Γιατί η Αμερική δεν μπορεί να αγνοήσει την συνοριακή διαμάχη της Ινδίας και της Κίνας.
Τα τελευταία χρόνια, τα αμφισβητούμενα σύνορα μεταξύ της Κίνας και της Ινδίας έχουν γίνει τόπος αυξανόμενων εντάσεων. Η κινεζική καταπάτηση [των συνόρων] έχει προκαλέσει συγκρούσεις κατά μήκος των ως επί το πλείστον δύσβατων, ορεινών συνόρων, γνωστών ως Γραμμή Πραγματικού Ελέγχου (Line of Actual Control -LAC), οι οποίες απειλούν να οδηγήσουν σε ολοκληρωτική σύγκρουση μεταξύ των δύο ασιατικών γιγάντων.
Αυτές οι αυξανόμενες εντάσεις επηρεάζουν τις Ηνωμένες Πολιτείες και την στρατηγική τους στον Ινδο-Ειρηνικό. Οι στρατιωτικές εχθροπραξίες μεταξύ των δύο μεγάλων, πυρηνικά εξοπλισμένων χωρών κινδυνεύουν να κλιμακωθούν σε μια πυρκαγιά που θα μπορούσε να εμπλέξει μια τρίτη πυρηνική δύναμη: το Πακιστάν. Μια τέτοια διευρυνόμενη σύγκρουση θα ήταν καταστροφική για την περιοχή, αν και τώρα παραμένει μια μακρινή προοπτική. Το πιθανότερο είναι ότι οι συνοριακές εντάσεις θα συνεχίσουν να σιγοβράζουν καθώς η Κίνα και η Ινδία ενισχύουν τις στρατιωτικές τους δυνατότητες και δημιουργούν υποδομές κατά μήκος των συνόρων. Η Ουάσινγκτον θα πρέπει να βοηθήσει το Νέο Δελχί να αποτρέψει περαιτέρω κινεζικές προσπάθειες να ροκανίσουν το ινδικό έδαφος και να είναι έτοιμη να αντιδράσει γρήγορα σε περίπτωση που τα γεγονότα ξεφύγουν εκτός ελέγχου.
Εάν οι μάχες ενταθούν κατά μήκος της LAC, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να στηρίξουν την Ινδία διπλωματικά και στρατιωτικά, αλλά χωρίς να διατυμπανίζουν αυτήν την βοήθεια. Η Ουάσινγκτον θα μπορούσε να βρει δημιουργικούς τρόπους για να ενισχύσει την θέση του Νέου Δελχί, ακόμη και αν δεν επιδιώξει να μεσολαβήσει στην σύγκρουση. Πρέπει όμως να δώσει σοβαρή προσοχή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν απλώς να αγνοήσουν αυτήν την κλιμακούμενη συνοριακή διαμάχη μέχρι να μετατραπεί σε πλήρη σύγκρουση, ούτε μπορούν να μείνουν εντελώς στο περιθώριο.
ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ ΣΤΑ ΙΜΑΛΑΙΑ
Η σύγχρονη Κίνα και η Ινδία δεν συμφώνησαν ποτέ για την πορεία των κοινών τους συνόρων, συνόρων που κληρονομήθηκαν από την βρετανική αποικιοκρατία και περνούν μέσα από πολλές απομακρυσμένες και σε μεγάλο βαθμό ακατοίκητες εκτάσεις των Ιμαλαΐων. Η διαμάχη εξελίχθηκε σε πόλεμο το 1962, ο οποίος κατέληξε σε μια ηχηρή κινεζική νίκη και την απώλεια εδαφών για την Ινδία. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 έως τα μέσα της δεκαετίας του 2010, τα σύνορα παρέμειναν σχετικά ειρηνικά και οι δύο πλευρές συμμετείχαν σε σποραδικές συνομιλίες για τη μείωση των εντάσεων. Οι δύο χώρες ήλπιζαν να παραμερίσουν την συνοριακή διαμάχη και να επικεντρωθούν σε άλλους τομείς της σχέσης τους. Αλλά το ενδιαφέρον της Κίνας να εδραιώσει την εξουσία της στο Θιβέτ (το οποίο βρίσκεται στην κινεζική πλευρά της LAC) και οι αντιλήψεις της για την ενίσχυση των δεσμών της Ινδίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες οδήγησαν το Πεκίνο να χρησιμοποιήσει πιο έντονη δημόσια ρητορική γύρω στο 2007.
