Τι θα χρειαστεί για να προστατευθούν οι 80 και πλέον εκλογικές αναμετρήσεις του 2024 από εχθρικούς παράγοντες
Φέτος, έχει προγραμματιστεί η διεξαγωγή περισσότερων από ογδόντα εθνικών εκλογών, οι οποίες επηρεάζουν άμεσα περίπου 4,2 δισεκατομμύρια ανθρώπους, το 52% του παγκόσμιου πληθυσμού. Πρόκειται για το μεγαλύτερο εκλογικό κύκλο μέχρι το 2048, σε διεθνές επίπεδο. Εκτός από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, οι ψηφοφόροι θα προσέλθουν στις κάλπες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ινδία, την Ινδονησία, το Μεξικό, τη Νότια Αφρική, την Ουκρανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και σε δεκάδες άλλες χώρες. Το ενδιαφέρον είναι μεγάλο. Οι υποψήφιοι που θα κερδίσουν θα έχουν την ευκαιρία όχι μόνο να διαμορφώσουν την εθνική πολιτική αλλά και να συμμετέχουν στη διαμόρφωση παγκόσμιων ζητημάτων, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η κυβερνοασφάλεια και η διακυβέρνηση του Διαδικτύου.
Οι φετινές εκλογές είναι σημαντικές για λόγους που υπερβαίνουν την κλίμακά τους. Θα αντιμετωπίσουν την ‘’τέλεια καταιγίδα’’ αυξημένων απειλών και αποδυναμωμένες άμυνες. Οι εμπορικές αποφάσεις που λαμβάνονται από τις εταιρείες τεχνολογίας, η εμβέλεια των παγκόσμιων ψηφιακών πλατφορμών, η πολυπλοκότητα των περιβαλλόντων στα οποία λειτουργούν αυτές οι πλατφόρμες, η άνοδος των γενετικών εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης, η ανάπτυξη των επιχειρήσεων επιρροής από το εξωτερικό και η εμφάνιση κομματικών εγχώριων ερευνών στις Ηνωμένες Πολιτείες συνδιαμορφώνουν ένα ιδιαίτερα απειλητικό περιβάλλον για τις εκλογές σε παγκόσμιο επίπεδο.
Κάθε εκλογική αναμέτρηση θα επηρεάζεται, φυσικά, από τα τοπικά ζητήματα, το πολιτισμικό πλαίσιο και τις πολιτικές των κύριων κομμάτων. Αλλά κάθε μία θα αμφισβητηθεί επίσης από παγκόσμιες απειλές για την ακεραιότητα των εκλογών και, κατ’ επέκταση, για τη δημοκρατία. Οι κυβερνήσεις, οι εταιρείες και οι ομάδες της κοινωνίας των πολιτών πρέπει να επενδύσουν για να μετριάσουν τους κινδύνους για τη δημοκρατία και να παρακολουθήσουν την εμφάνιση νέων και επικίνδυνων εκλογικών απειλών. Αν αρχίσουν τη δουλειά τώρα, τότε το 2024 μπορεί να μείνει στην ιστορία ως η χρονιά που η δημοκρατία συσπειρώθηκε.
