Baradar, βρίσκεται στην Καμπούλ συζητώντας τη μελλοντική κυβέρνηση με τον Καρζάι, τον Αμπντουλάχ, και άλλους. Ό, τι κι αν συνεπάγονται αυτές οι συζητήσεις, η νέα κυβέρνηση πιθανότατα θα κατοχυρώσει τον ισλαμικό νόμο ως τη μοναδική βάση του νομικού συστήματος, θα συγκεντρώσει την εξουσία υπό έναν μόνο ηγέτη των Ταλιμπάν, και θα μοιράσει μια συμβολική εξουσία με άλλους Αφγανούς ηγέτες (ίσως τον Καρζάι ή τον Αμπντουλάχ, αλλά πολύ περισσότερο πιθανά σε λιγότερο γνωστούς θρησκευτικούς και φυλετικούς ηγέτες που έχουν συμπαρασταθεί στην υπόθεση των Ταλιμπάν). Το νέο σύνταγμα ίσως να επιτρέπει εκλογές, αλλά θα σχεδιαστούν με τρόπο που θα διατηρεί τον έλεγχο των Ταλιμπάν στις βασικές λειτουργίες του κράτους.
Στην πορεία προς τη νίκη τους, οι Ταλιμπάν υποσχέθηκαν στους αντιπάλους τους ότι θα έμεναν αλώβητοι αν κατέθεταν τα όπλα. Είναι βέβαιο ότι θα συνεχίσουν να δίνουν τέτοιες υποσχέσεις προκειμένου να οικοδομήσουν αποδοχή για το νέο καθεστώς και μπορεί ακόμη και να προσφέρουν μερικές παραχωρήσεις για να εξαγοράσουν παλαιούς αντιπάλους. Η έκταση του στρατιωτικού ελέγχου των Ταλιμπάν, ωστόσο, καθιστά τις δεσμεύσεις σε αυτές τις γραμμές κάθε άλλο παρά αξιόπιστες. Με την πάροδο του χρόνου, οι ηγέτες των Ταλιμπάν θα έχουν ελάχιστους λόγους να μην χρησιμοποιούν την στρατιωτική τους δύναμη για να εδραιώσουν και να μονοπωλούν τον έλεγχο.
Η νίκη των Ταλιμπάν κατέδειξε επίσης έναν βαθμό συνοχής που είναι πιθανό να συνεχιστεί. Πάντα ήταν δύσκολο να γνωρίζουμε με βεβαιότητα πόσο ενοποιημένοι ήταν οι Ταλιμπάν: αποτελούνται από το κύριο κίνημα των Ταλιμπάν από το νότιο Αφγανιστάν, το δίκτυο Haqqani από το ανατολικό Αφγανιστάν, και μια ποικιλία από φυλετικές ομάδες, και από μικρότερους μαχητικούς πυρήνες. Η συντονισμένη επίθεση σε όλο το Αφγανιστάν αντικατοπτρίζει την συνεργασία και την συνοχή μεταξύ αυτών των διαφορετικών ομάδων. Σε αντίθεση με τους μουτζαχεντίν το 1989, οι Ταλιμπάν δεν διασπάστηκαν σε αντιμαχόμενες φατρίες καθώς ο ξένος κατακτητής αποχωρούσε. Στην πραγματικότητα, ήταν η προηγούμενη κυβέρνηση που μαστιζόταν από διχασμό (ιδιαίτερα μεταξύ του Γκανί, που υποστηριζόταν από τους ανατολικούς Παστούν, και του Αμπντουλάχ και άλλων ηγετών του Βορρά). Την εβδομάδα πριν από την κατάρρευση της κυβέρνησης, οι ηγέτες του Βορρά έλεγαν στους Αμερικανούς αξιωματούχους ότι «κανείς δεν θέλει να πεθάνει για τον Ασράφ Γκανί». Οι Ταλιμπάν φαίνονται πολύ λιγότερο ευάλωτοι στον φραξιονισμό από όσο ήταν η δημοκρατία.
