«Δεν είμαστε συμμορία. Δεν είμαστε η μαφία. Δεν ψάχνουμε για εκδίκηση όπως έκαναν στο βιβλίο του Μάριο Πούζο “Ο Νονός”. Είμαστε κράτος. Ένα κράτος των νόμων». Αυτοί ήταν οι ισχυρισμοί του Ρώσου τηλεπαρουσιαστή Βλαντίμιρ Σολόβιοφ, που αρνούνταν πως το Κρεμλίνο είχε οποιαδήποτε ανάμειξη με την έκρηξη στο αεροσκάφος όπου σκοτώθηκε ο Γεβγκένι Πριγκόζιν.
Τα σχόλια του Σολόβιοφ είναι ένα ωραίο παράδειγμα αυτού του εξαιρετικού γαλλικού ρητού: «Qui s’excuse, s’accuse» (αυτός που δικαιολογείται, κατηγορεί τον εαυτόν του). Ο προπαγανδιστής υπέρ του Κρεμλίνου κατανοεί απόλυτα πως ο θάνατος του Πριγκόζιν είχε όλα τα χαρακτηριστικά ενός μαφιόζικου χτυπήματος.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν ακολουθεί έναν μαφιόζικο κώδικα τιμής. Η προδοσία και η απιστία είναι τα αμαρτήματα που δεν μπορούν ποτέ να συγχωρεθούν. Γι’ αυτό το Κρεμλίνο έστειλε εκτελεστές σε όλη την Ευρώπη, για να σκοτώσουν αποστάτες από τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες. Ως αφεντικό της Wagner, ο Πριγκόζιν -γνωστός και ως σεφ του Πούτιν- παρείχε αναλώσιμους για τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Αλλά όταν στράφηκε εναντίον του Πούτιν τον Ιούνιο, υπέγραψε τη θανατική του καταδίκη.
Ο κώδικας της μαφίας, γνωστός σε όλους τους σινεφίλ, είναι πως η αποτυχία να εκδικηθεί κάνει τον Δον να μοιάζει αδύναμος. Δυο μήνες μεσολάβησαν από την ανταρσία του Πριγκόζιν μέχρι τον θάνατό του. Αλλά τότε, όπως λέει ο Δον Κορλεόνε στον «Νονό», «η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο».
Η πρόταση πως η Ρωσία είναι ένα κράτος-μαφία είναι κάτι περισσότερο από ένα σχήμα λόγου. Η βιογράφος του Πούτιν, Κάθριν Μπέλτον, έχει δείξει πως ως αντιδήμαρχος της Αγ. Πετρούπολης τη δεκαετία του 1990, ο Πούτιν καλλιέργησε τους δεσμούς του με τον εγκληματικό υπόκοσμο της πόλης. Ο ίδιος ο Πριγκόζιν πέρασε σχεδόν μια δεκαετία στη φυλακή.
Οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, για τις οποίες εργαζόταν ο Πούτιν τόσα χρόνια, πάντα διατηρούσαν σχέσεις με το οργανωμένο έγκλημα -που έχει χρήσιμη τεχνογνωσία στο λαθρεμπόριο, στο ξέπλυμα χρήματος και στους φόνους. Χαρακτηριστικό είναι πως όταν η Ρωσία οργάνωσε μια ανταλλαγή φυλακισμένων με την Αμερική, ο άνδρας που επέλεξαν να απελευθερώσουν ήταν ο Βίκτορ Μπουτ, ένας έμπορος όπλων, που φέρεται να ξέπλενε χρήμα. Ηταν αξιωματούχος του πρώην Σοβιετικού Στρατού και συνελήφθη το 2008 μετά από μια μακρά επιχείρηση της αμερικανικής Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών.
Οι επιχειρήσεις της ομάδας Wagner του Πριγκόζιν στην Αφρική -μέσω ενός δικτύου εταιρειών-βιτρίνα- θόλωσαν τις γραμμές μεταξύ των ιδιωτικών επιχειρήσεων, του οργανωμένου εγκλήματος και του ρωσικού κράτους. Οι απαιτήσεις του ουκρανικού πολέμου έχουν κάνει τις γραμμές αυτές ακόμα πιο θολές. Οι δυτικές κυρώσεις έχουν κάνει ακόμα δυσκολότερο για τη Ρωσία να πουλήσει πετρέλαιο ή να αγοράσει τεχνολογίες-κλειδιά στην ανοικτή αγορά. Αυτό αυξάνει τα κίνητρα για τη Ρωσία να συνδεθεί με εγκληματικά δίκτυα, που είναι ειδήμονες στο παράνομο εμπόριο και στη λαθραία διακίνηση.
Ωστόσο, προτού η Αμερική και η Δύση απορρίψουν τη Ρωσία ως εγκληματική εξαίρεση, αξίζει να σημειωθεί πως την ημέρα μετά τον θάνατο του Πριγκόζιν, ένας πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ παραπέμφθηκε σε δίκη στην Τζόρτζια, σύμφωνα με την κρατική εκδοχή του Νόμου περί Οργανώσεων με Επιρροή και Διαφθορά (Rico) -\ενός νόμου που σχεδιάστηκε ειδικά για να κυνηγήσει τη μαφία.
