Η ελίτ που ενεργοποιεί λαϊκιστική τυραννία μπορεί να καταστρέψει την δημοκρατία
Η επίθεση στο Καπιτώλιο των Ηνωμένων Πολιτειών από έναν δεξιό εξτρεμιστικό όχλο μπορεί να έκανε μέτριες ζημιές στο κτίριο, αλλά έβλαψε σοβαρά το κύρος της αμερικανικής δημοκρατίας. Οι αυταρχικοί εχθροί των Ηνωμένων Πολιτειών επιχαίρουν. Ο Σύνδεσμος Κομμουνιστικής Νεολαίας της Κίνας, απηχώντας τις αντιδράσεις των ΗΠΑ στις διαδηλώσεις υπέρ της δημοκρατίας το 2019 στο Χονγκ Κονγκ, χαρακτήρισε [1] την καταιγίδα του Καπιτωλίου «όμορφο θέαμα». Και οι δημοκρατικοί σύμμαχοι της Αμερικής, οι οποίοι καταλαβαίνουν καλά την σημασία της δημοκρατικής ηγεσίας των ΗΠΑ για την παγκόσμια αιτία της ελευθερίας, έχουν κλονιστεί άσχημα από τις εικόνες των τραμπούκων που εφορμούν μέσα στην ισχυρότερη δημοκρατική συνέλευση του κόσμου την ημέρα του πιο σημαντικού διαβουλευτικού της έργου: την πιστοποίηση των αποτελεσμάτων των προεδρικών εκλογών. Μετά από αυτήν την καταστροφή, οι Αμερικανοί πολιτικοί και αστικοί ηγέτες αντιμετωπίζουν τώρα την επείγουσα επιτακτική ανάγκη να επιδιορθώσουν τον ιστό της δημοκρατίας των ΗΠΑ.
Η πολιορκία του Καπιτωλίου ήταν μια τραγωδία, αλλά ήταν επίσης μια κλήση αφύπνισης. Σε αυτή την κρίσιμη περίσταση, δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδηλώνουν μια προσεκτικά σχεδιασμένη συνωμοσία από οργανωμένες ή καλά εκπαιδευμένες πολιτοφυλακές. Κάποιος θα έφριττε αν φανταζόταν τι θα μπορούσε να συμβεί αν συνέβαινε αυτό. Εάν μια ετερόκλητη ομάδα από ριζοσπαστικοποιημένους δυσαρεστημένους και συνωμοτικής νοοτροπίας [ανθρώπους] μπόρεσε να αναγκάσει τα μέλη του Κογκρέσου των Ηνωμένων Πολιτειών να σπάσουν κομμάτια της επίπλωσης του κτηρίου [2] για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και να εκκενώσουν τα γραφεία τους απελπισμένοι, τι θα μπορούσε να είχε κάνει μια σοβαρή εξέγερση; Η πρώτη επιταγή οποιασδήποτε δημοκρατίας είναι η φυσική ασφάλεια και προστασία του εαυτού της -του λαού της, των δημοσίων λειτουργών της, και των θεσμών της. Ενθυμούμενη επίπονα το γεγονός αυτό, η χώρα θα μπορούσε να γλιτώσει μια πολύ χειρότερη τραγωδία στο μέλλον.
Ωστόσο, δεν θα έπρεπε να είχε χρειαστεί μια επίθεση στο νομοθετικό σώμα για να προειδοποιήσει τους Αμερικανούς για τους κινδύνους που κρύβονται κάτω από την επιφάνεια του πολιτικού διαλόγου τους. Οι αναλυτές έχουν προειδοποιήσει εδώ και χρόνια για την διάβρωση των δημοκρατικών κανόνων των Ηνωμένων Πολιτειών και για την αυξανόμενη ετοιμότητα του βαθιά πολωμένου εκλογικού σώματός τους να συγχωρήσει ή να αγκαλιάσει την πολιτική βία. Σε μια έρευνα του Δεκεμβρίου 2019, η Ομάδα Μελετών Ψηφοφόρων (Voter Study Group) διαπίστωσε [3] ότι ένας στους πέντε Αμερικανούς που αυτοπροσδιορίστηκαν είτε ως Δημοκρατικοί είτε ως Ρεπουμπλικάνοι θεώρησε ότι η βία θα ήταν τουλάχιστον «λίγο» δικαιολογημένη εάν ο υποψήφιος από το αντίπαλο κόμμα κέρδιζε τις προεδρικές εκλογές του 2020. Ακόμα πιο ενοχλητικό, περίπου ένα στα δέκα μέλη και των δύο κομμάτων είπε ότι θα υπήρχε «πολύ» ή «μεγάλη» δικαιολογία για βία εάν το αντίπαλο κόμμα κερδίσει.