Αφηρημένοι παρατηρητές
Οι εκλογές διεξάγονται σε εθνικά πλαίσια, σε εθνικές γλώσσες και σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες. Αλλά οι πληροφορίες που τις στηρίζουν προέρχονται όλο και περισσότερο από παγκόσμιες ψηφιακές πλατφόρμες όπως το Facebook, η Google, το Instagram, το Telegram, το TikTok, το WhatsApp και το YouTube. Οι ψηφοφόροι χρησιμοποιούν αυτές τις εμπορικές πλατφόρμες για να επικοινωνούν και να ενημερώνονται σχετικά με τις εκλογικές διαδικασίες, τα θέματα και τους υποψηφίους. Το αποτέλεσμα είναι, οι πλατφόρμες να ασκούν ισχυρή επιρροή στις εκλογές. Σε πρόσφατη έρευνα της Ipsos, το 87% των ερωτηθέντων σε 16 χώρες, στις οποίες θα διεξαχθούν εκλογές το 2024, εξέφρασε την ανησυχία ότι η παραπληροφόρηση και οι ψευδείς ειδήσεις θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα. Ως η κύρια πηγή παραπληροφόρησης αναφέρονται τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ακολουθούμενα από τις εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων. Αν και οι ψηφοφόροι χρησιμοποιούν αυτές τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, γενικά δεν είναι σε θέση να επηρεάσουν τις αποφάσεις ή τις προτεραιότητες αυτών και έτσι οι πλατφόρμες δεν είναι υποχρεωμένες να καταπολεμούν τη χειραγώγηση των πληροφοριών, να προστατεύουν την ακεραιότητα των πληροφοριών ή να παρακολουθούν το εκλογικό περιβάλλον με ισότητα στις κοινότητες στις οποίες δραστηριοποιούνται. Ούτε επικεντρώνονται σ’ αυτό.
Αντιθέτως. Οι μεγαλύτερες αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας αποσπούν όλο και περισσότερο την προσοχή τους. Καθώς είναι αντιμέτωπες με τη μείωση των κερδών, το υψηλότερο κόστος συμμόρφωσης, την πίεση να επενδύσουν στην τεχνητή νοημοσύνη και τον αυξημένο έλεγχο από τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο, κορυφαίες εταιρείες όπως η Google και η Meta έχουν μετατοπίσει πόρους μακριά από τις ομάδες εμπιστοσύνης και ασφάλειας, οι οποίες μετριάζουν τις εκλογικές απειλές. Η X (πρώην Twitter) προχώρησε ακόμη περισσότερο, εφαρμόζοντας μαζικές περικοπές και εισάγοντας ακανόνιστες αλλαγές πολιτικής που αύξησαν τη ρητορική μίσους και την παραπληροφόρηση στην πλατφόρμα. Υπάρχουν πάντως και ορισμένες πλατφόρμες, οι οποίες έχουν αρχίσει να προετοιμάζονται για τις φετινές εκλογές. Η Meta, για παράδειγμα, ανακοίνωσε ότι θα εφαρμόσει κάποιες διασφαλίσεις, τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το ίδιο και η Google. Και οι δύο εταιρείες επιδιώκουν επίσης να μεγιστοποιήσουν τη χρήση εργαλείων βασισμένων στη γενετική τεχνητή νοημοσύνη για τη συγκράτηση περιεχομένου, τα οποία μπορούν να προσφέρουν βελτιώσεις στην ταχύτητα και την κλίμακα της παρακολούθησης των πληροφοριών.
Νεότερες πλατφόρμες -όπως οι Discord, TikTok, Twitch και άλλες- αρχίζουν να διαμορφώνουν πολιτικές και στρατηγικές μετριασμού που σχετίζονται με τις εκλογές, αλλά δεν διαθέτουν εμπειρία λειτουργίας κατά τη διάρκεια εκλογών. Το Telegram, το οποίο είναι μια καθιερωμένη παγκόσμια πλατφόρμα, υιοθετεί μια χαλαρή προσέγγιση για την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και του εξτρεμισμού, ενώ οι αμερικανοκεντρικές πλατφόρμες, συμπεριλαμβανομένων των Gab, Rumble και Truth Social, έχουν υιοθετήσει μια στρατηγική αποχής από απόψεις που διαδίδουν τον εξτρεμισμό, το φανατισμό και τις θεωρίες συνωμοσίας. Ορισμένες μάλιστα καλωσορίζουν Ρώσους προπαγανδιστές που έχουν απαγορευτεί από άλλες πλατφόρμες. Το WhatsApp και άλλες δημοφιλείς πλατφόρμες κρυπτογραφημένων μηνυμάτων παρουσιάζουν τις δικές τους μοναδικές προκλήσεις όσον αφορά τη μείωση της κατάχρησης λόγω της κρυπτογραφημένης φύσης του περιεχομένου που διακινείται.