Παράλληλα με τις πιο πολεμοχαρείς δηλώσεις της, η Κίνα άρχισε να προβαίνει σε προκλητικές ενέργειες κατά μήκος της LAC, οδηγώντας σε δύο συγκρούσεις, το 2013 και το 2014, και σε μια μακρά αντιπαράθεση το καλοκαίρι του 2017 στην Doklam, όπου τα σύνορα μεταξύ Μπουτάν, Κίνας, και Ινδίας συγκλίνουν και όπου η Κίνα είχε προσπαθήσει να κατασκευάσει έναν δρόμο. Η ολοκλήρωση αυτού του δρόμου θα έδινε στο Πεκίνο μια επιβλητική στρατιωτική θέση στην περιοχή, επιτρέποντας στον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό της Κίνας να επιβλέπει ένα τμήμα της Ινδίας που είναι γνωστό ως ο Λαιμός του Κοτόπουλου (Chicken’s Neck) -ένας διάδρομος που συνδέει τα βορειοανατολικά κρατίδια της Ινδίας με την υπόλοιπη χώρα. Ευτυχώς, καμία από αυτές τις εμπλοκές δεν είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια ανθρώπινων ζωών.
Αυτό άλλαξε τον Ιούνιο του 2020 στην κοιλάδα του ποταμού Galwan στην Ladakh, στον δυτικό τομέα των συνόρων, όπου 20 Ινδοί στρατιώτες και τουλάχιστον τέσσερις Κινέζοι στρατιώτες σκοτώθηκαν σε μια συμπλοκή σώμα με σώμα. Η σύγκρουση ακολούθησε μια μεγάλη κινεζική στρατιωτική συγκέντρωση την άνοιξη του 2020, με 30.000 στρατιώτες με άρματα μάχης και πυροβολικό σε πέντε διαφορετικές τοποθεσίες κατά μήκος της LAC, μεταξύ άλλων σε περιοχές που η Ινδία περιπολούσε τακτικά. Το Πεκίνο ανέπτυξε επίσης αργότερα μαχητικά και βομβαρδιστικά αεροσκάφη, δυνάμεις πυραύλων, και ραντάρ αεράμυνας σε διάφορα σημεία κατά μήκος των αμφισβητούμενων συνόρων.
Ο κινεζικός και ο ινδικός στρατός έχουν έκτοτε αποσύρει τις δυνάμεις τους από τις πιο αμφιλεγόμενες θέσεις και έχουν δημιουργήσει προσωρινές ζώνες απομόνωσης, αλλά και οι δύο πλευρές διατηρούν μεγάλο αριθμό στρατιωτών κατά μήκος των τεταμένων συνόρων. Μια μεθοριακή σύγκρουση που έλαβε χώρα κοντά στην Tawang, στο ανατολικό ινδικό κρατίδιο Arunachal Pradesh τον Δεκέμβριο του 2022 ήταν μια υπενθύμιση ότι, αν και η πρόσφατη προσοχή έχει επικεντρωθεί στην Ladakh, πολλά άλλα σημεία ανάφλεξης κατά μήκος της μήκους 2.100 μιλίων LAC θα μπορούσαν να ξεσπάσουν σε κρίση ανά πάσα στιγμή.
Το Πεκίνο θέλει να προχωρήσει σε μια ευρύτερη διμερή σχέση με το Νέο Δελχί, ανεξάρτητα από το καθεστώς της συνοριακής τους διαμάχης, αλλά το τελευταίο δεν έχει δείξει κατανόηση. Θέλει να εξαρτήσει την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων από την θέληση της Κίνας να επιστρέψει στις θέσεις κατά μήκος της LAC που υπήρχαν πριν από τον Μάιο του 2020. Το Νέο Δελχί επιμένει ότι οι δύο πλευρές πρέπει ακόμη να διαπραγματευτούν την απομάκρυνση των δυνάμεών τους στις πεδιάδες Depsang, μια περιοχή στο βόρειο τμήμα της LAC, καθώς και στην Charding Nullah νοτιότερα. Οι Ινδοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι η Κίνα θέλει να τους αναγκάσει να αποδεχθούν μια «νέα κανονικότητα» που θα εμποδίζει την Ινδία να περιπολεί σε περιοχές τις οποίες προηγουμένως είχε υπό την κυριαρχία της, με αποτέλεσμα το Νέο Δελχί να παραχωρήσει ουσιαστικά εδάφη που διεκδικεί.