Μια τέτοια συνοχή θα βοηθήσει τους Ταλιμπάν να επιβάλουν έναν βαθμό τάξης στο έδαφός τους, ειδικά στις νότιες και ανατολικές επαρχίες όπου βρίσκονται οι ρίζες τους. Η βιαιότητα από μόνη της δεν εξηγεί την ικανότητα των Ταλιμπάν να επιβάλλουν την τάξη. Άλλοι Αφγανοί πολέμαρχοι είναι επίσης βάναυσοι. Η διαφορά είναι ότι οι Ταλιμπάν μπορούν να προκαλέσουν βιαιότητα χωρίς να πολεμούν μεταξύ τους. «Οι Ταλιμπάν ακολουθούν έναν εμίρη», ένα μέλος του ηγετικού σώματος των Ταλιμπάν, της Quetta Shura, μου εξήγησε το 2019. «Το σύστημά μας είναι ατό της υπακοής. … Δεν είμαστε σαν τους άλλους Αφγανούς».
Ίσως πιο ανησυχητικό, η νίκη των Ταλιμπάν υποδηλώνει ότι η νέα τους κυβέρνηση θα μπορούσε να απολαύσει ευρύτερη λαϊκή υποστήριξη από όση όταν ήταν στην εξουσία από το 1996 έως το 2001. Τα χρόνια πολέμων στον βορρά σημαίνουν ότι έχουν κάποιο βαθμό υποστήριξης από Τατζίκους και Ουζμπέκους, οι οποίοι τους αντιτάχθηκαν στο παρελθόν. Στις πόλεις, νέοι, ξυρισμένοι άνδρες φωτογραφίζονται πρόθυμα με τους Ταλιμπάν και τουλάχιστον μερικοί μορφωμένοι Αφγανοί των πόλεων φαίνεται να συνεργάζονται τώρα μαζί τους.
Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΩΝ ΑΦΓΑΝΙΚΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ
Ωστόσο, παρ’ όλες τις δυνάμεις που κατέδειξε η στρατιωτική νίκη, υπάρχουν άλλες προκλήσεις και τρωτά σημεία που θα επιμείνουν -και πιθανότατα θα ενταθούν με την πάροδο του χρόνου.
Πρώτον, οι φυλετικές πολιτικές και οι κόντρες είναι η κατάρα όλων των αφγανικών κυβερνήσεων. Οι Ταλιμπάν, επίσης, θα αγωνιστούν να τις διαχειριστούν. Οι φυλές έχουν μακροχρόνιες αντιπαλότητες και συχνά δίνουν προτεραιότητα στις πράξεις ατομικής τιμής έναντι της αποδοχής της διαμεσολάβησης. Όσον αφορά τα θέματα γης και υδάτων, οι Ταλιμπάν θα προσπαθήσουν να ευχαριστήσουν τους ακτήμονες αγρότες που ήταν βασική πηγή υποστήριξής τους, αλλά οι ίδιες αποφάσεις θα αναστατώσουν τους ηγέτες των φυλών που θα ζημιώνονται. Ακόμη και βάσει του ισλαμικού νόμου, οι ηγέτες των φυλών θα θέλουν να υπερασπιστούν την γη τους, η οποία είναι η πηγή βιοπορισμού για τις οικογένειές τους. Οι φυλετικές συγκρούσεις και οι εκκλήσεις για εκδίκηση είναι αναπόφευκτες και θα αποτελέσουν πονοκέφαλο για τους Ταλιμπάν, όπως συνέβη στην δεκαετία του 1990.