Ενώ οι Δημοκρατικοί και οι Ρεπουμπλικάνοι εμφανίστηκαν εξίσου ανοιχτοί στην βία μετά τις εκλογές, υπήρχε μια μεγάλη διαφορά μεταξύ των δύο κομμάτων. Ο αρχηγός του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος –ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ – σηματοδότησε ότι θα απορρίψει το αποτέλεσμα των εκλογών εάν χάσει. Επαναλαμβανόμενα κατά την διάρκεια της [προεκλογικής] εκστρατείας του 2020, ο Τραμπ προκάλεσε αμφιβολίες για την αξιοπιστία των εκλογών, απορρίπτοντας [4] τα δυσμενή αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων ως «ψεύτικα» και υπαινισσόμενος δυσοίωνα την επερχόμενη εκλογική νοθεία. Οι αδυσώπητες επιθέσεις του Trump στην ακεραιότητα της επιστολικής ψηφοφορίας και η άρνησή του να δεσμευθεί ότι θα αποδεχτεί το εκλογικό αποτέλεσμα αύξησαν μια μετεκλογική κρίση νομιμοποίησης για την οποία πολλοί, συμπεριλαμβανομένου και εμού, προειδοποίησαν εκ των προτέρων [5]. Η παρούσα κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι, για να παραφράσω τον τίτλο του διάσημου μυθιστορήματος του Gabriel García Márquez, το χρονικό μιας προαναγγελθείσας κρίσης.
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ο Τραμπ ήταν ο επικεφαλής εμπρηστής, ανάβοντας τις λαϊκιστικές φλόγες της φημολογίας και της οργής. Μετά από μια βίαιη συγκέντρωση λευκών ρατσιστών στην Charlottesville το 2017, επέμεινε ότι «πολύ καλοί άνθρωποι» υπήρχαν και στις δύο πλευρές της σύγκρουσης. Αργότερα, ανάρτησε εκ νέου στο Twitter [6] μια απειλή εμφύλιου πολέμου εάν επρόκειτο να υποβληθεί μομφή εναντίον του. Στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλο τον κόσμο, οι δημοκράτες πρέπει να αναλογιστούν το πώς, ακόμη και μετά από τέσσερα χρόνια διαρκούς κατάχρησης των δημοκρατικών κανόνων και μια τραγικά ανίκανη απάντηση στην πανδημία του κορωνοϊού, ο Τραμπ κατάφερε να εξασφαλίσει περισσότερες ψήφους από οποιονδήποτε προεδρικό υποψήφιο στην αμερικανική ιστορία εκτός από τον Τζο Μπάιντεν. Μέρος της απάντησης έχει να κάνει με τους άνανδρους παρακινητές και συκοφάντες [στην υπηρεσία] του Τραμπ. Ακόμα και ο πιο χαρισματικός δημαγωγός δεν μπορεί να επικρατήσει από μόνος του. Χρειάζεται συνεργούς. Χρειάζεται ένα κόμμα για να ανατρέψει την δημοκρατία.
Ο Τραμπ μπορεί να έχει ξεφύγει από την πραγματικότητα σε αυτό το σημείο, αλλά οι πονηροί πιστοί του και οι συνεργοί του στο Κογκρέσο και στην διοίκησή του γνωρίζουν καλά τους συμβιβασμούς που έχουν κάνει με την αλήθεια και την αξιοπρέπεια. Είναι ένοχοι για το πιο συνηθισμένο αδίκημα στην καταστροφή της δημοκρατίας, αυτό που ο αείμνηστος πολιτικός επιστήμονας Juan Linz αποκάλεσε [7] «ημι-νομιμοφροσύνη»: «η προθυμία να ενθαρρύνεις, να ανεχθείς, να καλύψεις, να αντιμετωπίσεις επιεικώς, να συγχωρήσεις ή να δικαιολογήσει τις πράξεις άλλων συμμετεχόντων που ξεπερνούν τα όρια της ειρηνικής, νόμιμης … πολιτικής σε μια δημοκρατία». [Την ημέρα της εισβολής στο Καπιτώλιο], πολλοί από αυτούς τους ημι-νομιμόφρονες στο Κογκρέσο συνέχισαν να υποστηρίζουν την εξωφρενική προσπάθεια του Τραμπ να αντιστρέψει το αποτέλεσμα των εκλογών, ακόμη και όταν ο πρόεδρος έκανε μια συγκέντρωση των εξτρεμιστών υποστηρικτών του για να μεταφέρει την εκρηκτική οργή τους στο Καπιτώλιο -όπως είχε ενθαρρύνει [8] τους διαδηλωτές (μερικούς ένοπλους) που πλημμύρισαν το πολιτειακό καπιτώλιο του Μίσιγκαν στα τέλη Απριλίου.