Οι άφθονοι πόροι της Κίνας επιτρέπουν στις ένοπλες δυνάμεις της να συνεχίσουν να κατασκευάζουν υποδομές με γοργούς ρυθμούς για την υποστήριξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων στα σύνορα. Η Κίνα ενισχύει την στρατιωτική της θέση κατά μήκος των δυτικών συνόρων κατασκευάζοντας και αναβαθμίζοντας αεροδρόμια, ελικοδρόμια, δρόμους, σιδηροδρόμους, και άλλες υποδομές. Οι νέοι δρόμοι του Πεκίνου διέρχονται από ιδιαίτερα ευαίσθητες περιοχές. Για παράδειγμα, στο πλαίσιο ενός μεγάλου εθνικού προγράμματος υποδομών, η Κίνα κατασκευάζει τον αυτοκινητόδρομο G695, που συνδέει την Xinjiang με το Θιβέτ μέσω της περιοχής Aksai Chin (που η Ινδία έχασε από την Κίνα στον πόλεμο του 1962), γεγονός που θα της επιτρέψει να αναπτύξει ευκολότερα στρατεύματα στην LAC. Μόλις ολοκληρωθεί, ο αυτοκινητόδρομος θα γίνει μόλις ο δεύτερος μεγάλος αυτοκινητόδρομος που κατασκευάζεται στην [περιοχή] Aksai Chin από το 1955.
Το Πεκίνο κατασκευάζει επίσης μια γέφυρα -την δεύτερη- που διασχίζει τις αμφισβητούμενες περιοχές της λίμνης Pangong στην Ladakh, επίσης σχεδιασμένη για να διευκολύνει καλύτερα την ανάπτυξη στρατευμάτων στην περιοχή. Τέλος, η Κίνα έχει πρόσφατα ανεγείρει αρκετές μεγάλες κατασκευές κατά μήκος της LAC για την στέγαση στρατευμάτων κατά την διάρκεια του χειμώνα. Σύμφωνα με μια ινδική εκτίμηση, η επέκταση των κινεζικών εγκαταστάσεων τα τελευταία δύο χρόνια θα επιτρέψει στην Κίνα να τοποθετήσει 120.000 στρατιώτες (ξεκινώντας από 20.000 στρατιώτες) σε απόσταση 60 μιλίων από τα αμφισβητούμενα σύνορα που βλέπουν προς την ανατολική Ladakh.
Μεγάλο μέρος της αύξησης των στρατευμάτων της Ινδίας κατά μήκος της LAC μετά την σύγκρουση του 2020 προήλθε από ανακατατάξεις και την επανεξισορρόπηση των δυνάμεών της. Για παράδειγμα, τον Ιούνιο του 2021, η Ινδία μετακίνησε περίπου 50.000 στρατιώτες στην LAC –εκ των οποίων 20.000 αποσύρθηκαν από τα αμφισβητούμενα δυτικά σύνορα της Ινδίας με το Πακιστάν. Η Ινδία έχει επίσης ενισχύσει τις αμυντικές της ικανότητες κατά μήκος της LAC, αναπτύσσοντας μη επανδρωμένα αεροσκάφη για επιχειρήσεις επιτήρησης στο ανατολικό Ladakh και διεξάγοντας αεροναυτικές ασκήσεις στην περιοχή.
Οι στενότεροι αμυντικοί δεσμοί με τις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν βελτιώσει την ετοιμότητα των ενόπλων δυνάμεων της Ινδίας και επέτρεψαν στο Νέο Δελχί να προμηθευτεί πιο προηγμένα οπλικά συστήματα. Οι προμήθειες αυτές περιλαμβάνουν συστήματα όπως ελικόπτερα Chinook για την ταχεία μεταφορά στρατευμάτων και δυνητικά οπλισμένα μη επανδρωμένα αεροσκάφη Predator για διευρυμένες εργασίες πληροφοριών, επιτήρησης, και αναγνώρισης. Η Ινδία επωφελείται επίσης από μια ετήσια στρατιωτική άσκηση που διοργανώνει με τις Ηνωμένες Πολιτείες και ονομάζεται Yudh Abhyas (Εκπαίδευση για Πόλεμο), η οποία λαμβάνει χώρα σε έδαφος μεγάλου υψομέτρου και βοηθά την Ινδία να βελτιώσει τις δυνατότητές της έναντι της Κίνας σε μάχες σε μεγάλο υψόμετρο. Στις αρχές του Δεκεμβρίου του 2022, οι στρατοί των ΗΠΑ και της Ινδίας ολοκλήρωσαν την 18η έκδοση αυτών των ασκήσεων, αυτήν την φορά στα βουνά του ινδικού κρατιδίου Uttarakhand, μόλις 60 μίλια από την περιοχή LAC. Η Κίνα διαφώνησε με την άσκηση, η οποία, όπως είπε, παραβίασε το πνεύμα των συνοριακών συμφωνιών που συνήφθησαν μεταξύ Κίνας και Ινδίας το 1993 και το 1996.