Οι τεχνολογικές πλατφόρμες δεν έχουν ούτε τους πόρους, ούτε την αποφασιστικότητα να παρακολουθούν και να αντιμετωπίζουν σωστά το προβληματικό περιεχόμενο. Κάθε ψηφιακή πλατφόρμα έχει διαφορετική διαδικασία για την αναφορά της παραπληροφόρησης, της ρητορικής μίσους ή της παρενόχλησης καθώς και διαφορετική ικανότητα αντίδρασης σ’ αυτές τις απειλές. Οι εταιρείες θα βρεθούν αναπόφευκτα αντιμέτωπες με δύσκολους συμβιβασμούς. Ιδίως όταν διακυβεύεται η προσωπική ασφάλεια των υπαλλήλων τους. Ταυτόχρονα, οι περιορισμοί των εσόδων, οι τεχνολογικοί περιορισμοί και η πολιτική ιεράρχηση θα οδηγήσουν σ’ ένα τεράστιο χάσμα μεταξύ των πόρων που αποσκοπούν στην υποστήριξη της ακεραιότητας των εκλογών στις ΗΠΑ και εκείνων που επικεντρώνονται στις εκλογές άλλων χωρών. Το αποτέλεσμα θα είναι ότι τα περισσότερα κράτη θα αγνοηθούν.
Οι δυσκολίες των τεχνολογικών εταιρειών επιδεινώνονται από την αυξανόμενη ασυνέπεια των νόμων και των κανονισμών στους οποίους υπόκεινται. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι νομοθέτες σε 34 πολιτείες έχουν εισαγάγει πάνω από 100 νομοσχέδια, από το 2022, για να ρυθμίσουν τον τρόπο με τον οποίο οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης χειρίζονται τις αναρτήσεις των χρηστών. Οι αμφισβητήσεις των νόμων που ψηφίστηκαν στη Φλόριντα, το Τέξας, τη Γιούτα και άλλες πολιτείες βρίσκονται στα δικαστήρια. Μέχρι το καλοκαίρι, το Ανώτατο Δικαστήριο θα έχει ανακοινώσει τις αποφάσεις σε πολλές υποθέσεις που επηρεάζουν τους τρόπους με τους οποίους οι εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης και η αμερικανική κυβέρνηση μπορούν να επικοινωνούν για να συζητούν τις εκλογικές απειλές και τον βαθμό αυτονομίας που πρέπει να έχουν οι εταιρείες για να λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με το περιεχόμενο που προβάλλουν στους χρήστες. Την ίδια στιγμή, η Ευρώπη εφαρμόζει το νόμο για τις ψηφιακές υπηρεσίες και το νόμο για τις ψηφιακές αγορές. Πρόκειται για μια ρυθμιστική κίνηση-ορόσημο κατά των μεγάλων πλατφορμών που αποσκοπεί στην προστασία των δικαιωμάτων των χρηστών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Χώρες όπως η Ινδία, η Ινδονησία και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν εισαγάγει τους δικούς τους κανονισμούς που είναι πιθανό να οδηγήσουν σε αυξημένες αιτήσεις αφαίρεσης περιεχομένου και απαιτήσεις για δεδομένα χρηστών. Άλλες χώρες εξετάζουν νόμους ειδικά για τις δικές τους εκλογές, οι οποίοι θα απαιτήσουν εξειδίκευση από τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται εκεί.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι νόμοι αυτοί αντικατοπτρίζουν τις ολοένα και πιο αυταρχικές τάσεις των δημοκρατικών κυβερνήσεων και την επιθυμία τους να ελέγχουν την πληροφόρηση, ιδίως γύρω από τις εκλογές. Αυτή η δυναμική μπορεί να ισχύει ιδιαίτερα στην Ινδία, τη μεγαλύτερη δημοκρατία του κόσμου. Ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι αρνείται σταθερά να υποστηρίξει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία και η κυβέρνησή του έχει ψηφίσει κανονισμούς που της επιτρέπουν να ελέγχει το περιεχόμενο το οποίο οι διαδικτυακές πλατφόρμες αφήνουν ή κατεβάζουν. Το αποτέλεσμα ήταν να αφαιρείται όλο και περισσότερος λόγος από ομάδες της αντιπολίτευσης. Στο Μεξικό, ο πρόεδρος Andrés Manuel López Obrador και το κόμμα του, Morena, έχουν επιχειρήσει να μειώσουν την εξουσία της εκλογικής επιτροπής και έχουν επικρίνει τους δημοσιογράφους και το δικαστικό σώμα. Σύμφωνα με το Freedom House, η χώρα παραμένει εχθρική προς τους δημοσιογράφους και η απειλή βίας είναι υψηλή. Οι κίνδυνοι αυτοί, μόνο θα αυξάνονται ενόψει των εκλογών.