Οι Ταλιμπάν θα δυσκολευτούν επίσης να εξισορροπήσουν τις ανταγωνιστικές επιταγές όταν πρόκειται για την καλλιέργεια παπαρούνας. Η φορολόγηση του παράνομου τομέα αποτελεί σημαντική πηγή εσόδων για τους Ταλιμπάν και η άδεια καλλιέργειάς της έχει δημιουργήσει υποστήριξη στους φτωχούς αγρότες -βασικός παράγοντας στην στρατιωτική τους επιτυχία, αφού το καταφύγιο που τους προσέφεραν αυτοί οι αγρότες βοήθησε τους Ταλιμπάν να πλησιάσουν τα περιφερειακά κέντρα τα τελευταία έξι χρόνια. Στην εξουσία, οι Ταλιμπάν θα αντιμετωπίσουν σημαντική εξωτερική πίεση -πιθανώς μεταξύ άλλων από ισχυρούς γείτονες όπως η Κίνα και το Ιράν- για να καταπολεμήσουν [την καλλιέργεια] (όπως έκαναν εν συντομία υπό διεθνή πίεση το 2000). Δεδομένης της πολιτικής και οικονομικής σημασίας της παπαρούνας, αυτή η διεθνής κριτική είναι πιθανό να έχει μικρό αντίκτυπο.
Η ταχεία στρατιωτική επιτυχία σημαίνει επίσης ότι οι Ταλιμπάν θα χάσουν την διεθνή χρηματοδότηση η οποία πιθανότατα θα συνέχιζε να ρέει τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό εάν ανέβαιναν στην εξουσία μέσω μιας συμβιβαστικής πολιτικής διευθέτησης. Η συνέχιση μιας τέτοιας χρηματοδότησης δεν φαίνεται πολιτικά εφικτή για τους περισσότερους δωρητές τώρα. Αυτό αφήνει τους Ταλιμπάν ακόμη περισσότερο εξαρτημένους από την καλλιέργεια παπαρούνας και την χρηματοδότηση από την Κίνα.
Πριν και κατά την διάρκεια της επίθεσής τους, η πολιτική ηγεσία των Ταλιμπάν εργάστηκε για να ενισχύσει τις σχέσεις τους με τον έξω κόσμο. Επισκέφθηκαν το Πακιστάν, το Ιράν, την Ρωσία, και την Κίνα, καμία από τις οποίες [χώρες] δεν έδειξε σοβαρή αντίθεση στην κατάληψη [της εξουσίας από τους] Ταλιμπάν. Η επιθυμία για περιφερειακή αποδοχή είναι ένας λόγος που οι Ταλιμπάν προσπαθούν πολύ να παρουσιαστούν ως επαγγελματίες, μετριοπαθείς, και ουδέτεροι. Αλλά είναι απίθανο ότι οι Ταλιμπάν θα συνεχίσουν να λαμβάνουν συνεπή υποστήριξη και από τις τέσσερις περιφερειακές δυνάμεις, δεδομένης της δυναμικής του περιφερειακού ανταγωνισμού. Εάν η ιστορία αποτελεί κάποιον οδηγό, κάποια στιγμή ένας ή περισσότεροι από τους γείτονες του Αφγανιστάν θα δουν λόγους να αντιταχθούν στο καθεστώς των Ταλιμπάν και ακόμη και να υποστηρίξουν τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης που αγωνίζονται να το υπονομεύσουν.