Η νομική βασιμότητα των κατηγοριών κατά του Ντόναλντ Τραμπ θα κριθεί στο δικαστήριο. Αλλά, ό,τι κι αν συμβεί εκεί, είναι κοινός τόπος ότι ο Τραμπ έχει υιοθετήσει εδώ και καιρό κάποιες από τις συμπεριφορές και τα ήθη ενός αφεντικού της μαφίας.
Δεν είναι εντελώς περίεργο ότι ένας άνθρωπος που έκανε την περιουσία του από τον κατασκευαστικό κλάδο της Νέας Υόρκης -πριν επεκταθεί στα καζίνο του Ατλάντικ Σίτι-, θα πρέπει κατά καιρούς να ακούγεται σαν μαφιόζος. Ένας από τους σημαντικότερους μέντορες του Τραμπ ήταν ο Ρόι Κον, ένας δικηγόρος που εκπροσωπούσε πολλές από τις εγκληματικές οικογένειες της Νέας Υόρκης. Καθώς τα νομικά του προβλήματα αυξάνονταν κατά τη διάρκεια της προεδρίας του, ο Τραμπ διαμαρτυρήθηκε για την έλλειψη μιας τέτοιας προσωπικότητας που να τον εκπροσωπεί.
Ο Τζέιμς Κόμεϊ, ο πρώτος διευθυντής του FBI επί προεδρίας Τραμπ, θυμήθηκε αργότερα ένα ιδιωτικό δείπνο με τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο, στο οποίο ο νεοεκλεγείς πρόεδρος είπε: «Χρειάζομαι αφοσίωση. Περιμένω πίστη».
Στα απομνημονεύματά του, ο Κόμεϊ έγραψε ότι ο Τραμπ του θύμισε αφεντικά της μαφίας που είχε συναντήσει στη δουλειά του στην επιβολή του νόμου: «Η απαίτηση ήταν σαν την τελετή εισαγωγής του Σάμι του Ταύρου (σ.τ.μ: ψευδώνυμο του Σαλβατόρε Γκραβάνο, πρώην εκτελεστή της μαφίας, που έφτασε να γίνει υπαρχηγός της εγκληματικής οικογένειας Γκαμπίνο) στην Κόζα Νόστρα».
Η έμφαση του Τραμπ στην προσωπική πίστη δεν θυμίζει μόνο τον Σάμι τον Ταύρο αλλά και τον Πούτιν. Και οι δύο ηγέτες απολαμβάνουν ή ακόμα και ενθαρρύνουν τις αντιπαλότητες μεταξύ φραξιών στο προσωπικό τους. Αυτό δημιουργεί ένα σύστημα στο οποίο ο ηγέτης είναι ο τελικός διαιτητής όλων των διαφωνιών -ο μεγάλος άνδρας του οποίου την εύνοια χρειάζονται όλοι.
Ως πρόεδρος, ο Τραμπ μερικές φορές διεκπεραίωνε τις εξωτερικές υποθέσεις σαν να διαπραγματευόταν με αντίπαλους Νονούς: τον Κιμ Γιονγκ Ουν στη Βόρεια Κορέα, τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Τουρκία, τον Βλαντιμίρ Πούτιν στη Ρωσία.
Η σύγκριση Τραμπ-Πούτιν, ωστόσο, δεν έχει στόχο να συμβάλει στο αγαπημένο σπορ των Ρώσων, που είναι να λένε «ναι αλλά και αυτός έκανε…». Οι δύο άνδρες μπορεί να μοιράζονται ορισμένα ένστικτα και τρόπους συμπεριφοράς. Αλλά τα συστήματα στα οποία λειτουργούν είναι πολύ διαφορετικά.
Στη σημερινή Ρωσία, υπάρχει μηδενική πιθανότητα να ερευνηθεί ο Πούτιν για συμμετοχή στη δολοφονία του Γεβγκένι Πριγκόζιν -ή σε οποιοδήποτε άλλο έγκλημα που μπορεί να έχει διαπράξει. Δεν θα υπάρξουν ανεξάρτητοι εισαγγελείς που θα συγκεντρώσουν προσεκτικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στείλουν τον πρόεδρο στη φυλακή.
Ο Τραμπ, αντιθέτως, λογοδοτεί. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να του επιβληθεί τελικά ποινή φυλάκισης -αν και η εκτίμησή μου είναι ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν θα του δώσει τελικά χάρη. Εν τω μεταξύ, ο Τραμπ παραμένει ελεύθερος να υποστηρίξει την υπόθεσή του, ακόμη και να κάνει προεκλογική εκστρατεία για την προεδρία.
Η διαφορά είναι σαφής. Οι ΗΠΑ μπορούν να διεκδικήσουν το καθεστώς που ο Σολοβιόφ έδωσε ψευδώς στη Ρωσία: «Ένα κράτος των νόμων». Δυστυχώς, η ίδια η Ρωσία είναι πλέον ένα κράτος της μαφίας.