Μια τέλεια καταιγίδα
Μια άλλη απειλή για την ακεραιότητα των εκλογών είναι η συνεχής διάδοση ισχυρών, εργαλείων γεννητικής τεχνητής νοημοσύνης, διαθέσιμων στο κοινό. Το επίπεδο της τεχνογνωσίας που είναι απαραίτητο για τη δημιουργία και τη διάδοση ψεύτικων κειμένων, εικόνων, ηχητικών αποσπασμάτων και βιντεοσκοπήσεων σε πολλές γλώσσες θα συνεχίσει να μειώνεται ραγδαία, χωρίς ανάλογη αύξηση της ικανότητας του κοινού να εντοπίζει, να ερευνά ή να διαψεύδει αυτά τα μέσα. Πράγματι, τα γεγονότα του 2023 έδειξαν πόσο εύκολο είναι να δημιουργηθεί σύγχυση. Στη Σλοβακία, για παράδειγμα, 48 ώρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές, και ενώ είχε σταματήσει η μετάδοση πολιτικών ειδήσεων ενόψει της εκλογικής αναμέτρησης, κυκλοφόρησε μια χειραγωγημένη από την Τεχνητή Νοημοσύνη ηχογράφηση στην οποία ο ηγέτης του φιλελεύθερου κόμματος Προοδευτική Σλοβακία συζητούσε για το πώς να νοθεύσει τις εκλογές. Η χρονική στιγμή που επελέγη να δοθεί στην κυκλοφορία το απόσπασμα αυτό, περιόρισε τη δυνατότητα των μέσων ενημέρωσης να καλύψουν την ιστορία ή να τη διαψεύσουν. Μια παρόμοια εκστρατεία παρατηρήθηκε στο Μπαγκλαντές, ενόψει των έντονα αμφισβητούμενων εκλογών της 7ης Ιανουαρίου. Εκεί, μεταδόθηκαν ειδησεογραφικά αποσπάσματα που δημιουργήθηκαν από Τεχνητή Νοημοσύνη και κατηγορούσαν ψευδώς αξιωματούχους των ΗΠΑ για ανάμειξη στις εκλογές. Τα εργαλεία που τροφοδοτούν αυτήν την παραπληροφόρηση κοστίζουν μόλις 24 δολάρια το μήνα, ενώ απομιμήσεις έχουν εμφανιστεί επίσης στην Πολωνία, το Σουδάν και το Ηνωμένο Βασίλειο, καταδεικνύοντας την αυξανόμενη τάση της απειλής.
Ωστόσο, ο μεγαλύτερος κίνδυνος των γενετικών εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης στις διαδικτυακές πλατφόρμες δεν είναι η ικανότητά τους να δημιουργούν απόλυτη πίστη στις ψεύτικες πληροφορίες, αλλά η ικανότητά τους να δημιουργούν συνολική δυσπιστία. Αν όλα μπορούν να είναι ψεύτικα, τίποτα δεν μπορεί να είναι αληθινό. Μέχρι σήμερα, η κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης έχει επικεντρωθεί στη χρήση της ΑΙ για τη στοχοποίηση πολιτικών κομμάτων ή αξιωματούχων. Φέτος, ο σημαντικότερος στόχος μάλλον θα είναι η εμπιστοσύνη στην ίδια την εκλογική διαδικασία. Για όσους επιδιώκουν να σπείρουν τον σκεπτικισμό και τη σύγχυση, υπάρχουν άφθονες ευκαιρίες.
