Όταν πέφτουν οι αυτοκρατορίες ή οι μεγάλες δυνάμεις, ανεβαίνει το χάος και ο πόλεμος
Οι πόλεμοι είναι ιστορικοί αρμοί. Και οι απερίσκεπτοι πόλεμοι, όταν χρησιμεύουν ως σημεία κορύφωσης μιας γενικότερης εθνικής παρακμής, μπορεί να είναι μοιραίοι. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις αυτοκρατορίες. Η αυτοκρατορία των Αψβούργων, η οποία κυβέρνησε την κεντρική Ευρώπη επί εκατοντάδες χρόνια, θα μπορούσε να είχε αντέξει παρά τις δεκαετίες παρακμής της, αν δεν είχε ηττηθεί στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ίδιο ισχύει και για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία από τα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα αναφερόταν ως «ο ασθενής της Ευρώπης». Όντως, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπως και η [αυτοκρατορία] των Αψβούργων, ίσως δυσκολευόταν για δεκαετίες, και ίσως και να είχε αναμορφωθεί, αν δεν βρισκόταν επίσης στην πλευρά των χαμένων στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αλλά οι μετασεισμοί μιας τέτοιας δίκαιης τιμωρίας των αυτοκρατοριών δεν πρέπει ποτέ να υποτιμώνται ή να πανηγυρίζονται. Οι αυτοκρατορίες σχηματίζονται μέσα από το χάος και η κατάρρευση των αυτοκρατοριών συχνά αφήνει χάος στον απόηχο της. Τα πιο μονοεθνικά κράτη που ανέκυψαν από τις στάχτες των πολυεθνικών αυτοκρατοριών των Αψβούργων και των Οθωμανών αποδείχτηκαν συχνά ριζοσπαστικά και ασταθή. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι εθνοτικές και σεκταριστικές ομάδες και οι συγκεκριμένες αιτιάσεις τους, οι οποίες είχαν κατευναστεί υπό τις κοινές ομπρέλες των αυτοκρατοριών, ξαφνικά βρέθηκαν μόνες τους και τέθηκαν αντιμέτωπες μεταξύ τους. Ο ναζισμός, και ο φασισμός γενικά, επηρέασαν δολοφονικά κράτη και φατρίες στα μετα-αψβουργικά και μετα-οθωμανικά Βαλκάνια, καθώς και Άραβες διανοούμενους που σπούδαζαν στην Ευρώπη, οι οποίοι έφεραν αυτές τις ιδέες πίσω στις προσφάτως ανεξάρτητες μετααποικιακές πατρίδες τους, όπου συνέβαλαν στην διαμόρφωση της καταστροφικής ιδεολογίας του Μπααθισμού. Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ είκασε στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ότι εάν οι αυτοκρατορικές μοναρχίες στην Γερμανία, στην Αυστρία και αλλού δεν είχαν σαρωθεί στο τραπέζι της ειρήνης στις Βερσαλλίες, «δεν θα υπήρχε Χίτλερ».
Ο εικοστός αιώνας διαμορφώθηκε σε μεγάλο βαθμό από την κατάρρευση δυναστικών αυτοκρατοριών στις πρώτες δεκαετίες και από τον επακόλουθο πόλεμο και την γεωπολιτική αναταραχή στις τελευταίες δεκαετίες. Η αυτοκρατορία υποτιμάται πολύ από τους διανοούμενους, ωστόσο η παρακμή των αυτοκρατοριών μπορεί να επιφέρει ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα. Η Μέση Ανατολή, για παράδειγμα, δεν έχει βρει ακόμη μια επαρκή λύση για την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπως αποδεικνύεται από τις αιματηρές διακυμάνσεις της τα τελευταία εκατό χρόνια.