Ο ΦΘΟΡΟΠΟΙΟΣ
Καθώς οι συνοριακές εντάσεις μεταξύ Κίνας και Ινδίας παραμένουν υψηλές, το Πακιστάν θα μπορούσε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Η αυξανόμενη εγγύτητα της Κίνας και του Πακιστάν έχει θορυβήσει την Ινδία, η οποία φοβάται ότι την Ισλαμαμπάντ θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί τις εντάσεις μεταξύ του Νέου Δελχί και του Πεκίνου. Το Πακιστάν αποτελεί ορκισμένο εχθρό της Ινδίας από την δημιουργία των δύο χωρών το 1947, κυρίως λόγω της μακροχρόνιας διαμάχης τους για το έδαφος του Τζαμού και του Κασμίρ. Σε περίπτωση πολέμου είτε με την Κίνα είτε με το Πακιστάν, η Ινδία πρέπει τώρα να αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο να εμπλακεί και η άλλη χώρα. Οι Ινδοί στρατηγοί φοβούνται ολοένα και περισσότερο ότι πρέπει να προετοιμάσουν τον ινδικό στρατό για να πολεμήσει έναν πόλεμο σε δύο μέτωπα. Η Ισλαμαμπάντ πιθανότατα θα επιδείξει προσοχή σε οποιαδήποτε πιθανή συνοριακή σύγκρουση μεταξύ Κίνας και Ινδίας, αλλά το Νέο Δελχί πρέπει επίσης να λάβει υπόψη του την στρατηγική και τις δραστηριότητες του Πακιστάν σε οποιαδήποτε συνολική αξιολόγηση της συνοριακής διαμάχης του με την Κίνα.
Μετά την σύγκρουση στην κοιλάδα Galwan μεταξύ Κίνας και Ινδίας τον Ιούνιο του 2020, ορισμένοι ανώτεροι Ινδοί στρατιωτικοί αξιωματούχοι υπέθεσαν ότι το Πακιστάν θα μπορούσε να προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί την τεταμένη στιγμή και να επιτεθεί στις ινδικές δυνάμεις κατά μήκος της Γραμμής Ελέγχου ( Line of Control -LOC) που χωρίζει το υπό πακιστανική διοίκηση Κασμίρ από το υπό ινδική διοίκηση Κασμίρ. Το Πακιστάν έχει μείνει μέχρι στιγμής εκτός της διαμάχης. Το 1962, την τελευταία φορά που η Κίνα και η Ινδία προχώρησαν σε πόλεμο, η πίεση της Ουάσινγκτον έπεισε την Ισλαμαμπάντ να αποφύγει να ανοίξει ένα δεύτερο μέτωπο.