Οι εχθρικοί φορείς είναι σε θέση να επωφεληθούν από αυτές τις ευκαιρίες. Τον Αύγουστο του 2023, η Meta ανακοίνωσε τη “μεγαλύτερη μεμονωμένη κατάρριψη” μιας κινεζικής εκστρατείας επιρροής που στόχευε χώρες όπως η Αυστραλία, η Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η εκστρατεία, η οποία χρησιμοποίησε χιλιάδες λογαριασμούς σε πολυάριθμες πλατφόρμες, επεδίωκε να ενισχύσει την Κίνα και να δυσφημίσει τους επικριτές της χώρας. Το Πεκίνο δραστηριοποιήθηκε και αλλού, ιδίως στις προσπάθειές του να επηρεάσει το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ταϊβάν τον Ιανουάριο. Αξιωματούχοι στην Ταϊπέι προειδοποίησαν ότι η Κίνα έχει “πολύ διαφορετικούς” τρόπους παρέμβασης στις εκλογές, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης της στρατιωτικής πίεσης και της διάδοσης ψευδών ειδήσεων. Πράγματι, το Πεκίνο είχε προσπαθήσει να κάνει το ίδιο και το 2019. Όλες οι χώρες πλέον μπορούν να αναμένουν ότι θα υποστούν κάποιες προσπάθειες ξένης παρέμβασης. Όπως σημειώνεται σε πρόσφατη έκθεση της Microsoft, “οι επιχειρήσεις στον κυβερνοχώρο επεκτείνονται παγκοσμίως, με αυξημένη δραστηριότητα στη Λατινική Αμερική, την υποσαχάρια Αφρική και τη Μέση Ανατολή. . . . Οι εθνικοί-κρατικοί φορείς χρησιμοποιούν συχνότερα επιχειρήσεις πληροφόρησης, παράλληλα με τις επιχειρήσεις στον κυβερνοχώρο για να διαδώσουν ευνοούμενες προπαγανδιστικές αφηγήσεις. Αυτές αποσκοπούν στη χειραγώγηση της εθνικής και παγκόσμιας κοινής γνώμης για την υπονόμευση των δημοκρατικών θεσμών εντός των αντίπαλων κρατών – με τον πιο επικίνδυνο τρόπο στο πλαίσιο ένοπλων συγκρούσεων και εθνικών εκλογών”.
Από το 2016, οι απόπειρες επηρεασμού των εκλογών μέσω διαδικτυακών πλατφορμών αντιμετωπίστηκαν από έναν συνασπισμό εταιρειών, εξωτερικών ερευνητών και κυβερνήσεων που εργάζονται για την ανάλυση και την κατανόηση της δυναμικής των εκλογικών πληροφοριών. Αλλά οι προσπάθειες αυτές δέχονται τώρα επίθεση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι έρευνες του Κογκρέσου σχετικά με αυτές τις συνεργασίες έχουν καθοδηγηθεί από νομοθέτες που υποκινούνται από πολιτικούς κύκλους, οι οποίοι είναι πεπεισμένοι ότι αυτές οι συνεργασίες αποσκοπούν στη λογοκρισία του λόγου των συντηρητικών. Η εκκρεμούσα απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Murthy v. Missouri, η οποία αναμένεται μέχρι το καλοκαίρι, θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα η κυβέρνηση των ΗΠΑ να είναι η μόνη κυβέρνηση στον κόσμο που δεν έχει την ελευθερία να επικοινωνεί με αμερικανικές πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, σχετικά με εκλογικές απειλές, στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό.