Από την εποχή της αρχαίας Ελλάδας, οι πολιτικοί θεωρητικοί ανησυχούν σχετικά με το ενδεχόμενο η δημοκρατία να υποχωρήσει έναντι της λαϊκιστικής τυραννίας. Η ιδιοφυΐα –αν και ήταν πρώιμη και ατελής- της αμερικανικής δημοκρατίας ήταν ότι ελέγχει, ισορροπεί και διασκορπίζει την εξουσία, ώστε ένας δημαγωγός να μην μπορεί να γίνει τύραννος. Όμως οι θεσμικοί έλεγχοι είναι εξίσου ισχυροί με τους ανθρώπους που θέλουν να τους επιβάλουν. Το διάσημο ερώτημα του Ρωμαίου ποιητή Γιουβενάλη επιμένει: «Ποιος θα φυλάξει τους ίδιους τους φύλακες;»
Σε έναν βαθμό που εξέπληξε πολλούς από τους επικριτές του Τραμπ, τα δικαστήρια έδωσαν μια καθησυχαστική απάντηση σε αυτό το δίλημμα -ποτέ περισσότερο από την απόρριψη δεκάδων αβάσιμων αγωγών που αμφισβητούν τα αποτελέσματα των εκλογών. Ωστόσο, η δικαιοσύνη από μόνη της δεν μπορεί να ελέγξει την λαϊκιστική τυραννία, και οι αποφάσεις της δεν απέτρεψαν την πλειοψηφία των Ρεπουμπλικανών του Σώματος, και πάνω από δώδεκα Ρεπουμπλικάνους γερουσιαστές, να υποστηρίξουν την δηλητηριώδη αμφισβήτηση του Τραμπ στη νομιμότητα των προεδρικών εκλογών του 2020. Χρειάστηκε η συγκλονιστική τραγωδία της ένοπλης επίθεσης στο Καπιτώλιο για να πείσει μερικούς από αυτούς (αλλά μόνο μερικούς) να υποχωρήσουν. Η υγεία της αμερικανικής δημοκρατίας εξαρτάται τώρα εν μέρει από το εάν οι Ρεπουμπλικάνοι πολιτικοί θα σταματήσουν επιτέλους να ενθαρρύνουν, να συγχωρούν και να δικαιολογούν τις ενέργειες αυτού του αντιδημοκρατικού ηγέτη που έχει δώσει υποστήριξη στους εχθρούς της δημοκρατίας στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.
Εάν υπάρχουν καλές ειδήσεις από την παρατεταμένη μετεκλογική κρίση των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι ότι η κοινωνία των πολιτών συσπειρώθηκε για την υπεράσπιση της δημοκρατίας. Μια εντυπωσιακά διακομματική ομάδα με περισσότερους από 40 πρώην εκλεγμένους αξιωματούχους, υπουργούς, και στρατιωτικούς αξιωματούχους ενώθηκαν με άλλους πολιτικούς ηγέτες στο Εθνικό Συμβούλιο για την Ακεραιότητα των Εκλογών (National Council on Election Integrity) [9], διεξάγοντας μια προσπάθεια υπεράσπισης κόστους πολλών εκατομμυρίων δολαρίων για να διασφαλιστεί ότι θα μετρηθεί κάθε ψήφος και να προλάβουν προσπάθειες για νόθευση ή εκτροχιασμό των εκλογών του 2020. Όταν γραφτεί αυτό το αγχωτικό κεφάλαιο στην αμερικανική ιστορία, θα δοθεί μεγάλη πίστωση στις ακούραστες προσπάθειες οργανώσεων όπως η Issue One [10], η Fix the System [11], η Leadership Now [12], η Protect Democracy [13] και η Healthy Elections Project [14] και στις έγκαιρες και ειλικρινείς αναλύσεις των ειδικών επί των εκλογών, συμπεριλαμβανομένων των Ben Ginsberg [15], Edward Foley [16] και Richard Pildes [17]. Εάν η αμερικανική δημοκρατία πρόκειται να σταθεροποιηθεί και να ανανεωθεί, θα είναι στα θεμέλια μιας βασισμένης σε αρχές και διακομματικής συμμετοχής των πολιτών.
Πηγή: https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-01-07/capitol-siege-wake-call-america-shouldnt-have-needed