Χωρίς να ανοίξει ένα δεύτερο μέτωπο, το Πακιστάν θα μπορούσε ακόμη να βοηθήσει την Κίνα σε περίπτωση μελλοντικής κινεζο-ινδικής συνοριακής κρίσης. Το Πακιστάν θα μπορούσε να αποφασίσει να διεξάγει στρατιωτικές ασκήσεις μεγάλης κλίμακας που θα υποδήλωναν ετοιμότητα και προθυμία να εισέλθει στη μάχη. Οι πακιστανικές στρατιωτικές μονάδες και οι μονάδες πληροφοριών θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν τρομοκρατικές ομάδες να πραγματοποιήσουν επιθέσεις εναντίον στόχων εντός του υπό ινδική διοίκηση Κασμίρ ή σε μεγάλες ινδικές πόλεις, όπως έκαναν στο παρελθόν. Ή η Ισλαμαμπάντ θα μπορούσε να αλλάξει την πυρηνική της στάση με τρόπο που θα σήμαινε συναγερμό στο Νέο Δελχί. Αυτές οι πακιστανικές κινήσεις θα ανάγκαζαν την Ινδία να εξετάσει το ενδεχόμενο μετατόπισης πόρων και προσοχής της από την LAC στην LOC, ενδεχομένως προς στρατιωτικό όφελος της Κίνας.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
Οι Ινδοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι η Κίνα προσπαθεί να περιορίσει την Ινδία αναγκάζοντάς την να διοχετεύσει περισσότερους πόρους στην υπεράσπιση τόσο των δυτικών συνόρων της με το Πακιστάν όσο και της ανατολικής πλευράς της με την Κίνα. Απλωμένη με αυτόν τον τρόπο, η Ινδία είναι πολύ λιγότερο πιθανό να αμφισβητήσει τις προσπάθειες της Κίνας να επιτύχει περιφερειακή ηγεμονία. Η βία και η στρατιωτική ανάπτυξη κατά μήκος της LAC το 2020 βοήθησε να αποσαφηνιστεί η ινδική στρατηγική σκέψη σχετικά με την Κίνα. Οι Ινδοί ηγέτες αντιλαμβάνονται πλέον μια θεμελιώδη πρόκληση από την Κίνα, όπως ακριβώς και οι ηγέτες των ΗΠΑ.
Η Ινδία, βέβαια, δεν επιδιώκει ούτε αναμένει οποιαδήποτε άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ στην συνοριακή της διαμάχη με την Κίνα, αλλά θα πρέπει να είναι βέβαιη ότι μπορεί να υπολογίζει στις Ηνωμένες Πολιτείες για υποστήριξη, εάν τους ζητηθεί. Το 2020, λίγο μετά την σύγκρουση στην Galwan, οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν κρίσιμες πληροφορίες και στοιχεία, καθώς και εξοπλισμό, συμπεριλαμβανομένης της μίσθωσης δύο μη επανδρωμένων αεροσκαφών επιτήρησης. Ανώτεροι Ινδοί αξιωματούχοι επεσήμαναν εμπιστευτικά ότι αυτή η υποστήριξη κατά την διάρκεια της κρίσης ήταν σημαντική στο να βοηθηθεί η Ινδία να υπερασπιστεί τα σύνορά της. Η Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας της κυβέρνησης Μπάιντεν, η οποία δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2022, καθιστά επίσης σαφές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υποστηρίξουν την Ινδία σε οποιαδήποτε μελλοντική κρίση στα σύνορα με την Κίνα.
Παρόλα αυτά, οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ θα πρέπει να λάβουν αυτό το πιθανό σημείο ανάφλεξης πιο σοβαρά υπόψη τους, αναφέροντάς το σε κάθε στρατηγικό έγγραφο και ομιλία που αφορά τον Ινδο-Ειρηνικό. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν επίσης να επικρίνουν τακτικά τις προσπάθειες του Πεκίνου για την αρπαγή γης σε πολυμερή φόρουμ, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Εθνών, του Διαλόγου Shangri-La, των συνόδων κορυφής του G-20, και της συνόδου κορυφής της Ανατολικής Ασίας. Τα ινδικά μέσα ενημέρωσης παρακολουθούν στενά τις αναφορές για την Ινδία στην Ουάσινγκτον. Αναφερόμενοι απλώς στην υποστήριξη των ΗΠΑ για την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της Ινδίας, οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου και του Υπουργείου Εξωτερικών θα κέρδιζαν την εμπιστοσύνη της ινδικής κυβέρνησης και του κοινού της.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει επίσης να προσφέρουν στην Ινδία την εξελιγμένη στρατιωτική τεχνολογία που χρειάζεται για την υπεράσπιση των συνόρων της και να ξεκινήσουν την συμπαραγωγή και την συν-ανάπτυξη τέτοιου εξοπλισμού, ενθαρρύνοντας παράλληλα το Νέο Δελχί να μειώσει την εξάρτησή του από τα ρωσικά όπλα. Παρόλο που η Ινδία έχει αυξήσει τις συνολικές αγορές αμερικανικών όπλων κατά πάνω από 20 δισεκατομμύρια δολάρια τα τελευταία 15 χρόνια, δεν έχει πραγματοποιήσει σημαντική στρατιωτική αγορά από τις Ηνωμένες Πολιτείες μετά από μια συμφωνία για ελικόπτερα ύψους 3,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων που υπεγράφη τον Φεβρουάριο του 2020. Οι σύμβουλοι εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ και της Ινδίας συζήτησαν τον Ιανουάριο του 2023 την συμπαραγωγή κινητήρων αεριωθουμένων, μια προσπάθεια που, εφόσον συμφωνηθεί, θα σηματοδοτήσει ένα σημαντικό ορόσημο στην αμυντική συνεργασία των δύο εθνών.