Εν τω μεταξύ, έχουν ξεκινήσει αγωγές από ομάδες προεκλογικής εκστρατείας, συμπεριλαμβανομένης της America First Legal του Στίβεν Μίλερ, με σκοπό να εκφοβίσουν ακαδημαϊκούς και μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, γεγονός που ανάγκασε τα ερευνητικά ιδρύματα να αναστείλουν το έργο τους και να καθυστερήσουν τη δημιουργία νέων προγραμμάτων για το 2024. Αυτό έχει μειώσει τις ερευνητικές προσπάθειες και ένα συλλογικό εναλλακτικό σχεδιασμό ακριβώς τη στιγμή που είναι περισσότερο αναγκαίος. Οι ακαδημαϊκοί και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που δέχονται επίθεση είναι πρωτοπόροι στην ανάλυση της εκλογικής δυναμικής σε χώρες με ελλιπή χρηματοδότηση και ανεπαρκή μελέτη στην κατάρτιση ανεξάρτητων ερευνητών και στη σύνδεσή τους με παγκόσμιες πλατφόρμες που διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να επενδύσουν σε αυτά τα περιβάλλοντα. Παρόλο που πολλά από αυτά τα ιδρύματα έχουν δεσμευτεί να συνεχίσουν το έργο τους, αυτό το ανατριχιαστικό αποτέλεσμα ήταν σημαντικό και έχει επιπτώσεις σ’ όλο τον κόσμο. Οι αμερικανικές μη κομματικές ΜΚΟ που επικεντρώνονται στην παγκόσμια εκλογική ακεραιότητα έχουν επίσης εμπλακεί στο μείγμα, χάνοντας πολύτιμους πόρους και εστιάζοντας σε νομικές έρευνες και αποσύροντας το έργο τους που μπορεί να προσελκύσει κομματικές επιθέσεις.
Αυτό το ψυχρό αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο για τις αμερικανικές εκλογές – όχι μόνο στις μεγάλες ομοσπονδιακές και πολιτειακές εκλογικές αναμετρήσεις αλλά και σε τοπικό επίπεδο. Έντεκα μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2024, το FBI και η Υπηρεσία Κυβερνοασφάλειας και Ασφάλειας Υποδομών των ΗΠΑ, η κύρια κυβερνητική υπηρεσία των ΗΠΑ που είναι επιφορτισμένη με τη διασφάλιση της κυβερνοασφάλειας και της ψηφιακής προστασίας για τις εγχώριες εκλογές, δεν έχουν νομική σαφήνεια όσον αφορά τη δυνατότητά τους να συνεργάζονται με μεγάλες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης για να συζητούν για την εκλογική ασφάλεια ή πληροφορίες. Τα δημόσια σχόλια της Meta δείχνουν ότι η επικοινωνία της εταιρείας με τους αρμόδιους της αμερικανικής κυβέρνησης σχετικά με την ασφάλεια των εκλογών σταμάτησε τον Ιούλιο του 2023, τον ίδιο μήνα που ομοσπονδιακό περιφερειακό δικαστήριο στη Λουιζιάνα εξέδωσε μια πρώτη δεσμευτική διαταγή στην υπόθεση Murthy. Εν τω μεταξύ, το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας έχει προειδοποιήσει για την αυξημένη πιθανότητα η Κίνα, το Ιράν και η Ρωσία να χρησιμοποιήσουν γενετική τεχνητή νοημοσύνη για να στοχεύσουν τις αμερικανικές εκλογές. Το ίδιο δήλωσε και η Microsoft, υποδεικνύοντας την τρέχουσα χειραγώγηση των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης από την κινεζική κυβέρνηση.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι το μόνο κράτος που είναι απορροφημένο από εσωτερικά ζητήματα. Πολλές κορυφαίες δημοκρατίες που διεξάγουν εκλογές το 2024, συμπεριλαμβανομένων του Ηνωμένου Βασιλείου, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διατηρούν ενεργή διπλωματική ή αναπτυξιακή παρουσία που υποστηρίζει την ασφάλεια και την ακεραιότητα των διεθνών εκλογών. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την προσφορά υποστήριξης για την παρακολούθηση των εκλογών, τεχνολογικών υποδομών, διαφανών εκλογικών διαδικασιών ή τοπικών πρωτοβουλιών της κοινωνίας των πολιτών. Σε μια εκλογική χρονιά, οι κυβερνήσεις είναι λογικό να στρέφουν την προσοχή τους προς τα μέσα. Η προσοχή στις εξωτερικές υποθέσεις είναι κατακερματισμένη και οι διπλωματικές σχέσεις μπορεί να αδρανοποιηθούν καθώς πλησιάζει μια πιθανή αλλαγή ηγεσίας. Δεδομένων των διακυβευμάτων του φετινού εκλογικού κύκλου και της πολυπλοκότητας των απειλών που αντιμετωπίζει, οι κυβερνήσεις που έχουν δεσμευθεί να στηρίξουν τις ελεύθερες και δίκαιες εκλογές σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν μοναδικό ρόλο να διαδραματίσουν στον επαναδιπλασιασμό της υποστήριξης της συνεργασίας και της ευελιξίας που θα είναι απαραίτητες για την προστασία των δημοκρατικών διαδικασιών.