Όλα αυτά πρέπει να ληφθούν υπόψη όταν εξετάζουμε την ευαλωτότητα της Κίνας, της Ρωσίας και των Ηνωμένων Πολιτειών σήμερα. Αυτές οι μεγάλες δυνάμεις ίσως είναι ακόμη πιο εύθραυστες από όσο φαίνονται. Η αγωνιώδης προνοητικότητα που απαιτείται για την αποφυγή πολιτικών καταστροφών -δηλαδή, η ικανότητα να σκέφτεται κάποιος τραγικά για να αποφύγει την τραγωδία- είτε έχει αναπτυχθεί ανεπαρκώς είτε δεν είναι φανερή πουθενά στο Πεκίνο, στην Μόσχα και στην Ουάσιγκτον. Μέχρι στιγμής, τόσο η Ρωσία όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ξεκινήσει αυτοκαταστροφικούς πολέμους: η Ρωσία στην Ουκρανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Όσο για την Κίνα, η εμμονή της με την κατάκτηση της Ταϊβάν θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυτοκαταστροφή. Και οι τρεις μεγάλες δυνάμεις τα τελευταία χρόνια και δεκαετίες έχουν επιδείξει σαφώς περιπτώσεις ασυνήθιστα κακής κρίσης όσον αφορά την μακροπρόθεσμη επιβίωσή τους.
Εάν κάποια ή όλες οι σημερινές μεγάλες δυνάμεις επρόκειτο να αποδυναμωθούν δραματικά, η σύγχυση και η αταξία θα αυξάνονταν εντός των συνόρων τους και σε όλο τον κόσμο. Οι αποδυναμωμένες ή πολεμούμενες Ηνωμένες Πολιτείες θα ήταν λιγότερο ικανές να υποστηρίξουν τους συμμάχους τους στην Ευρώπη και στην Ασία. Εάν το καθεστώς του Κρεμλίνου επρόκειτο να παραπαίει λόγω παραγόντων που απορρέουν από τον πόλεμο της Ουκρανίας, η Ρωσία, η οποία είναι θεσμικά πιο αδύναμη από την Κίνα, θα μπορούσε να γίνει μια ελαφρύτερη εκδοχή της πρώην Γιουγκοσλαβίας, ανήμπορη να ελέγξει τα ιστορικά της εδάφη στον Καύκασο, στην Σιβηρία και στην Ανατολική Ασία. Η οικονομική ή η πολιτική αναταραχή στην Κίνα θα μπορούσε να εξαπολύσει περιφερειακή αναταραχή εντός της χώρας και επίσης να ενθαρρύνει την Ινδία και την Βόρειο Κορέα, των οποίων οι πολιτικές περιορίζονται εγγενώς από το Πεκίνο.
ΑΣΤΑΘΕΣ ΕΔΑΦΟΣ
Οι σημερινές μεγάλες δυνάμεις δεν είναι αυτοκρατορίες. Όμως η Ρωσία και η Κίνα φέρουν τα ίχνη της αυτοκρατορικής κληρονομιάς τους. Ο πόλεμος του Κρεμλίνου στην Ουκρανία έχει τις ρίζες του σε παρορμήσεις που υπήρχαν τόσο στην ρωσική όσο και στην σοβιετική αυτοκρατορία, και οι επιθετικές προθέσεις της Κίνας προς την Ταϊβάν απηχούν την αναζήτηση της δυναστείας Qing για ηγεμονία στην Ασία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν ποτέ τυπικά αναγνωριστεί ως αυτοκρατορία. Αλλά η επέκταση προς δυσμάς στην Βόρειο Αμερική και οι περιστασιακές εδαφικές κατακτήσεις στο εξωτερικό έδωσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες ένα άρωμα αυτοκρατορίας τον δέκατο ένατο αιώνα, και στην μεταπολεμική εποχή έχουν απολαύσει ένα επίπεδο παγκόσμιας κυριαρχίας που προηγουμένως ήταν γνωστό μόνο στις αυτοκρατορίες.