Η Ουάσινγκτον θα πρέπει επίσης να δημιουργήσει ή να υποστηρίξει έναν οργανισμό επιφορτισμένο με την συγκέντρωση μη διαβαθμισμένων εμπορικών δορυφορικών εικόνων σχετικά με την θέση των κινεζικών στρατευμάτων κατά μήκος της LAC και να διαδίδει τις εικόνες αυτές τακτικά για δημόσια κατανάλωση. Το έργο αυτό θα βοηθούσε να καταστεί σαφές το πώς οι Κινέζοι ευθύνονται για την αναβάθμιση της συνοριακής διαμάχης τους με την Ινδία.
Τέλος, η Ουάσιγκτον θα πρέπει να στείλει μήνυμα στην Ισλαμαμπάντ, ενθαρρύνοντας το Πακιστάν να παραμείνει ουδέτερο σε περίπτωση μελλοντικής ανάφλεξης κατά μήκος των κινεζο-ινδικών συνόρων. Παρά την μακροχρόνια συνεργασία του με την Κίνα, το Πακιστάν έχει πρόσφατα δηλώσει ότι δεν επιθυμεί να εξαρτηθεί υπερβολικά από την κινεζική βοήθεια και θα ήθελε να βελτιώσει την σχέση του με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο πρώην αρχηγός του επιτελείου στρατού του Πακιστάν και ο νυν υπουργός Εξωτερικών του επισκέφθηκαν αμφότεροι την Ουάσιγκτον στα τέλη του περασμένου έτους. Αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες πιθανώς θα απέχουν από το να ξαναρχίσουν να δίνουν μεγάλης κλίμακας στρατιωτική βοήθεια, θα μπορούσαν να προσφέρουν στην ταλαιπωρημένη οικονομία του Πακιστάν το εμπόριο και τις επενδύσεις που χρειάζεται επειγόντως, καθώς και υποστήριξη για ένα πακέτο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν κάνουν τίποτα για να υποστηρίξουν την Ινδία στην συνοριακή της διαμάχη με την Κίνα, η τελευταία θα ενθαρρυνθεί πιθανότατα να συνεχίσει να καταπατά την ινδική επικράτεια. Άλλοι σύμμαχοι και εταίροι των Ηνωμένων Πολιτειών θα λάβουν γνώση της φαινομενικής αδιαφορίας της Ουάσινγκτον για την δυσχερή θέση του Νέου Δελχί, και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα φανούν αναξιόπιστος εταίρος όσον αφορά την αντιμετώπιση της κινεζικής επιθετικότητας. Αυτό, με την σειρά του, θα ενθάρρυνε άλλα έθνη του Ινδο-Ειρηνικού να κατευνάσουν την Κίνα και τις εκφοβιστικές τακτικές της-αντί να αντισταθούν-, υπονομεύοντας έτσι τον αμερικανικό στόχο της διατήρησης μιας ελεύθερης, ανοικτής, βασισμένης σε κανόνες περιφερειακής τάξης που διαφυλάσσει την κυριαρχία των χωρών στην γειτονιά της Κίνας.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να ακολουθήσουν την καθοδήγηση της Ινδίας όταν προσφέρουν στρατιωτική βοήθεια και κάνουν δηλώσεις σχετικά με τα συνοριακά ζητήματα του Νέου Δελχί με το Πεκίνο. Διαφορετικά, η Ινδία ίσως να ανησυχήσει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες υποδαυλίζουν άσκοπα το πρόβλημα και να οπισθοχωρήσει απέναντι στα αμερικανικά ανοίγματα. Η Ουάσινγκτον πρέπει να διαμορφώσει προσεκτικά μια χαμηλών τόνων, αλλά και με προσανατολισμό προς τα εμπρός, πολιτική υποστήριξης των ΗΠΑ προς την Ινδία. Μια τέτοια στρατηγική θα διατηρήσει ταυτόχρονα την ισχυρή δυναμική της ενισχυόμενης εταιρικής σχέσης ΗΠΑ-Ινδίας, ενώ θα αποτρέψει την Κίνα στα σύνορα.