Ώρα ανάγκης για τη Δημοκρατία
Παρά το μέγεθος της πρόκλησης, υπάρχουν πολλά που μπορούν ακόμη να γίνουν για την προστασία των φετινών εκλογών. Πρώτον, οι φιλανθρωπικές οργανώσεις και οι ξένοι χορηγοί πρέπει να αυξήσουν αμέσως τις επενδύσεις τους στους υφιστάμενους μηχανισμούς για την υποστήριξη της παρακολούθησης των πληροφοριών, του ελέγχου των γεγονότων και της ψηφιακής εγκληματολογίας. Σε χώρες όπου υπάρχει περιορισμένη ικανότητα παρακολούθησης των διαφαινόμενων εκλογικών απειλών, η χρηματοδότηση αυτή θα είναι ιδιαίτερα σημαντική. Οι αναλύσεις από κάθε εκλογική αναμέτρηση πρέπει στη συνέχεια να κοινοποιούνται και να χρησιμοποιούνται ως περιπτωσιολογικές μελέτες για τον εντοπισμό νέων εκλογικών απειλών και δυναμικών σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες. Οι εκλογές του Ιανουαρίου στο Μπαγκλαντές και την Ταϊβάν είναι σημαντικές και γιατί θα είναι από τις πρώτες που θα αποκαλύψουν ποια μορφή θα πάρουν οι εκλογικές απειλές κατά τη διάρκεια του υπόλοιπου έτους.
Δεύτερον, οι κυβερνήσεις και οι οργανώσεις που επικεντρώνονται στην υποστήριξη της δημοκρατίας πρέπει να διασφαλίσουν ότι εμπλέκουν και κινητοποιούν τους τοπικούς και περιφερειακούς ηγέτες της κοινωνίας των πολιτών. Ο συνασπισμός που θα προκύψει πρέπει να περιλαμβάνει εκπαιδευτικούς, ακαδημαϊκούς, διοργανωτές κοινοτήτων, παρόχους υγείας και εκπροσώπους περιθωριοποιημένων κοινοτήτων, οι οποίοι μπορεί να δραστηριοποιούνται εκτός των δικτύων που επικεντρώνονται στα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, την τεχνολογία ή το κράτος δικαίου. Τα άτομα αυτά θα προσφέρουν σημαντική τεχνογνωσία για την κατανόηση του πλαισίου του τρόπου με τον οποίο εξελίσσονται οι δυναμικές της πληροφόρησης στα τοπικά πλαίσια, ιδίως όσον αφορά θέματα που απασχολούν τους ψηφοφόρους, και ενδέχεται, κατά συνέπεια, να διατρέχουν υψηλό κίνδυνο εκμετάλλευσης. Πολύ συχνά αυτοί οι κοινωνικοί ηγέτες λειτουργούν μακριά από τα δίκτυα και τις συνεργασίες που επικεντρώνονται στην υποστήριξη των δημοκρατικών κανόνων, καθώς και από τους διπλωμάτες, τους ερευνητές και τους δημοσιογράφους που προσπαθούν να αυξήσουν την κατανόηση των τοπικών εξελίξεων. Η συμμετοχή τους θα είναι ζωτικής σημασίας. Οι κυβερνήσεις και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών πρέπει επίσης να αυξήσουν την πίεση προς τις εταιρείες τεχνολογίας ώστε να είναι πιο διαφανείς όσον αφορά τους πόρους παρακολούθησης και αντιμετώπισης των εκλογών. Οι πληροφορίες αυτές θα είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου να εντοπιστούν κενά στην κάλυψη που θα μπορούσαν να γεφυρωθούν με μη εταιρικές επενδύσεις.