Σήμερα, και οι τρεις αυτές μεγάλες δυνάμεις αντιμετωπίζουν αβέβαιο μέλλον, στο οποίο δεν μπορεί να αποκλειστεί η κατάρρευση ή κάποιος βαθμός διάλυσης. Η σύνθεση των προβλημάτων είναι διαφορετική για κάθε μια, αλλά οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει κάθε χώρα είναι θεμελιώδεις για την ίδια την ύπαρξη ετούτης της δύναμης. Η Ρωσία αντιμετωπίζει τον πιο άμεσο κίνδυνο. Ακόμα κι αν με κάποιο τρόπο επικρατήσει στον πόλεμο στην Ουκρανία, η Ρωσία θα πρέπει να αντιμετωπίσει την οικονομική καταστροφή της αποσύνδεσης από την ΕΕ και τις οικονομίες του G-7, εκτός εάν υπάρξει μια πραγματική ειρήνη, η οποία τώρα φαίνεται απίθανη. Η Ρωσία ίσως είναι ήδη ο ασθενής της Ευρασίας, όπως η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν [ο ασθενής] της Ευρώπης.
Όσον αφορά την Κίνα, η ετήσια οικονομική της ανάπτυξη επιβραδύνεται από διψήφια σε μονοψήφια νούμερα και σύντομα ίσως φτάσει σε χαμηλά μονοψήφια νούμερα. Το κεφάλαιο έχει τραπεί σε φυγή από την χώρα, με τους ξένους επενδυτές να πωλούν πολλά δισεκατομμύρια δολάρια σε κινεζικά ομόλογα και δισεκατομμύρια περισσότερα σε κινεζικές μετοχές. Την ίδια στιγμή που η οικονομία της Κίνας έχει ωριμάσει και οι επενδύσεις από το εξωτερικό έχουν μειωθεί, ο πληθυσμός της έχει γεράσει και το εργατικό δυναμικό της έχει συρρικνωθεί. Όλα αυτά δεν αποτελούν καλό οιωνό για την μελλοντική εσωτερική σταθερότητα. Ο Kevin Rudd, πρόεδρος της Ασιατικής Εταιρείας και πρώην πρωθυπουργός της Αυστραλίας, έχει σημειώσει ότι ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, μέσω των κρατικιστικών και αυστηρών κομμουνιστικών πολιτικών του, «έχει αρχίσει να στραγγαλίζει την χήνα που, επί 35 χρόνια, γεννούσε το χρυσό αυγό». Αυτές οι σκληρές οικονομικές πραγματικότητες, με το να υπονομεύουν το βιοτικό επίπεδο του μέσου Κινέζου πολίτη, μπορούν να απειλήσουν την κοινωνική ειρήνη και την σιωπηρή υποστήριξη του κομμουνιστικού συστήματος. Τα αυταρχικά καθεστώτα, ενώ παρουσιάζουν την αύρα της γαλήνης, μπορεί πάντα να σαπίζουν από μέσα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι δημοκρατία, επομένως τα προβλήματά τους είναι πιο διάφανα. Αλλά αυτό δεν τα κάνει απαραιτήτως λιγότερο οξεία. Το γεγονός είναι ότι καθώς το ομοσπονδιακό έλλειμμα σκαρφαλώνει προς αβάσταχτα επίπεδα, η ίδια η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης έχει χωρίσει τους Αμερικανούς σε αντιμαχόμενα μισά: σε εκείνους που παρασύρονται στις αξίες ενός νέου, παγκόσμιου κοσμοπολίτικου πολιτισμού και σε εκείνους που τον απορρίπτουν για χάρη ενός πιο παραδοσιακού και θρησκευτικού εθνικισμού. Οι μισές Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δραπετεύσει από την ηπειρωτική τους γεωγραφία ενώ οι άλλες μισές είναι αγκυροβολημένες σε αυτήν. Οι ωκεανοί αποτελούν όλο και λιγότερο παράγοντα για τον διαχωρισμό των Ηνωμένων Πολιτειών από τον υπόλοιπο κόσμο, κάτι που για περισσότερα από 200 χρόνια συνέβαλε στην εξασφάλιση της κοινής συνοχής της χώρας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν μια μαζική δημοκρατία που λειτουργούσε σωστά στην εποχή της εκτύπωσης και της γραφομηχανής, αλλά είναι πολύ λιγότερο επιτυχημένες στην ψηφιακή εποχή, οι καινοτομίες της οποίας τροφοδότησαν την λαϊκιστική οργή που οδήγησε στην άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ.