Μια τέτοια αντίθεση μπορεί τελικά να μετατραπεί σε πρόκληση, όσο μεγάλα και αν φαίνονται τα εμπόδια για κάτι τέτοιο προς το παρόν. Ο έλεγχος των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν δεν είναι πιθανό να μείνει αδιαμφισβήτητος. Ήδη, ο Ahmad Massoud (γιος του διάσημου αντιστασιακού Ahmad Shah Massoud) και ο Amrullah Saleh (αντιπρόεδρος του Γκανί) ισχυρίζονται ότι αναζωπυρώνουν ένα αντιστασιακό κίνημα στην κοιλάδα Παντζσίρ. Δεδομένων των γεγονότων των τελευταίων τριών μηνών, υπάρχει λόγος να είμαστε απαισιόδοξοι για τις προοπτικές τους. Τέτοιες δυνάμεις ήταν σε πολύ καλύτερη θέση να πολεμήσουν πριν από μερικούς μήνες. Εκείνη την εποχή, πολλοί παρατηρητές (συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού μου) αναρωτήθηκαν εάν οι ηγέτες στον βορρά θα κινητοποιούσαν τις δυνάμεις τους και θα υπερασπίζονταν τις επαρχίες τους. Αυτοί οι ηγέτες είχαν συχνά διαβεβαιώσει τους Αμερικανούς αξιωματούχους ότι είχαν αποθηκεύσει όπλα και ότι ήταν έτοιμοι να «πάνε στα βουνά» για να πολεμήσουν άλλον έναν αντάρτικο πόλεμο αν χρειαστεί. Αλλά με μερικές εξαιρέσεις (Mohammed Atta, Abdul Rashid Dostum, Ismail Khan), η απάντηση αυτών των ηγετών και των δυνάμεών τους ήταν ασθενής. Οι ηγέτες της βόρειας πολιτοφυλακής ήταν σε αντίθεση με τον Γκανί και έτσι δίστασαν όταν έπρεπε να τον υπερασπιστούν. Εξίσου σημαντικό, πολλοί έχουν τώρα άνετα σπίτια έξω από την χώρα και υποστηρικτές που έμαθαν να απολαμβάνουν την αστική ζωή –σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό ενός δημοσιογράφου της Καμπούλ, έγιναν «μπουρζουάδες». (Καθώς γράφω αυτό, ο Ahmad Massoud φέρεται να βρίσκεται σε συνομιλίες με τους Ταλιμπάν).
Στο Αφγανιστάν, ο παραδοσιακός τρόπος πολέμου περιλαμβάνει συχνά να μην αντιμετωπίζεται κατά μέτωπο ένας εχθρός αλλά να κρύβονται [οι επιτιθέμενοι] για να πολεμήσουν έναν αντάρτικο πόλεμο. Οι Βρετανοί, οι Σοβιετικοί και οι Αμερικανοί -καθώς και οι Ταλιμπάν κατά την διάρκεια της τελευταίας θητείας τους στην εξουσία- βρέθηκαν όλοι στην πλευρά που υφίσταντο μιας τέτοια αντάρτικη δράση.
ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΕΞΕΤΕΛΕΣΘΗ;
Τα τελευταία 40 χρόνια, κανένας ηγεμόνας δεν κατάφερε να φέρει σταθερότητα στο Αφγανιστάν. Υπήρξαν και άλλες στιγμές που ο αφγανικός λαός φαινόταν να έχει εξαντληθεί από τον πόλεμο και η βία φαινόταν να έχει φτάσει σε ένα τέλος: η σοβιετική αποχώρηση το 1989, η πρώτη ανάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν το 1996, η αμερικανική επέμβαση το 2001. Κάθε φορά, η βία επανερχόταν πολύ νωρίς, βοηθούμενη από τα εσωτερικά ρήγματα του Αφγανιστάν, το τραχύ έδαφος, τους λιγοστούς πόρους, και τους ενοχλητικούς γείτονες. Τα ίδια εμπόδια για την σταθερή κυριαρχία εξακολουθούν να υπάρχουν και σήμερα. Ακόμα κι αν φαίνονται σε καλή θέση για την επιβολή της τάξης, οι Ταλιμπάν εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πραγματικές δομικές προκλήσεις.
Προς το παρόν, είναι κατανοητό ότι οι Ταλιμπάν έχουν την δική τους στιγμή «αποστολή ολοκληρώθηκε». Αλλά υπάρχει καλός λόγος να σκεφτούμε ότι ο 40χρονος εμφύλιος πόλεμος και τα τραύματα στο Αφγανιστάν μπορεί να μην έχουν τελειώσει. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, οι Ταλιμπάν είναι πιθανό να δουν ότι η διακυβέρνηση του Αφγανιστάν είναι πολύ πιο δύσκολη από την κατάκτησή του.
ForeignAffairs.gr