Τρίτον, η έρευνα πρέπει να αρχίσει επειγόντως να βελτιώνει την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο τα εργαλεία δημιουργικής τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να επηρεάσουν τη ροή πληροφοριών και να παράγει συστάσεις για τον μετριασμό των αρνητικών τους επιπτώσεων. Για τον σκοπό αυτό πρέπει να αξιοποιηθεί ένας πλούτος νέων φιλανθρωπικών πρωτοβουλιών που εστιάζουν στην ΑΙ, συμπεριλαμβανομένου ενός νέου ταμείου 200 εκατομμυρίων δολαρίων που δημιουργήθηκε από δέκα οργανισμούς, μεταξύ των οποίων το Ίδρυμα Ford, το Packard και άλλοι. Οι προσπάθειες αυτές δεν μπορούν να επικεντρωθούν μόνο στα ανεπτυγμένα κράτη και στις γλώσσες που κυριαρχούν. Αντίθετα, πρέπει να καλύψουν όλες τις κοινότητες και τις χώρες που διεξάγουν εκλογές φέτος.
Τέταρτον, πρέπει να αναπτυχθούν καινοτόμες συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα προκειμένου να βοηθηθούν οι ψηφοφόροι να γίνουν απαιτητικοί καταναλωτές πληροφοριών. Πρέπει να βοηθηθούν στον εντοπισμό πηγών έγκυρης πληροφόρησης, όπως οι εκλογικοί αντιπρόσωποι, και να μάθουν τα διαθέσιμα εργαλεία για να καταλάβουν αν μια εικόνα ή ένα βίντεο έχει παραχθεί από τεχνητή νοημοσύνη ή έχει χρησιμοποιηθεί παραπλανητικά. Οι ψηφοφόροι θα πρέπει επίσης να προειδοποιούνται εκ των προτέρων για τους τύπους των αφηγήσεων που ενδέχεται να ακούσουν. Κατά τη διάρκεια των ενδιάμεσων εκλογών του 2022 στις Ηνωμένες Πολιτείες, διαπιστώθηκε ότι προσπάθειες όπως αυτές για την εκ των προτέρων απόκρυψη προβληματικών αφηγήσεων μείωσαν τον αντίκτυπο της παραπληροφόρησης. Αυτές οι προσπάθειες θα βοηθήσουν τους ψηφοφόρους να κατανοήσουν καλύτερα ποιον να εμπιστευτούν όταν τα γεγονότα και οι πληροφορίες σχετικά με τις εκλογές εξελίσσονται με ταχύτητα.
Αυτό το έτος θα αποτελέσει ορόσημο για τη δημοκρατία. Οι προκλήσεις θα είναι ακραίες σε εύρος και πολυπλοκότητα και οι απειλές για τις εκλογικές διαδικασίες θα είναι υπερφορτωμένες. Αυτή είναι η στιγμή για τους υπερασπιστές της δημοκρατίας να διπλασιάσουν τις προσπάθειές τους για την υπεράσπιση της εκλογικής ακεραιότητας και να ενεργοποιήσουν δημιουργικές, ευέλικτες ευκαιρίες συνεργασίας. Είναι ακόμη δυνατό να διασφαλίσουμε ότι το 2024 η δημοκρατία θα ενισχυθεί και δεν θα αποδυναμωθεί. Θα πρέπει να θυμόμαστε αυτή τη χρονιά όχι μόνο για την κλίμακα των εκλογών που διεξήχθησαν κατά τη διάρκειά της, αλλά και για την κλίμακα και την ταχύτητα υπεράσπισης της δημοκρατίας.