Λόγω αυτών των μετατοπίσεων, πιθανώς σχηματοποιείται μια νέα παγκόσμια διαμόρφωση ισχύος. Σε ένα σενάριο, η Ρωσία παρακμάζει απότομα λόγω του απερίσκεπτου πολέμου της, η Κίνα δυσκολεύεται υπερβολικά να επιτύχει βιώσιμη οικονομική και τεχνολογική ισχύ υπό ένα Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (Chinese Communist Party, ΚΚΚ) που επανέρχεται όλο και περισσότερο στον ορθόδοξο λενινισμό και οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεπερνούν την εσωτερική τους αναταραχή και τελικά αναδύονται ξανά, όπως έκαναν αμέσως μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, ως μονοπολική δύναμη. Μια άλλη πιθανότητα είναι ένας πραγματικά διπολικός κόσμος στον οποίο η Κίνα διατηρεί τον οικονομικό δυναμισμό της ακόμη και όταν γίνεται πιο αυταρχική. Μια τρίτη πιθανότητα είναι η σταδιακή παρακμή και των τριών δυνάμεων, που οδηγεί σε μεγαλύτερο βαθμό αναρχίας στο διεθνές σύστημα, με τις μεσαίου επιπέδου δυνάμεις, ιδιαίτερα στην Μέση Ανατολή και στη Νότια Ασία, [να είναι] ακόμη λιγότερο συγκρατημένες από όσο είναι ήδη, και τα ευρωπαϊκά κράτη [να είναι] ανήμπορα να συμφωνήσουν σε πολλά, απουσία της ισχυρής αμερικανικής ηγεσίας, παρόλο που η ήπειρος θα απειλείται από μια χαοτική μετα-πουτινική Ρωσία στα σύνορά της.
Το ποιο σενάριο θα αναδυθεί θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το αποτέλεσμα των στρατιωτικών αναμετρήσεων. Ο κόσμος είναι μάρτυρας του τί κάνει ένας μεγάλος χερσαίος πόλεμος στην Ανατολική Ευρώπη στις προοπτικές και στην φήμη της Ρωσίας ως μεγάλης δύναμης. Η Ουκρανία έχει αποκαλύψει την πολεμική μηχανή της Ρωσίας ως ευδιάκριτα ανήκουσα στον αναπτυσσόμενο κόσμο: επιρρεπής στην απειθαρχία, λιποταξίες και φτωχή έως ανύπαρκτη επιμελητεία, με ένα εξαιρετικά αδύναμο σώμα υπαξιωματικών. Όπως και ο πόλεμος στην Ουκρανία, μια εξελιγμένη ναυτική, ηλεκτρονική και πυραυλική σύγκρουση στην Ταϊβάν ή στην Θάλασσα της Νοτίου Κίνας ή στην Θάλασσα της Ανατολικής Κίνας θα ήταν ευκολότερο να ξεκινήσει παρά να τελειώσει. Για παράδειγμα, ποιος θα ήταν ο στρατηγικός στόχος των Ηνωμένων Πολιτειών από τη στιγμή που θα ξεκινούσαν σοβαρά τέτοιες στρατιωτικές εχθροπραξίες: το τέλος της εξουσίας του ΚΚΚ στην Κίνα; Εάν ναι, πώς θα αντιδρούσε η Ουάσιγκτον στο χάος που θα προέκυπτε; Οι Ηνωμένες Πολιτείες μετά βίας έχουν αρχίσει να σκέφτονται αυτά τα ερωτήματα. Ο πόλεμος, όπως διδάχθηκε η Ουάσιγκτον στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, είναι το κουτί της Πανδώρας.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ
Καμία μεγάλη δύναμη δεν διαρκεί για πάντα. Αλλά ίσως το πιο εντυπωσιακό παράδειγμα αντοχής είναι η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η οποία διήρκεσε από το 330 μ.Χ. έως την άλωση της Κωνσταντινούπολης κατά την διάρκεια της Τέταρτης Σταυροφορίας το 1204, μόνο για να ανακάμψει και να επιβιώσει μέχρι την τελική οθωμανική νίκη το 1453. Αυτό είναι διπλά εντυπωσιακό όταν κάποιος αναλογίζεται ότι το Βυζάντιο είχε πιο δύσκολη γεωγραφία και ισχυρότερους εχθρούς, και συνεπώς μεγαλύτερες ευαλωτότητες, από όσες είχε η Ρώμη στην Δύση. Ο ιστορικός Edward Luttwak έχει υποστηρίξει ότι το Βυζάντιο «βασιζόταν λιγότερο στην στρατιωτική ισχύ και περισσότερο σε όλες τις μορφές πειθούς—για να στρατολογήσει συμμάχους, να μεταπείσει τους εχθρούς και να προκαλέσει τους δυνητικούς εχθρούς να επιτεθούν ο ένας στον άλλον». Επιπλέον, όταν όντως πολέμησαν, σημειώνει ο Luttwak, «οι Βυζαντινοί ήταν λιγότερο διατεθειμένοι να καταστρέψουν τους εχθρούς παρά να τους περιορίσουν, τόσο για να διατηρήσουν την ισχύ τους όσο και διότι γνώριζαν ότι ο σημερινός εχθρός θα μπορούσε να είναι ο αυριανός σύμμαχος».
Με άλλα λόγια, δεν είναι απλώς θέμα του να αποφύγει κάποιος έναν μεγάλο πόλεμο όποτε είναι δυνατόν, αλλά και θέμα του να μην είναι απροκάλυπτα ιδεολόγος, ώστε να μπορεί να θεωρεί τον σημερινό εχθρό αυριανό φίλο, ακόμα κι αν έχει ένα πολιτικό σύστημα διαφορετικό από το δικό του. Αυτό δεν έχει υπάρξει εύκολο να το κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, δεδομένου ότι θεωρούν τον εαυτό τους ως ιεραποστολική δύναμη που είναι αφοσιωμένη στην διάδοση της δημοκρατίας. Οι Βυζαντινοί ενέγραψαν μια ανήθικη ευελιξία στο σύστημά τους, παρά την υποτιθέμενη θρησκευτικότητά του – μια ρεαλιστική προσέγγιση που έχει γίνει πιο δύσκολο να επιτευχθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες, εν μέρει λόγω της ισχύος ενός ηθικοπλαστικού κατεστημένου των media. Επιδραστικές προσωπικότητες των αμερικανικών media καλούν αδιάκοπα την Ουάσιγκτον να προωθήσει και μερικές φορές ακόμη και να επιβάλει την δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα παγκοσμίως, ακόμη και όταν κάτι τέτοιο βλάπτει τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Εκτός από τα media, υπάρχει και το ίδιο το κατεστημένο της εξωτερικής πολιτικής, το οποίο, όπως έδειξε εμφατικά η στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ στην Λιβύη το 2011, δεν διδάχθηκε πλήρως τα μαθήματα από την κατάρρευση του Ιράκ και από αυτή που ήταν ακόμη και τότε η συνεχιζόμενη δυσκολία εξεύρεσης λύσης στο Αφγανιστάν. Εντούτοις, η σχετικά μετρημένη απάντηση της κυβέρνησης Μπάιντεν στην Ουκρανία —να μην βάλει στρατεύματα των ΗΠΑ και να συμβουλεύσει ανεπίσημα τους Ουκρανούς να μην επεκτείνουν τον πόλεμό τους στο ρωσικό έδαφος— ίσως σηματοδοτεί μια καμπή. Πράγματι, όσο λιγότερο ιεραποστολικές είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες στην προσέγγισή τους, τόσο πιο πιθανό είναι να αποφύγουν καταστροφικούς πολέμους. Φυσικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι υποχρεωμένες να φτάσουν τόσο μακριά όσο η αυταρχική Κίνα, η οποία δεν παραδίδει ηθικές διαλέξεις σε άλλες κυβερνήσεις και κοινωνίες, ασχολούμενη ευχαρίστως με καθεστώτα των οποίων οι αξίες διαφέρουν από αυτές του Πεκίνου, όταν αυτό δίνει στην Κίνα οικονομικό και γεωπολιτικό πλεονέκτημα.
