Ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών Ρίσι Σουνάκ ετοιμάζεται να προσφέρει απολύτως εγγυημένα από κράτος δάνεια στις μικρότερες επιχειρήσεις της χώρας μετά την έντονη πίεση από τους Συντηρητικούς βουλευτές και την Τράπεζα της Αγγλίας, αναφέρουν οι Financial Times.
Ο Σουνάκ «εξετάζει» το ενδεχόμενο να παρέχει πλήρη κρατική υποστήριξη σε δάνεια ύψους έως και 25.000 λίρες για έως και 1 εκατομμύριο μικρές επιχειρήσεις με ολιγομελές προσωπικό σε μια προσπάθεια να τις βοηθήσει να ανταποκριθούν στην κρίση που έχει προκαλέσει η πανδημία αναφέρει το δημοσίευμα των FT που επικαλείται το Reuters.
Εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών αρνήθηκε να σχολιάσει.
Ο Σουνάκ είχε δηλώσει την Τρίτη ότι «δεν έχει πειστεί ακόμη» για το ότι η κυβέρνηση θα έπρεπε να παρέχει 100% εγγύηση στις τράπεζες που δανείζουν μικρές επιχειρήσεις που έχουν πληγεί από τον κορωνοϊό.
Ωστόσο, οι FT αναφέρουν ότι ένα νέο πρόγραμμα δανείων θα μπορούσε να ξεκινήσει παράλληλα με το σχέδιο έκτακτης ανάγκης της Βρετανίας ύψους 330 δισ. λιρών που προσφέρει δάνεια έως 5 εκατ. λίρες, με κρατικές εγγυήσεις στο 80% του ποσού, σε μικρές και μεσαίες εταιρείες.
Το πρόγραμμα ξεκίνησε επιφυλακτικά με πολλές εταιρείες να αναφέρουν λένε ότι δυσκολεύονται να πείσουν τις τράπεζες να εγκρίνουν τα δάνεια τους.
Τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν την Πέμπτη δείχνουν ότι οι τράπεζες έχουν χορηγήσει δάνεια συνολικού ύψους 2,8 δισ. λιρών (3,5 δισεκατομμύρια δολάρια), σχεδόν διπλάσια από την προηγούμενη εβδομάδα.
Την περασμένη εβδομάδα, ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Άντριου Μπέιλι προέτρεψε τις τράπεζες να επιταχύνουν τον χειρισμό των αιτήσεων και πρότεινε ότι η παροχή κρατικών εγγυήσεων στο 100% για τα μικρότερα δάνεια θα μπορούσε να επιταχύνει την κατάσταση.
Η Βρετανική Συνομοσπονδία Βιομηχανίας προέτρεψε χθες την κυβέρνηση να χαλαρώσει τους όρους για τα δάνεια με κρατικές εγγυήσεις προς τις μικρότερες επιχειρήσεις ώστε να αποτραπεί η χρεοκοπία τους.
Η Συνομοσπονδία ανέφερε επίσης ότι τα δάνεια θα πρέπει να έχουν διάρκεια αποπληρωμής τα 10 χρόνια, αντί των έξι, για τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν υψηλά πάγια κόστη και χαμηλά περιθώρια κέρδους.