Μια πιο συγκρατημένη εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ θα μπορούσε να είναι η συνταγή για την μακροπρόθεσμη επιβίωση της αμερικανικής ισχύος. Η «εξισορρόπηση στο εξωτερικό» θα χρησίμευε με την πρώτη ματιά ως η κατευθυντήρια στρατηγική της Ουάσιγκτον: «Αντί να αστυνομεύουν τον κόσμο, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ενθάρρυναν άλλες χώρες να αναλάβουν την ηγεσία στον έλεγχο των ανερχόμενων δυνάμεων, παρεμβαίνοντας οι ίδιες μόνο όταν είναι απαραίτητο», όπως το έθεσαν οι πολιτικοί επιστήμονες John Mearsheimer. και ο Stephen Walt στο Foreign Affairs το 2016. Το πρόβλημα με αυτήν την προσέγγιση, ωστόσο, είναι ότι ο κόσμος είναι τόσο ρευστός και αλληλένδετος, με τις κρίσεις σε ένα μέρος του πλανήτη να μεταναστεύουν σε άλλα μέρη, που η αυτοσυγκράτηση μπορεί απλώς να μην να είναι πρακτική. Η εξισορρόπηση στο εξωτερικό μπορεί να είναι απλώς πολύ περιοριστική και μηχανική. Ο απομονωτισμός άκμασε σε μια εποχή που τα πλοία ήταν ο μόνος τρόπος για να διασχίσει κάποιος τον Ατλαντικό Ωκεανό και χρειάζονταν μέρες για να το κάνει. Επί του παρόντος, μια δημοσίως δεδηλωμένη πολιτική αυτοσυγκράτησης ίσως επικοινωνούσε μόνο αδυναμία και αβεβαιότητα.
Φευ, οι Ηνωμένες Πολιτείες προορίζονται να εμπλέκονται σε ξένες κρίσεις, κάποιες από τις οποίες θα έχουν το στρατιωτικό στοιχείο. Αυτή είναι η ίδια η φύση αυτού του όλο και πιο πολυπληθούς και αλληλένδετου, κλειστοφοβικού κόσμου. Και πάλι, η βασική ιδέα είναι να σκέφτεται κανείς πάντα τραγικά: δηλαδή να εξετάζει τα χειρότερα σενάρια για κάθε κρίση, χωρίς να επιτρέπει στον εαυτό του να ακινητοποιείται σε γενική απραξία. Είναι περισσότερο μια τέχνη και μια λαμπρή διαίσθηση παρά μια επιστήμη. Ωστόσο, έτσι έχουν επιβιώσει πάντα οι μεγάλες δυνάμεις.
Οι αυτοκρατορίες μπορεί να πεθάνουν απότομα, και όταν το κάνουν, ακολουθεί χάος και αστάθεια. Είναι πιθανότατα πολύ αργά για την Ρωσία να αποφύγει αυτή την μοίρα. Η Κίνα μπορεί να τα καταφέρει, αλλά θα είναι δύσκολο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ακόμη οι καλύτερα τοποθετημένες από τις τρεις, αλλά όσο περισσότερο περιμένουν να υιοθετήσουν μια πιο τραγική και ρεαλιστική μετατόπιση στην προσέγγισή τους, τόσο χειρότερες θα γίνονται οι πιθανότητες. Μια μεγάλη στρατηγική ορίων είναι ζωτικής σημασίας. Ας ελπίσουμε ότι θα ξεκινήσει τώρα, με την πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν για τον πόλεμο στην Ουκρανία.